του Ιλκέρ Γιαμάν
Η Ιστανμπούλ υπήρξε λίκνο πολυάριθμων πολιτισμών επί αιώνες, φιλοξενώντας τρεις από τις κυριότερες θρησκείες του κόσμου που διαμόρφωσαν το αστεακό τοπίο αυτής της συναρπαστικής πόλης στην οποία μπορείς να βρεις ένα τζαμί, ένα κτίσμα υπό μορφή εκκλησίας και μια συναγωγή όλα στον ίδιο τόπο. Λίγα βήματα παραπέρα, μπορεί κανείς να πετύχει την κατοικία μιας ομάδας αγίων των δερβίσηδων.
Κάποτε, ένας φίλος με ρώτησε: «αν τα κτίσματα στην Ιστανμπούλ μπορούσαν να εκφραστούν, ποιο θα μιλούσε περισσότερο;». Προς έκπληξή του, του απάντησα: το τέμενος Καλεντέρχανέ. Πρόκειται για το πιο ταιριαστό παράδειγμα για την πλούσια ανταλλαγή μεταξύ πίστεων στην Ιστανμπούλ.
Η ιστορία του ξεκινά με μια ανατολική ορθόδοξη εκκλησία αφιερωμένη στην Θεοτόκο Κυριώτισσα. Την εκκλησία αυτή τη χρησιμοποίησαν οι Σταυροφόροι ως ρωμαιοκαθολικό ναό υπό το βασίλειο της Κωνσταντινούπολης τον 13ο αιώνα. Οι πρώτες νωπογραφίες της Κωνσταντινούπολης, οι οποίες τώρα εκτίθενται στο αρχαιολογικό μουσείο της Ιστανμπούλ, τοποθετήθηκαν εδώ προς τιμήν του Αγίου Φραγκίσκου. Μετά την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς, την εκκλησία αυτή την παραχώρησε προσωπικά ο σουλτάνος Μεχμέντ ο Β΄ στους δερβίσηδες του τάγματος Καλαντάρ ως ανταμοιβή για τις μεγάλες τους προσπάθειες κατά τη διάρκεια του ιερού πολέμου κατά της Κωνσταντινούπολης. Από τότε, το κτίσμα είναι γνωστό ως Καλεντέρχανέ, που σημαίνει «ο οίκος των Καλαντάρ» και τιμάται ως η πρώτη στέγη των δερβίσηδων στην Ιστανμπούλ. Τελικά μετατράπηκε σε τζαμί το 1746 όταν ο Χατζή Μπεσίρ Αγά, ο Κιζλάρ Αγασι [αρχιευνούχος] του ανακτόρου Τόπκαπι πρόσθεσε μιχράμπ [κόγχη], μινμπάρ [άμβωνα] και μαχφίλ [εξέδρα για τον μουεζίνη] και έτσι ολοκλήρωσε τη μετατροπή. Ωστόσο, το όνομα του κτιρίου δεν άλλαξε ποτέ από τότε που δόθηκε στους αγίους των Καλαντάρ.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι, ποιος είναι Καλαντάρ;
Χάρη στον Ρουμί, αρκετοί άνθρωποι σήμερα έχουν μάθει για τον Σουφισμό, δηλαδή τον ισλαμικό μυστικισμό. Δυστυχώς, πολλοί πιστεύουν ότι η διδασκαλία τού Ρουμί ήταν η μόνη. Η αλήθεια όμως είναι ότι υπάρχει πλήθος σουφικών ταγμάτων στην ιστορία του Ισλάμ, ένα από τα οποία είναι η Καλανταρία. Η Καλανταρία είναι μία σέκτα που σχηματίσθηκε από περιπλανώμενους δερβίσηδες. Υπάρχουν πολλές απόψεις σχετικά με την ίδρυση του Καλανταρικού τάγματος, αλλά πάντως ερευνητές του Ισλάμ αποδίδουν τη γένεσή του στους διάσημους εκπροσώπους του ισλαμικού μυστικισμού Κουτμπ αλ-ντιν Χαϋντάρ και Τζαμάλ αντ-Ντιν. Εκείνοι εξειδίκευσαν τις αρχές και το καθεστώς του τάγματος, και επίσης αύξησαν τη δημοτικότητά του στο λαό. Περί το τέλος τού 12ου αιώνα, το κίνημα ανθούσε στη Συρία, το ανατολικό Ιράν, την Υπερωξιανή, το Χορασάν και τη νότια Ασία. Το 13ο αιώνα, το κίνημα ήταν στο αποκορύφωμά του και διαδόθηκε στις γύρω περιοχές, ιδίως στην Ανατολία όπου οι περιπλανώμενοι δερβίσηδες βρήκαν θερμή υποδοχή από τους Τούρκους νομάδες. Μετά την άφιξή τους, οι δερβίσηδες Καλαντάρ είχαν μεγάλη επίδραση στον εξισλαμισμό της Ανατολίας.
Την άνοιξη του 1453, είδανε τους δερβίσηδες Καλαντάρ να κατηφορίζουν προς το Βόσπορο για να στηρίξουν το στρατό του σουλτάνου κατά τη διάρκεια του ιερού πολέμου κατά της Κωνσταντινούπολης. Με την κατάκτηση της πόλης, ο σουλτάνος Μεχμέντ ο Β΄ ο Πορθητής εκχώρησε την εκκλησία στους αγίους Καλαντάρ που τη χρησιμοποίησαν σαν στέγη δερβίσηδων. Δεν την χάρηκαν όμως για πολύ λόγω του περιθωριακού χαρακτήρα τους και της αντίθεσης προς το ορθόδοξο Ισλάμ.
Μεθοκόπι και ρουμπίνια –κρασί και ερείπια και άρνηση της πίστης, αυτά είναι το βασίλειο του Καλαντάρ. Αλλά εκείνος βρίσκεται σε απόσταση απ’ αυτό. Λες «είμαι Καλαντάρ!», αλλά αυτό δεν είναι σωστό, γιατί η καλανταροσύνη είναι άκτιστη». Ρουμί
Οι κοινοί μουσουλμάνοι, οι Οθωμανοί αξιωματούχοι και οι σουλτάνοι θεωρούσαν παρεκτροπή τον τρόπο ζωής, την εμφάνιση, τις φιλοσοφικές ιδέες και πεποιθήσεις των Καλαντάρ. Οι διδαχές τής Καλανταρίας βασίζονταν στον ασκητισμό, που πρόσφερε στους δερβίσηδες ένα εναλλακτικό σχήμα ζωής. Όπως όλοι οι δερβίσηδες του σουφισμού, έτσι και αυτοί οι ασκητές με το ελεύθερο πνεύμα αποτραβιούνταν από τον υλικό κόσμο ενώ ασκούσαν δριμεία κριτική στους ηθικούς κανόνες της κοινωνίας. Οι Καλανταραίοι άγιοι ποτέ δεν ζητούσαν την επιδοκιμασία των ανθρώπων, επίσημους θρησκευτικούς κανόνες ή κοινωνικά πρότυπα. Οι περιπλανώμενοι Καλανταραίοι δερβίσηδες, που στην εποχή τους θεωρήθηκαν αναρχικοί, φαίνονταν αιρετικοί στην κοινωνία που ασταμάτητα παραπονιόταν γι’ αυτούς στους Οθωμανούς αξιωματούχους και τους σουλτάνους.
Από αμνημονεύτων χρόνων, οι κοινωνίες ήταν επιφυλακτικές απέναντι στους αλήτες, και οι Καλανταραίοι δερβίσηδες είχαν ένα χαρακτήρα αλητείας. Δεν τους άρεσε η σταθερότητα και οι υλικές ανέσεις, λεγόταν γι’ αυτούς ότι ήταν ευλογημένοι με την μποέμ περιπλανώμενη φύση του Ιησού Χριστού καθώς τριγυρνούσαν από τόπο σε τόπο για να διαδώσουν το λόγο της αγάπης σε όλη τη ζωή τους. Έβρισκαν τροφή ζητιανεύοντας στους δρόμους, διαβάζοντας την παλάμη και λέγοντας τη μοίρα σε καφενεία, ή ακόμα με μικροαπάτες όποτε ήταν αναγκαίο.
Είμαι οδοιπόρος και το όνομά μου είναι Καλαντάρ, δεν έχω ούτε σπίτι, ούτε καλά, ούτε κουζίνα. Όταν έρχεται η μέρα, γυρίζω τον κόσμο· όταν πέφτει η νύχτα, πλαγιάζω μ’ ένα τούβλο για μαξιλάρι. μπαμπά Ταχίρ
Σε σύγκριση με άλλους Σούφι δερβίσηδες, οι Καλανταραίοι γενικώς είχαν αλλόκοτη εμφάνιση. Τα κεφάλια και τα γένια τους ήταν συνήθως ξυρισμένα και φορούσαν κοντά φορέματα με μανδύα και γούνινο σκούφο πάνω στους ώμους τους. Καμιά φορά είχαν κρίκους στο λαιμό, στον καρπό ή στα γεννητικά τους όργανα. Σε έναν πίνακα στη βιβλιοθήκη του Θησαυροφυλακίου στο Μουσείο του ανακτόρου Τόπκαπι, βλέπουμε έναν Καλαντάρη δερβίση να κρεμά έναν σάκκο με όπιο στη μέση του. Σε έναν άλλο πίνακα στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης, ένας Καλαντάρης δερβίσης φορά τη συνηθισμένη καφετί γούνα, αλλά αυτό που τραβά πιο πολύ την προσοχή είναι το κόκκινο σκουλαρίκι και οι κρίκοι του. Οι Καλανταραίοι δερβίσηδες είναι γνωστοί για τα μπιχλιμπίδια που τοποθετούσαν πάνω στο σώμα τους.
Οι περιπλανώμενοι δερβίσηδες δεν είχαν σεβασμό για κανένα από τα έθιμα και τις συμβάσεις της κοινωνίας που τιμούσε κοσμικά αγαθά όπως τη σταδιοδρομία, τον πλούτο, τους ετεροφυλόφιλους γάμους, την πολυτέλεια, την εγγραματοσύνη ή την εξωτερική εμφάνιση μεταξύ άλλων. Επέκριναν αυστηρά τους κανόνες αυτούς και αντιδρούσαν στην κοινωνία επιλέγοντας την αγαμία, τη σοδομία, τη ζητιανιά, τη λιμοκτονία και τον αυτοακρωτηριασμό.
Επιπλέον, οι Καλαντάρ συγκρούονταν με τη σουνιτική κοινωνία ως προς τον τρόπο λατρείας, και ειδικότερα ως προς τη χρήση της μουσικής, της οινοποσίας και του οπίου στο πλαίσιο των λατρευτικών τους πρακτικών. Ο σουφισμός ανέκαθεν εκφραζόταν μέσα απ’ τη μουσική, και οι Καλανταραίοι το ίδιο. Αυτός ο τρόπος λατρείας θεωρούνταν αλλόκοτος για την πλειοψηφία των μουσουλμάνων, που στα μάτια τους οι Καλαντάρ ήταν κακοποιοί. Μάλλον γι’ αυτό οι Καλαντάρ δεν έκαναν δημόσιες επιδείξεις ευσέβειας. Θεωρούσαν ότι η μουσική ήταν ένας τρόπος να έρθεις πιο κοντά στον Αλλάχ· ένας τρόπος που, για να τον ακολουθήσουν, έπρεπε να είναι σε «ένθεη χαρά». Έπιναν κρασί και κάπνιζαν όπιο για να έρθουν στο κέφι χορεύοντας υπό τους ήχους διάφορων οργάνων μέχρι να φτάσουν σε έκσταση.
Με το πέρασμα του χρόνου, οι Καλανταραίοι δερβίσηδες υπέκυψαν σε εξωτερικές πιέσεις, αρχίζοντας όψιμα να τελούν λατρεία μαζί με τους δερβίσηδες του μπεκτασικού τάγματος. Το μπεκτασικό τάγμα ιδρύθηκε από τον Χατζή Μπεκτασί Βελή, έναν από τους πιο διάσημους Σούφι αγίους μαζί με τον Ρουμί. Ο Χατζή διαμόρφωσε τη γη της Ανατολίας με τις ιδέες και τις πεποιθήσεις του. Βαθμιαία, οι Καλανταραίοι και οι αρχές τους διαλύθηκαν στο εσωτερικό του μπεκτασισμού, ο οποίος αργότερα έμελλε να γίνει η βασική ισλαμική διδασκαλία του σώματος των Γενιτσάρων. Το τάγμα των Μπεκτασήδων καταργήθηκε ολοκληρωτικά σε όλη την Οθωμανική Αυτοκρατορία με την κατάργηση των Γενιτσάρων. Η Τουρκία ακόμα σήμερα στεγάζει κάποιους Μπεκτασήδες, πράγμα που δεν συμβαίνει με τους Καλανταραίους δερβίσηδες· η δική τους μνήμη σώζεται μόνο στο σπίτι τους στην Ιστανμπούλ.
Πρώτη δημοσίευση στο σάιτ WE LOVE ISTANBUL. Μετάφραση: Α.Γ.