του Άκη Γαβριηλίδη
Είναι γνωστό ότι το ελληνικό νομικό (και δικαστικό) σύστημα είναι από τα πιο εχθρικά προς την ελευθερία του λόγου, και ιδίως της κριτικής, και ότι αυτή η εχθρότητα ανοίγει την όρεξη σε διάφορους που πάσχουν από δικομανία –ή άλλες συναφείς μανίες- να αρχίζουν για ψύλλου πήδημα τις δικαστικές ενέργειες κάθε φορά που φαντάζονται ότι κάποιος τους δυσφημεί ή τους συκοφαντεί. Είναι επίσης γνωστό, και ως ένα βαθμό κατανοητό εν όψει της ανεργίας που μαστίζει τον κλάδο, ότι διάφοροι επιφανείς ή λιγότερο επιφανείς δικηγόροι προσπαθούν να κεφαλαιοποιήσουν αυτό το υλικό και να εξυπηρετήσουν πρόθυμα, αν όχι να ενθαρρύνουν, τέτοιες ενέργειες. Παρόλα αυτά, όμως, ή ακριβώς γι’ αυτό, τόσο οι μεν όσο και οι δε καλό θα είναι –πρωτίστως για τους ίδιους- να φροντίζουν κάπως τη γλώσσα που χρησιμοποιούν σε αυτές τους τις προσπάθειες, δεδομένου ότι η γλώσσα είναι τόσο το αντικείμενο όσο και το μέσο τους.
Μια τέτοια φροντίδα ας πούμε είναι παντελώς απούσα από το τελευταίο κρούσμα επίδοξης ιδιωτικής λογοκρισίας: την ΕΝΩΠΙΟΝ ΠΑΝΤΟΣ ΑΡΜΟΔΙΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΠΑΣΗΣ ΑΡΧΗΣ ΕΞΩΔΙΚΟΝ ΔΗΛΩΣΙΝ – ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ – ΠΡΟΣΚΛΗΣΙΝ του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «Πανελλήνιος Φαρμακευτικός Σύλλογος Ν.Π.Δ.Δ.», εδρεύοντος στην Αθήνα και νομίμως εκπροσωπουμένου, προς την Εφημερίδα των Συντακτών, τους διευθυντές της και τον σκιτσογράφο Βάγγο Παπαβασιλείου, με την οποία το εν λόγω πρόσωπο ζητά, ούτε λίγο ούτε πολύ, να απαλείψουν από την έντυπη και ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας, αλλά και να «ανακαλέσουν» (?), το σκίτσο του τελευταίου που αναπαράγεται παρακάτω, και επιπλέον να δημοσιεύσουν κείμενο «επανόρθωσης», μοντέλο του οποίου υποδεικνύει το ίδιο το ΝΠΔΔ με τη δήλωσή του.
Το κείμενο της εξωδίκου δηλώσεως – διαμαρτυρίας – προσκλήσεως είναι γραμμένο σε άθλια ελληνικά. Χωρίς υπερβολή, δεν υπάρχει σε αυτό πρόταση χωρίς τουλάχιστον ένα λάθος.
Πρώτα απ’ όλα, το κείμενο είναι γραμμένο σε μια γλώσσα ανάμικτη, ερμαφρόδιτη: μισό στη δημοτική και μισό στην καθαρεύουσα, οι οποίες εναλλάσσονται και μέσα στην ίδια πρόταση. Σαν να το έχει γράψει ο Μπαμπινιώτης.
Για να επισημάνει κανείς όλα τα λάθη και τους σολοικισμούς θα έπρεπε να γράψει ένα κείμενο ακόμη εκτενέστερο από την ήδη φλύαρη δήλωσιν κ.λπ. Προς χάριν των ελλήνων φαρμακοποιών και του οικείου δικηγορικού γραφείου, θα μπω στον κόπο να επισημάνω ενδεικτικά παρακάτω μερικά απ’ αυτά.
Το πρώτο εμφανίζεται ήδη στον τίτλο: «εδρεύοντος στην Αθήνα και νομίμως εκπροσωπουμένου». Το εδρεύοντος δεν ταιριάζει με το στην Αθήνα. Ή θα πούμε εδρεύοντος εν Αθήναις, ή θα πούμε που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νομίμως.
– Στην απαρίθμηση των καθ’ ού, το θηλυκό της μετοχής εκπροσωπούμενος σχηματίζει τη γενική χωρίς να ανεβάζει τον τόνο στην παραλήγουσα, όπως αντιθέτως συνέβαινε δυο σειρές παραπάνω με το αρσενικό: της εταιρείας νομίμως … εκπροσωπούμενης.
– Στην ίδια παράγραφο, ο σκιτσογράφος αναφέρεται ως εκ της ιδιότητας του … (χωρίς τόνο στο α, όπως θα έπρεπε).
Παρ. 2 του κυρίως κειμένου:
– παρομοιάζεται ευθέως ως (αντί του ορθού «με») ενεχυροδανειστήριο …
– στην πρόσοψη εμφανίζεται οι επιγραφές …
Παρ. 3:
– λοιδορεί άνευ άλλου (?) …
– ταυτίζει τα φαρμακεία με τα ενεχυροδανειστήρια, και τους φαρμακοποιούς ως εκμεταλλευτές (αντί του ορθού «με», το οποίο χρησιμοποιήθηκε αμέσως πριν).
Παρ. 4:
– είναι περιττό να αναφερθούμε στην παρούσα για τη (αντί του ορθού «στη») διαχρονική συμβολή …
– στήριξη των φαρμακείων (…) στην ελληνική κοινωνία, τόσο κατά της μνημονιακής κρίσης (αντί του ορθού «κατά την», το οποίο χρησιμοποιείται αμέσως μετά), όσο και κατά την πανδημία …
Παρ. 7:
οι πιθανοί λόγοι που οδήγησαν τον τέταρτο εξ ημών (αντί του ορθού «εξ υμών»· αυτό που έγραψαν σημαίνει ότι το σκίτσο το έκανε κάποιος από τους εξωδίκως δηλώνοντες και όχι από τους παραλήπτες της δήλωσης).
Πιο κάτω (βαριέμαι να μετράω τις παραγράφους): έχοντας ειδικό σκοπό της προσβολής και εξύβρισής τους (αντί του ορθού «την προσβολή και εξύβρισή τους»).
Στο διατακτικό, οι δηλώνοντες ζητούν τη δημοσίευση στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας σας κείμενου (αντί του ορθού «κειμένου»). Στην ίδια παράγραφο, το θα ανακαλούνται στο σύνολο τους είναι πάλι χωρίς τόνο στο ο.
Αντιστρόφως, στην προτελευταία παράγραφο του διατακτικού, προστίθεται ένας τόνος στη λήγουσα χωρίς να χρειάζεται, αφού δεν ακολουθεί μονοσύλλαβη κτητική αντωνυμία: την προσωπικότητά και την επιστημοσύνη του συνόλου των φαρμακοποιών.
Και εδώ ασχολήθηκα μόνο με τις γλωσσικές αστοχίες του κειμένου (/ κείμενου).
Για την ουσία της δήλωσης δεν ανέφερα και πολλά, αλλά νομίζω ότι συνεννοούμαστε και με αυτά τα λίγα. Θα προσθέσω μόνο ένα τελευταίο, που αφορά επίσης τη γλώσσα αλλά και την ουσία του θέματος (αν υποθέσουμε ότι αυτά τα δύο διαχωρίζονται). Από τη στιγμή που οι φαρμακοποιοί ή/ και οι νομικοί παραστάτες τους έχουν τόσο σοβαρά προβλήματα γραφής, και που είναι τόσο άσχετοι με τη λειτουργία της γελοιογραφίας και την ιδιομορφία της σε σχέση με τη δημοσιογραφία, ώστε υποδεικνύουν … «διασταύρωση των στοιχείων και των πηγών της» (!), θα ήταν υπερβολικό να αναμένουμε απ’ αυτούς να αντιληφθούν ότι ένα βασικό υλικό με το οποίο δουλεύει η κωμική λειτουργία είναι οι μεταθέσεις και οι διολισθήσεις του σημαίνοντος, κατεξοχήν δε οι λέξεις με δύο ή περισσότερες σημασίες, και το παιχνίδι μεταξύ αυτών των σημασιών. Εν προκειμένω, όπως ο καθένας –εάν δεν είναι κολλημένος- μπορεί να σκεφτεί, στα ελληνικά η λέξη «φαρμακείο» χρησιμοποιείται μεταφορικά για να δηλώσει ένα κατάστημα οποιουδήποτε είδους το οποίο χρεώνει υπερβολικά υψηλές τιμές (εκ του φαρμάκι, και όχι εκ του φάρμακο, όπως θα έλεγε και ο Ντερριντά). Όποιος όμως ψάχνει αφορμές να αισθανθεί υβρισμένος και συκοφαντημένος, και να ζητήσει τις συνακόλουθες ηθικές και υλικές επανορθώσεις, προφανώς δεν έχει μυαλό για τέτοια λεπτεπίλεπτα νοητικά ενεργήματα.
Δεν φταίνε σε τίποτα οι φαρμακοποιοί αν ο δικηγόρος που τους εκπροσωπεί συντάσσει, υπογράφει το κείμενο έχοντας τους «πείσει» ότι αυτός είναι ο ορθός, δόκιμος και επιστημονικός τρόπος γραφής ενός νομικού κειμένου.
Μου αρέσει!Μου αρέσει!