Ανάλυση λόγου,Ιστορία,αντισημιτισμός,επιστημολογία

Ο αντι-αντισημιτισμός ως επιστήμη

του Άκη Γαβριηλίδη

Τις τελευταίες μέρες, μέινστρημ μέσα όπως η Athens Voice και το (ψευδώνυμα αυτοαποκαλούμενο) Liberal αποφάσισαν να ασχοληθούν με τα κακώς κείμενα στην ανώτατη παιδεία.

Επί της αρχής, καλή ιδέα. Γιατί όχι. Καλοδεχούμενο το ενδιαφέρον.

Ποια ήταν αυτά τα κακώς κείμενα; Δεν ήταν ούτε η υποχρηματοδότηση, ούτε τα μαγειρέματα του ΣτΕ ώστε να παρακαμφθεί το άρθρο 16 του συντάγματος. Ήταν ότι «Ιστορικός που ερευνά τον αντισημιτισμό στην Ελλάδα καταγγέλλει τη διακοπή συνεργασίας της με πανεπιστήμιο». Τα αντίστοιχα άρθρα στην ουσία ήταν αυτούσια αναπαραγωγή της καταγγελίας (για την ακρίβεια, της «Δημόσιας επιστολής για την ακαδημαϊκή ελευθερία και την έρευνα για τον αντισημιτισμό» που δημοσίευσε στα ΜΚΔ η Άννα-Μαρία Δρουμπούκη), με λίγες σάλτσες για εισαγωγή.

Πώς λοιπόν εθίγη η ακαδημαϊκή ελευθερία; Όχι από τις απειλές που, ως άλλος Παπαδόπουλος, εξαπέλυσε τις προάλλες ο Μητσοτάκης προς τους πρυτάνεις· αυτές δεν φαίνεται να συγκίνησαν τους/τις ενδιαφερόμενους/-ες. Το πλήγμα κατά της ακαδημαϊκής ελευθερίας ήταν ότι … διακόπηκε («αιφνιδιαστικά») η συνεργασία της εν λόγω ιστορικού με κάποιο, μη κατονομαζόμενο, πανεπιστήμιο, «από καθηγητή με τον οποίο συνεργαζόταν» –επίσης μη κατονομαζόμενο.

Ο ισχυρισμός ηχεί σχεδόν τερατολογικός. Εφόσον γίνεται λόγος  απλώς για «συνεργασία», όχι για διορισμό και εν συνεχεία απόλυση, προφανώς θα πρόκειται για κάποια ανάθεση διδασκαλίας.
Η ανάθεση διδασκαλίας όμως έχει συγκεκριμένη διάρκεια. Είναι μία μορφή επισφαλούς διανοητικής εργασίας· δεν δημιουργεί κάποια αξίωση του διοριζομένου, και αντίστοιχη υποχρέωση του ιδρύματος, για εν συνεχεία πρόσληψη σε μόνιμη θέση. Κακώς, κατά τη γνώμη μου, και κατά τη γνώμη υποθέτω όλων των ενδιαφερομένων (εν ενεργεία ή επίδοξων δικαιούχων της ανάθεσης)· αλλά ο χρονικός αυτός περιορισμός δεν αφορά ειδικά την κα Δρουμπούκη. Ισχύει για όλους. Ο τερματισμός λοιπόν μιας τέτοιας συνεργασίας δεν συνιστά κάποια δυσμενή διάκριση ή στέρηση κεκτημένου δικαιώματος. Κάποιος καθηγητής, (ή άλλο σώμα, δεν γνωρίζω τις λεπτομέρειες), αποφάσισε να ξεκινήσει μια συνεργασία, και ο ίδιος/ οι ίδιοι αποφάσισαν να τερματιστεί. Η μία απόφαση τυπικά είναι εξίσου έγκυρη με την άλλη.

Η παραπονούμενη όμως ισχυρίζεται ότι η απόφαση περί τερματισμού πάσχει από ουσιαστική άποψη· και ειδικότερα ότι έλαβε χώρα «Όχι λόγω αξιολόγησης του έργου ή της διδασκαλίας μου. Αλλά λόγω της επιλογής μου να ασχοληθώ δημόσια με το ζήτημα του αντισημιτισμού».

Η δημόσια ενασχόληση με το ζήτημα του αντισημιτισμού όμως δεν ξεκίνησε τώρα, κατά τη διάρκεια της συνεργασίας της με το πανεπιστήμιο. Ήταν γνωστή από πολύ νωρίτερα, και άρα επίσης όταν έγινε η ανάθεση. Αυτό που άλλαξε τώρα είναι ότι η Α-ΜΔ «Τους τελευταίους μήνες, ετοιμάζ[ει], με αποκλειστικά δική [της] πρωτοβουλία, χωρίς θεσμική υποστήριξη ή χρηματοδότηση, έναν συλλογικό τόμο για τον σύγχρονο αντισημιτισμό στην Ελλάδα, με αφορμή τα γεγονότα της 7ης Οκτωβρίου». Η ίδια, στην δημόσια επιστολή της, σπεύδει να διαβεβαιώσει ότι η «Η πρωτοβουλία αυτή [ήταν] καθαρά επιστημονική».

Οι ισχυρισμοί αυτοί όμως έρχονται σε αντίθεση με την ίδια την (δική της) ανακοίνωση της εν λόγω πρωτοβουλίας, τόσο ως προς τη διαδικασία όσο και ως προς το περιεχόμενο.

 

Για το πρώτο:

Η κα Δρουμπούκη πράγματι απηύθυνε «Ανοιχτή Πρόσκληση Συμμετοχής σε Συλλογικό Τόμο για τον Σύγχρονο Αντισημιτισμό στην Ελλάδα».

Η πρόσκληση αυτή δημοσιεύθηκε στην επίσημη ιστοσελίδα του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου. Και πουθενά αλλού. Ακόμη και η αναγγελία της πρόσκλησης στον προσωπικό λογαριασμό τής Α-ΜΔ στο facebook δεν περιέχει το καθαυτό κείμενο της πρόσκλησης, απλώς παραπέμπει με υπερσύνδεσμο στον ιστότοπο του ΚΙΣ.

Το ΚΙΣ αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου. Άρα, προφανώς αποτελεί θεσμό. Και προφανώς υποστηρίζει την πρωτοβουλία. Ακόμη και η λέξη «υποστηρίζει» ηχεί ως understatement.

Για το δεύτερο, όσον αφορά τις διαβεβαιώσεις περί «καθαρής επιστημονικότητας».

Μια έρευνα μπορεί να αποκληθεί επιστημονική (μεταξύ άλλων) όταν δεν καθορίζει εκ των προτέρων το αποτέλεσμα στο οποίο θα καταλήξει, όταν δεν περιχαράσσει το έδαφος της προς διεξαγωγή έρευνας και δεν φράσσει κάποιους πιθανούς δρόμους.

Εν προκειμένω, η πρόσκληση δεν τηρεί αυτή την προδιαγραφή.

Εξάλλου, η ίδια παραδέχεται αυτή την έλλειψη επιστημονικότητας, εφόσον λέει ρητά:

Αυτός ο τόμος είναι μια πράξη μνήμης και ευθύνης. Όχι ακαδημαϊκός. Όχι ουδέτερος. Μια πράξη ηθικής αντίστασης και αποκατάστασης.

Και, πιο κάτω, ακόμη πιο ρητά:

Ο τόμος δεν είναι επιστημονικός (οι εμφάσεις δικές μου).

Μολονότι λοιπόν φαίνεται να παραβιάζουμε ανοιχτές θύρες, ας εξηγήσω κι εγώ από τη μεριά μου γιατί δεν είναι επιστημονικός ο τόμος· πιθανόν οι λόγοι που θα αναδείξω εγώ να μην συμπίπτουν με εκείνους που αναδεικνύει η ενδιαφερόμενη.

Παραθέτω λοιπόν και πάλι από το κείμενο της πρόσκλησης:

Η πρόσκληση απευθύνεται σε:

    • Μέλη ή εκπρόσωποι [sic] της εβραϊκής κοινότητας (κοινότητες, εκπρόσωποι [sic] οργανώσεων κ.ά.)

Ωστόσο, το να είναι κανείς όχι απλώς μέλος, αλλά και εκπρόσωπος (!) κάποιας οργάνωσης, δεν είναι σίγουρο ότι αποτελεί ιδιαίτερο εχέγγυο επιστημονικότητας.

Πέραν της περιχαράκωσης που αφορά τους συντάκτες των συμβολών, υπάρχει μία ακόμη σημαντικότερη που αφορά το ίδιο το περιεχόμενό τους. Ρητά, όσο και διά της σιωπής, γίνεται σαφές από την πρόσκληση ότι δεν ζητούνται, και δεν θα γίνουν δεκτά, κείμενα τα οποία θέτουν υπό διερώτηση και επιχειρούν να προβληματοποιήσουν την έννοια του αντισημιτισμού. Η έννοια αυτή, όπως και η ύπαρξη του αντικειμένου της στον εξωτερικό κόσμο, λαμβάνονται εκ προοιμίου ως δεδομένες (χωρίς όμως και να εξηγείται πουθενά ποια ακριβώς είναι η έννοια αυτή· ο ορισμός εναπόκειται στην κρίση του εκάστοτε συγγραφέα. Eάν αυτός κρίνει ότι κάτι είναι ένδειξη αντισημιτισμού, τότε γίνεται αυτόχρημα δεκτό ότι είναι). Στην ουσία λοιπόν ζητούνται όχι επιστημονικές πραγματεύσεις, αλλά καταγγελίες. Ο αντισημιτισμός, υπενθυμίζω, εκτός των άλλων συνιστά και ποινικό αδίκημα, ή βάση για την τεκμηρίωση ποινικών αδικημάτων. Μια τέτοια συλλογή λοιπόν αρχίζει να μοιάζει περισσότερο με δουλειά ανακριτή, ή εισαγγελέα, όχι ιστορικού.

Μία επιστημονική προσέγγιση του αντισημιτισμού θα μπορούσε π.χ. να περιλαμβάνει τη διερεύνηση περιπτώσεων κατά τις οποίες η έννοια αυτή χρησιμοποιείται ως τεχνολογία λογοκρισίας, περιορισμού των επιτρεπτών αγορεύσεων και επιτελέσεων στον δημόσιο χώρο, ή και ως απολογητική για εγκλήματα πολέμου. Π.χ.: τις ίδιες αυτές μέρες, ο Μπενιαμίν Νετανιάχου χαρακτήρισε «αντισημίτισσα» την Γκρέτα Τούνμπεργκ. Για κάποιον που ενδιαφέρεται να μελετήσει επιστημονικά τον αντισημιτισμό, αυτή η (κυριολεκτικά και μεταφορικά) πολεμική χρήση του όρου αποτελεί πολύτιμο υλικό ώστε να αναδείξει κάποιες διαστάσεις του φαινομένου. Όχι όμως για την κα Δρουμπούκη, ούτε για τον τόμο που ετοιμάζει ξιφουλκώντας ταυτόχρονα υπέρ της ακαδημαϊκής ελευθερίας –χωρίς όμως να αφήνει σε όσους θα ήθελαν να συμμετάσχουν στον τόμο την ελευθερία να καταπιαστούν με αυτό ή άλλα ανάλογα ζητήματα.

Κατά σύμπτωση, τις ίδιες αυτές μέρες κατά τις οποίες παρήλασαν από την οθόνη μου τα παράπονα της Α-ΜΔ για την θυματοποίησή της, έφτασε και από κάπου αλλού μια είδηση σχετική με τη δραστηριότητα μίας άλλης, άγνωστής μου ελληνικής (προφανώς) καταγωγής ερευνήτριας. Πρόκειται για την έκδοση του βιβλίου Wronged: The Weaponization of Victimhood της Lilie Chouliaraki.

Το βιβλίο προφανώς δεν το έχω διαβάσει. Μου έκαναν όμως εντύπωση κάποια πράγματα που γράφονται στην σύντομη παρουσίασή του. Τα εξής.

Why is being a victim such a potent identity today? Who claims to be a victim, and why? How have such claims changed in the past century? Who benefits and who loses from the struggles over victimhood in public culture?

In this timely and incisive book, Lilie Chouliaraki shows how claiming victimhood is about claiming power: who deserves to be protected as a victim and who should be punished as a perpetrator. She argues that even though victimhood has long been used to excuse violence and hierarchy, social media platforms and far-right populism have turned victimhood into a weapon of the privileged. (…) Wronged reveals why claims of victimization are so effective at reinforcing instead of alleviating inequalities of class, gender, and race. Unless we come to recognize the suffering of the vulnerable for what it is―a matter not of victimhood but of injustice―Chouliaraki powerfully warns, the culture of victimhood will continue to perpetuate old exclusions and enable further injuries.

Ας μου επιτραπεί να παρατηρήσω ότι, προσωπικά, έχω αναδείξει τέτοιες πτυχές του φαινομένου κατά το οποίο κάποιοι επικαλούνται την ιδιότητα του θύματος εδώ και είκοσι χρόνια, και μάλιστα ακριβώς σε σχέση με τον ελληνικό αντιεβραϊσμό (που είναι ταυτόχρονα και φιλοεβραϊσμός). Οπότε, εάν με ρωτήσετε, περιττό να σας πω ότι μου φαίνεται πολύ πιο ενδιαφέρουσα αυτή η δεύτερη προσέγγιση απ’ ό,τι η πρώτη. Είναι πιο έγκυρη και υποσχόμενη επιστημονικά, και επιπλέον θα μπορούσε να συμβάλει καθοριστικά σε μια ουσιαστική θεωρητική ανάλυση του αντισημιτισμού, των διαστάσεων και των χρήσεών του. Περιλαμβανομένων και των λεκτικών επιτελέσεων της κας Δρουμπούκη.

Κλασσικό

Μια σκέψη σχετικά μέ το “Ο αντι-αντισημιτισμός ως επιστήμη

  1. star's avatar Ο/Η star λέει:

    Επίσης έχει πολύ ενδιαφέρον πως η κ. Δρουμπούκη, πήγε για μαλλί και βγήκε κουρεμένη, αλλά οι άνθρωποι που επέλεξαν να την στηρίζουν, δεν σχολιάζουν καθόλου το επίμαχη σημείο. Ενώ προσπαθεί να κατηγορήσει τον καθηγητή για αήθεια, ανερυθρίαστα μας ενημερώνει στην ανάρτηση της πως είχε κάνει συμφωνία να αναλάβει την θέση του! Της φαίνεται δηλαδή τόσο κανονικό αυτό που περιγράφει. Να αγνοεί διαδικασίες, πρωτόκολλα κλπ. Η αρχική της ανάρτηση συγκεκριμένα έγραφε:

    “Ωστόσο, το πιο σοβαρό πλήγμα δεν ήταν το διαδικτυακό λιντσάρισμα. Ήταν η διακοπή της συνεργασίας μου με πανεπιστήμιο στην Ελλάδα, από καθηγητή ο οποίος μου είχε προτείνει ο ίδιος να αναλάβω, στο μέλλον, τη θέση του μετά την αφυπηρέτησή του. Η συμφωνία αυτή είχε ξεκινήσει πέρυσι”

    Κάποιος προφανώς της το επεσήμανε και τροποποίησε το επίμαχο σημείο σε:

    “Το πιο σοβαρό πλήγμα, ωστόσο, δεν ήταν το διαδικτυακό λιντσάρισμα. Ήταν η αιφνιδιαστική διακοπή της συνεργασίας μου με ελληνικό πανεπιστήμιο, από καθηγητή με τον οποίο συνεργαζόμουν για τη διδασκαλία και την εν γένει ακαδημαϊκή παρουσία μου στο Τμήμα. Μετά από έναν κύκλο μαθημάτων, στον οποίο δούλεψα με συνέπεια και σοβαρότητα, μου γνωστοποιήθηκε, με επιθετικό και απαξιωτικό τρόπο, ότι η συνεργασία μας τερματίζεται. Όχι λόγω αξιολόγησης του έργου ή της διδασκαλίας μου. Αλλά λόγω της επιλογής μου να ασχοληθώ δημόσια με το ζήτημα του αντισημιτισμού.”

    Όμως αν κάποιος πατήσει στο ιστορικό επεξεργασία, φαίνεται και η πρώτη εκδοχή.

    Μου αρέσει!

Αφήστε απάντηση στον/στην star Ακύρωση απάντησης

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.