Τέχνη,Φύλο

Poor Things, ή το θηλυκό βλέμμα

του Άκη Γαβριηλίδη

Η γαλλίδα θεωρητικός του κινηματογράφου Ιρίς Μπρε αρχίζει το βιβλίο της Το θηλυκό βλέμμα. Μια επανάσταση στην οθόνη, γραμμένο το 2020, με τα εξής λόγια:

Υπάρχει ένα θηλυκό βλέμμα, ή female gaze, ένα βλέμμα που μας κάνει να νιώθουμε την εμπειρία ενός θηλυκού σώματος στην οθόνη. Δεν είναι ένα βλέμμα δημιουργημένο από γυναίκες καλλιτέχνιδες, είναι ένα βλέμμα που υιοθετεί την οπτική γωνία ενός θηλυκού προσώπου για να ασπαστεί την εμπειρία του. Για να το κάνουν να αναδυθεί, οι κινηματογραφιστές χρειάστηκε να συστρέψουν [tordre] το σώμα της κάμερας, να επινοήσουν και να ξαναεπινοήσουν μία φιλμική μορφή προκειμένου να πλησιάσουν όσο το δυνατόν εγγύτερα στην εμπειρία των γυναικών.

Eίναι δύσκολο να σκεφτεί κανείς καλύτερη περιγραφή για την ταινία Poor Things του Γιώργου Λάνθιμου. Μια ταινία που, ακριβώς, δεν είναι φτιαγμένη από γυναίκες[1], αλλά υιοθετεί την οπτική ενός γυναικείου χαρακτήρα (ή ίσως ενάμιση χαρακτήρα, δύο χαρακτήρων συνεπτυγμένων σε έναν) για να περιγράψει πολυάριθμες σωματικές της (τους) εμπειρίες με συστροφές της κάμερας (και των κουστουμιών, και των σκηνικών).

Στον πλούσιο διάλογο που αναπτύσσεται διεθνώς γύρω από την ταινία, μεταξύ άλλων διάφορες ιδιοκτήτριες του φεμινισμού αποφάνθηκαν ότι αυτή κόβεται ως αδιάβαστη: «δεν είναι φεμινιστική» και δεν αξίζει να τύχει αυτού του τιμητικού τίτλου διότι ναι μεν αναφέρεται σε επιλογές των γυναικών, αλλά δεν λέει τίποτα για την ΜΑΡΦΙΝ –δηλαδή για την πατριαρχία εντός της οποίας λαμβάνουν χώρα αυτές οι επιλογές[2].

Mπορεί να μην είναι. Αλλά τι πειράζει; Και ποιος υποστήριξε ότι είναι, ώστε να πρέπει να το διαψεύσουμε;

Στο κάτω κάτω, η ιστορία του φεμινισμού περιλαμβάνει διάφορους λόγους, παλαιότερους αλλά και πιο πρόσφατους, οι οποίοι δηλώνουν –άρα είναι- φεμινιστικοί, αλλά λένε πράγματα τρομερά προβληματικά, αρχίζοντας από την ευγονική και φτάνοντας μέχρι τη σύμπλευση με τον ρατσισμό, την υπερήφανη διεκδίκηση της μισανδρίας ή την εξύμνηση του κρατικού κολασμού –ενίοτε και του αυθόρμητου «βιτζιλαντισμού» ή της ατομικής τρομοκρατίας. Την ανάδειξη και την κριτική αυτών των προβληματικών σημείων την οφείλουμε πρώτα απ’ όλα σε άλλες φεμινίστριες. Πράγμα που δείχνει ότι και ο φεμινισμός, όπως κάθε κίνημα αμφισβήτησης, είναι εγγενώς σχισματικό· είναι πεδίο διαφωνιών και ανταγωνισμών.

Μπορεί λοιπόν το Poor Things να μην είναι κατάλληλο ώστε μία συντάκτρια του Γκάρντιαν να base her feminist manifesto on it any time soon. Αλλά υπάρχουν και σημαντικότερα πράγματα από τη σύνταξη ενός ατομικού μανιφέστου, τα οποία ίσως μπορεί να μας προσφέρει το θηλυκό βλέμμα της ταινίας.

Είναι ενδιαφέρον να βλέπει κανείς την ταινία αυτή σε μια πολιτική συγκυρία η οποία στην Ελλάδα σημαδεύεται από τη συζήτηση για τον γάμο ομοφύλων και την παρένθετη μητρότητα. Στη συζήτηση αυτή, από διάφορες πλευρές –πάντως από πλευρές ορθοδοξίας, χριστιανικής, κομμουνιστικής, φεμινιστικής, ενδεχομένως και άλλων ποικιλιών- προβάλλονται επιχειρήματα «φυσικότητας» και καθαγιασμού της πυρηνικής οικογένειας, ή/ και της αποκλειστικότητας του συναισθηματικού δεσμού μεταξύ των μελών της. Ο δεσμός αυτός θεωρείται ότι παραβιάζεται με την θεσμοθέτηση «αφύσικων», καθότι πολλαπλών, «ηθικά διεστραμμένων» ή/ και υπερβολικά «τεχνολογικοποιημένων» τρόπων σύστασης της συγγένειας και της ανθρώπινης αναπαραγωγής.

Το Poor Things, όπως ειπώθηκε, δεν είναι ένα «μανιφέστο» υπέρ ή κατά κάποιας τοποθέτησης εντός της ανταλλαγής αυτής. Είναι όμως ενδιαφέρον ότι, σε αυτό, η πιο διεστραμμένη λύση είναι η ετεροκανονική πυρηνική οικογένεια. Αυτή είναι που οδηγεί τους ανθρώπους στην τρέλα, στην αυτο-/ετεροκτονία, στη διάλυση των σχέσεων, στα αρνητικά πάθη. Αυτό που ανοίγει μια χαραμάδα σε αυτό το ζοφερό τοπίο κτητικότητας και σαδισμού και δίνει μια ευκαιρία για την οικοδόμηση ανθρώπινης ζεστασιάς και συντροφικότητας είναι ακριβώς τα δύο πράγματα που οι φεμινίστριες του Γκάρντιαν, και άλλες σαν κι αυτές, θεωρούν σκάνδαλο και ζητούν να απαγορευθούν: η παρενθεσία και η σεξουαλική εργασία. Η γέννηση/ αναγέννηση/ αυτογέννηση του θηλυκού Φρανκενστάιν, μητέρας και κόρης του εαυτού της, τι άλλο είναι από μια παρένθετη μητρότητα –αλλά και πατρότητα; Και η εκπόρνευση της Μπέλλα, τι άλλο είναι παρά η ένταξή της στην παραγωγική διαδικασία και στη μισθωτή εργασία, η οποία την οδηγεί στην συνειδητοποίηση, στην οικοδόμηση αλληλεγγύης με άλλες προλετάριες, στο συνδικαλισμό και στο σοσιαλισμό;

Η Μπέλλα καταλήγει να προσχωρήσει σε μία αφελή διαφωτιστική πίστη στη δυνατότητα και την αναγκαιότητα βελτίωσης του ανθρώπου και της κοινωνίας. Έτσι, προκύπτει τρόπον τινά ένας «μοντερνισμός μετά τον μεταμοντερνισμό». Ο Λάνθιμος δεν παραγνωρίζει, ούτε ωραιοποιεί τις αυταπάτες που συνοδεύουν αυτό το πρόταγμα. Ούτε όμως οδηγείται να το χλευάσει και να το γελοιοποιήσει· αντιθέτως, αντιμετωπίζει την ηρωίδα του με συμπάθεια και με τρυφερότητα, επιτρέποντάς μας να σκεφτούμε ότι οι αυταπάτες αυτές οφείλονται στο εν μέρει παιδικό ακόμα μυαλό της, το οποίο όμως έχει ήδη αρχίσει να παίρνει στροφές και παράγει έννοιες για όλα όσα συναντά.

Το Poor Things δεν είναι φυσικά ούτε ένα τεχνοφιλικό ή αντι-απαγορευτικό μανιφέστο. Είναι απλώς μία μυθοπλαστική αφήγηση, στην οποία η ηρωίδα περνά από διάφορες συναντήσεις με άλλα σώματα ή/ και θεσμούς. Κάποιες απ’ αυτές μειώνουν τη δύναμη του σώματός της να δρα, της προξενούν τραύματα και την κρατούν μακριά από τη χρήση του λόγου. Όμως, ό,τι δεν την σκοτώνει την κάνει πιο δυνατή. Η βιοτεχνολογία και η (σεξουαλική) εργασία δεν είναι λύτρωση, αλλά είναι ό,τι τα κάνουμε. Αν πρέπει να μιλήσουμε για λύτρωση, αυτή βρίσκεται στο ετερόκλητο συναρμολόγημα της οιονεί οικογένειας η οποία συγκροτείται στο τέλος της ταινίας, συγκείμενη από άντρες, γυναίκες, σάιμποργκ, ανθρώπινα και μη ανθρώπινα ζώα ή συνδυασμούς αυτών, που μπορεί να συνδέονται (ή όχι) με δεσμούς συγγένειας, αίματος ή αγχιστείας, αλλά συνυπάρχουν –ή ελπίζουν να συνυπάρξουν, για όσο λειτουργήσει αυτό- με αγάπη. Την οικογένεια την κάνει η αγάπη, όχι η βιολογία, όπως λέει και το σύνθημα των ΛΟΑΤΚΙ για το γάμο και την υιοθεσία. Ένα συναρμολόγημα που θυμίζει το προ ετών ανάλογο της Στρέλλας του Πάνου Κούτρα, στο χάππυ (?) εντ της οποίας οι ήρωες/-ίδες διασχίζουν τη φαντασίωσή τους και τα φαντάσματά τους και καταφέρνουν να γιορτάσουν μαζί μέσα σε μία εξίσου οξύμωρη ενήλικη παιδικότητα, σε μία ξανακατακτημένη αθωότητα μετά την ενοχή.

[1] Σημειωτέον πάντως ότι η πρωταγωνίστρια Έμμα Στόουν αναφέρεται ως συμπαραγωγός της ταινίας, άρα η συμμετοχή της λογικά δεν ήταν απλώς εκτελεστική των αποφάσεων άλλων.

[2] Η Samira Ahmed, παρουσιάστρια του BBC Radio 4 και έφορος του Centre for Women’s Justice, σίγουρη ότι γνωρίζει κατά αυθεντικό τρόπο «τι κάνουν» οι φεμινίστριες, γνωμάτευσε: «As a work of fiction, Poor Things can explore anything it likes [sic], but it is not feminist. Just because a woman chooses to do something, does not make the act feminist. Feminists challenge the patriarchal system in which women’s choices exist».

Κλασσικό

Μια σκέψη σχετικά μέ το “Poor Things, ή το θηλυκό βλέμμα

  1. Ο/Η nk λέει:

    Στην ταινία, η γονεϊκότητα ενσαρκώνεται από τον άντρα επιστήμονα γκοντγουιν ενώ συγχρόνως αποκαθηλώνεται η μητρότητα ως αναπόφευκτο γυναικείο πεπρωμένο. Δεν ξέρω αν όλα αυτα ειναι φεμινιστικά, σίγουρα όμως είναι απελευθερωτικά και προοδευτικά συγκροτώντας ένα ελπιδοφόρο καινούριο όραμα.

    Μου αρέσει!

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.