Αθλητισμός

Tι είναι και τι θέλουν στο ποδόσφαιρο οι Τσεμπερούδες

της Σαρλόττ Βωτιέ

Στη Γαλλία, οι ποδοσφαιρίστριες που φορούν χιτζάμπ συχνά βλέπουν τις αθλητικές τους φιλοδοξίες να τερματίζονται σε ένα πρόωρο σημείο της καριέρας τους. Προ των πυλών των επίσημων διοργανώσεων, οι κανονισμοί της Γαλλικής Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου (FFF) τους απαγορεύουν να συμμετέχουν σε αγώνες. Για να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους και να μπορούν να παίζουν ποδόσφαιρο σε υψηλό επίπεδο, δημιουργήθηκε το 2018 μια ομάδα από ταλαντούχες και αποφασισμένες ποδοσφαιρίστριες: οι «Τσεμπερούδες» [Les Hijabeuses].

Στις Τσεμπερούδες υπάρχουν όλες οι ηλικίες, όλα τα επίπεδα, αλλά μία μόνο επιθυμία: να μπορούν να παίζουν ποδόσφαιρο χωρίς να υφίστανται διακρίσεις. Μέσα από παιδαγωγικά βίντεο στα κοινωνικά δίκτυα και δράσεις αιχμής, σκοπεύουν να αλλάξουν τα πράγματα και να επιβληθούν μέσα στο γήπεδο. Το κίνημά τους εντάσσεται στον σύνδεσμο Alliance Citoyenne, ο οποίος αγωνίζεται ενάντια σε πολυάριθμες αδικίες. Η θέση των γυναικών στον αθλητισμό είναι ένα από τα θέματα στα οποία ο σύνδεσμος θέλει να υπάρξει πρόοδος.

 

Πώς είναι τώρα τα πράγματα;

Όσον αφορά το ποδόσφαιρο, το 1991 η Διεθνής Ομοσπονδία Ποδοσφαιρικών Ενώσεων (FIFA) επέτρεψε στις γυναίκες να πάρουν μέρος στο Παγκόσμιο Κύπελλο. Το 2014, ένας γαλλικός νόμος περί ισότητας στον αθλητισμό απαίτησε από τις ομοσπονδίες να μεριμνήσουν ώστε οι γυναίκες να εκπροσωπούνται καλύτερα στα διοικητικά τους όργανα. Ωστόσο, ακόμη και σήμερα, από 36 Ολυμπιακές Ομοσπονδίες, μόνο μία έχει επικεφαλής μια γυναίκα: η ξιφασκία.

Επίσης το 2014, η FIFA ανακοίνωσε ότι οι γυναίκες ποδοσφαιρίστριες μπορούν να φορούν πέπλο κατά τους επίσημους αγώνες. Εξαιρετικό νέο για πολλές παίκτριες … με εξαίρεση τις Γαλλίδες: η FFF επιλέγει να μην ακολουθήσει αυτήν τη μεταρρύθμιση τοπικά και συνεχίζει να απαγορεύει το χιτζάμπ σε επίσημους αγώνες στη Γαλλία. Αυτό, τότε, της κόστισε μια προειδοποίηση από τον πρόεδρο της FIFA, Ζεπ Μπλάτερ. Παρ’ όλα αυτά, η Γαλλία δεν έχει ακόμη αλλάξει τους κανονισμούς της, επικαλούμενη κυρίως λόγους υγιεινής, ασφάλειας και κοσμικότητας [laïcité] …

Η Φουνέ, 21 ετών, φοιτήτρια πολιτικών επιστημών στο Παρίσι και μέλος των Hijabeuses, θυμάται την πρώτη φορά που της αρνήθηκαν την είσοδο στο γήπεδο:

«Ήμουν 17 ετών και είχα αρχίσει να δείχνω καλά στοιχεία στην προπόνηση, οπότε ξεκινούσα στην ενδεκάδα σε επίσημες διοργανώσεις. Σε έναν αγώνα, ο διαιτητής μού απαγόρευσε να παίξω. Αυτό μου φάνηκε ακατανόητο και ένιωσα μεγάλη ντροπή. Να σε δείχνουν με το δάχτυλο … Καλά καλά δεν με στήριξε ούτε ο προπονητής μου.

Όλα αυτά τα κράτησα για τον εαυτό μου γιατί δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Τι να κάνω; Να μπω στο γήπεδο με το ζόρι; Έτσι κράτησα την οργή μέσα μου».

Για να συνεχίσουν να παίζουν ποδόσφαιρο, κάποιες βρίσκουν διάφορους συμβιβασμούς για να καταστρατηγήσουν τους κανόνες. Αυτό συμβαίνει με την Μπουσρά, η οποία, αντί για το πέπλο της, άρχισε να φορά ένα κράνος όπως αυτό που έχουν οι παίκτες του ράγκμπι. Εφοδιάστηκε και με ένα ιατρικό πιστοποιητικό που της απέδιδε μια μεταδοτική ασθένεια του τριχωτού της κεφαλής. Αυτή η τεχνική λειτούργησε για λίγο, μέχρι που ένας διαιτητής μια μέρα της ζήτησε να το βγάλει σε έναν επίσημο αγώνα:

«Ο διαιτητής ήρθε να με δει ενώ ζεσταινόμουν με τις συμπαίκτριές μου. Μου ζήτησε να βγάλω αυτό που είχα στο κεφάλι μου, εν ονόματι των κανονισμών της FFF. Πανικοβλημένη με την ιδέα ότι δεν θα παίξω, πήγαμε με τον προπονητή μου να τον δούμε, του έδειξα το ιατρικό πιστοποιητικό και αυτός μου είπε:

‘Μεταξύ μας, τώρα, ξέρουμε πολύ καλά γιατί φοράς αυτό το προστατευτικό κεφαλής. Δεν είναι επειδή έχεις κάποια μεταδοτική ασθένεια. Γιατί από κάτω δεν βλέπουμε τα μαλλιά σου;’».

Για την Μπουσρά, την Φουνέ και τα άλλα μέλη των Hijabeuses, αυτές οι διακρίσεις θα μπορούσαν να έχουν βιωθεί ως τραυματικές στιγμές και συχνά να οδηγήσουν σε εγκατάλειψη των φιλοδοξιών τους. Αλλά το γεγονός ότι βρήκαν μια ομάδα ατόμων με τις οποίες μοιράζονται την ίδια πραγματικότητα, μπόρεσε να λειτουργήσει απελευθερωτικά για κάποιες απ’ αυτές: «Δεν μπορούσα να πολυμιλήσω γι’ αυτό με άλλους, αλλά όταν μπήκα στις Τσεμπερούδες, συνειδητοποίησα ότι ήταν ένα πρόβλημα αρκετά διαδεδομένο και ένιωθα λιγότερο μόνη», λέει η Φουνέ.

Αυτό που παίζεται εδώ γι’ αυτές είναι επίσης ένα ζήτημα εκπροσώπησης. Ένας από τους λόγους που ωθούν την Φουνέ να συνεχίζει είναι για να δείξει ότι είναι δυνατό να παίζεις ποδόσφαιρο φορώντας το πέπλο.

«Πρέπει να δράσουμε για να αλλάξουμε τα πράγματα, έτσι ώστε οι νεότερες να τολμήσουν να ασχοληθούν με τον αθλητισμό. Υπάρχουν πολλές γυναίκες που ίσως να διακρίνονταν, αν επιτρεπόταν το χιτζάμπ».

Οι Τσεμπερούδες δεν σκοπεύουν να σταματήσουν εδώ και σχεδιάζουν να στραφούν δικαστικά απευθείας κατά της FFF πολύ σύντομα. Μέχρι να μπορέσουν να δείξουν τις ικανότητές τους σε υψηλό επίπεδο, θα συνεχίσουν να προσπαθούν να «φέρουν αλλαγή και δικαιοσύνη στον κόσμο του ποδοσφαίρου». Διότι, κατ’ αυτές, «καμία γυναίκα δεν πρέπει να υφίσταται τέτοια καταπάτηση στα πολιτικά της δικαιώματα στην λεγόμενη χώρα των ανθρώπινων δικαιωμάτων».

Untitled

Πρώτη δημοσίευση: Les Hijabeuses : https://www.clique.tv/hijabeuses-footballeuses-luttent-contre-linterdiction-de-porter-voile-competition/les footballeuses qui luttent contre l’interdiction de porter le voile en compétition. Μετάφραση: Α.Γ.

Κλασσικό
Ιστορία,Πολιτική,Τέχνη,νομαδισμός

O μύθος των απολίτιστων Μογγόλων

του Μόρρις Ροσάμπι

Τις μέρες εκείνες, όταν, με το θέλημα του Θεού, όλες οι γωνιές της γης είναι υπό τον έλεγχό μας και τον έλεγχο του Τζένγκις Χαν και της ένδοξης οικογένειάς του, και όταν φιλόσοφοι, αστρονόμοι, λόγιοι και ιστορικοί όλων των θρησκειών και των εθνών –Κατάι, Μα Τσιν [βόρεια και νότια Κίνα], Ινδία, Κασμίρ, Θιβετιανοί, Ουιγούροι, και από άλλα έθνη των Τούρκων, Αράβων και Φράγκων- μαζεύονται σαν κοπάδια στην ξακουστή αυλή μας, ο καθένας απ’ αυτούς κατέχει αντίγραφα από τις ιστορίες, τους θρύλους και την πίστη του δικού τους λαού.

Ρασίντ αλ Ντιν, Επιτομή Xρονικών

Η ευρέως διαδεδομένη εικόνα περί των Μογγόλων ως βάρβαρων καταστροφέων που καταγίνονταν μόνο με λεηλασίες και σφαγές βασίζεται κυρίως σε κινεζικές, περσικές και ρωσικές καταγραφές του 13ου και του 14ου αιώνα. Oι περιγραφές αυτές των συγχρόνων τους τονίζουν πόσο ραγδαία και ανελέητα οι Μογγόλοι, υπό την ηγεσία του φοβερού και τρομερού αρχηγού τους Τεμιουτζίν (γνωστού ως Τζένγκις Χαν, περίπου 1162-1227), διαμόρφωσαν τη μεγαλύτερη εδαφικώς συνεχή αυτοκρατορία στην παγκόσμια ιστορία. Ωστόσο, ελάχιστα προσέχθηκε η σημαντική Συνέχεια

Κλασσικό
ρατσισμός,Μετακίνηση

Η Καμπούλ μάνα καίγεται

του Άκη Γαβριηλίδη

Η Σμύρνη, μάνα, χάνεται,

τα όνειρά μας πάνε.

Στα πλοία όποιος πιάνεται,

κι οι φίλοι τον χτυπάνε,

λέει ένα πολύ γνωστό τετράστιχο του Πυθαγόρα [Παπασταματίου] από τη Μικρά Ασία που είχανε βγάλει μαζί με τον Απόστολο Καλδάρα πριν από μισό αιώνα, και άλλον μισό αιώνα μετά τα γνωστά σε όλους γεγονότα στα οποία αναφερόταν ο δίσκος εκείνος. Το τετράστιχο αυτό απηχούσε πολλές προφορικές και γραπτές μαρτυρίες, κατά τις οποίες πολλοί ρωμιοί πρόσφυγες από τη Ασία, στην απελπισία τους, έπεφταν στη θάλασσα από την προκυμαία της Σμύρνης και δοκίμαζαν να πιαστούν από ξένα σκάφη για να γλιτώσουν, αλλά τα σκάφη αυτά αρνούνταν να τους παραλάβουν και πολλοί έβρισκαν το θάνατο. Η αφήγηση αυτή, στην οποία η βίαιη και πρόωρη απώλεια της ζωής συνοδευόταν και από μία αίσθηση προδοσίας και απανθρωπιάς, απέκτησε μια ιδιαίτερα τραυματική διάσταση και Συνέχεια

Κλασσικό
σεξισμός,Μουσική

Το «Φουέντε Οβεχούνα» των Μικρούτσικου-Μιχαηλίδη και η κουλτούρα του βιασμού

του Άκη Γαβριηλίδη

Περί τα τέλη της δεκαετίας του 70 ανέβηκε στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος το θεατρικό έργο «Φουέντε Οβεχούνα» του Ισπανού συγγραφέα Λόπε ντε Βέγκα, γραμμένο το 1614. Τη μουσική του έργου είχε γράψει ο Θάνος Μικρούτσικος, και η μουσική αυτή περιείχε αρκετά τραγούδια σε στίχους του σκηνοθέτη της παράστασης Γιώργου Μιχαηλίδη[1]. Τα τραγούδια αυτά, μερικά από τα οποία είναι πολύ καλοφτιαγμένα και γοητευτικά, κυκλοφόρησαν αργότερα σε δίσκο.

Ένα από αυτά τα τραγούδια επιγράφεται «Το τραγούδι του γάμου», αλλά ο τίτλος αυτός είναι μάλλον αξιοπερίεργος και αταίριαστος, διότι οι στίχοι του δεν μιλάνε για κανέναν γάμο. Μιλάνε απερίφραστα και ευδιάκριτα για έναν βιασμό, και μάλιστα όχι απλώς μιλάνε αλλά μάλλον δείχνουν να τον εξωραΐζουν και να τον Συνέχεια

Κλασσικό
σεξισμός,Γλώσσα,Πολιτική

Γαμιέται ή όχι ο Μητσοτάκης;

του Άκη Γαβριηλίδη

Στο σημείωμα αυτό δεν πρόκειται να δοθεί η οριστική απάντηση στο ερώτημα αν είναι «κακό» ή «καλό» (έστω «κατανοητό») να χρησιμοποιείται το γνωστό σύνθημα. Όσοι είναι εξοικειωμένοι με αυτό εδώ το μπλογκ, θα γνωρίζουν ότι η ηθικολογία δεν περιλαμβάνεται στα ενδιαφέροντά του. Περιλαμβάνεται όμως, κατεξοχήν, ο προβληματισμός περί ισχυρισμών ή/ και επιχειρημάτων που διατυπώνονται δημόσια και αφορούν, μεταξύ άλλων, τη γλώσσα και τις έμφυλες σχέσεις, και περί της δραστικότητας αυτών.

Από αυτή την άποψη, θεωρώ ότι η επιχειρηματολογική θέση όσων επικρίνουν το σύνθημα ως σεξιστικό ή/ και ως λαϊκιστικό είναι από πολλές απόψεις προβληματική, και ότι αυτό ίσως δεν είναι άσχετο με το ότι οι επικριτές δεν καταφέρνουν να επηρεάσουν τις εξελίξεις και τρέχουν πίσω απ’ αυτές.

Η βασική κριτική προς το σύνθημα είναι ότι παρουσιάζει την σεξουαλική πράξη –ή, ορθότερα, την διείσδυση- ως Συνέχεια

Κλασσικό