του Άκη Γαβριηλίδη
Όταν, τον περασμένο Ιούνιο, σε ένα σύντομο σημείωμα γραμμένο εντός δέκα λεπτών, είχα υποστηρίξει ότι κάτι δεν πάει καλά με το ποίημα του Ρίτσου «Πρωινό άστρο», δεν είχα φανταστεί ότι μέσα σε λίγους μήνες θα είχα την πιο πανηγυρική επιβεβαίωση του ισχυρισμού μου: από τα κατά τεκμήριο πιο έγκυρα χείλη πληροφορηθήκαμε πρόσφατα ότι το ίδιο ακριβώς έκρινε και ο ποιητής, ο οποίος αφαίρεσε μόνος του τους επίμαχους στίχους –αυτούς οι οποίοι εύχονταν (;) στο κοριτσάκι να «παντρευτεί τον κόσμο» και «να γίνει ό,τι ζητάει η ευτυχία του κόσμου»- και δεν τους συμπεριέλαβε στις πολλές μεταγενέστερες εκδόσεις του ποιήματος.
Έτσι μας διαβεβαίωσε η ίδια η κόρη του ποιητή, Έρη Ρίτσου, με σχόλιό της στη δεύτερη σχετική ανάρτηση που είχα κάνει σχετικά.
Η πληροφορία αυτή καταρχάς επιλύει τελεσίδικα –υπέρ εμού- το ζήτημα της διαφοράς ανάμεσα στους στίχους που παρέθεσα εγώ και την εκδοχή που ανευρίσκεται σε κάποιες έντυπες εκδόσεις, και των υπονοιών για «παραποίηση». Διαφορά όντως υπάρχει, αλλά, όπως απερίφραστα λέει το σχόλιο, «κανείς δεν άλλαξε τον Ρίτσο εκτός απ’ τον ίδιο τον Ρίτσο».
Πράγμα που, παρεμπιπτόντως, αφήνει ανεπανόρθωτα εκτεθειμένους όσους έσπευσαν να υπερασπιστούν, και μάλιστα με ιδιαίτερη λύσσα, εριστικότητα και λοιδορίες, ένα ποίημα που ούτε ο ίδιος ο δημιουργός του δεν έκρινε ικανοποιητικό.
Η δικαίωση όμως θεωρώ ότι δεν αφορά μόνο τη φιλολογική ακρίβεια, αλλά και την ουσία των ισχυρισμών μου.
Στο αρχικό της σχόλιο, η κα Ρίτσου μάς πληροφορεί μεν ότι ο Ρίτσος άλλαξε τον Ρίτσο, αλλά δεν μας λέει καθόλου για ποιο λόγο το έκανε αυτό. Μετά από σχετική δική μου ερώτηση, επανήλθε, αλλά ούτε τώρα έδωσε κάποια ουσιαστική εξήγηση (πέρα από ταυτολογίες). Παραθέτω αυτολεξεί τη σχετική διατύπωση:
Πιθανώς να είχε «second thoughts». Νομίζω όχι του δικού σας τύπου γιατί δεν θα ταίριαζαν με την ιδεολογία του.
Ο Γιάννης Ρίτσος λοιπόν είχε second thoughts. ΟΚ. But what kind of thoughts? «Όχι του δικού μου τύπου». Ωραία. Ποίου τύπου τότε;
Νομίζω ότι δεν χρειάζεται να προστρέξουμε στον Φρόιντ για να συμπεράνουμε ότι, όταν κάποιος λέει «δεν είναι αυτό που νομίζετε, αλλά δεν ξέρω και τι είναι», απλώς επιβεβαιώνει διά της άρνησης ότι είναι πράγματι αυτό που νομίζουμε.
Aυτό μας φέρνει σε ένα δεύτερο, γενικότερο σημείο, που ίσως θα άξιζε να το ψάξουν οι φιλόλογοι και οι μελετητές του Ρίτσου.
Από διάφορες ενδείξεις, έχω την εντύπωση ότι οι δεύτερες σκέψεις του Ρίτσου αφορούσαν, ακριβώς, την ίδια την «ιδεολογία» του, ή τουλάχιστο έναν συγκεκριμένο τρόπο διαχείρισης και δημόσιας παρουσίας της ιδεολογίας του.
Είμαι πεπεισμένος ότι ο Ρίτσος έφταναν στιγμές που είχε σιχαθεί το ρόλο τού ιερού τοτέμ τού αριστερού κοινωνικού συντηρητισμού· βαριόταν αφόρητα να παριστάνει τον προφήτη του φτωχού πλην τίμιου λαού και να υμνεί την ποδιά της μητέρας που καθαρίζει φρέσκα φασολάκια. Προσωπικά, θυμάμαι ως παιδί συναυλίες του Θεοδωράκη ή του Λεοντή, ή άλλες παρόμοιες εκδηλώσεις, που είχα δει λάιβ ή στην τηλεόραση τις δεκαετίες του 70 και του 80, και στις οποίες συμμετείχε και ο Ρίτσος διαβάζοντας ποιήματά του από το μικρόφωνο. Τότε δεν είχα καθόλου στο μυαλό μου νεκροφιλίες και ριζοσπαστικούς πατριωτισμούς. Είχα όμως την έντονη αίσθηση ότι το βλέμμα αυτού του ανθρώπου έλεγε: «Αφήστε με ήσυχο, τι καραγκιοζλίκια με βάζετε και κάνω, μη με πρήζετε άλλο». Έδειχνε να συμμετέχει από υποχρέωση.
Νομίζω ότι κάποιες δημοσιεύσεις που έκανε στην τελευταία περίοδο της ζωής και του συγγραφικού έργου του συνηγορούν υπέρ αυτής της εντύπωσης.
Εάν όμως ευσταθεί η ερμηνεία μου ότι η απομάκρυνση των στίχων περί «γάμου με τον κόσμο» αποτελεί επίσης ένδειξη μιας τέτοιας δυσφορίας προς το πατρίς-θρησκεία-οικογένεια, τότε έχουμε εδώ μία ένδειξη εξαιρετικά πρώιμη, που ίσως μας οδηγεί να μεταθέσουμε αρκετά νωρίτερα την ανάδυση αυτής της αντίστασης του ποιητή απέναντι στη δημόσια αποστολή του.
Παράθεμα: Θα πρέπει να μισούσε πολύ την κόρη του ο Ρίτσος | Nomadic universality
Παράθεμα: Οριστικό: είχα 100% δίκιο για τον Ρίτσο | Nomadic universality