του Άκη Γαβριηλίδη
Στις αρχές αυτού του μήνα, αρκετά ελληνικά ηλεκτρονικά μέσα έκριναν σκόπιμο να μας ενημερώσουν, με ένα πανομοιότυπο «άρθρο», ότι ο ευρωβουλευτής της ΝΔ Μανώλης Κεφαλογιάννης έκανε παρέμβαση κατά τη συνάντηση του υπουργού Εξωτερικών της Βόρειας Μακεδονίας με την επιτροπή εξωτερικών υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Στην παρέμβαση αυτή, απευθυνόμενος στον υπουργό, μεταξύ άλλων είπε:
Σας βλέπω ότι όταν μιλούν οι Βούλγαροι συνάδελφοί μου φοράτε τα ακουστικά σας. Ας κάνουμε ένα πείραμα, μιλήστε εσείς στη γλώσσα σας για να δούμε εμείς οι Ευρωπαίοι βουλευτές, αν οι συνάδελφοί μας από τη Βουλγαρία βάλουν τα ακουστικά τους να ακούσουν τη μετάφραση από όσα πείτε.
Γιατί ακόμα και πολλά στελέχη από τη χώρα σας έχουν δεχθεί ότι η γλώσσα σας είναι κατά 90% ίδια με τη βουλγαρική. Αν αυτά που σας λέω είναι αλήθεια, πως [sic] τα σχολιάζετε και σε ποιες ενέργειες προτίθεστε να προβείτε για να προχωρήσει η ενταξιακή σας πορεία;
Σε κανένα από αυτά τα δημοσιεύματα δεν αναφέρεται εάν και τι απάντησε ο κ. υπουργός· ούτε, γενικώς, αναφέρεται οποιαδήποτε άλλη πληροφορία για τη συνάντηση.
Η μερικότητα αυτή της ενημέρωσης οφείλεται απλούστατα στο ότι τα μέσα αυτά δεν έκαναν τίποτε άλλο από το να αναπαράξουν αυτούσιο το δελτίο τύπου που τους έστειλε ο ευρωβουλευτής, και αυτό ως μόνο σκοπό είχε να διαφημίσει τον ενδιαφερόμενο και να δείξει το πόσο ανυποχώρητα διεξάγει τον αντιμακεδονικό του αγώνα.
Το μόνο που κατάφερε όμως ήταν να δείξει ότι είναι ένας τενεκές ξεγάνωτος. Ή, εναλλακτικά, ένας δημαγωγός που λέει εν γνώσει του πράγματα τα οποία δεν ισχύουν και δεν ασκούν καμία πρακτική επίδραση στις εξελίξεις, μόνο και μόνο για να γίνει αρεστός στην εν Ελλάδι εκλογική του πελατεία. (Το ένα δεν αποκλείει το άλλο, το αντίθετο μάλιστα).
Μπορεί βέβαια τα μέσα να άφησαν αυτό το σημείο σκοπίμως κενό προκειμένου να επιτρέψουν στον αναγνώστη να το συμπληρώσει με τη φαντασία του. Αν είναι έτσι, ας κάνουμε αυτή την άσκηση. Ο Μουτσούνσκι λοιπόν θα μπορούσε να του είχε πει:
– Βρε ανόητε, τι να σχολιάσω; Και οι δύο ερωτήσεις σου είναι κενές περιεχομένου. Δεν προτίθεμαι να προβώ σε καμία απολύτως ενέργεια. Το αν θα προχωρήσει ή όχι η ενταξιακή μας πορεία δεν εξαρτάται από το αν κάποιος φορά ακουστικά ή όχι.
Ο Μανώλης Κεφαλογιάννης είναι νομικός, και μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου από το 2014. Τόσο με τη μία, όσο και με την άλλη ιδιότητα αναμένεται να γνωρίζει ότι, στις συνθήκες, δεν υπάρχει απολύτως καμία διάταξη που να εξαρτά την ένταξη μίας χώρας από το αν η γλώσσα της, ή μία από τις γλώσσες της, παρουσιάζει ομοιότητα με κάποια άλλη επίσημη ή μη γλώσσα της ΕΕ ή της υφηλίου ολόκληρης. Και με τις δύο αυτές ιδιότητες, επίσης, θα έπρεπε να γνωρίζει –ή, αν δεν το γνωρίζει, να κοιτάξει μια φορά τον φωτεινό πίνακα στην αίθουσα συνεδριάσεων όπου αναφέρεται ο κατάλογος των γλωσσών από και προς τις οποίες προσφέρεται διερμηνεία- ότι η ΕΕ έχει 24 επίσημες γλώσσες, εκ των οποίων πολλές είναι σε μικρό ή μεγάλο βαθμό αμοιβαία κατανοητές. (Το αν μία γλώσσα είναι «ίδια» με μία άλλη κατά το Χ ή το Ψ ποσοστό είναι μια μπακάλικη διατύπωση, η οποία προϋποθέτει ότι οι γλώσσες είναι απόλυτα και χωρίς υπόλοιπα ποσοτικοποιήσιμες –μια υπόθεση άκυρη από την άποψη της γλωσσολογίας).
Ο ίδιος ο Κεφαλογιάννης, άλλωστε, παραδέχεται ότι ο υπουργός φορούσε ακουστικά προκειμένου να ακούσουν τη διερμηνεία από τα βουλγαρικά. Απλώς εκείνος υποθέτει ότι το αντίστροφο δεν θα συνέβαινε (γιατί άραγε; Δεν μας δίνει καμία σχετική εξήγηση) σε περίπτωση που οι ενδιαφερόμενοι δεχθούν να γίνουν πειραματόζωά του.
Το πείραμα αυτό φυσικά είναι άνευ νοήματος και άνευ ουδεμιάς χρησιμότητας, και ο λόγος για τον οποίο δεν αναφέρεται καμία αντίδραση του υπουργού ή των άλλων ευρωβουλευτών ίσως είναι ότι δεν τους προέκυψε καμία αντίδραση (πέρα από το να σκεφτούν από μέσα τους «γιατί μας πρήζει τώρα αυτός με τις ανοησίες του»). Γιατί άραγε να τους κάνει εντύπωση, και τι είδους εντύπωση, το ενδεχόμενο μία γλώσσα να μοιάζει με μία άλλη; Οι άνθρωποι αυτοί γνωρίζουν πολύ καλά ότι όταν μιλάν Ισπανοί, οι Πορτογάλοι και ως ένα βαθμό οι Ιταλοί μπορούν να τους καταλάβουν. Το ίδιο συμβαίνει με τα σουηδικά, τα δανικά και τα νορβηγικά (η Νορβηγία βέβαια δεν είναι μέλος της ΕΕ, αλλά αυτό ουδόλως οφείλεται στο ότι η γλώσσα της είναι σχεδόν ίδια με της Δανίας). Ακόμα περισσότερο, στην ΕΕ είναι αναγνωρισμένες επίσημα ως χωριστές γλώσσες τα τσέχικα, τα σλοβακικά, τα σλοβενικά, τα κροατικά, ενώ άμα προχωρήσει η ενταξιακή πορεία της Σερβίας θα είναι και τα σερβικά. Οι γλώσσες αυτές είναι ως επί το πλείστον αμοιβαία κατανοητές. Κανείς δεν σκέφτηκε ότι το γεγονός αυτό αποτελεί εμπόδιο για τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις σε εκείνες τις περιπτώσεις. Και κανείς δεν θα σκεφτεί κάτι τέτοιο ούτε και τώρα.
Ούτε έχει η ΕΕ κάποια αρμοδιότητα –ή κάποιο ενδιαφέρον- να «εγκρίνει» γλώσσες ή να αποφαίνεται εάν είναι «υπαρκτές» ή όχι. Εάν μία χώρα κριθεί ότι πληροί τα κριτήρια, γίνεται μέλος, και απ’ τη στιγμή που θα γίνει μέλος η επίσημη γλώσσα (ή γλώσσες) του κράτους αυτού γίνεται και επίσημη γλώσσα της ΕΕ. Αυτό συνέβη σε όλες τις περιπτώσεις μέχρι τώρα[1], και αυτό θα συμβεί εάν κάποτε η ΔΒΜ προσχωρήσει.
Τα γλωσσοπολιτικά τσαλαβουτήματα λοιπόν του Κεφαλογιάννη αποτελούν μάλλον τζάμπα μαγκιές, λεονταρισμούς χωρίς αντίκρισμα. Εκτός βέβαια αν όλα αυτά προετοιμάζουν κάποιο απονενοημένο διάβημα του τύπου «αποθανέτω η ψυχή μου μετά των αλλοφύλων», αν κάποιος «εθνικά υπερήφανος» ηγέτης σκέφτεται να θελήσει να μιμηθεί την κίνηση του Κώστα Καραμανλή ο οποίος το 2008 έθεσε βέτο στο Βουκουρέστι –και μετά έγινε περίγελος όταν έκανε το κορόιδο και αρνιόταν ότι έθεσε βέτο.

[1] Όχι σε όλες ανεξαιρέτως. Υπήρξε μία εξαίρεση, στην οποία εμπλέκεται και πάλι το γνωστό ανάδελφον έθνος: η Κύπρος. Κατά το σύνταγμά της, η Κυπριακή Δημοκρατία έχει δύο επίσημες γλώσσες, την ελληνική και την τουρκική. Κατά την προσχώρησή της, όμως, μόνο η μία εξ αυτών έγινε επίσημη γλώσσα της ΕΕ. Μαντέψτε ποια.
Νομίζω ότι υπάρχει ένα λάθος στο ποστ. Όχι ότι αλλάζει την ουσία. Στο “Ο ίδιος ο Κεφαλογιάννης, άλλωστε, παραδέχεται ότι οι Βούλγαροι βουλευτές φορούσαν ακουστικά προκειμένου να ακούσουν τη διερμηνεία από τα μακεδονικά. Απλώς εκείνος υποθέτει ότι το αντίστροφο δεν θα συνέβαινε…” είναι ανάποδα τα υποκείμενα. Οι Βούλγαροι δεν θα χρειάζονταν ακουστικά, σύμφωνα τουλάχιστον με το πρώτο παράθεμα.
Μου αρέσει!Μου αρέσει!
Έχεις δίκιο. Διορθώθηκε.
Μου αρέσει!Μου αρέσει!