Εθνικισμός,Πολιτική

Το ΚΚΕ πρωτοστατεί στην καταπίεση της τουρκικής μειονότητας στην Ελλάδα

του Άκη Γαβριηλίδη

Tόσο από την άποψη της σφοδρότητάς της, όσο και από την άποψη των επιχειρημάτων (καλύτερα, των συκοφαντιών) που χρησιμοποιεί, η ολομέτωπη επίθεση του ελληνικού κράτους και παρακράτους εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ και εναντίον της τουρκικής μειονότητας στην Ελλάδα, έχει όμοιό της μόνο στην αντικομμουνιστική υστερία κατά των «ΕΑΜοβουλγάρων» της εμφυλιακής και μετεμφυλιακής περιόδου. Της οποίας άλλωστε αποτελεί συνέχεια, ή νεκρανάσταση.

Ούτως εχόντων των πραγμάτων, είναι πραγματικά θλιβερό ότι το σημερινό ΚΚΕ συντάσσεται με αυτή την επίθεση για να δείξει καλή διαγωγή, χωρίς να μπαίνει καν στον κόπο να υποκριθεί ότι κρατά ίσες αποστάσεις.

Η σχετική ανακοίνωση του κόμματος είναι πραγματικά αξιοθρήνητη τόσο από πρακτική, όσο και από θεωρητική άποψη. Είναι σαν οι συντάκτες της να βρίσκονται διανοητικά στη δεκαετία του 60, να μην έχουν πάρει χαμπάρι τίποτα από την τεράστια συζήτηση που έχει γίνει διεθνώς έκτοτε για τις «διφορούμενες ταυτότητες» συχνά με πρωτοβουλία στοχαστών από τη μαρξιστική παράδοση –μεταξύ των οποίων και κάποιοι οι οποίοι τα τελευταία χρόνια βρίσκονται κοντά του. Τι μας λέει αυτή η ανακοίνωση; Καταρχάς, αρνείται να πάρει θέση στο επίδικο, δηλαδή στην απροκάλυπτη συκοφαντική επίθεση σύσσωμου του κρατικού και μηντιακού μηχανισμού, και του Κυριάκου Μητσοτάκη προσωπικά (καθώς και άλλων μελών της οικογενείας του), κατά Ελλήνων πολιτών, και παρακάμπτει το θέμα τσουβαλιάζοντας θύτες και θύματα στη βάση τού ότι όλοι «παίζουν παιχνίδια». Δεύτερον, όμως, αποδέχεται και προσυπογράφει επί της ουσίας τις βασικές θέσεις της επίθεσης αυτής, δηλαδή: α) ότι η μειονότητα είναι «μουσουλμανική» και όχι τουρκική, β) ότι το τουρκικό υπουργείο εξωτερικών παρεμβαίνει στην εκλογική διαδικασία.

Την ίδια στιγμή λοιπόν που το ΚΚΕ, πιστό στην τακτική των ίσων αποστάσεων, καταγγέλλει φραστικά τόσο την ελληνική, όσο και την τουρκική αστική τάξη για «παρεμβάσεις», συμμετέχει το ίδιο στην βασικότερη παρέμβαση της ελληνικής αστικής τάξης και του κράτους της εις βάρος της μειονότητας: αρνείται σε Έλληνες πολίτες το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού τους και τους καπελώνει αποκαλώντας τους με ένα άλλο συλλογικό όνομα από εκείνο το οποίο οι ίδιοι επιλέγουν, επικαλούμενο νομικιστικά επιχειρήματα όπως … τη συνθήκη της Λωζάννης! Δηλαδή ένα νομικό κείμενο το οποίο η μειονότητα δεν υπέγραψε, ούτε ερωτήθηκε ποτέ γι’ αυτό, το οποίο καταρτίσθηκε πριν από έναν και πλέον αιώνα σε μια ιστορική συνθήκη τελείως διαφορετική από τη σημερινή και το οποίο, ακόμη και αν το πάρουμε στενά νομικά, είναι αντισυνταγματικό (αντίθετο με το τότε ισχύον ελληνικό σύνταγμα και με όλα τα μεταγενέστερα, καθώς και με όλο το διεθνές δίκαιο). Και το οποίο εν πάση περιπτώσει δεν είχε ως αντικείμενο τον δεσμευτικό καθορισμό της φύσης της μειονότητας, και μάλιστα εις το διηνεκές.

Ακόμα πιο αποκαρδιωτική λοιπόν από την πολιτική πτυχή αυτής της στάσης είναι η –ας πούμε- θεωρητική βάση της. Στο κάτω κάτω, είναι ένα σύνηθες αντανακλαστικό κάθε ιδεολογικού μηχανισμού του κράτους, όπως είναι τα κόμματα (μη εξαιρουμένων των κομμουνιστικών) να ενεργεί με πρώτιστο γνώμονα ό,τι εξυπηρετεί την αυτοσυντήρησή του, όπως έλεγε και ο Αλτουσέρ. Από αυτή την άποψη, μπορούμε ως ένα βαθμό να μην πάρουμε πολύ σοβαρά διάφορες μεγαλόστομες διακηρύξεις κατά τις οποίες «όλοι είναι ίδιοι (εκτός από μας που δεν είμαστε)», τις οποίες άλλωστε επαναλαμβάνει το συγκεκριμένο κόμμα με συχνότητα και ακρίβεια μετρονόμου για κάθε ζήτημα. Δεν μπορούμε όμως να προσπεράσουμε το γεγονός ότι το κόμμα αυτό δείχνει να μην έχει πάρει χαμπάρι τίποτε από τις εκτενείς και λεπτομερείς αναλύσεις για τη σημασία των συλλογικών ταυτίσεων και των εθνοτικών ταυτοτήτων και να τις θεωρεί όχι απλώς δευτερεύουσες, αλλά ανύπαρκτες. Ως κυρίαρχη –ή μάλλον, μόνη υπαρκτή- αντίφαση το κείμενο φαίνεται να θεωρεί εκείνη μεταξύ κεφαλαίου/ εργασίας.

«Τα οξυμμένα προβλήματα που αντιμετωπίζει η μειονότητα στη Θράκη έχουν την ίδια αιτία μ’ αυτά που αντιμετωπίζει το σύνολο του ελληνικού λαού», διακηρύσσει με αφοπλιστική αφέλεια το ΚΚΕ. (Η υπογράμμιση δική μου). Έτσι, με μια μονοκοντυλιά, οι συντάκτες διαγράφουν οποιαδήποτε πολιτισμική ιδιαιτερότητα και της αρνούνται οποιαδήποτε αιτιώδη δράση. Η απολυτότητα της διατύπωσης είναι τέτοια που διαγράφει όχι απλώς την αυτονομία, αλλά την ίδια την ύπαρξη της εθνοτικής καταπίεσης, διαλύοντας κάθε επιμέρους ταύτιση και μερικότητα στην (αστική/ νομική) καθολικότητα του «ελληνικού λαού».

Εφόσον είναι έτσι, αναρωτιέται κανείς: για ποιο λόγο τότε να μιλάμε καν για μειονότητα, έστω και «μουσουλμανική»; Μάλλον μόνο και μόνο επειδή μας το επιβάλλει η Λωζάννη· αν δεν ήταν αυτή, ίσως το ΚΚΕ να θεωρούσε ότι δεν υπάρχει καμία μειονότητα. Εφόσον, για τους συντάκτες, όλοι έχουμε τα ίδια προβλήματα, και τα προβλήματα αυτά με τον ίδιο τρόπο μπορούν να λυθούν.

Ποιον τρόπο; Μα με τον «κοινό αγώνα στο πλαίσιο του εργατικού – λαϊκού κινήματος». Ακόμα και η χρήση του επιθέτου «κοινός» ηχεί παράταιρη σε αυτό το πλαίσιο. Για να είναι ένας αγώνας κοινός, θα πρέπει να τον διεξάγουν τουλάχιστον δύο μέρη. Αν όμως τα προβλήματα του Α έχουν την «ίδια αιτία» με εκείνα του Β, τότε τα μέρη δεν είναι καν δύο αλλά ένα.

Αυτός ο δηλωμένος μονισμός λοιπόν της ταξικής αναφοράς κρύβει έναν άλλον. «Κρύβει» δηλαδή τρόπος του λέγειν, διότι και ο δεύτερος μονισμός φιγουράρει σε περίοπτη θέση στην ανακοίνωση: βασικός κινητήριος μοχλός της ανάλυσης είναι όχι η πάλη των τάξεων, αλλά η πάλη των εθνών. Η μειονότητα καλείται να διαλυθεί μέσα στον «ελληνικό λαό» ώστε να παλέψει κατά πρώτον βέβαια ενάντια στις «δύο αστικές τάξεις» (γιατί όμως άραγε ο «ελληνικός λαός» να παλέψει ενάντια στην τουρκική αστική τάξη, ιδίως μάλιστα όταν στους κόλπους του δεν υπάρχει ίχνος τουρκικότητας; Σε ποιο μαρξιστικό κιτάπι προβλέπεται ο αγώνας της εργατικής τάξης μιας χώρας εναντίον της αστικής τάξης μίας άλλης χώρας;). Απώτερος στόχος, όμως, δεν μπορεί παρά να είναι ο αγώνας ενάντια στους Αμερικάνους. Διότι, όπως επίσης με σοβαρότητα μας προειδοποιεί η ανακοίνωση, το διάστημα αυτό «κυοφορούνται σοβαρές αρνητικές διευθετήσεις στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, με την άμεση παρέμβαση του αμερικανοΝΑΤΟϊκού παράγοντα, που έχει εδραιώσει την παρουσία του στη Θράκη με ευθύνη και των δύο κυβερνήσεων». Μια διατύπωση επίσης βγαλμένη από το generator της εθνικιστικής αριστεράς στην Ελλάδα εδώ και μισόν αιώνα, και η οποία παγίως μεταφράζεται από τους αποδέκτες ως εξής: οι Αμερικανοί μισούν την Ελλαδίτσα μας και την αδικούν εις βάρος της αιωνίας αντιπάλου της, της Τουρκίας. Πρακτική συνεπαγωγή: γι’ αυτό εσείς οι μειονοτικοί πρέπει όχι μόνο να σκάστε και να μην διεκδικείτε τουρκικότητες, αλλά και να αγωνιστείτε ενάντια στην Τουρκία και στις ΗΠΑ που την στηρίζουν.

Το ΚΚΕ υπήρξε ένα κόμμα το οποίο στο παρελθόν πλήρωσε βαρύ φόρο για την διαφοροποίηση από τις πρακτικές εθνικής ομογενοποίησης του ελληνικού κράτους. Το ότι σήμερα πλειοδοτεί αυτό σε τέτοιες πρακτικές προσφέροντας μία ελάχιστα πειστική μαρξιστικοφανή μεταμφίεση/ αιτιολόγηση για άλλοθι, είναι μεν ως ένα βαθμό κατανοητό. Αλλά κάποια στιγμή καλό είναι να ξεπεραστεί αυτός ο φόβος. Εκτός βέβαια αν δεν είναι φόβος, αλλά απλώς ανοησία, συντηρητισμός και συνακόλουθη έλλειψη –ή άρνηση- θεωρητικής ενημέρωσης.

aQ33I15OQNBg8s32lCnWKP6U4getbiIHIUAWFQyJ

Κλασσικό

5 σκέψεις σχετικά με το “Το ΚΚΕ πρωτοστατεί στην καταπίεση της τουρκικής μειονότητας στην Ελλάδα

  1. phrasaortes's avatar Ο/Η phrasaortes λέει:

    Ναι, πολύ θλιβερή ανακοίνωση. Συμφωνώ ότι μάλλον είναι θέμα φόβου κι όχι άγνοιας, γιατί το ΚΚΕ έχει τηρήσει στο παρελθόν πολύ πιο σοβαρή στάση σε τέτοια θέματα. Από την Κατοχή όμως και ειδικά με το Κυπριακό, το κόμμα δεν κατάφερε να αντισταθεί στον πειρασμό της εθνικιστικής ψηφοθηρίας.

    Βραχυπρόθεσμα ίσως επωφελήθηκε, κρίνοντας από τα υψηλά ποσοστά της ΕΔΑ την δεκαετία του ’50, αλλά μακροπρόθεσμα μάλλον είναι αυτοκαταστροφική τακτική, ακόμα κι αν το εξετάσουμε κυνικά, υποθέτοντας ότι η αύξηση της εκλογικής επιρροής πρέπει να είναι η αποκλειστική προτεραιότητα του κόμματος. Ωστόσο, όποιος ανησυχεί κυρίως για την τουρκική επιθετικότητα/προκλητικότητα (ΤΜ), τότε μάλλον θα ψηφίσει τον ορίτζιναλ εθνικιστή, κι όχι τον γιαλαντζί.

    Παράλληλα το κόμμα αποξενώνεται από σημαντική μερίδα αριστερών ψηφοφόρων. Στα εθνικά ζητήματα δεν είναι τόσο εμφανές, γιατί ακόμα επικρατεί άνετα το εθνικιστικό αφήγημα στον δημόσιο λόγο, αλλά σε άλλα ζητήματα το πρόβλημα είναι ήδη ορατό. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων, όπου η λαϊκιστική τακτική του ΚΚΕ είναι σαφώς ξεπερασμένη, γιατί δεν έχει κατανοήσει ακόμα πόσο ριζικά έχουν αλλάξει οι αντιλήψεις της κοινωνίας για την ομοφυλοφιλία τις τελευταίες δεκαετίες.

    Αρέσει σε 1 άτομο

  2. Ιάκωβος's avatar Ο/Η Ιάκωβος λέει:

    «νομικιστικά επιχειρήματα όπως … τη συνθήκη της Λωζάννης! Δηλαδή ένα νομικό κείμενο το οποίο η μειονότητα δεν υπέγραψε, ούτε ερωτήθηκε ποτέ γι’ αυτό»: καταπληκτικό επιχείρημα, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για τους νόμους και το σύνταγμα ενός κράτους, για τις διεθνείς συμφωνίες, για τις ιδιωτικές συμφωνίες, όπου δηλαδή κάποιος δεν “γουστάρει” ο,τι του έχουν “φορτώσει” οι πρόγονοί του.

    Μου αρέσει!

    • Α.Γ.'s avatar Ο/Η Α.Γ. λέει:

      Η συνθήκη της Λωζάννης δεν επιβάλλει καμία απολύτως υποχρέωση να αποκαλείται η μειονότητα μόνο «μουσουλμανική» και όχι τουρκική.
      Απόδειξη, το γεγονός ότι το ίδιο το ελληνικό κράτος είναι εκείνο που επικαλέστηκε το «καταπληκτικό επιχείρημα», ή μάλλον δεν το επικαλέστηκε καν αλλά απλώς εφάρμοσε εμπράκτως αυτό που «γούσταρε»: την αποκαλούσε τουρκική επί δεκαετίες, όπως δείχνει και η φωτογραφία που συνοδεύει την ανάρτηση.

      Μου αρέσει!

  3. Ιάκωβος's avatar Ο/Η Ιάκωβος λέει:

    Στη συνθήκη της Λωζάννης διαβάζουμε:

    «Άρθρον 2 .
    Δεν θα περιληφθώσιν εις την εν τω πρώτω άρθρω προβλεπομένην ανταλλαγήν:

    α) οι Έλληνες κάτοικοι της Κωνσταντινουπόλεως·

    β) οι Μουσουλμάνοι κάτοικοι της Δυτικής Θράκης.

    Θέλουσι θεωρηθή ως Έλληνες κάτοικοι της Κωνσταντινουπόλεως, πάντες οι Έλληνες οι εγκατεστημένοι ήδη προς της 30ης Οκτωβρίου 1918, εν τη περιφέρεια της Νομαρχίας Κωνσταντινουπόλεως, ως αύτη καθορίζεται δια του νόμου του 1912.
    Θέλουσι θεωρηθή ως μουσουλμάνοι κάτοικοι της Δυτικής Θράκης, πάντες οι Μουσουλμάνοι οι εγκατεστημένοι εν τη περιοχή ανατολικώς της μεθορίου γραμμής της καθορισθείσης τω 1913 δια της Συνθήκης του Βουκουρεστίου.»

    Η συνθήκη λοιπόν δεν λέει πως πρέπει να αποκαλούνται οι συγκεκριμένοι πληθυσμοί, αλλά τι είναι, ή αν προτιμάτε, πως τα κράτη «θεωρούν» αυτούς τους πληθυσμούς.

    Μου αρέσει!

Αφήστε απάντηση στον/στην phrasaortes Ακύρωση απάντησης

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.