Σύμφωνα με πληροφορίες που αναφέρονται στην ελληνική Wikipedia, και συγκεκριμένα στο λήμμα «Κωνσταντίνος Καραμανλής», ο και «εθνάρχης» αποκληθείς ήταν γιος του Γεωργίου Καραμανλή, δημοδιδασκάλου ο οποίος είχε «πολεμήσει» και στον «Μακεδονικό Αγώνα». (Τα εισαγωγικά τα προσθέτω εγώ, διότι ο λεγόμενος μακεδονικός –κατ’ ουσίαναντιμακεδονικός– αγώνας δεν ήταν φυσικά πόλεμος, δεν συνίστατο σε μάχες μεταξύ στρατών, αλλά απλώς μια τρομοκρατική επιχείρηση που διεξήγαγαν χωρίς επιτυχία σώματα ατάκτων εις βάρος κυρίως αμάχων χωρικών).
Αυτό που δεν αναφέρει το λήμμα, ούτε και καμία άλλη αγιογραφία του «εθνάρχη», είναι ότι ο εν λόγω πρόμαχος του ελληνισμού άσκησε τρομοκρατία όχι μόνο εις βάρος ντόπιων Μακεδόνων, αλλά και εις βάρος Ποντίων Συνέχεια →
Στον ελληνόφωνο κυβερνοχώρο -και όχι μόνο- είναι ευρύτατα διαδεδομένη η άποψη ότι ο Αλέξανδρος «λατρεύεται σαν θεός» και «μνημονεύεται ως εκπολιτιστής» από τους λαούς των χωρών τις οποίες κατέκτησε. Είναι όμως πράγματι έτσι;
NU
Στα δυτικά βιβλία ιστορίας υπό ελληνική επίδραση, ο Μέγας Αλέξανδρος απεικονίζεται ως ένας θρυλικός κατακτητής και στρατιωτικός ηγέτης. Από περσική οπτική γωνία, όμως, η κληρονομιά του φαίνεται πολύ διαφορετική.
Κάθε επισκέπτης των θεαματικών ερειπίων της Περσέπολης –της τελετουργικής πρωτεύουσας της αρχαίας περσικής αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών- πληροφορείται τρία γεγονότα: ότι η πόλη χτίστηκε από τον Δαρείο τον Μέγα, εξωραΐστηκε από τον γιο του, τον Ξέρξη, και καταστράφηκε από αυτόν τον άνθρωπο, τον Αλέξανδρο.
Ο άνδρας αυτός αποθεώθηκε στον δυτικό πολιτισμό ως ο κατακτητής της περσικής αυτοκρατορίας και μια από τις μεγάλες στρατιωτικές ιδιοφυΐες της ιστορίας.
Μάλιστα, διαβάζοντας κάποια δυτικά βιβλία ιστορίας θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί ότι οι Πέρσες υπήρξαν μόνο και μόνο για να κατακτηθούν από τον Αλέξανδρο.
Κάποιο πιο φιλέρευνο μυαλό θα μπορούσε να ανακαλύψει ότι οι Πέρσες είχαν ηττηθεί δύο φορές στο παρελθόν από τους Έλληνες κατά τη διάρκεια δύο αποτυχημένων εισβολών στην Ελλάδα, υπό τον Δαρείο τον Μέγα το 490 π.Χ. και στη συνέχεια από τον γιο του, Ξέρξη, το 480 π.Χ. –για τις οποίες η επίθεση του Αλεξάνδρου ήταν ένα δικαιολογημένο αντίποινο.
Αλλά ιδωμένος μέσα από τα περσικά μάτια, ο Αλέξανδρος απέχει παρασάγγας από το να είναι «Μέγας».
Ο Αλέξανδρος κατέστρεψε ολοσχερώς την Περσέπολη μετά από μια νύχτα μέθης και υπερβολών, κατόπιν Συνέχεια →
Τα εγκλήματα του εθνικού ήρωα Αλέξανδρου του Γ (που ονομάστηκε Μagnus=Μέγας από τους επίσης μεγαλομανείς κατακτητές Ρωμαίους) δεν είχαν προηγούμενο στην μέχρι τότε καταγεγραμμένη ιστορία της ανθρωπότητας.
Για τους ανατολικούς λαούς, ο βάρβαρος Αλέξανδρος είναι ότι ο Ούννος Αττίλας για την Δύση, ενώ στη λογοτεχνία των Περσών παρομοιάζεται με τον σατανά. (Περσ. Ahriman).
Με εντολή του Αλεξάνδρου, η Θήβα αφού λεηλατήθηκε, ισοπεδώνεται τελείως και ουσιαστικά παύει να υπάρχει. 6.000 άμαχοι Θηβαίοι σφαγιάσθηκαν και 30.000 σύρθηκαν αιχμάλωτοι στα σκλαβοπάζαρα.
Στην φοινικική πόλη της Τύρου, έσφαξε 10.000 άμαχους κατοίκους, τους 2.000 τους σταύρωσε γυμνούς κατά Συνέχεια →
«Α. Κωστής»: Ο μυστηριώδης και άγνωστος μποέμ ρεμπέτης του Μεσοπολέμου που το περιοδικό Rolling Stone έβαλε στις λίστες του …
Γεννήθηκε πριν από 118 χρόνια στο χωριό Μπολάτι Κορινθίας από μεσοαστική οικογένεια. Τέλειωσε το γυμνάσιο στην Κόρινθο και ήρθε στην Αθήνα, όπου γράφτηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών ενώ παράλληλα παρακολουθούσε μαθήματα κιθάρας και έτσι τον απορρόφησε η μουσική.
Εργάστηκε σε εφημερίδες ως αρθρογράφος και σκιτσογράφος, αλλά και ως ηθοποιός. Συνάδελφός του και φίλος, στην εφημερίδα «Πρωία», ήταν μάλιστα ο Κώστας Βάρναλης.
Το 1920 γίνεται μέλος της περίφημης «Μάντρας» του Αττίκ και συνεργάτης του διάσημου συνθέτη. Εκεί δημιουργεί το δικό του 8μελές συγκρότημα με χαβάγιες, τα «Άσπρα πουλιά»· ονομάστηκαν έτσι επειδή έπαιζαν πάντα ντυμένοι στα άσπρα. Χρησιμοποιώντας το «ελαφρό» τραγούδι, γυρίζουν τα πάλκα και τις θεατρικές σκηνές σε όλη την Ελλάδα κάνοντας ταυτόχρονα επιθεώρηση, με μεγάλη επιτυχία. Το συγκρότημά του υπήρξε φυτώριο και για άλλα πολύ μεγάλα ονόματα της μουσικής και του τραγουδιού, όπως η Δανάη Στρατηγοπούλου και ο Νίκος Γούναρης. Εκεί άρχισε την καριέρα του σαν κιθαρίστας και ο Μανώλης Χιώτης.
Στις αρχές του 1930 και σε ηλικία 25 ετών, ηχογραφούν στην Αθήνα με προτροπή του Τέτου Δημητριάδη για την Αμερικάνικη αγορά, για λογαριασμό της RCA Victor, και φωνογραφούν μαζί μια δωδεκάδα «αδέσποτων μάγκικων» τραγουδιών. Δωδεκάδα ιστορικά ρεμπέτικα, που τραγούδησε και έπαιξε κιθάρα ο ίδιος με συνοδεία και δεύτερης κιθάρας. Το ποιος ήταν ο δεύτερος κιθαρίστας παραμένει μυστήριο. Σ’ αυτά χρησιμοποίησε το ψευδώνυμο «Α. Κωστής». Η χρήση της κιθάρας σ’ αυτά τα κλασσικά ρεμπέτικα δείχνει μια δεξιοτεχνία παιξίματος με τα δάχτυλα σε Μικρασιάτικους δρόμους και ασυνήθιστα κουρδίσματα στην αυγή των ρεμπέτικων, πριν την επικράτηση του μπουζουκιού, που για πρώτη φορά ηχογραφείται στην Ελλάδα το 1931. Συγκριτικά, ο Βαμβακάρης ξεκινάει την καριέρα του μόλις το 1932 και μετά τον ακολουθούν και άλλοι μεγάλοι όπως ο Παπαϊωάννου, ο Δελιάς ή ο Τσιτσάνης. Για τα επόμενα χρόνια της ζωής του, αλλά και για δεκαετίες μετά τον θάνατό του, μάλλον εσκεμμένα παρέμεινε σιωπηλός σχετικά με τις συγκεκριμένες ηχογραφήσεις. Έπρεπε να περάσουν 85 χρόνια για να αποκαλυφθεί ότι πίσω από τον Α. Κωστή ήταν ο Κώστας Μπέζος. Την «αποκάλυψη» δεν την έκανε το Υπουργείο Πολιτισμού ή κάποιος δημόσια επιχορηγούμενος φορέας, αλλά δύο ξένοι που είναι οι μεγαλύτεροι θαυμαστές του. Οι δύο αυτοί «ξένοι» είναι ο Άγγλος ψυχίατρος Tony Klein και ο Αμερικάνος Gordon Ashworth, και οι δύο μουσικοί ερευνητές.
Στα χρόνια μέχρι τον ελληνοϊταλικό πόλεμο, ο Κώστας Μπέζος, καταγράφει την Ελλάδα μέσα από τα τραγούδια του. Η πολιτική αλητεία κάθε μορφής, ο κόσμος που ψηφίζει τους βασανιστές του και η έλλειψη αυτοκριτικής είναι τα θέματά του στιχουργικά. Όταν ξεκινάει ο πόλεμος το 1940 ο Μπέζος θα χρησιμοποιήσει την πένα του και με τα αντιφασιστικά του σκιτσάκια γελοιοποιεί τον ίδιο τον Ντούτσε. Μάλιστα ο Μπέζος δημιουργούσε γελοιογραφίες του Μουσολίνι πριν από το 1940, τις οποίες η Μεταξική λογοκρισία που απαγόρευε «καθ’ οιονδήποτε τρόπον προσβολή αρχηγών μεγάλων δυνάμεων» έκοβε συνεχώς.
Στις 14 Ιανουαρίου του 1943, μέσα στην πείνα, τις στερήσεις και τις κακουχίες της γερμανικής κατοχής, ο φωτεινός Μπέζος ξεψυχά σε ένα υγρό δωμάτιο νοσοκομείου στην Αθήνα από φυματίωση. Ήταν 38 μόλις ετών.
Δύο ημέρες μετά τον θάνατό του, ο Κώστας Βάρναλης τον αποχαιρετά με κείμενο στην εφημερίδα «Πρωία»:
Μια ζωή, ένα παραμύθι, ένας τάφος. Τι άδικα που χάθηκε μια εξαιρετική καλλιτεχνική ψυχή, ένας θαυμάσιος άνθρωπος, ο τελευταίος της γενεάς των βοημών!
Το 2017 το περιοδικό «Rolling Stone», συγκαταλέγει ανάμεσα στους 15 καλύτερους δίσκους της χρονιάς για ακρόαση και τον δίσκο του Κώστα Μπέζου «Kostas Bezos and the White Birds».
Με τη συγγραφή αυτού του βιβλίου, σκοπός μας ήταν να υπενθυμίσουμε ότι η απελευθέρωση της Ευρώπης δεν προκάλεσε μόνο εκρήξεις χαράς μεταξύ των πληθυσμών. Δυστυχώς, τόσο οι εισβολείς όσο και οι απελευθερωτές κόμισαν το δικό τους μερίδιο τρόμου σε βιασμούς και φόνους. Το καθήκον αμεροληψίας των δικαστηρίων όσον αφορά τις καταδίκες για τα ίδια εγκλήματα δεν έγινε σχεδόν ποτέ σεβαστό, ιδίως στη βάση του χρώματος και της καταγωγής του δράστη.
Ο φάκελος λοιπόν αυτός είναι ευαίσθητος, έχει δημοσιοποιηθεί και σχολιαστεί ελάχιστα, απλώς επειδή στο μυαλό πολλών ανθρώπων ο βιασμός είναι απαίσια πράξη. Σχεδόν όλες οι γυναίκες που υφίστανται βιασμό συχνά προτιμούν να το αποκρύψουν από την οικογένειά τους, από το φόβο για το «τι θα πει ο κόσμος», για τα κουτσομπολιά, αλλά επίσης από φόβο μήπως γίνουν δακτυλοδεικτούμενες. Ο πόνος όλων αυτών των βιασμένων γυναικών, που θα κουβαλούν μέσα τους για όλη τους τη ζωή το στίγμα αυτού του εγκλήματος. Και τι να πούμε για την περίπτωση που, συνεπεία αυτού του βιασμού, έμειναν έγκυες και έφεραν στον κόσμο ένα παιδί που θα τους θυμίζει διαρκώς τον πόνο αυτού του εγκλήματος. Δυστυχώς οι βαρβαρότητες αυτές υπήρξαν ανέκαθεν, και διαπράχθηκαν από όλους τους στρατούς.
Σε όλους τους καιρούς και σε όλες τις εποχές, ιδίως σε περίοδο πολέμου, ο άντρας πάντοτε χρησιμοποίησε το όπλο Συνέχεια →
Από τη στιγμή που έγινε γνωστό ότι ο πολιτικός επιστήμονας και ιστορικός Νίκος Μαραντζίδης θα συνεργαστεί ως σύμβουλος με την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ κατά την ανάλυση και την οργάνωση της προεκλογικής καμπάνιας, στον ηλεκτρονικό και γενικότερο δημόσιο χώρο ξέσπασε ακόμα ένα κύμα απαξίωσης και ηθικού σκανδαλισμού για την «προδοσία», ένα τυχαίο δείγμα του οποίου παραθέτω αμέσως κατωτέρω.
ανασύρονται γκαιμπελίσκοι ιστορικοί ως ο κύριος Μαραντζίδης (το κύριος… ποιητική αδεία).
Αλλά δεν σταματούν εκεί. Στην κατρακύλα τους, στον ακροδεξιό τους κατήφορο, στην πορεία εκφασισμού τους, αγκαλιάζουν κάθε αλήτικο, ακροδεξιό, αντικομμουνιστικό, φασιστικό υποκείμενο που επιπλέει στον δυσώδη βόρβορο του εκμεταλλευτικού συστήματος που ξεδιάντροπα υπηρετούν.Συνέχεια →
Τις προάλλες, έτυχε να επισκεφθώ το μουσείο ομοιωμάτων Βρέλλη, έξω από τα Γιάννενα.
Η επίσκεψη αυτή δεν ήταν στο πρόγραμμα, επρόκειτο για επιλογή ανάγκης (είχε καταρρακτώδη βροχή και δεν υπήρχε εκεί κοντά διαθέσιμη κάποια άλλη λύση κλειστού χώρου) και δεν είχα υψηλές προσδοκίες. Έστω και έτσι, όμως, η εντύπωση ήταν απογοητευτική. Πρόκειται για ένα μουσείο (ακόμα και ο χαρακτηρισμός αυτός είναι μάλλον καταχρηστικός) φτιαγμένο με όρους του 19ου αιώνα.
Το μουσείο έχει 12 «αίθουσες», σε καθεμιά από τις οποίες παρουσιάζεται και ένα ταμπλώ βιβάν από (υποτίθεται) την ελληνική ιστορία. Το πρώτο πρώτο, όμως, αναπαριστά το «Κρυφό Σχολειό» –κάτι δηλαδή που εδώ και καιρό έχει καταδειχθεί ότι δεν υπήρξε ιστορικά, όπως υποστήριξε νομίζω πρώτος πειστικά ο Άλκης Αγγέλου, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Τα Συνέχεια →
Ο τίτλος της εισήγησής μου είναι παραλλαγή του τίτλου ενός γνωστού κειμένου του Φρόιντ (για την ακρίβεια, της πρώτης ελληνικής απόδοσης) στο οποίο ως τέτοια πηγή κατονομαζόταν ο «πολιτισμός» (Kultur). Eπιλέχθηκε για έναν πολύ απλό λόγο που θα εξηγήσω αμέσως.
Η δική μου εισήγηση έχει αντικείμενο τις «μεγάλες αφηγήσεις», όχι κάποια ειδική έρευνα.
Θέλει να εκφράσει σχετικά μία αρκετά απλή όσο και φιλόδοξη ιδέα, με την οποία θα προτείνω έναν νέο τρόπο ανάγνωσης της ιστορίας της Ελλάδας (και των Βαλκανίων) του 20ού αιώνα.
Μέχρι τώρα, οι ιστορικοί περιέγραφαν τις πολιτικές, κοινωνικές και στρατιωτικές συγκρούσεις των δεκαετιών του 1910 και 20, αν όχι και ολόκληρου τον 20ό αιώνα, ως εκδήλωση της προσπάθειας για σχηματισμό εθνικών κρατών. Υπέθεταν ως δεδομένο ότι όλοι οι άνθρωποι ανήκαν ανέκαθεν σε έθνη, και ότι κάποια στιγμή επιδίωξαν να επιτύχουν την «ολοκλήρωση» των εν λόγω εθνών, δηλαδή να ιδρύσουν τα κράτη που αντιστοιχούν σε αυτά, και να τα επεκτείνουν όσο το δυνατόν περισσότερο. Επειδή αυτές οι επιδιώξεις ήταν αδύνατο να υλοποιηθούν όλες ταυτόχρονα, προέκυψαν συγκρούσεις. Δευτερευόντως, κάποιες συγκρούσεις προέκυψαν επειδή, στο εσωτερικό του ίδιου έθνους, κάποιοι επιθυμούσαν κράτος του Χ τύπου ενώ άλλοι του Ψ.
Η εξέλιξη αυτή αναγνωρίζεται προφανώς ότι προκάλεσε μεγάλης έκτασης ανθρώπινο πόνο και αναστάτωση στις ζωές των ανθρώπων, (όσων επέζησαν), αλλά η παραδοχή αυτή συνοδεύεται από την πεποίθηση ότι δεν γινόταν αλλιώς, ότι οι θυσίες αυτές Συνέχεια →
Τις τελευταίες μέρες, διάβασα το βιβλίο του Νίκου Βαφέα Από τον λιποτάκτη στον αντάρτη. Η «στάσις των ανυποτάκτων» στη Δυτική Κρήτη (1921-1922) (Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2022). Πρόκειται για ένα βιβλίο πολύ σημαντικό στο οποίο ελπίζω να αφιερώσω σύντομα αυτοτελές σημείωμα.
Η σημασία του αυτή έγκειται στο ότι φέρνει στο φως ένα τελείως άγνωστο περιστατικό από τον ελληνικό μεσοπόλεμο –ή μάλλον, ακριβώς, όχι ένα μόνο, αλλά πολλά τα οποία συνδέονται μεταξύ τους και για τα οποία οι περισσότεροι (ή τουλάχιστον εγώ) δεν είχαμε ποτέ ακούσει, ή αν είχαμε ακούσει δεν τα είχαμε ιδιαίτερα προσέξει ή συνδέσει μεταξύ τους. Έτσι, αποτελεί ακόμα έναν κρίκο σε μια αλυσίδα ιστορικών ερευνών που δημοσιεύονται τα τελευταία χρόνια για την περίοδο αυτή οι οποίες, χωρίς υπερβολή, θεωρώ ότι μας οδηγούν να πρέπει να ξανασκεφτούμε τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε την ιστορία του ελληνικού κράτους.
Αυτά όμως θα τα πούμε αναλυτικότερα αλλού. Ένα από αυτά τα αγνοημένα γεγονότα, που μας ενδιαφέρει σήμερα, είναι και το ότι το διάστημα 1920-22, δηλαδή το διάστημα κατά το οποίο ο ελληνικός στρατός ήλεγχε το βιλαέτι της Σμύρνης και διεξήγαγε επιχειρήσεις σε άλλα βιλαέτια με σκοπό … (με σκοπό τι άραγε; Να φτάσει στην Κόκκινη Μηλιά;), υπήρχε και δρούσε μία ομάδα ονόματι Εθνική Άμυνα Κωνσταντινουπόλεως, βασισμένη στο επιτυχημένο προηγούμενο της ομώνυμής της της Συνέχεια →
Τρεις χιλιάδες χρόνια ελληνικού πολιτισμού αλλά η Κύπρια Κυρά που έγινε αργότερα μητέρα της Ρώμης και του κόσμου, έλκει την καταγωγή της από την Αιγυπτιακή Αθώρ και την Φοινικική Αστορίτ (Αστάρτη).
Τρεις χιλιάδες λέμε! Αλλά ο μεγαλύτερος Κύπριος φιλόσοφος και ίσως ο πλέον παγκόσμια αναγνωρισμένος Κύπριος όλων των εποχών ήταν ο φοινικικής καταγωγής Ζήνωνας από το φοινικικό Κίτιο.
Τρεις ολόκληρες χιλιάδες, αλλά ο ιδρυτής της χριστιανικής εκκλησίας της Κύπρου ήταν ο ιουδαϊκής καταγωγής και με εβραϊκό όνομα, Κύπριος εκ Σαλαμίνας, Βαρνάβας!
Τρεις, μην σας πω και τρεισήμισι χιλιάδες… αλλά καμιά σπουδαία κυπριακή πόλη, Πάφος, Αμαθούς, Κίτιο, Σαλαμίνα, ούτε καν κι αυτό το όνομα του νησιού, δεν ετυμολογούνται στα Ελληνικά.
Εικοσιπέντε φορές αναφέρεται το Κίτιο στην παλαιά λεγόμενη διαθήκη, το εβραϊκό Ταλμούδ, ως η Συνέχεια →