του Άκη Γαβριηλίδη
Ένα από τα κύρια επιχειρήματα που (νομίζουν ότι) έχουν τα ακροδεξιά τρολλ του διαδικτύου όταν θέλουν να υπονομεύσουν και να στιγματίσουν τις κινητοποιήσεις ενάντια στη γενοκτονία των Παλαιστινίων είναι ο παλιός καλός whataboutism: «γιατί δεν λέτε τίποτε και για την Κύπρο».
Η επίκριση για υπερβολικό ενδιαφέρον προς τα διεθνή τεκταινόμενα και για ανάλογη αδιαφορία προς τα «εθνικά μας θέματα» αποτελεί παραδοσιακό θέμα του αντιδραστικού εθνικισμού. Επίσης συχνό φαινόμενο υπήρξε η προκαταβολική εσωτερίκευση αυτών των επικρίσεων στο λόγο των υφιστάμενων την κριτική, όπως π.χ. στο λόγο του Μανόλη Αναγνωστάκη –και ειδικότερα στις ειρωνείες του εις βάρος των «μαύρων, πράσινων, κιτρινωπών επαναστατών»– ή στους στίχους του τραγουδιού του Γιάννη Μαρκόπουλου που μας προτρέπουν πρώτα να καταφέρουμε κάθε παιδί [κάθε ελληνόπουλο, φυσικά] να παίζει, και ύστερα να ασχοληθούμε με το τι θέλουν οι Κινέζοι[1].
Και σε αυτή την περίπτωση, κάποιοι, όπως η τραγουδίστρια Νατάσα Μποφίλιου, «ψαρώνουν» και σπεύδουν να συμμορφωθούν με την έμμεση αυτή υπόδειξη· άλλοι πάλι υπενθυμίζουν ότι «οι αριστεροί πάντοτε αγωνίζονταν για την Κύπρο ενώ οι δεξιοί την πούλησαν».
Θεωρώ ότι υπάρχει μια πιο ριζική απάντηση με την οποία μπορούμε να δείξουμε ότι η απαίτηση αυτή είναι άκυρη.
Η απάντηση αυτή είναι η εξής:
Ένα τέτοιο σύνθημα είναι δείγμα μεγαλοπρεπούς καπελώματος. Δεν έχει ποτέ διατυπωθεί στο πλαίσιο κανενός υπαρκτού αγώνα από τους ίδιους τους ενδιαφερομένους, και έτσι δεν κινητοποιεί απολύτως κανέναν, όχι μόνο εκτός αλλά ούτε και εντός της Κύπρου. Κανείς στον κόσμο δεν καταλαβαίνει σήμερα –και αυτό το «σήμερα» κρατά πάνω από μισό αιώνα- τι μπορεί να σημαίνει «λευτεριά στην Κύπρο». Ελευθερία σε ποιον/ ποιους ακριβώς, και από ποιους/τι; Και σε τι ακριβώς θα συνίστατο αυτή η «ελευθερία»;
Για τους έλληνες εθνικιστές, είναι προφανές ότι η «ελευθερία» αυτή ταυτίζεται με την ενσωμάτωση της Κύπρου στην Ελλάδα, ή έστω με την περιέλευση ολόκληρου του εδάφους του νησιού στον έλεγχο των Ελληνοκυπρίων. (Διαφορετικά δεν θα είχε νόημα η αντίρρηση ότι η «ελευθερία της Κύπρου» πρέπει να έχει μεγαλύτερη σημασία από την ελευθερία της Παλαιστίνης). Όμως, κανείς στον κόσμο δεν συμμερίζεται αυτή την ερμηνεία, και πάντως κανείς δεν βλέπει κανέναν λόγο να κινητοποιηθεί σε συμπαράσταση προς ένα τέτοιο αίτημα.
Και αυτό δεν συμβαίνει μόνο σήμερα που η Κυπριακή Δημοκρατία –έστω και αν αυτό στην πράξη σημαίνει «η υπό αποκλειστικό ελληνοκυπριακό έλεγχο νότια Κύπρος»- είναι ένα ανεξάρτητο κράτος, μέλος του ΟΗΕ, της ΕΕ και όλων των διεθνών οργανισμών. Συνέβαινε ήδη κατά το διάστημα πριν την ίδρυση της εν λόγω Δημοκρατίας, κατά το οποίο ναι μεν ο Μακάριος πηγαινοερχόταν στις διάφορες συναντήσεις των τότε «Αδεσμεύτων», στην Μπαντούνγκ και αλλαχού, πλην όμως το αίτημα της «Ενώσεως» συναντούσε την ακατανοησία και την απόρριψη εκ μέρους των αντιαποικιακών κινημάτων. Τα οποία δήλωναν σαφώς ότι δεν έβλεπαν τίποτε το αντιαποικιακό στο αίτημα προσάρτησης ενός εδάφους σε ένα ήδη υπαρκτό κράτος το οποίο δεν ήταν καθόλου αδέσμευτο, αλλά αποτελούσε εμβληματικό μέλος τού ενός εκ των δύο συνασπισμών και έστελνε στρατό στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις του συνασπισμού αυτού.
Αυτή η εχθρότητα και η δυσπιστία ήταν άλλωστε αμοιβαία. Οι προκάτοχοι των σημερινών γιατιδενλετεγιατηνκυπρο δεν έκρυβαν τον καθαρά ρατσιστικό χαρακτήρα με τον οποίο αντιλαμβάνονταν αυτή την «λευτεριά στην Κύπρο», εφόσον μιλούσαν δημόσια με λόγια όπως αυτά:
ο κυπριακός λαός δεν μάχεται διά την παγκόσμιον επικράτησιν των αρχών της ελευθερίας αλλά μάχεται διά μίαν συγκεκριμένην ελευθερίαν: διά την Ελευθερίαν της Κύπρου και διά την Ένωσίν της με την Ελλάδα. Αυτή η μεγάλη ιδέα είναι εκείνη η οποία τους οδηγεί εις την υπερτάτην θυσίαν και όχι η ελευθερία της Γκάνας ή της Νιγηρίας (…). Σωρεία ημιβαρβάρων και εγχρώμων λαών όπως οι Ινδοί, οι Πακιστανοί, και διάφοροι κίτρινοι και μαύροι, θεωρούντες την δουλείαν ως αυτονόητον κατάστασιν, (…) αφυπνισθέντες από την Ελληνικήν αρχήν της ελευθερίας εκίνησαν την πτέρναν …[2].
Είναι προφανές ότι αυτή η «συγκεκριμένη ελευθερία» θα ακολουθούνταν από εθνοκάθαρση όσων Κυπρίων δεν συμμορφώνονταν με το Άριο πρότυπο του κ. καθηγητού και κρίνονταν «ημιβάρβαροι», ανάλογη με αυτή που υλοποιεί σήμερα ο Νετανιάχου. Η εθνοκάθαρση αυτή άλλωστε είχε ήδη αρχίσει, π.χ. στην Μαράθα, στην Αλόα και στον Σανταλάρη, αλλά ευτυχώς δεν ολοκληρώθηκε.
Όποιος λοιπόν πιστεύει ότι είναι δυνατό να ζητήσουμε από οποιονδήποτε, οπουδήποτε στον κόσμο, να κινητοποιηθεί για αυτήν την «συγκεκριμένην ελευθερίαν», την διακηρυγμένα αποικιοκρατική και επαρχιωτική, μάλλον ζει εκτός τόπου και χρόνου. Εάν πάλι θεωρεί ότι είναι δυνατό κάτι τέτοιο, δεν έχει παρά να οργανώσει έναν στολίσκο και να κάνει μια διεθνή έκκληση στην Γκρέτα Τούνμπεργκ, στην Σούζαν Σαράντον και γενικώς σε όποιον άλλον/-ην νομίζει ότι μπορεί να ενδιαφέρεται, για να δούμε τι θα του απαντήσουν. Εάν μπουν καν στον κόπο να απαντήσουν.

[1] Από το τραγούδι με τίτλο «Νέα Ιωνία» σε στίχους του άγνωστού μου Χρήστου Στύππα. Βλ. αναλυτικότερα στο βιβλίο μου Ο Ασιάτης Σεφέρης, Ασίνη, Αθήνα 2021, ενότητα Γ8.
[2] Δημήτριος Βεζανής, καθηγητής της Παντείου ο οποίος συμμετείχε στην ίδρυση της ΕΟΚΑ (και στη σύνταξη του όρκου της), το 1958, σε ομιλία του προς τον Εθνικό Σύλλογο Φοιτητών της σχολής. Παρατίθεται στο: Τάκη Χατζηδημητρίου, Κύπρος 1950-1959: Το τέλος του αλυτρωτισμού, Παπαζήση 2018, σ. 172.
Συγγνώμη αλλά το άρθρο μου φαίνεται άδικο και κάπως προκλητικό. Λέει ότι το σύνθημα «Λευτεριά στην Κύπρο» είναι άκυρο και ότι δεν το καταλαβαίνει κανείς. Μα πώς γίνεται να είναι άκυρο όταν το μισό νησί παραμένει εδώ και 50 χρόνια υπό στρατιωτική κατοχή; Υπάρχουν άνθρωποι που έφυγαν παιδιά από τα σπίτια τους το 1974 και σήμερα είναι παππούδες χωρίς να έχουν ξαναδεί το χωριό τους. Αυτό δεν είναι απλά ένα «παλιό σύνθημα», είναι μια καθημερινή πληγή.
Το άρθρο επίσης λέει ότι η «λευτεριά» σήμαινε μόνο Ένωση με την Ελλάδα και άρα ήταν αποικιοκρατικό αίτημα. Δεν είναι έτσι απλά. Ναι, η ΕΟΚΑ ξεκίνησε με το αίτημα της Ένωσης, όπως έκαναν και οι Κρητικοί ή οι Δωδεκανήσιοι στο παρελθόν. Αυτό όμως δεν ακυρώνει το αντιαποικιακό κομμάτι: τότε η Κύπρος ήταν βρετανική αποικία, και οι άνθρωποι πολέμησαν για να φύγει ο Άγγλος. Μετά το ’60 και σίγουρα μετά το ’74, το «Λευτεριά» δεν σημαίνει Ένωση, αλλά απελευθέρωση από τα κατοχικά στρατεύματα.
Το άρθρο φέρνει ως παράδειγμα μια ρατσιστική ομιλία της δεκαετίας του ’50 για να πει ότι όλο το αίτημα ήταν δήθεν «εθνοκάθαρση». Ναι, υπήρξαν τέτοιες φωνές, και ναι, έγιναν εγκλήματα και από Ελληνοκύπριους (Αλόα, Σανταλάρη, Μαράθα). Αλλά αυτά δεν σβήνουν το γεγονός ότι η μεγάλη και μαζική εθνοκάθαρση έγινε με την εισβολή της Τουρκίας, όταν 200.000 άνθρωποι ξεριζώθηκαν από τον βορρά και μέχρι σήμερα δεν επέστρεψαν ποτέ. Ο ΟΗΕ και η ΕΕ αυτό το αναγνωρίζουν ως κατοχή. Άρα πώς γίνεται να λέμε ότι «κανείς στον κόσμο δεν καταλαβαίνει το αίτημα»; Το καταλαβαίνουν όλοι, απλώς η διεθνής πολιτική βολεύεται να το αφήνει άλυτο.
Επίσης, η λογική «η Κύπρος είναι κράτος μέλος του ΟΗΕ και της ΕΕ, άρα είναι ελεύθερη» είναι επιφανειακή. Τυπικά είναι ανεξάρτητη, αλλά στην πράξη το 37% του εδάφους της παραμένει εκτός ελέγχου, και μάλιστα στρατιωτικά κατεχόμενο. Είναι σαν να λέμε ότι αν μια χώρα μπει στην ΕΕ, αυτόματα εξαφανίζονται τα προβλήματά της. Δεν ισχύει.
Και τέλος, ο παραλληλισμός με την Παλαιστίνη. Το άρθρο λέει ότι όσοι φωνάζουν «γιατί δεν λέτε και για την Κύπρο» κάνουν whataboutism. Μα δεν είναι ακριβώς το ίδιο πράγμα; Και στις δύο περιπτώσεις μιλάμε για λαούς που ζουν δεκαετίες με κατοχή, με πρόσφυγες, με παραβίαση ψηφισμάτων του ΟΗΕ. Το ότι η τραγωδία της Γάζας είναι πιο αιματηρή αυτές τις μέρες δεν σημαίνει ότι η Κύπρος έπαψε να έχει πρόβλημα.
Συμπέρασμα: το άρθρο έχει δίκιο να φοβάται τον φτηνό εθνικισμό, αλλά πάει στο άλλο άκρο. Με το να γελοιοποιεί το σύνθημα «Λευτεριά στην Κύπρο» και να το παρουσιάζει σαν αποικιοκρατικό ή ρατσιστικό, ουσιαστικά ξεπλένει την τουρκική κατοχή. Και αυτό είναι άδικο όχι μόνο για την Ιστορία, αλλά και για τους ανθρώπους που ακόμα ζουν τις συνέπειες. Το «Λευτεριά στην Κύπρο» δεν είναι κούφιο, είναι η υπενθύμιση ότι μισό αιώνα τώρα μια χώρα της ΕΕ παραμένει μισή.
Μου αρέσει!Μου αρέσει!
Aρχίζω από το τέλος.
«Μα δεν είναι ακριβώς το ίδιο πράγμα [Η Κύπρος και η Παλαιστίνη]»;
Απάντηση: όχι, δεν είναι.
Υπάρχουν οι εξής διαφορές.
Πρώτον: Στην Παλαιστίνη έχουμε γενοκτονία. Στην Κύπρο όχι.
Δεύτερον: η γενοκτονία αυτή διεξάγεται αυτή τη στιγμή. Οπότε, έχει νόημα να γίνουν τώρα κινητοποιήσεις ώστε να απαιτήσουμε να σταματήσει.
Στην Κύπρο, οι τελευταίες εχθροπραξίες έλαβαν χώρα πριν από μισό και πλέον αιώνα.
Προχωράω προς τα πίσω. Αυτό που αφήνει «άλυτο» το πρόβλημα της Κύπρου δεν είναι καμία «διεθνής πολιτική». Ποια είναι δηλαδή αυτή η πολιτική; Τίνος; Και τι συμφέρον έχει αυτή η πολιτική να μένει άλυτο το κυπριακό;
Αυτή που έχει βολευτεί με τη διχοτόμηση, όπως έχει δείξει πειστικά ο Γρηγόρης Ιωάννου στο βιβλίο του Ο Ντενκτάς στο Νότο, είναι η ελληνοκυπριακή ελίτ και μεγάλο μέρος της ελληνοκυπριακής κοινωνίας. Οι οποίες αντέδρασαν και αντιδρούν λυσσαλέα -και με επιτυχία- σε οποιαδήποτε ιδέα λύσης, τορπιλλίζοντας κάθε προσπάθεια και κάθε πρόταση της διεθνούς πολιτικής, απορρίπτοντας υπερήφανα -και με κλαψουρίσματα από τις οθόνες- κάθε σχετικό σχέδιο. Γι’ αυτό ακριβώς έχουν πάψει πλέον να ασχολούνται με το ζήτημα ο ΟΗΕ και η ΕΕ, την οποία ο Τάσσος εξαπάτησε με κυνισμό και κουτοπονηριά.
Νά λοιπόν πώς γίνεται να είναι άκυρο το σύνθημα «Λευτεριά στην Κύπρο». Ασφαλώς υπάρχουν άνθρωποι που έφυγαν παιδιά από τα σπίτια τους το 1974 και σήμερα είναι παππούδες. (Τόσο ε/κ όσο και τ/κ). Ωραία. Και λοιπόν; Για να επιλυθεί αυτό το ζήτημα δεν χρειάζεται κάποια «απελευθέρωση». Επανένωση χρειάζεται. Δεν δικαιούνται να κλαίγονται για το φαινόμενο αυτό όσοι υπονομεύουν σκόπιμα κάθε ιδέα επανένωσης, επειδή έχουν μάθει να εμπορεύονται τον πόνο των χαροκαμένων γυναικών για τους δήθεν «αγνοούμενους» και να χτίζουν πάνω σε αυτόν τις καριέρες τους.
Όποιος πάντως νομίζει ότι ένα τέτοιο σύνθημα γίνεται αντιληπτό από όλους και συναντά την αποδοχή, ας επιχειρήσει να οργανώσει μία διαδήλωση με αυτό ως στόχο σε οποιαδήποτε πόλη του κόσμου. Και μετά ας έρθει να μας πει πόσοι προσήλθαν και τι είχαν καταλάβει.
Εδώ καλά καλά στην ίδια την Ελλάδα, ή και στην Κύπρο, δεν έχει γίνει ποτέ τέτοια διαδήλωση μισόν αιώνα τώρα. Και καλά, κατά τον Γεωργιάδη οι αριστεροί είναι απάτριδες και ανθέλληνες και δεν νοιάζονται για τα εθνικά θέματα, γι’ αυτό δεν έκαναν. Οι υπόλοιποι; Κι αυτοί ανθέλληνες είναι; Τι τους εμπόδισε;
Μου αρέσει!Μου αρέσει!