του Άκη Γαβριηλίδη
H απόρριψη του πλάνου της Ευρωομάδας για κούρεμα των καταθέσεων σε κυπριακές τράπεζες από τη βουλή της Κυπριακής Δημοκρατίας αποτελεί ένα γεγονός με τεράστιες και ανυπολόγιστες ακόμη συνέπειες. Δεν αναφέρομαι σε οικονομικές, αλλά σε πολιτικές συνέπειες, ή μάλλον, ακριβώς, στη βασική εξόχως πολιτική συνέπεια ότι, με το συμβάν αυτό, η πολιτική ξαναδιεκδίκησε τα δικαιώματά της από την «οικονομία». Την οικο-νομία νοούμενη ως management, ως ένα σύνολο τεχνικών διαχείρισης ανθρώπων και πραγμάτων, επί του οποίου δεν τίθεται ζήτημα διαφωνίας (mésentente), αντιπαράθεσης και ανταγωνισμού· τίθεται μόνο ζήτημα επιστημονικής γνώσης και εφαρμογής της. Για την επιστημονική γνώση, ως γνωστόν, το πράγμα «είναι έτσι»· δεν ενδέχεται άλλως έχειν.
Η πολιτική, από την άλλη, είναι αυτό που διακόπτει, αυτό που έρχεται από κει που δεν το περιμένουμε[1].
Όταν σου έρχεται κάτι από κει που δεν το περιμένεις, είναι αναμενόμενο ότι προσπαθείς να το σκεφτείς με βάση αυτά που ήδη ξέρεις, να αναζητήσεις προηγούμενα. Στην περίπτωσή μας, οι συνειρμοί έμοιαζαν τόσο κραυγαλέοι και αυτονόητοι που όλοι έσπευσαν να τους κάνουν –με πρώτο και καλύτερο τον κ. Γιώργο Νταλάρα: πριν από ούτε δέκα χρόνια, στην Κύπρο υπήρξε ένα άλλο αρνητικό αποτέλεσμα σε ψηφοφορία, το οποίο είχε θεωρηθεί ως ηρωική αντίσταση στα απειλητικά σχέδια των ξένων –η απόρριψη του σχεδίου των Ηνωμένων Εθνών για λύση του πολιτικού προβλήματος του νησιού. Μια απόρριψη που έγινε στο όνομα της επιθυμίας όσων παρέλαβαν κράτος και δεν ήθελαν να παραδώσουν κοινότητα.
Στο παρόν κείμενο επιθυμώ να αμφισβητήσω αυτή την αυτονόητη σύνδεση και να Συνέχεια