του Άκη Γαβριηλίδη[1]
I.
O Μουσταφά[2] είναι ένας άντρας περίπου 40 χρονών, που γεννήθηκε στο Ντιγιάρμπακιρ και όταν ήταν 5 χρονών οι γονείς του μετανάστευσαν στην Καρπασία, στη βορειοανατολική Κύπρο.
Στην Καρπασία υπήρχαν, και υπάρχουν, αρκετοί Ελληνοκύπριοι (ή «Ρωμιοί» –Rum, όπως τους λένε στα τουρκικά), οι οποίοι στο politically correct λεξιλόγιο της Κυπριακής Δημοκρατίας αποκαλούνται ακόμη «εγκλωβισμένοι»· ένας όρος μάλλον αταίριαστος, καθόσον εδώ και καιρό κανείς δεν τους εμποδίζει να φύγουν από εκεί. Το 1974, στην Καρπασία δεν έγιναν συγκρούσεις –ο τουρκικός στρατός αποβιβάστηκε στην Κερύνεια και εν συνεχεία κατευθύνθηκε προς το νότο- και, όταν ηρέμησαν τα πράγματα, οι άνθρωποι που ζούσαν εκεί προτίμησαν να παραμείνουν. Ο μικρός Μουσταφά, λοιπόν, μεγαλώνοντας, ερχόταν σε επαφή με τους ελληνόφωνους γείτονές του και έτσι έχει μάθει αρκετά καλά ελληνικά –για την ακρίβεια, έχει μάθει την ελληνοκυπριακή διάλεκτο, της οποίας διασώζει μια παλαιότερη μορφή που σε λίγα χρόνια ίσως να είναι δυσνόητη ακόμα και για τους ελληνοκύπριους του νότου, οι οποίοι όλο και περισσότερο προσαρμόζονται στην θεωρούμενη «υψηλή ποικιλία» της ελληνικής (αυτή που μιλιέται στην ΕΡΤ και γράφεται στις εφημερίδες, τα εκπαιδευτικά εγχειρίδια κ.λπ.).