ρατσισμός,Αρχαιογνωσία,Πολιτική

Ο άνθρωπος που θέλει να σώσει τις κλασικές σπουδές από την λευκότητα

της Ρέιτσελ Πόουζερ

Στον κόσμο των κλασικών φιλόλογων, η αντιπαράθεση μεταξύ του Νταν-Ελ Παδίγια Περάλτα και της Μέρι Φράνσις Ουίλιαμς έγινε γνωστή απλώς ως «το επεισόδιο». Η αναμέτρηση έλαβε χώρα σε ένα συνέδριο της Εταιρείας Κλασικών Σπουδών τον Ιανουάριο του 2019 –το είδος της ακαδημαϊκής συγκέντρωσης στην οποία συνήθως δεν συμβαίνει τίποτα που θα μπορούσε να φανεί επίμαχο ή έστω απλώς ενδιαφέρον σε όσους δεν ανήκουν στον κλάδο. Αλλά εκείνη τη χρονιά, το συνέδριο περιελάμβανε ένα πάνελ για «Το μέλλον των κλασικών», το οποίο -και οι συμμετέχοντες το αναγνωρίζουν ομόφωνα- πόρρω απείχε από το να είναι ασφαλές. Εκτός από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ανθρωπιστικές σπουδές ως σύνολο (τάξεις και μαθήματα υπό εξαφάνιση λόγω αποεπένδυσης, φθίνουσα αίγλη, και φοιτητικό χρέος), οι κλασικές σπουδές βίωσαν επιπλέον και μια κρίση ταυτότητας. Για καιρό σεβαστές ως το θεμέλιο του «Δυτικού πολιτισμού», τώρα ο κλάδος προσπαθούσε να ξεφορτωθεί την φήμη ότι πρόκειται για ένα ελίτ θέμα που το δίδασκαν και το μελετούσαν σχεδόν αποκλειστικά λευκοί άνδρες, φήμη που ο ίδιος ο χώρος είχε επιβάλλει στον εαυτό του. Πρόσφατα, αυτή η προσπάθεια έγινε επιτακτικής σημασίας: η κλασσική αρχαιότητα είχε εγκολπωθεί από την ακροδεξιά, τα μέλη της οποίας θεωρούν τους αρχαίους Έλληνες και τους Ρωμαίους ως τους δημιουργούς της λεγόμενης λευκής κουλτούρας. Διαδηλωτές στην Charlottesville της Βιρτζίνια, κρατούσαν σημαίες με σύμβολο του ρωμαϊκού κράτους, ονλάιν αντιδραστικοί υιοθετούν ψευδώνυμα από την κλασική αρχαιότητα, και το Στόρμφροντ, ένα σάιτ υπέρ της «λευκής υπεροχής» ανέβασε φωτογραφία του Παρθενώνα με ταγκλάιν «Κάθε μήνας είναι μήνας λευκής ιστορίας». [i]

Ο Παδίγια, ένας εξέχων ιστορικός (με αντικείμενο την κλασική Ρώμη) που διδάσκει στο Πρίνστον και γεννήθηκε στη Δομινικανή Δημοκρατία, ήταν ένας από τους ομιλητές του πάνελ την ημέρα του «επεισοδίου». Εδώ και αρκετά χρόνια, ο Παδίγια μιλά ανοιχτά για τις βλάβες που προκάλεσαν όσοι ασχολούνται με τους κλασικούς εδώ και δύο χιλιετίες από την αρχαιότητα: τις αρχαιοελληνορωμαϊκές δικαιολογήσεις της δουλείας, της φυλετικής επιστήμης, της αποικιοκρατίας, του ναζισμού και άλλων φασισμών του 20ου αιώνα. Οι κλασικές σπουδές ήταν ένας γνωστικός κλάδος γύρω από τον οποίο αναπτύχθηκε το σύγχρονο δυτικό πανεπιστήμιο, και ο Παδίγια πιστεύει ότι ο κλάδος αυτός έχει σπείρει ρατσισμό στο σύνολο της ανώτερης εκπαίδευσης. Το περασμένο καλοκαίρι, μετά την απόφαση του Πρίνστον να αφαιρέσει το όνομα του Woodrow Wilson από τη Σχολή Δημοσίων και Διεθνών Σχέσεων, ο Παδίγια έγραψε μαζί με άλλους μια ανοιχτή επιστολή που πίεζε το πανεπιστήμιο να κάνει περισσότερα. «Καλούμε το πανεπιστήμιο να ενισχύσει τη δέσμευσή του προς τους Μαύρους», έλεγε η επιστολή, «και να γίνει, για πρώτη φορά στην ιστορία του, ένα αντιρατσιστικό ίδρυμα». Εξετάζοντας τη ζημιά που έγινε από ανθρώπους που διεκδικούν την ελληνορωμαϊκή παράδοση, ο Παδίγια ισχυρίζεται ότι δεν μπορεί κανείς παρά να συμπεράνει ότι οι κλασικές σπουδές έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην επινόηση της «λευκότητας» και της συνεχούς κυριαρχίας της.

Τα τελευταία χρόνια, κλασικοί φιλόλογοι με απόψεις σαν του Παδίγια ενώθηκαν για να διαλύσουν τους επιβλαβείς μύθους γύρω από την αρχαιότητα. Σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης και σε άρθρα περιοδικών και αναρτήσεις σε μπλογκς, έχουν διευκρινίσει ότι σε αντίθεση με την ακροδεξιά προπαγάνδα, οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι δεν θεωρούσαν τους εαυτούς τους «λευκούς», και τα μαρμάρινα γλυπτά τους, των οποίων η ωχρή σάρκα έγινε φετίχ τον 18ο αιώνα, στην αρχαιότητα ήταν συνήθως επιχρωματισμένα. Έχουν επισημάνει ότι στην Αθήνα του 5ου αιώνα π. Χ., την διάσημη ως γενέτειρα της δημοκρατίας, η συμμετοχή στην πολιτική περιοριζόταν στους άρρενες πολίτες, ότι χιλιάδες υποδουλωμένων ανθρώπων δούλεψαν και πέθαναν σε ορυχεία αργύρου νότια της πόλης, και ότι τα ήθη υπαγόρευαν πως γυναίκες της ανώτερης τάξης δεν θα μπορούσαν να βγουν εκτός σπιτιού, παρά μόνο καλυμμένες με πέπλο και συνοδευόμενες από άρρενα συγγενή. Έδειξαν ότι η έννοια του δυτικού πολιτισμού προέκυψε ως ευφημισμός για τον «λευκό πολιτισμό» στα γραπτά ανθρώπων όπως του Λόθροπ Στόνταρντ, μέλους της ΚουΚλουξΚλαν και ευγονιστή. Μερικοί κλασικοί φιλόλογοι έφτασαν μάλιστα στην ιδέα ότι η επιστήμη τους αποτελεί μέρος του ικριώματος που στήνει «η λευκή υπεροχή” – μια τραυματική διαδικασία που μου την περιέγραψαν σαν ένα «αντίστροφο red-pilling” – αλλά αρχίζουν επίσης να βλέπουν τη θέση τους ως μια ευκαιρία. Και επειδή οι κλασικές σπουδές έπαιξαν ρόλο στην κατασκευή της λευκότητας, πιστεύουν ότι ίσως ο κλάδος μπορεί να παίξει ένα ρόλο στην διάλυσή της.

Το πρωί του «επεισοδίου», ο Παδίγια ξεχώριζε -όπως πάντα- ανάμεσα στους συναδέλφους του. Φορώντας ένα λευκό κολαριστό πουκάμισο, κάθισε κάπου μπροστά στην μεγάλη αίθουσα συνεδριάσεων του San Diego Marriott, όπου οι περισσότεροι παρευρισκόμενοι φορούσαν απαλούς τόνους του γκρι. Μέσα σε 10 λεπτά, ο Παδίγια παρουσίασε αναλυτικά ένα κατηγορητήριο για τον κλάδο του. «Αν κάποιος είχε τη πρόθεση να σχεδιάσει έναν κλάδο σπουδών του οποίου τα θεσμικά όργανα και τα πρωτόκολλα προστασίας θα στόχευαν ρητά στο να αποκηρύσσουν την νομιμότητα έγχρωμων μελετητών», είπε, «δεν θα μπορούσε το κάνει καλύτερα από ό, τι το έκαναν οι κλασικές σπουδές». Η άποψη του Παδίγια για τη συνενοχή των κλασικών σπουδών στη συστηματική αδικία είναι ασυμβίβαστη, ακόμη και με τα μέτρα ορισμένων εκ των συμμάχων του. Ο Παδίγια έχει καταδικάσει τον κλάδο ως «τόσο βαμπίρ όσο και κανίβαλο» – μια επικίνδυνη δύναμη που έχει χρησιμοποιηθεί για να δολοφονεί, να υποδουλώνει, και να υποτάσσει. «Έχει καταγραφεί στα πρακτικά, να λέει πως δεν είναι σίγουρος ότι ο κλάδος αξίζει κάποιο μέλλον», μου είπε ο Denis Feeney, λατινιστής στο Πρίνστον. Ο Παδίγια πιστεύει ότι κλασικές σπουδές και λευκή υπεροχή διαπλέκονται τόσο μεταξύ τους, ώστε να είναι αδιαχώριστες. «Όχι μόνο δεν είναι εξωτερικό στοιχείο στη μελέτη της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας», έγραψε, «αλλά και, μετά από πιο λεπτομερή εξέταση, η παραγωγή της λευκότητας εμφανίζεται παρούσα στο ίδιο το μεδούλι των κλασικών».

Όταν ο Παδίγια τελείωσε την ομιλία του, το κοινό κλήθηκε να κάνει ερωτήσεις. Η Ουίλιαμς, μια ανεξάρτητη μελετήτρια από την Καλιφόρνια, ήταν από τους πρώτους που μίλησαν. Σηκώθηκε από το κάθισμά της στην μπροστινή σειρά και ρύθμισε το μικρόφωνο που είχε τοποθετηθεί στο κέντρο του δωματίου. «Μάλλον θα σας προσβάλω όλους», ξεκίνησε. Αντί να αποδεχθεί με τεμενάδες την κριτική, η Ουίλιαμς είπε πως «ίσως πρέπει να αρχίσουμε να υπερασπιζόμαστε τον χώρο μας». Επέμενε ότι είναι επιτακτική ανάγκη να υπερασπιστούμε τις κλασικές σπουδές ως τα πολιτικά, λογοτεχνικά και φιλοσοφικά θεμέλια του ευρωπαϊκού και αμερικανικού πολιτισμού: «Είναι ο δυτικός πολιτισμός. Έχει σημασία γιατί είναι η Δύση». Δεν ήταν η ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα που μας έδωσε τις έννοιες της ελευθερίας, της ισότητας και της δημοκρατίας;

Ένας από το πάνελ προσπάθησε να την διακόψει, αλλά η Ουίλιαμς συνέχισε απτόητη, η φωνή της έγινε σκληρή και κοφτή καθώς το ρεύμα στην αίθουσα κινήθηκε εναντίον της. «Πιστεύω στην αξία. Δεν κοιτάζω το χρώμα του συγγραφέα». Εστρεψε τον δείκτη της προς την κατεύθυνση του Παδίγια. «Ίσως να πήρες την δουλειά σου επειδή είσαι μαύρος» είπε η Ουίλιαμς, «αλλά θα προτιμούσα να πιστεύω ότι πήρες τη δουλειά σου χάρη στην αξία σου».

Αναταραχή στο πλήθος, αρκετοί σηκώθηκαν κι άρχισαν να περιφέρονται γύρω από την Ουίλιαμς και το μικρόφωνο, κατά πως φαίνονταν αβέβαιοι για το εάν ή πώς να παρέμβουν. Ο Παδίγια χαμογελούσε- είχε την έκφραση κάποιου που, όπως μου είπε αργότερα, περίμενε κάτι τέτοιο. Επιτέλους, η Ουίλιαμς παραχώρησε το μικρόφωνο και ο Παδίγια μπόρεσε να μιλήσει. «Να τι έχω να πω για το όραμα των κλασικών που περιγράψατε», είπε. «Δεν θέλω να έχω καμμία σχέση με αυτό. Ελπίζω πως αυτό που περιγράψατε πεθαίνει, και ότι πεθαίνει όσο γίνεται πιο γρήγορα».

Όταν ο Παδίγια ήταν παιδί, οι γονείς του αποκαλούσαν με περηφάνεια το Σάντο Ντομίνγκο, την πρωτεύουσα της Δομινικανής Δημοκρατίας, «Αθήνα του Νέου Κόσμου”– ένα κέντρο πολιτισμού και μάθησης. Αυτή η ιδέα είχε καλλιεργηθεί από τον Ραφαέλ Τρουχίγιο, τον δικτάτορα που κυβέρνησε τη χώρα από το 1930 έως τη δολοφονία του το 1961. Όπως και άλλοι φασίστες του 20ού αιώνα, ο Trujillo είδε τον εαυτό του, και τον λαό του, ως τους κληρονόμους μιας μεγάλης ευρωπαϊκής παράδοσης που καταγόταν από την Ελλάδα και την Ρώμη. Σε μια ομιλία του το 1932, εξυμνούσε την αρχαία Ελλάδα, την «ερωμένη της ομορφιάς, που κέρδισε την αιωνιότητα με την άψογη λευκότητα των μαρμάρων της». Η λατρεία του Τρουχίγιο γα την λευκότητα ήταν κεντρικό στοιχείο στο μήνυμά του. Επικαλούμενος την ελληνοορωμαϊκή κληρονομιά, μπορούσε να απεικονίσει τους κατοίκους της γειτονικής Αϊτής ως σκουρότερους και κατώτερους, μια καμπάνια που έφτασε στο δολοφονικό της απόγειο το 1937 με την λεγόμενη σφαγή του μαϊντανού[ii] κατά την οποία τα Δομινικανά στρατεύματα σκότωσαν 30. 000 Αϊτινούς και μαύρους δομινικανούς, σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις.

Η οικογένεια του Παδίγια δεν μιλούσε πολύ για τη ζωή τους υπό τη δικτατορία, αλλά ο Παδίγια ήξερε ότι ο πατέρας της μητέρας του είχε ξυλοκοπηθεί επειδή διαφώνησε με κάποιους μεθυσμένους Τρουχιγίστες. Αυτός ο παππούς, και οι υπόλοιποι συγγενείς της μητέρας του, ήταν ψαράδες και ναυτικοί στο Πουέρτο Πλάτα, μια παράκτια πόλη. Ζούσαν στην κατάσταση που ο Παδίγια περιγράφει ως «εξαθλιωτική φτώχεια», αλλά επωφελήθηκαν από ένα βαθμό προνομίων στη Δομινικανή κοινωνία λόγω του πιο ανοιχτόχρωμου δέρματός τους. Από την άλλη, οι συγγενείς του πατέρα του, συχνά αστειεύονταν ότι ήταν «μαύροι σαν την νύχτα”. Είχαν ζήσει για γενιές στο Pimentel, μια πόλη στην ορεινή βορειοανατολική περιοχή όπου σκλάβοι Αφρικανοί είχαν δημιουργήσει, τον 16ο και τον 17ο αιώνα, κοινότητες Μαρούν ποντάροντας στο ότι το δύσβατο έδαφος θα τους παρέχει ασφάλεια. Όπως και οι ομόλογοί τους στις Ηνωμένες Πολιτείες, έτσι και δουλέμποροι στην Δομινικανή Δημοκρατία μερικές φορές έδιναν αρχαιοελληνικά ονόματα στα φορτία των δουλεμπορικών τους σε ένδειξη της εκπολιτιστικής τους αποστολής, με αποτέλεσμα η παρακαταθήκη της δουλείας – και η εμπλοκή της με την ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα -να παραμένει ευδιάκριτη στα ονόματα πολλών Δομινικανών σήμερα. «Γιατί υπάρχουν Δομινικανοί που ονομάζονται Τεμίστοκλες; αναρωτιόταν ο Παδίγια ως παιδί. «Γιατί το μεσαίο όνομα του Μάνι Ραμίρεθ είναι Αριστίντες;” Το μεσαίο όνομα του Τρουχίγιο ήταν Λεόνιντας, όπως του Σπαρτιάτη βασιλιά που έπεσε ηρωικά μαζί με τους 300 στρατιώτες του στις Θερμοπύλες, και ο οποίος έγινε έμβλημα της ακροδεξιάς. Αλλά όταν ήταν παιδί, ο Παδίγια δεν γνώριζε τίποτα από όλα αυτά. Ήξερε μόνο ότι ήταν μαύρος σαν τον πατέρα του.

Όταν ο Παδίγια ήταν 4 ετών, ταξίδεψε με τους γονείς του στις Ηνωμένες Πολιτείες, έτσι ώστε η μητέρα του, η Μαρία Ελένα, να γεννήσει με καλύτερη περίθαλψη σε κάποιο νοσοκομείο της Νέας Υόρκης. Αλλά όταν γεννήθηκε ο αδερφός του, Γιάντο, η οικογένεια αποφάσισε να μείνει. Μετακόμισαν σε ένα διαμέρισμα στο Μπρονξ και προσπάθησαν να νομιμοποιήσουν την μετανάστευσή τους, ξοδεύοντας τις αποταμιεύσεις τους στη διαδικασία. Χωρίς χαρτιά, ήταν δύσκολο να βρεθεί σταθερή δουλειά. Λίγο αργότερα, ο πατέρας του Παδίγια επέστρεψε στη Δομινικανή Δημοκρατία. Στο Σάντο Ντομίνγκο ήταν λογιστής, ενώ στις Η. Π. Α. οδηγούσε ταξί και πουλούσε φρούτα τα καλοκαίρια, και η φτώχεια τον είχε εξαντλήσει. Έτσι η Μαρία Έλενα έμεινε με τα δύο αγόρια στη Νέα Υόρκη. Επειδή ο Γιάντο ήταν αμερικανός πολίτης, η Μαρία Ελένα έπαιρνε κουπόνια σίτισης αξίας 120$ και 85$ σε μετρητά κάθε μήνα, αλλά αυτά μόλις που έφταναν για να φάει ένα παιδί, πόσο μάλλον οι τρεις τους. Τους επόμενους μήνες, η Μαρία Ελένα και οι γιοι της μετακόμιζαν από το ένα διαμέρισμα στο άλλο, στο Μανχάταν, στο Μπρονξ, και στο Κουίνς, πακετάροντας και ξεπακετάρoντας σε ένα νέο μέρος κάθε φορά που δεν μπορούσαν να πληρώσουν ενοίκιο. Όταν πια ένας σωλήνας αποχέτευσης έσπασε πάνω τους όταν έμεναν σε υπόγειο που τους είχε παραχωρήσει ένας ιδιοκτήτης για τρεις βδομάδες, η Μαρία Έλενα και τα παιδιά κατέληξαν σε ένα καταφύγιο αστέγων στην Τσάινατάουν.

Στο καταφύγιο «το φαγητό είχε απαίσια γεύση» και «λίμνες ούρων» διάβρωναν το πάτωμα του μπάνιου, γράφει ο Παδίγια στα απομνημονεύματά του που δημοσιεύτηκαν το 2015, με τον τίτλο «Undocumented/Χωρίς έγγραφα». Το μόνο μέρος ανάπαυλας ήταν η μικρή βιβλιοθήκη στον τελευταίο όροφο του καταφυγίου. Από τότε που έφυγε από τη Δομινικανή Δημοκρατία, ο Παδίγια είχε γίνει περίεργος για τη Δομινικανή ιστορία, αλλά δεν μπόρεσε να βρει βιβλία για την Καραϊβική στα ράφια της βιβλιοθήκης. Βρήκε όμως ένα λεπτό άσπρο-μπλε βιβλίο με τίτλο «Πώς ζούσαν οι άνθρωποι στην Αρχαία Ελλάδα και τη Ρώμη». «Ο δυτικός πολιτισμός σχηματίστηκε από την ένωση της πρώιμης ελληνικής σοφίας και από τα πολύ οργανωμένα νομικά μυαλά της πρώιμης Ρώμης», ξεκινούσε το βιβλίο. «Η ελληνική πεποίθηση για την ικανότητα του ατόμου να χρησιμοποιεί τη δύναμη του λόγου (reason), ζευγαρωμένη με τη ρωμαϊκή πίστη στη στρατιωτική δύναμη, παρήγαγαν ένα αποτέλεσμα που έφτασε σε μας ως κληρονομιά ή δώρο από το παρελθόν». Τριάντα χρόνια αργότερα, ο Παδίγια μπορεί ακόμα να απαγγείλει αυτήν την εναρκτήρια παράγραφο. «Πόσες φορές, την τελευταία δεκαετία της καριέρας μου, έχω επιτεθεί με δριμύτητα σε αυτή την ιδέα;» μου είπε. «Όμως τότε, εκείνη τη στιγμή της πρώτης συνάντησης, υπήρχε κάτι το διεγερτικό στην πρόταση αυτή». Ο μικρός Παδίγια πήρε το βιβλίο μαζί του, και δεν το επέστρεψε ποτέ στη βιβλιοθήκη.

Μια μέρα, καλοκαίρι του 1994, ένας φωτογράφος, ονόματι Τζεφ Κόουεν, ο οποίος δίδασκε τέχνη στον ξενώνα όπου έμεναν τότε η Μαρία Ελένα και τα αγόρια, παρατήρησε ότι ο 9χρονος Παδίγια είχε απορροφηθεί εντελώς διαβάζοντας μια βιογραφία του Ναπολεόντα Βοναπάρτη. «Τα παιδιά έτρεχαν γύρω γύρω σαν παλαβά, τσιτωμένα από ενεργητικότητα, και να που υπήρχε ένα αγόρι που καθόταν στη γωνία διαβάζοντας αυτόν τον τεράστιο τόμο», μου είπε ο Cowen. «Σηκώθηκε και μου έδωσε το χέρι σε χειραψία σαν μικρός κύριος, μιλώντας σαν να είναι κάποιος καθηγητής της Ivy League. « Ο Κάουεν αιφνιδιάστηκε. «Εκείνη την εποχή πάλευα πραγματικά να τα βγάλω πέρα, ζούσα σε ένα παράνομο κτίριο χωρίς τουαλέτα καν, οπότε δεν είχα περιθώρια για καλές πράξεις”, λέει. «Αλλά μέσα σε πέντε λεπτά, μου είχε γίνει σαφές ότι αυτό το παιδί άξιζε την καλύτερη εκπαίδευση που μπορούσε να πάρει. Ήταν μια ευθύνη».

Ο Κόουεν έγινε μέντορας του Παδίγια και μετά νονός του. Επισκεπτόταν το καταφύγιο με βιβλία και σπαζοκεφαλιές, έπαιρνε τον Παδίγια και τον Γιάντο για πατινάζ στο Σέντραλ Παρκ, και τελικά βοήθησε τον Παδίγια να κάνει αίτηση στο Collegiate, ένα από τα ελίτ σχολεία της Νέας Υόρκης, όπου έγινε δεκτός με πλήρη υποτροφία. Η Μαρία Έλένα, πανευτυχής, φωτοτύπησε την επιστολή αποδοχής και την μοίρασε στους φίλους της στην εκκλησία. Στο Collegiate, ο Παδίγια άρχισε να μαθαίνει λατινικά και αρχαία ελληνικά, και συνειδητοποίησε ότι είχε κατακυριευτεί από τη συναισθηματική δύναμη των κλασικών κειμένων. Είχε σαγηνευτεί από το κέντρισμα της ελληνικής φιλοσοφίας, τη ζέση και τη δράση του έπους. Ο Παδίγια δεν αποκάλυψε σε κανέναν από τους νέους φίλους του ότι δεν είχε τα απαραίτητα έγγραφα. «Υπήρξαν κάποιες ευκαιρίες, απλά δεν ήμουν έτοιμος να το κάνω”, είπε σε μια συνέντευξη. Όταν οι συμμαθητές του αστειεύονταν για τους μετανάστες, ο Παδίγια συχνά σκεφτόταν ένα ποίημα του λυρικού ποιητή Αρχίλοχου, για έναν στρατιώτη που πετά την ασπίδα του σε έναν θάμνο και το σκάει από το πεδίο της μάχης. «Τουλάχιστον έσωσα εμένα», λέει ο στρατιώτης. «Γιατί δηλαδή πρέπει να νοιαστώ γι’ αυτήν την ασπίδα; Ασ’ την να πάει στην ευχή. Κάποια άλλη φορά θα βρω ίδια και καλύτερη”. Μην εκθέτεις τον εαυτό σου, σκεφτόταν ο Παδίγια. Θα υπάρξουν και άλλες μάχες.

Πέρασαν χρόνια πριν ο Παδίγια αρχίσει να αμφισβητεί τον τρόπο με τον οποίο εκείνο το εγχειρίδιο τού είχε παρουσιάσει τον κόσμο. Είχε γίνει δεκτός με πλήρη υποτροφία στο Πρίνστον, όπου συνήθως ήταν ο μόνος μαύρος στα μαθήματα των Λατινικών και των Ελληνικών. «Το πιο σκληρό πράγμα καθώς χάραζα την πορεία μου στον κλάδο ως φοιτητής ήταν το να συνειδητοποιήσω πόσο μόνος θα ήμουν», μου λέει ο Παδίγια. Τη δεύτερη χρονιά, όταν ήρθε η ώρα να επιλέξει την ειδικότητά του, η πιο σθεναρή αντίσταση στην επιλογή του ήρθε από στενούς του φίλους, πολλοί από τους οποίους ήταν επίσης μετανάστες ή παιδιά μεταναστών. Του έθεσαν ερωτήσεις για τις οποίες αισθάνθηκε απροετοίμαστος να απαντήσει. «Τι δουλειά έχεις εσύ με τα αυτά τα πράγματα των blanquito; Πώς μπορούν να μας βοηθήσουν εμάς αυτά τα πράγματα;” Ο Παδίγια αντέταξε ότι δεν θα έπρεπε να αποφεύγουν να ασχοληθούν με ζητήματα μόνο και μόνο επειδή ο κόσμος είπε ότι αυτά δεν είναι για μαύρους και μελαμψούς ανθρώπους. Υπήρχε μια ιδιαίτερη χαρά και δικαίωση στο να ανατρέπει τις προσδοκίες τους, αλλά διαπίστωσε ότι δεν ήταν απόλυτα ικανοποιημένος από τα ίδιά του τα επιχειρήματα. Το ζήτημα της χρησιμότητας των κλασικών σπουδών δεν ήταν ασήμαντο. Πώς θα μπορούσε να πάρει την εκπαίδευσή του στα λατινικά και τα ελληνικά και να την μετατρέψει σε κάτι απελευθερωτικό; «Αυτό έγινε το πιο επιτακτικό ερώτημα, το οποίο και με καθοδήγησε στα προπτυχιακά μου χρόνια και πέρα από αυτά», λέει ο Παδίγια.

Αφού αποφοίτησε από το Πρίνστον το 2006, ο Παδίγια έκανε μεταπτυχιακό στην Οξφόρδη και διδακτορικό στο Στάνφορντ. Εκείνη τη εποχή, περισσότεροι μελετητές από ποτέ προσπαθούσαν να κατανοήσουν όχι μόνο τους ελίτ άντρες που είχαν γράψει τα σωζόμενα έργα της αρχαιοελληνικής και λατινικής γραμματείας, αλλά και εκείνους τους αρχαίους των οποίων οι φωνές ήταν κυρίως βουβές στα γραπτά αρχεία: γυναίκες, οι κατώτερες τάξεις, δούλοι, και μετανάστες. Μαθήματα για το φύλο και τη φυλή στην αρχαιότητα έγιναν κάτι το σύνηθες και αποδείχθηκαν δημοφιλή στους μαθητές, αλλά δεν ήταν ακόμη σαφές εάν το αποτύπωμά τους στον κλάδο θα είχε διάρκεια. «Υπάρχουν κάποιοι στον χώρο», μου είπε ο Ίαν Μόρρις, ένας σύμβουλος του Παδίγια στο Στάνφορντ, «που λένε: «Μα ναι, συμφωνούμε με την κριτική σας. Τώρα όμως ας επιστρέψουμε στο να κάνουμε ακριβώς αυτό που κάναμε πριν. «“Οι αναθεωρητές είχαν μάθει από τις παλιές συζητήσεις γύρω από την «Μαύρη Αθηνά” – την τριλογία του Martin Bernal που προϋποθέτει αφρικανική και σημιτική επιρροή στον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό – πόσο απρόθυμοι ήταν ορισμένοι από τους συναδέλφους τους να αναγνωρίσουν το ρόλο που έπαιξε ο κλάδος στην «λεύκανση» (whitewashing) της αρχαιότητας. «Οι κλασικοί φιλόλογοι γενικά θεωρούμαστε φιλελεύθεροι», μου είπε ο Τζόελ Κρίστενσεν, καθηγητής αρχαιοελληνικής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Brandeis. «Αλλά μπορούμε να είμαστε γιατί τις περισσότερες φορές δεν βρισκόμαστε σε χώρους ή με ανθρώπους που θα υπέβαλλαν σε δοκιμασία τον φιλελευθερισμό μας και το περιεχόμενό του».

Με αφορμή την ιστορία της ίδιας του της οικογένειας, ο Παδίγια ενδιαφέρθηκε για τη δουλεία στη Ρώμη. Δεκαετίες έρευνας είχαν εστιάσει στην ικανότητα των υποδουλωμένων να υπερβούν την νομική τους κατάσταση μέ συμβολαιογραφικές πράξεις απελευθέρωσης, πανηγυρίζοντας το γεγονός ότι η εξαγορά και η απονομή ελευθερίας ήταν πιο συχνή στη Ρώμη από ό, τι σε άλλες δουλοκτητικές κοινωνίες. Αλλά υπήρχαν και πολλοί που δεν είχαν καμία πιθανότητα να απελευθερωθούν, ιδίως εκείνοι που εργάζονταν στα χωράφια ή στα ορυχεία, μακριά από κέντρα εξουσίας. «Έχουμε τόσες πολλές μαρτυρίες για το πόσο βαθιά εξευτελιστική ήταν η υποδούλωση», μου λέει ο Παδίγια. Στην αρχαία Ρώμη, μπορούσαν να βασανίζουν και να σταυρώνουν τους δούλους, να τους εξαναγκάζουν σε γάμο, να τους αλυσοδένουν μαζί σε εργατικά συνεργεία, να τους εξαναγκάζουν να παλεύουν με μονομάχους ή άγρια θηρία, και να τους επιδεικνύουν γυμνούς στα παζάρια με ταμπέλες κρεμασμένες στον λαιμό τους που διαφήμιζαν την ηλικία, τον χαρακτήρα, και την υγεία τους σε υποψήφιους αγοραστές. Οι ιδιοκτήτες τους μπορούσαν να τους μαρκάρουν στο μέτωπο με τατουάζ, ώστε να μπορούν να αναγνωριστούν και να αιχμαλωτιστούν αν προσπαθούσαν να δραπετεύσουν. Ανασκαφές σε ναούς έχουν αποκαλύψει πήλινα τάματα που δραπέτες πρόσφεραν στους θεούς ζητώντας τους να αφαιρέσουν αυτά τα παραμορφωτικά σημάδια από τα πρόσωπά τους. Αρχαιολόγοι έχουν βρει επίσης μεταλλικά κολάρα βιδωμένα στους λαιμούς σκελετών στους τάφους δούλων, ανάμεσά τους κι ένα σιδερένιο με μια ορειχάλκινη πλακέτα που γράφει: «Έχω δραπετεύσει- πιάσε με. Όταν με επιστρέψεις στον Ζωνίνο, τον κύριό μου, θα αμειφθείς με ένα χρυσό νόμισμα. «(Η πλακέτα βρίσκεται στο Museo Nazionale στη Ρώμη)

Ήδη το 2015, όταν ο Παδίγια έφτασε στο Κολούμπια ως υπότροφος μεταδιδακτορικός ερευνητής, οι κλασικοί φιλόλογοι δεν ήταν πλέον απολογητές της αρχαίας δουλείας, ωστόσο πολλοί αμφέβαλαν για το αν ο εσωτερικός κόσμος των δούλων ήταν ανακτήσιμος, δεδομένου ότι δεν είχε διασωθεί καμία περιγραφή της δουλείας από πρώτο χέρι. Αυτή η απάντηση δεν ικανοποιούσε τον Παδίγια. Είχε αρχίσει να μελετά το διατλαντικό εμπόριο σκλάβων, το οποίο είχε διαμορφώσει το μυστικιστικό είδος καθολικισμού της μητέρας του. Η Μαρία Ελένα κινούνταν σε έναν κόσμο που στοιχειωνόταν από πνεύματα, υπερφυσικές παρουσίες που μπορούσαν να δώσουν παρηγοριά και συμβουλές ή να απαιτήσουν θυσία και κατευνασμό. Για λίγο, όταν ο Παδίγια ήταν στο γυμνάσιο, η μητέρα του κάλεσε έναν santero, (ιερέα της σαντερίας), και την οικογένειά του να ζήσουν μαζί τους στο διαμέρισμά τους στο Χάρλεμ, όπου ο ιερέας θα κατεύναζε τα πνεύματα που είχαν θυμώσει με τον Παδίγια για την κακή του συμπεριφορά. Ο Παδίγια συνειδητοποίησε ότι η αντίληψη της μητέρας του για τους νεκρούς τού θύμιζε αυτή των Ρωμαίων, κι αυτό του έδωσε μια ιδέα. Το 2017, δημοσίευσε, στο περιοδικό Classical Antiquity, μία μελέτη όπου συγκρίνοντας στοιχεία από την αρχαιότητα και τον Μαύρο Ατλαντικό[iii] θέλει να σκιτσάρει μια πιο συνεκτική εικόνα της θρησκευτικής ζωής των Ρωμαίων δούλων. «Δεν βοηθά το να πάρεις απλώς την πόζα μιας «δίκαιης αγανάκτησης» για τις διαστρεβλώσεις και τα κενά στα αρχεία», έγραψε. «Υπάρχουν στην διάθεσή μας εργαλεία για την αποτελεσματική ανάκτηση των θρησκευτικών εμπειριών των δούλων, υπό την προϋπόθεση ότι δουλεύουμε με αυτά τα εργαλεία προσεκτικά και ειλικρινά».

Ο Παδίγια άρχισε να αισθάνεται ότι είχε χάσει κάτι με το να αφοσιωθεί στην κλασική παράδοση. Όπως είχε επισημάνει ο Τζέημς Μπόλντουιν 35 χρόνια πριν, το εισιτήριο είχε κι ένα τίμημα[iv]. Η πρώτη του δουλειά πάνω στις τάξεις των ρωμαίων γερουσιαστών, με την οποία κέρδισε την φήμη ενός από τους καλύτερους ιστορικούς της γενιάς του, δεν τον συγκινούσε πια με τον ίδιο τρόπο. Ο Παδίγια αισθάνθηκε ότι η ενασχόλησή του με την ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα είχε εκτοπίσει άλλα μέρη της ταυτότητάς του, ακριβώς όπως η ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα και ο «δυτικός πολιτισμός» είχαν εκτοπίσει άλλους πολιτισμούς και μορφές γνώσης. Και ήταν απαραίτητο να τις ανακτήσουν προκειμένου να καταργηθεί το πλαίσιο της λευκής υπεροχής μέσα στο οποίο είχαν παγιδευτεί τόσο ο ίδιος όσο και οι κλασικές σπουδές. «Έπρεπε να ασχοληθώ ενεργά με τον αποαποικιοποίηση του μυαλού μου», μου είπε. Επανεξετάζει έργα του Φραντς Φανόν, του Ορλάντο Πάτερσον, και άλλων που σκέφτονται εντός των παραδόσεων του αφροπεσιμισμού και της ψυχανάλυσης, της Καραϊβικής και των Μαύρων. Το ενδιαφέρον του τράβηξαν επίσης σύγχρονοι μελετητές όπως ο Χοζέ Εστεμπάν Μουνιόθ, η Λόρχια Γκαρσία Πένια και η Ζαϊντίγια Χάρτμαν, που μιλούν για τη φυλή όχι ως φυσικό γεγονός αλλά ως ένα φασματικό(ghostly) σύστημα σχέσεων εξουσίας που παράγει συγκεκριμένες χειρονομίες, διαθέσεις, συναισθήματα, και καταστάσεις της ύπαρξης. Αυτοί τον βοήθησαν να σκεφτεί με πιο περίπλοκους όρους τον τρόπο λειτουργίας της εξουσίας στον αρχαίο κόσμο και στη ίδια του τη ζωή.

Την εποχή που ο Παδίγια άρχισε να δουλεύει την μελέτη του, ο Ντόναλντ Τραμπ, κατά την προεκλογική του εκστρατεία, έκανε τα πρώτα του σχόλια για μεξικανούς «εγκληματίες, εμπόρους ναρκωτικών, βιαστές» που έρχονται στη χώρα. Ο Παδίγια, ο οποίος πέρασε τα προηγούμενα 20 χρόνια σε ένα αβέβαιο νομικό καθεστώς μετανάστευσης, είχε μόλις υποβάλει αίτηση για πράσινη κάρτα μετά τον γάμο του με μια κοινωνική λειτουργό ονόματι Μίσσυ από την Σπάρτα του Νιου Τζέρσι. Και τώρα παρακολουθούσε καθώς διάφοροι τύποι της αλτ-ράιτ, όπως ο Ρίτσαρντ Σπένσερ που φαντασιωνόταν την δημιουργία ενός «λευκού εθνο-κράτους στη Βόρεια Αμερική» που θα ήταν η «ανασύσταση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας», αποκτούσαν όλο και περισσότερη δημοσιότητα.  Σε απάντηση στο αυξανόμενο αντι-μεταναστευτικό αίσθημα στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες, η Μέρι Μπέαρντ, ίσως η πιο διάσημη κλασική φιλόλογος εν ζωή, έγραψε στο The Wall Street Journal ότι οι Ρωμαίοι «θα εβλεπαν με κατάπληξη και θα απορούσαν με τα σύγχρονα προβλήματά μας γύρω από την μετανάστευση και το άσυλο», δεδομένου ότι η αυτοκρατορία τους θεμελιώθηκε στις «αρχές της ενσωμάτωσης και της ελεύθερης κυκλοφορίας των ανθρώπων».

Ο Παδίγια συνειδητοποίησε ότι απογοητεύτηκε από τον τρόπο με τον οποίο οι μελετητές προσπαθούσαν να πολεμήσουν την ρητορική του Τραμπ. Τον Νοέμβριο του 2015, έγραψε ένα δοκίμιο για το Eidolon, ένα διαδικτυακό περιοδικό κλασικών σπουδών, διευκρινίζοντας ότι στην αρχαία Ρώμη, όπως και στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι παιάνες για την πολυπολιτισμικότητα συνυπήρχαν με το μίσος για τους ξένους. Υπερασπιζόμενος έναν πελάτη του στο δικαστήριο, ο Κικέρωνας υποστήριξε μεν ότι «το να αρνηθούμε στους ξένους την πρόσβαση στην πόλη μας είναι ολοφάνερα απάνθρωπο», αλλά αρχαίοι συγγραφείς εξιστορούν επίσης τους διωγμούς «ύποπτων» πληθυσμών, συμπεριλαμβανόμενης και μιας ομάδας Εβραίων το 139 π. Χ., οι οποίοι δεν θεωρήθηκαν αρκετά «κατάλληλοι για να ζήσουνε μαζί με τους Ρωμαίους». Ο Παδίγια υποστηρίζει ότι το να εκθέτεις τις αναλήθειες σχετικά με την αρχαιότητα, αν και σημαντικό, δεν αρκεί: Το να εξηγήσεις ότι μια πανίσχυρη, λευκή σαν κρίνος ρωμαϊκή αυτοκρατορία δεν υπήρξε ποτέ δεν πρόκειται να εμποδίσει τους λευκούς εθνικιστές να νοσταλγούν την επιστροφή της. Η δουλεία των κλασικών φιλολόγων δεν είναι να «επισημάνουν αυτούς που ουρλιάζουν», είπε σε μια δημόσια συζήτηση το 2017. «Το να πάρεις απλώς τη θέση του δασκάλου, δηλαδή του πιστοποιημένου κλασικού φιλόλογου που γνωρίζει πράγματα και μπορεί να επισημάνει αυτά τα λάθη, δεν αρκεί». Το να αποσυναρμολογήσει κανείς δομές εξουσίας που έχουν στηριχθεί από την παράδοση της κλασικής αρχαιότητας, θα χρειαστεί πολύ περισσότερα από έναν έλεγχο γεγονότων. Θα χρειαστεί να ξαναγράψει κανείς μία εντελώς νέα ιστορία για την αρχαιότητα, και για το ποιοι είμαστε σήμερα.

Για να βρει αυτή την ιστορία, ο Παδίγια υποστηρίζει μεταρρυθμίσεις που θα «ανατινάξουν τον κανόνα» και θα «αναμορφώσουν τον κλάδο εκ βάθρων», συμπεριλμβανομένης και της κατάργησης του προσδιορισμού «κλασικές». Οι κλασικές σπουδές ήταν ευτυχείς να τον δεχτούν στους κόλπους τους όταν άλλαζε το πρόσωπο του κλάδου, αλλά πώς θα αντιδρούσε τώρα που ο Παδίγια τους ζητά να αλλάξουν το ίδιο το είναι τους; Τον τρόπο που αναπνέουν και κινούνται;«Μερικοί φοιτητές και κάποιοι συνάδελφοι μού είπαν πως αυτό είναι είτε πολύ καταθλιπτικό είτε απειλητικό κατά κάποιον τρόπο», λέει. «Η μόνη μου απάντηση είναι ότι δεν με ενδιαφέρει η κατεδάφιση για την κατεδάφιση. Θέλω να χτίσω κάτι».

Μια μέρα τον περασμένο Φεβρουάριο, λίγο πριν η πανδημία αναστείλει την διδασκαλία στις αίθουσες, επισκέφτηκα τον Παδίγια στο Πρίνστον. Η πανεπιστημιούπολη ήταν ήσυχη και σκυθρωπή. Μια καταιγίδα είχε σαρώσει τα φύλλα από τα δέντρα, και το χρώμα του ουρανού τώρα ήταν ένα γαλακτώδες βρώμικο γκρι, και η ατμόσφαιρα τόσο βαριά με μια αχλύ που θόλωνε τα περιγράμματα των κτιρίων. Εκείνο το απόγευμα ο Παδίγια δίδασκε ένα μάθημα Ρωμαϊκής ιστορίας σε μία από τις παλαιότερες αίθουσες διαλέξεων του πανεπιστημίου, ένα μεγάλο θολωτό δωμάτιο με αψιδωτά παράθυρα και πάτωμα από σανίδες που έτριζαν. Ο χώρος δεν ήταν σχεδιασμένος για καινοτόμο παιδαγωγική. Κάθε ξύλινη καρέκλα ήταν βιδωμένη στο πάτωμα με μία επέκταση σε σχήμα κουπιού που χρησίμευε ως θρανίο αλλά μόλις που χωρούσε ένα σημειωματάριο, πόσο μάλλον ένα λάπτοπ. «Αυτό είναι σίγουρα από τότε που οι φοιτητές δεν κρατούσαν καν σημειώσεις», σχολίασε μια φοιτήτρια καθώς καθόταν. «Του στιλ, «ο μπαμπάς μου θα μου δώσει δουλειά».

Από τότε που επέστρεψε στο πανεπιστήμιο ως καθηγητής, το 2016, ο Παδίγια δουλεύει για να κάνει το τμήμα κλασικών σπουδών του Πρίνστον ένα μέρος πιο φιλόξενο για φοιτητές σαν κι αυτόν: φοιτητές πρώτης γενιάς, έγχρωμους φοιτητές. Το 2018, το τμήμα εξασφάλισε χρηματοδότηση για μια προδιδακτορική υποτροφία με σκοπό να βοηθήσει φοιτητές, που δεν είχαν την απαιτουμένη επαφή με τα λατινικά και τα αρχαία ελληνικά, να μπουν στο διδακτορικό πρόγραμμα. Αυτή η πρωτοβουλία και η κλήρωση του Παδίγια ως μέντορα, συνέβαλαν στο να γίνει η ομάδα των μεταπτυχιακών φοιτητών του Πρίνστον η πιο ποικιλόμορφη στην χώρα. Η Πρία Τζάκσον, μια μαύρη προδιδακτορική υπότροφος, κόρη ενός εργολάβου κηδειών από το Νιου Μέξικο, μου είπε ότι πριν έρθει στο Πρίνστον, αμφέβαλλε ότι θα μπορούσε να ευθυγραμμίσει το ενδιαφέρον της για τις κλασικές σπουδές με την δέσμευσή της για κοινωνική δικαιοσύνη. «Δεν πίστευα ότι θα μπορούσα να σπουδάζω την κλασική αρχαιότητα και έτσι να αλλάξω κάπως τον κόσμο με τον τρόπο που ήθελα. Η αντίληψή μου για το τι θα μπορούσαν να κάνουν οι κλασικές σπουδές έχει αλλάξει».

Το μάθημα ρωμαϊκής ιστορίας του Παδίγια ήταν μια συμβατική εισαγωγική επισκόπηση, κάτι που το πανεπιστήμιο πρόσφερε για δεκαετίες αν όχι για αιώνες, αλλά αυτός δεν το δίδασκε με τον συμβατικό τρόπο. Πειραματιζόταν με το παιχνίδι ρόλων ώστε να παρακινήσει τους φοιτητές του να φανταστούν πώς ήταν να είσαι υπήκοος ενός αυτοκρατορικού συστήματος. Την προηγούμενη εβδομάδα τους είχε ζητήσει να αναπαραστήσουν μια δημόσια συζήτηση που είχε λάβει χώρα στη ρωμαϊκή γερουσία, το 15 μ. Χ. -αφορούσε την πρόταση για ένα έργο ύδρευσης που κοινότητες της κεντρικής Ιταλίας φοβόντουσαν ότι θα άλλαζε την ροή του ποταμού Τίβερη, καταστρέφοντας βιότοπους και πλημμυρίζοντας παλιούς ναούς. (Σε αντίθεση με τη γερουσία, οι προπτυχιακοί φοιτητές του Πρίνστον αποφάσισαν να επιτρέψουν να προχωρήσει το έργο όπως είχε προγραμματιστεί.) Η σημερινή αναπαράσταση είναι εμπνευσμένη από τις κρίσεις διαδοχής που απείλησαν να διαλύσουν την πρώιμη ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Από τους 80 φοιτητές του μαθήματος, ο Παδίγια όρισε τέσσερις να είναι νεαροί στρατιωτικοί διοικητές, διεκδικητές του θρόνου σε ανταγωνισμό μεταξύ τους- και τέσσερις να είναι πλούσιοι ρωμαίοι γερουσιαστές. Οι υπόλοιποι χωρίστηκαν σε πραιτωριανή φρουρά, και σε πλιατσικολόγους λεγεωνάριους που πουλούσαν τις υπηρεσίες τους με αντάλλαγμα χρήματα, γη, και τιμές. Ο Παδίγια είχε σχεδιάσει το σημερινό με σκοπό να βοηθήσει τους φοιτητές του «να σκέφτονται όσο το δυνατόν πιο ανοιχτόμυαλα για τις πολλές ζωές, ανθρώπινες και μη ανθρώπινες, που επηρεάζονται από τη μετατόπιση από τη δημοκρατία στην αυτοκρατορία».

Ο Παδίγια στεκόταν εν ηρεμία πίσω από το αναλόγιο καθώς οι φοιτητές έμπαιναν στο δωμάτιο. Η ακινησία του σώματός του απλώς ενίσχυε την αίσθηση ότι το μυαλό του δούλευε πυρετωδώς. «Κουβαλά ένα μεγάλο ραβδί χωρίς να χρειάζεται να το επιδείξει», μου λέει ο Κόουεν, ο μέντορας του Παδίγια όταν ήταν παιδί. «Είναι κάπως μαλακός από έξω, αλλά πολύ σκληρός από μέσα». Ο Παδίγια μιλά την εξαιρετικά μπαρόκ γλώσσα της ακαδημίας- ένα στιλ που μπορεί να φαίνεται τόσο επιτηδευμένο ώστε να λειτουργεί ως ένα είδος προστατευτικής πανοπλίας. Είναι ο ψυχρός, επιφυλακτικός τρόπος κάποιου που έχει μάθει να κινείται μεταξύ κωδίκων, κάποιου που έχει πάντα την επίγνωση ότι δεν είναι μόνο αυτό που λέει που έχει σημασία αλλά και το πώς το λέει. Ίσως γι’ αυτόν τον λόγο ο Παδίγια να φαίνεται πιο άνετος όταν μιλά σε φοιτητές, όταν ο λόγος του γίνεται λιγότερο τυπικός, και η φωνή του αποκτά τον σαγηνευτικό ρυθμό της ποίησης. «Σιωπή», είπε όταν η αίθουσα είχε ησυχάσει, «ο αγαπημένος μου ήχος».

Ο Παδίγια κάλεσε τους διεκδικητές να έρθουν μπροστά. Αρχικά, στάθηκαν με αβεβαιότητα στην εξέδρα, σαν έφηβοι που περνούσαν από οντισιόν για σχολική παράσταση. Στη συνέχεια, αργά, πήγαν και κάθισαν στις σειρές των ξύλινων θρανίων. Παρακολούθησα καθώς ένας από αυτούς, ένας νεαρός που φορούσε μια χακί ποδοσφαιρική φανέλα με την παρότρυνση «Υποστηρίξτε τα στρατεύματά μας», πλησίασε μια ομάδα λεγεωνάριων: «Θα πάρω γη από μη Ρωμαίους και θα σας την δώσω, θα σας δώσω υπηκοότητα», τους υποσχέθηκε. Καθώς όλο και περισσότεροι μαθητές εγκατέλειπαν τις θέσεις τους και άρχισαν τις διαπραγματεύσεις, προσφορές και αντιπροσφορές αντηχούσαν στους πέτρινους τοίχους. Δεν το έπαιρναν όλοι σοβαρά. Κάποια στιγμή, ένας άλλος διεκδικητής πλησίασε έναν γαλανομάτη λεγεωνάριο για να τον ρωτήσει τι πρέπει να κάνει για να κερδίσει την υποστήριξή του. «Θέλω απλώς να υπερασπιστώ το δικαίωμά μου να παρτάρω», απάντησε. «Μπορεί να ανεγερθεί ένα άγαλμα προς τιμή της μητέρας μου;» ρώτησε κάποιος άλλος. Ένας γεροδεμένος ξανθός φοιτητής ορμούσε συνεχώς στην εξέδρα και πρότεινε να τους «σκοτώσουν όλους». Αλλά ο Παδίγια φαινόταν να παίρνει ενέργεια από το χάος. Μετακινούνταν από ομάδα σε ομάδα, σπέρνοντας διχόνοια. «Γιατί να αφήσεις κάποιον άλλο να αναλάβει;» ρωτά έναν φοιτητή. Εάν είσαι στρατιώτης ή αγρότης που είναι δυσαρεστημένος με την αυτοκρατορική διακυβέρνηση, είπε σε άλλον, πώς θα αντισταθείς; «Τι είδους συμμαχίες μπορείς να κανονίσεις;»

Μέσα στα επόμενα 40 λεπτά, έγιναν ομιλίες και ψηφοφορίες, αθετήθηκαν υποσχέσεις και σημειώθηκαν αιματηρές συγκρούσεις. Αρκετοί δολοφονήθηκαν. Τελικά φάνηκε σαν να συνασπίζονται δυο φατρίες, και έγινε η καταμέτρηση. Ο νεαρός με την χακί φανέλα κέρδισε την αυτοκρατορία με επτά ψήφους, και ο Παδίγια επέστρεψε στην έδρα. «Αυτό που θέλω να σκεφτούμε τις επόμενες εβδομάδες», τους είπε, «είναι πώς μπορούμε να λέμε την ιστορία της πρώιμης περίοδου της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας όχι μόνο μέσω μιας ποικιλίας πηγών αλλά και μέσω μιας ποικιλίας προσώπων». Ζήτησε από τους φοιτητές του να εξετάσουν τις ζωές πίσω από τις ταυτότητες που τους είχε κατανέμει, και τον τρόπο με τον οποίο αυτές οι ζωές είχαν διαμορφωθεί από τον μηχανισμό της αυτοκρατορίας, ο οποίος, μέσω της στρατιωτικής κατάκτησης, της δουλείας, και του εμπορίου, δημιουργεί τις συνθήκες για την σε μεγάλη κλίμακα μετακίνηση των ανθρώπινων όντων.

Μόλις έφυγαν οι φοιτητές, ρώτησα τον Παδίγια γιατί δεν είχε αναθέσει καθόλου ρόλους δούλων. Μου απάντησε ότι το είχε σκεφτεί. Τον προβλημάτιζε ότι θα μπορούσε να «αναπαράγει μια μορφή φίμωσης» με το να παραλείψει χαρακτήρες δούλων, δεδομένου ότι η δουλεία ήταν «αναμφισβήτητα το πιο διαδεδομένο χαρακτηριστικό του ρωμαϊκού αυτοκρατορικού συστήματος». Ως ιστορικός, ήξερε ότι τα περιουσιακά στοιχεία που είχαν στη διάθεσή τους οι τέσσερις πλούσιοι γερουσιαστές – τα 100 εκατομμύρια σεστέρσια που τους είχε δώσει για να υποστηρίξουν τον έναν διεκδικητή έναντι του άλλου – αποτελούνταν κυρίως από δούλους που δούλευαν στα ορυχεία τους και όργωναν τα αγροκτήματά τους. Μήπως ήταν επιβλαβές να ενθαρρύνουμε τους μαθητές να φανταστούν τον εαυτό τους σε ρόλους τέτοιας άνεσης, υψηλής θέσης και επιρροής, όταν η συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων στον ρωμαϊκό κόσμο δεν θα ήταν ποτέ σε θέση να γίνει γερουσιαστής; Αλλά τελικά, αποφάσισε ότι το να αφήσει τους χαρακτήρες δούλων έξω από το παιχνίδι ρόλων ήταν μια πράξη φροντίδας. «Δεν είμαι ακόμη έτοιμος να γυρίσω σε έναν μαθητή και να του πω, ‘Εσύ θα είσαι ο δούλος’».

Ήδη πριν από το «επεισόδιο», ο Παδίγια είχε γίνει στόχος της ακροδεξιάς οργής λόγω της σκληρής γλώσσας που χρησιμοποιεί και, πολλοί θα έλεγαν, λόγω του σώματος στο οποίο ενοικεί. Μετά την αντιπαράθεσή του με την Ουίλιαμς, η οποία καλύφθηκε από τα συντηρητικά ΜΜΕ, ο Παδίγια έλαβε μια σειρά ρατσιστικών ιμέιλ. «Ίσως οι αφρικανικές σπουδές να σου ταιριάζουν καλύτερα αν δεν μπορείς να αντέξεις το γεγονός τού πόσο προχωρημένοι ήταν οι Ευρωπαίοι», έγραφε ένα από αυτά. «Θα καταλάβαινες γιατί ένας υποσαχάριος αφρικανός δεν θα μπορούσε ποτέ να επινοήσει τον τροχό, χοντροκέφαλε. Ευτυχώς για σένα που είσαι μαύρος, επειδή δεν έχεις και τίποτα άλλο να προσφέρεις». Το Μπράιτμπαρτ δημοσίευσε μια σειρά άρθρων κατηγορώντας τον Παδίγια ότι «σκοτώνει» τους κλασικούς. «Αν υπήρχε ένας τομέας σπουδών εγγυημένα απόρθητος από τις δυνάμεις της άγνοιας, της πολιτικής ορθότητας, της πολιτικής ταυτοτήτων, της κοινωνικής δικαιοσύνης, και εκλαϊκευσης για ηλίθιους, θα έλεγε κανείς ότι αυτές είναι οι κλασικές σπουδές», έγραψε. «Καλώς ήλθατε, βάρβαροι!Οι πύλες της Ρώμης είναι ορθάνοιχτες!»

Κατ’ ιδίαν, ακόμη και μερικοί από τους συμπαθούντες κλασικούς φιλόλογους ανησυχούν ότι η προσέγγιση του Παδίγια μόνο να επισπεύσει την παρακμή του κλάδου θα καταφέρει. «Προπτυχιακοί φοιτητές και φοιτήτριες μού λένε ότι ντρέπονται να πουν στους φίλους τους ότι φοιτούν στις κλασικές σπουδές”, μου λέει ο Denis Feeney, συνάδελφος του Παδίγια στο Πρίνστον. «Νομίζω ότι είναι λυπηρό». Επισήμανε δε ότι η κλασική παράδοση χρησιμοποιήθηκε πολλές φορές με ριζοσπαστικό και αποσταθεροποιητικό τρόπο. Κινήματα πολιτικών δικαιωμάτων και περιθωριοποιημένες ομάδες ανά τον κόσμο άντλησαν έμπνευση για τους αγώνες τους από αρχαία κείμενα- από τους Αφρο-Αμερικανούς ως τους Ιρλανδούς Ρεπουμπλικάνους, και ως τους Αϊτινόύς επαναστάτες, οι οποίοι θεωρούσαν τον ηγέτη τους, τον Τουσέν Λουβερτύρ, έναν μαύρο Σπάρτακο. Οι ηρωίδες της ελληνικής τραγωδίας – άδάμαστες, δίκαιες, καταστροφικές γυναίκες όπως η Μήδεια του Ευριπίδη – έγιναν σύμβολα πατριαρχικής αντίστασης για φεμινίστριες όπως η Σιμόν ντε Μπωβουάρ, και οι περιγραφές της ομοφυλοφιλικής αγάπης στην ποίηση της Σαπφούς και στους πλατωνικούς διαλόγους έδωσαν ελπίδα και παρηγοριά σε γκέι συγγραφείς όπως ο Όσκαρ Ουάιλντ.

«Θαυμάζω πάρα πολύ τη δουλειά του Dan-el και, όπως και εκείνος, αποδοκιμάζω την έλλειψη πολυπολιτισμικότητας στις κλασικές σπουδές», μού λέει η Μέρι Μπερντ. Αλλά «το να καταδικάζουμε την κλασική κουλτούρα θα ήταν τόσο απλοϊκό όσο και το να την θαυμάζουμε άνευ όρων». Και συνεχίζει: «Η γραμμή μου ήταν πάντα ότι το καθήκον του ακαδημαϊκού είναι να κάνει τα πράγματα να φαίνονται πιο περίπλοκα». Σε μια ομιλία της το 2019, η Beard υποστήριξε ότι «μολονότι και συγγραφείς της κλασικής αρχαιότητας μπορούν να πολιτικοποιηθούν, δεν έχουν στην πραγματικότητα κάποια πολιτική», εννοώντας ότι, όπως και η Βίβλος, η κλασική παράδοση είναι μια γλώσσα εξουσίας – ένα λεξιλόγιο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για καλό ή κακό από επίδοξους απελευθερωτές και καταπιεστές εξίσου. Κατά τη διάρκεια των αιώνων, ο πολιτισμός της κλασικής αρχαιότητας λειτούργησε ως πρότυπο για ανθρώπους που μεγάλωσαν σε πολυπολιτισμικά οικογενειακά περιβάλλοντα, οι οποίοι τον μετέτρεψαν σε μία μήτρα μέσω της οποίας διαμόρφωσαν και συζήτησαν ιδέες για την ομορφιά, την ηθική, την εξουσία, τη φύση, τον εαυτό, την πολιτειότητα και, φυσικά, τη φυλή. Ο ‘Αντονι Γκράφτον, ο μεγάλος μελετητής της Αναγέννησης, στον πρόλογο του βιβλίου του «Η κλασική παράδοση» το θέτει ως εξής: «Μια διεξοδική έκθεση των τρόπων με τους οποίους ο κόσμος έχει ορίσει τον εαυτό του σε σχέση με την ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα δεν θα ήταν τίποτα λιγότερο από μια συνολική ιστορία του κόσμου».

Το πώς αυτοί οι δύο αρχαίοι πολιτισμοί έγιναν κεντρικοί στην αμερικανική πνευματική ζωή είναι μια ιστορία που ξεκινά όχι στην αρχαιότητα, ούτε καν στην Αναγέννηση, αλλά στον Διαφωτισμό. Η κλασική αρχαιότητα όπως την γνωρίζουμε σήμερα είναι μια δημιουργία του 18ου και του 19ου αιώνα. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, καθώς τα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια απελευθερώθηκαν από τον έλεγχο της εκκλησίας, η μελέτη της αρχαίας Ελλάδας και της Ρώμης έδωσε στην Ευρώπη τη νέα, κοσμική ιστορία καταγωγής της. Ελληνικά και λατινικά κείμενα αναδείχθηκαν σε ανταγωνιστές της ηθικής αυθεντίας της Βίβλου, πράγμα που τους έδωσε μια απελευθερωτική δύναμη. Μορφές όπως ο Ντιντερό και ο Χιουμ αντλούν κάποιες από τις ιδέες τους περί ελευθερίας από κλασικά κείμενα, στα οποία βρήκαν διακηρύξεις πολιτικών και προσωπικών ελευθεριών. Ένα από τα πιο επιδραστικά ήταν ο επικήδειος που εκφώνησε ο Περικλής πάνω από τους τάφους των νεκρών του αθηναϊκου πολέμου το 431 π. Χ., και που τον κατέγραψε ο Θουκυδίδης. Στον Επιτάφιο ο πολιτικός Περικλής επαινεί την «ένδοξη» πόλη του γιατί εξασφάλισε «ίση δικαιοσύνη για όλους». «Η διακυβέρνησή μας δεν αντιγράφει τους γείτονές μας», λέει, «αλλά αποτελεί παράδειγμα για αυτούς. Είναι αλήθεια ότι μας αποκαλούν δημοκρατία, γιατί η διοίκηση βρίσκεται στα χέρια πολλών και όχι των λίγων.

Ο θαυμασμός για τους αρχαίους τράπηκε σε εκκεντρικότητα, και υπερβολή, σαν ένα παράξενο είδος μανίας. Άντρες τυλίγονταν με ρωμαϊκές τηβέννους για να διακηρύξουν τον θαυμασμό τους, υπέγραφαν με ονόματα διάσημων Ρωμαίων, και τα εγχειρίδια εθιμοτυπίας, τα κηρύγματα, τα σχολικά βιβλία γέμισαν με διδαχές από το κλασικό παρελθόν. Ο Γιόχαν Γιόαχιμ Βίνκελμαν, ένας γερμανός αρχαιοδίφης του 18ου αιώνα, διαβεβαίωνε τους συμπατριώτες του ότι «ο μόνος τρόπος για να γίνουμε σπουδαίοι, ή ακόμα και αξεπέραστοι αν είναι δυνατόν, είναι να μιμηθούμε τους έλληνες». Ο Βίνκελμαν, ο οποίος ενίοτε αποκαλείται «πατέρας της ιστορίας της τέχνης», έκρινε ότι τα αρχαιοελληνικά μαρμάρινα γλυπτά ήταν η κορυφή του ανθρώπινου επιτεύγματος- αξεπέραστη από οποιαδήποτε άλλη κοινωνία, αρχαία ή σύγχρονη. Έγραψε ότι η «ευγενής απλότητα και το διακριτικό μεγαλείο» της αθηναϊκής τέχνης αντικατοπτρίζει την «ελευθερία» του πολιτισμού που την παρήγαγε, μια συνύφανση της καλλιτεχνικής και ηθικής αξίας που θα επηρέαζε την «Αισθητική» του Χέγκελ, και που επανεμφανίζεται στην ποίηση των Ρομαντικών: γράφει ο Keats στην «Ωδή σε μια ελληνική υδρία», «Η ομορφιά είναι αλήθεια, η αλήθεια ομορφιά/ αυτό είναι όλα όσα/μαθαίνεις στη γη, και όλα όσα χρειάζεσαι να ξέρεις».

Οι ιστορικοί τονίζουν ότι τέτοιες ιδέες δεν μπορούν να διαχωριστούν από τους λόγους (discourses) εθνικισμού, ρατσισμού, και προόδου που διαμορφώθηκαν κατά τη νεωτερική αποικιακή περίοδο, καθώς οι Ευρωπαίοι ήρθαν σε επαφή με άλλους λαούς και τις παραδόσεις τους. «Όσο πιο λευκό είναι το σώμα, τόσο πιο όμορφο είναι», έγραφε ο Βίνκελμαν. Ενώ οι αναγεννησιακοί μελετητές γοητεύτηκαν από την πολλαπλότητα των πολιτισμών στον αρχαίο κόσμο, οι στοχαστές του Διαφωτισμού δημιούργησαν μια ιεραρχία βάζοντας την Ελλάδα και τη Ρώμη, ταξινομημένες ως λευκές, στην κορυφή και οτιδήποτε άλλο κάτω από αυτές. «Αυτός ο αποκλεισμός βρισκόταν ως πρότζεκτ στην καρδιά των κλασικών σπουδών», μου λέει ο Paul Kosmin, καθηγητής αρχαίας ιστορίας στο Χάρβαρντ. Μεταξύ αυτών των στοχαστών του Διαφωτισμού ήταν πολλοί από τους ιδρυτές πατέρες των Η. Π. Α. Η πεποίθηση του Αριστοτέλη ότι ορισμένοι άνθρωποι ήταν «εκ φύσεως δούλοι» καλωσορίστηκε με ιδιαίτερο ζήλο στον αμερικανικό νότο πριν από τον εμφύλιο πόλεμο, που επιδίωξε να υπερασπιστεί τη δουλεία ενόψει της κριτικής που ήθελε την κατάργησή της. Στις «Σημειώσεις για την πολιτεία της Βιρτζίνια», ο Τόμας Τζέφερσον έγραψε ότι παρά την συνθήκη της ζωής τους, οι δούλοι της Ρώμης αποδείχθηκαν να είναι οι «πιο σπάνιοι καλλιτέχνες» που «διακρίθηκαν επίσης στην επιστήμη, στον βαθμό που συνήθως απασχολούνταν ως δάσκαλοι στα παιδιά του κυρίου τους». Το γεγονός ότι οι Αφρικανοί δεν είχαν κάνει το ίδιο, υποστήριξε ο Τζέφερσον, απέδειξε ότι το πρόβλημα ήταν η φυλή τους.

Ο Τζέφερσον, όπως και οι περισσότεροι πλούσιοι νέοι της εποχής του, σπούδασε κλασική αρχαιότητα στο κολέγιο, όπου οι φοιτητές συνήθως περνούσαν το μισό χρόνο τους διαβάζοντας και μεταφράζοντας ελληνικά και ρωμαϊκά κείμενα. «Εκτός από τον Χριστιανισμό», γράφει η Καρολάιν Ουίντερερ, ιστορικός στο Στάνφορντ, «η κεντρική διανοητική εργασία στην Αμερική πριν από τα τέλη του 19ου αιώνα ήταν οι κλασικές σπουδές». Από τα 2, 5 εκατομμύρια που ζούσαν στην Αμερική το 1776, ίσως μόνο 3. 000 να είχαν πάει στο κολέγιο, αλλά αυτός ο αριθμός περιελάμβανε πολλούς από τους Ιδρυτές Πατέρες. Αυτοί έβλεπαν στον κλασικό πολιτισμό μια μοναδική εκπαιδευτική δύναμη –έναν «λύχνο εμπειρίας», με τα λόγια του Πάτρικ Χένρι, που θα μπορούσε να φωτίσει τον δρόμο προς μια πιο τέλεια ένωση των πολιτειών. Ανεξάρτητα από το σε ποιο βαθμό αυτό ήταν αλήθεια, οι επόμενες γενιές επρόκειτο να πιστέψουν, όπως έγραψε η Χάνα Άρεντ στο «Για την επανάσταση», ότι «χωρίς το κλασικό παράδειγμα […] κανένας από τους άνδρες της Επανάστασης -και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού- δεν θα είχε το θάρρος να πράξει τότε αυτό που αποδείχθηκε πράξη χωρίς προηγούμενο».

Ενώ οι ιδρυτές πατέρες επέλεξαν να αντιγράψουν τη ρωμαϊκή δημοκρατία, επειδή τους τρόμαζε η τυραννία της πλειοψηφίας, οι μετέπειτα γενιές των Αμερικανών εμπνεύστηκαν από την αθηναϊκή δημοκρατία, ιδίως μετά την επέκταση του δικαιώματος ψήφου σε όλους σχεδόν τους λευκούς άνδρες, ανεξαρτήτως του αν είχαν ιδιοκτησία ή όχι, στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αίωνα. Οι συγκρίσεις μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας έγιναν του συρμού καθώς η χώρα εδραιωνόταν ως παγκόσμια δύναμη. Ακόμη και μετά την αφαίρεση των λατινικών και αρχαιοελληνικών από τις εισαγωγικές στο πανεπιστήμιο εξετάσεις, η ραγδαία εξάπλωση μαθημάτων πάνω στα «σπουδαία βιβλία» και τον δυτικό πολιτισμό, στα οποία διαβάζονταν κλασικά κείμενα σε μετάφραση, βοήθησε στη δημιουργία μιας συνεκτικής εθνικής αφήγησης μετά από τα σοκ της εκβιομηχάνισης και των παγκόσμιων συρράξεων. Το έργο μεγάλου μέρους της τέχνης και της λογοτεχνίας του 20ού αιώνα ήταν να διαμορφώσει μια πιο περίπλοκη σχέση με την αρχαία Ελλάδα και τη Ρώμη, αλλά ακόμη και τότε, όταν η τέχνη ξέσκιζε τα κείμενα της κλασικής αρχαιότητας, τα κορόιδευε, και τα μετασχημάτιζε, και πάλι αυτά τα κείμενα συνέχισαν να αποτελούν την πρώτη ύλη με την οποία πολλοί καλλιτέχνες διαμόρφωσαν τα οράματά τους για την νεωτερικότητα.

Στο πέρασμα των αιώνων, στοχαστές τόσο διαφορετικοί μεταξύ τους όσο ο Τζον Άνταμς και η Σιμόν Βέιλ έχουν παρομοιάσει την κλασική αρχαιότητα με έναν καθρέφτη. Γενιές διανοουμένων, μεταξύ των οποίων φεμινιστές, queer και μαύροι μελετητές, είδαν κάτι από τους εαυτούς τους στα κλασικά κείμενα, αναλαμπές αναγνώρισης που εξέπεμπαν ένα είδος απελευθερωτικής υπόσχεσης. Ο Ντάνιελ Μέντελσον, ένας γκέι κλασικός φιλόλογος και κριτικός, ανακάλυψε τη σεξουαλικότητά του στα 12, διαβάζοντας ιστορικά μυθιστορήματα για τη ζωή του Μεγάλου Αλεξάνδρου. «Μέχρι εκείνη τη στιγμή», έγραψε στον Νιου Γιόρκερ το 2013, «δεν είχα δει ποτέ, πουθενά, να αντανακλώνται τα μυστικά μου συναισθήματα». Αλλά η ιδέα των κλασικών ως καθρέφτη μπορεί να είναι εξίσου επικίνδυνη όσο είναι σαγηνευτική. Η γλώσσα που χρησιμοποιείται για να περιγραφεί η παρουσία της κλασικής αρχαιότητας στον σημερινό κόσμο -η κλασική παράδοση, παρακαταθήκη ή κληρονομιά- περιέχει μέσα της την ιδέα μιας ειδικής, σχεδόν γενετικής σχέσης. Στη διάλεξή του «Δυτικός πολιτισμός δεν υπάρχει», ο Kwame Anthony Appiah περιγράφει σαρκαστικά την πίστη σε μια τέτοια συγγένεια σαν πίστη σε ένα «χρυσό ψήγμα» γνώσης -ένα πολύτιμο δικαίωμα εκ γενετής και λαμπρό σημάδι μεγαλείου- που οι λευκοί Αμερικανοί και Ευρωπαίοι φαντάζονται ότι τους μεταδόθηκε από τους αρχαίους. Αυτή η πεποίθηση ήταν τόσο βαθιά ριζωμένη που ο φιλόσοφος Τζον Στιούαρτ Μιλ μπορούσε να μιλά για τη Μάχη του Μαραθώνα, όπου οι Έλληνες απέκρουσαν την πρώτη περσική εισβολή το 490 π. Χ., ως ένα από τα πιο σημαντικά γεγονότα στην «αγγλική ιστορία».

Το να δει κανείς τις κλασικές σπουδές με τον τρόπο που τις βλέπει ο Παδίγια σημαίνει να σπάσει τον καθρέφτη, σημαίνει να καταδικάσει την κλασική κληρονομιά ως μία από τις πιο επιβλαβείς ιστορίες που έχουμε πει στον εαυτό μας. Ο Παδίγια είναι επιφυλακτικός με συναδέλφους που επικαλούνται τις ριζοσπαστικές χρήσεις των κλασικών σπουδών σαν ένα τρόπο να ανατρέψουν την αλλαγή. Πιστεύει ότι τέτοια παραδείγματα έχουν επισκιαστεί από την μακροχρόνια συμμαχία του κλάδου με τις δυνάμεις κυριαρχίας και καταπίεσης. Οι κλασικές σπουδές και η λευκότητα είναι τα οστά και οι τένοντες του ίδιου σώματος. Μεγάλωναν και δυνάμωναν μαζί και ίσως πρέπει να πεθάνουν μαζί. Οι κλασικές σπουδές αξίζει να επιβιώσουν μόνο αν καταφέρουν να γίνουν «ένας χώρος αμφισβήτησης» για τις κοινότητες που έχουν διασυρθεί από αυτές στο παρελθόν. Το περασμένο εξάμηνο, ο Παδίγια δίδαξε, σε συνδιδασκαλία με το Activist Graduate School, ένα μάθημα με τίτλο «Σπάζοντας την παράδοση», το οποίο συνδυάζει αρχαία κείμενα με κριτική θεωρία της φυλής και στρατηγικές οργάνωσης. «Νομίζω ότι η πολιτική των ζωντανών είναι αυτό που θα συγκροτήσει τις κλασικές σπουδές σε χώρο για παραγωγική έρευνα», μου είπε. «Όταν οι άνθρωποι θα σκέφτονται τις κλασικές σπουδές, θα ήθελα να σκέφτονται έγχρωμους ανθρώπους» Αλλά αν οι κλασικές σπουδές αποτύχουν στο τέστ, ο Παδίγια και άλλοι συνάδελφοί του είναι έτοιμοι να τις εγκαταλείψουν. «Θα ξεφορτωνόμουν εντελώς τις κλασικές σπουδές», μου είπε ο Ουώλτερ Σάιντελ, άλλος ένας από τους πρώην συμβούλους του Παδίγια στο Στάνφορντ. «Δεν νομίζω ότι θα πρέπει να υπάρχει ως ακαδημαϊκό πεδίο».

Ένας τρόπος για να ξεφορτωθεί κανείς τις κλασικές σπουδές θα ήταν να διαλύσει τις σχολές τους και να επανατοποθετήσει τα μέλη τους σε τμήματα ιστορίας, αρχαιολογίας, και γλωσσών. Αλλά, πολλοί κλασικοί φιλόλογοι υποστηρίζουν πιο ήπιες προσεγγίσεις για τη μεταρρύθμιση του κλάδου, δίνοντας έμφαση στην επέκταση των ορίων της. Σχολεία (των Χάουαρντ και Έμορι συμπεριλαμβανομένων) έχουν ενσωματώσει στις κλασικές τους σπουδές, και σπουδές της Αρχαίας Μεσογείου που εξετάζουν την Αίγυπτο, την Ανατολία, τον Λεβάντε, και τη Βόρεια Αφρική. Η αλλαγή η ίδια δηλώνει έναν σκοπό: να αφήσουμε πίσω τις ιεραρχίες του Διαφωτισμού και να επιστρέψουμε στο αναγεννησιακό μοντέλο του αρχαίου κόσμου ως τόπου ποικιλομορφίας και μίξης. «Υπάρχει μια πιο ενδιαφέρουσα αφήγηση για την ιστορία αυτού που αποκαλούμε Δύση: η ιστορία της ανθρωπότητας, χωρίς να προκρίνονται ορισμένοι πολιτισμοί της έναντι των υπολοίπων», λέει η Josephine Quinn, καθηγήτρια αρχαίας ιστορίας στην Οξφόρδη. «Μου φαίνεται ότι ο πραγματικά κρίσιμος μεταφορέας στην ιστορία είναι πάντα η σχέση μεταξύ ανθρώπων, μεταξύ πολιτισμών».

Ο Ίαν Μόρις το θέτει απερίφραστα. «Οι κλασικές σπουδές είναι ένας ευρωαμερικανικός ιδρυτικός μύθος», μου είπε ο Μόρις. «Θέλουμε πράγματι κάτι τέτοιο;»

Για πολλούς, εντός και εκτός της ακαδημίας, η απάντηση σε αυτήν την ερώτηση είναι ναι. Ο Denis Feeney, συνάδελφος του Παδίγια στο Πρίνστον, πιστεύει ότι η κοινωνία θα «χάσει πολλά» εάν εγκαταλειφθούν οι κλασικές σπουδές. Ο Φέινι είναι 65 χρόνων, και μετά την συνταξιοδότησή του φέτος, λέει, η πρώτη του επιθυμία είναι να ξαναπιάσει τον Όμηρο. «Σε κάποιες διαθέσεις, αισθάνομαι ότι αυτή είναι μόνο μια στιγμή απελπισίας, και οι άνθρωποι προσπαθούν να βρουν νόημα ακόμη κι αν αυτό προέρχεται μόνο από αυτοκατηγορίες» μου είπε. «Δεν είμαι σίγουρος ότι υπάρχει κλάδος που να εξαιρείται από το γεγονός ότι είναι μέρος της ιστορίας αυτής της χώρας. Πόσο ξεκάθαρα κακοήθεις είναι οι κλασικές σπουδές; Δεν ξέρω αν είναι». Η Έιμι Ρίτσλιν, μια φεμινίστρια ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, στο Λος Άντζελες, η οποία βοήθησε στο να γίνει η στροφή προς τη μελέτη των γυναικών στον ρωμαϊκό κόσμο, γέλασε όταν ανέφερα την ιδέα της διάλυσης των κλασικών τμημάτων της Ivy League[v]. «Καλή τύχη στο ξήλωμα», είπε. «Αυτά τα τμήματα έχουν χορηγίες και δεν πρόκειται να διαλυθούν οικειοθελώς». Αλλά όταν την πίεσα για το αν αυτό θα ήταν επιθυμητό, παρότι ανέφικτο, η Ρέιτσλιν έγινε σκεπτική. Μερικοί στον κλάδο, ιδίως οι μεταπτυχιακοί φοιτητές και τα μη μόνιμα διδάσκοντα μέλη της σχολής, ανησυχούν ότι οι διοικήσεις των μικρών κολεγίων και των δημόσιων πανεπιστημίων θα χρησιμοποιήσουν απλώς τις αλλαγές ως δικαιολογία για να περικόψουν προγράμματα σπουδών. «Μία από τις αμφίβολες επιτυχίες της γενιάς μου είναι ότι όντως έσπασε τον κανόνα», μου είπε η Ρίτσλιν. «Δεν νομίζω ότι μπορούσαμε να πιστέψουμε τότε ότι θα θέταμε εαυτούς εκτός εργασίας, αλλά το κάναμε». Και πρόσθεσε: «Αν διαλύσουν τα κλασικά τμήματα, αυτό θα ήταν πραγματικά το τέλος».

Ο Παδίγια είπε ότι «φρίττει» όταν θυμάται τη νεανική του επιθυμία να μετασχηματιστεί από την κλασική παράδοση. Σήμερα περιγράφει την ανακάλυψη του βιβλίου στον ξενώνα της Τσαϊνατάουν σαν μια καταχθόνια συνάντηση, σαν το βιβλίο να παραμόνευε εκεί περιμένοντάς τον. Συγκρίνει την εμπειρία με μια σκηνή σε μία από τις αυτοβιογραφίες του Frederick Douglass, όταν ο κ. Auld, ιδιοκτήτης του Ντάγκλας στη Βαλτιμόρη, τιμωρεί τη σύζυγό του επειδή βοήθησε τον Ντάγκλας να μάθει να διαβάζει: «Τώρα, λέει, αν μάθεις σ’αυτόν τον νέγρο(μιλώντας για μένα) πώς να διαβάζει, δεν θα υπάρχει τίποτα πια να τον συγκρατήσει. Θα του είναι πλέον αταίριαστο να είναι σκλάβος». Εκείνη τη στιγμή, λέει ο Ντάγκλας ότι κατάλαβε πως ο αλφαβητισμός ήταν αυτό που χώριζε τους λευκούς από τους μαύρους – «μια νέα και εκπληκτική αποκάλυψη, που εξηγούσε σκοτεινά και μυστηριώδη πράγματα». «Ώρες ώρες θα ένιωθα ότι το να μάθω να διαβάζω ήταν μάλλον κατάρα παρά ευλογία», γράφει ο Ντάγκλας. «Μου είχε δείξει την άθλια κατάστασή μου, χωρίς να μου δώσει τη θεραπεία». Η μύησή του στο μυστικό απλώς όξυνε την αίσθηση του αποκλεισμού.

Ο Παδίγια, όπως ο Ντάγκλας, βλέπει τώρα τη στιγμή της απορρόφησης στην κλασική, λογοτεχνική παράδοση ως ταυτόχρονη με την στιγμή της συνειδητοποίησης της φυλετικής διαφοράς. Δεν μπορεί πλέον να βρει περηφάνια ή παρηγοριά που την χρησιμοποίησε για να βγει από τη φτώχεια. Δεν επιτρέπει στον εαυτό του τέτοια ανακούφιση. «Το να διεκδικήσει κανείς αξιοπρέπεια σε αυτό το σύστημα δομικής καταπίεσης», λέει ο Παδίγια, «απαιτεί πλήρη συμμετοχή στη συστημική λογική αποτίμησης». Αρνείται να «επαινέσει τους αρχιτέκτονες αυτού του τραύματος σαν να έχουν τελικά επανορθώσει την ζημιά που σου έκαναν».

Τον περασμένο Ιούνιο, καθώς σε ολόκληρη τη χώρα εκτυλίσσονταν διαδηλώσεις για φυλετική δικαιοσύνη, ο Παδίγια έστρεψε την προσοχή του σε αρένες πέρα από τους κλασικές σπουδές. Αυτός, μαζί με την αστροφυσικό Τζένι Γκρην, τον θεωρητικό λογοτεχνίας Άντριου Κόουλ και την ποιήτρια Τρέισι Κ. Σμιθ άρχισαν να γράφουν την ανοιχτή επιστολή τους στο Πρίνστον με 48 προτάσεις για μεταρρύθμιση. «Η Anti-Blackness είναι θεμελιακή για την Αμερική», ξεκινούσε η επιστολή. «Η αδιαφορία για τις επιπτώσεις του ρατσισμού σε αυτήν την πανεπιστημιούπολη έχει επιτρέψει ώστε θεμιτές αξιώσεις, για θεσμική αντιμετώπιση και αποκατάσταση αφενός της υφέρπουσας ρατσιστικής (μικρο)επιθετικότητας και αφετέρου των ξεκάθαρα ρατσιστικών περιστατικών, να μην έχουν ικανοποιηθεί ως τώρα». Η επιστολή, την οποία υπέγραψαν περισσότερα από 300 μέλη της σχολής, κυκλοφόρησε δημόσια στις 4 Ιουλίου. Σε απάντηση, ο Joshua Katz, ένας διακεκριμένος κλασικός φιλόλογος του Πρίνστον, δημοσίευσε στο διαδικτυακό περιοδικό Quillette ένα άρθρο γνώμης, όπου χαρακτήρισε την Black Justice League, μια φοιτητική ομάδα, ως «τρομοκρατική οργάνωση» και προειδοποίησε ότι ορισμένες από τις προτάσεις της επιστολής προς την σχολή θα οδηγούσαν την πανεπιστημιούπολη σε εμφύλιο πόλεμο.

Και ναι μεν λίγοι στην ακαδημία ενδιαφέρθηκαν να υπερασπιστούν την επιλογή των λέξεων του Katz, ωστόσο ήταν πολλοί περισσότεροι αυτοί που ανησυχούσαν ότι ορισμένες από τις προτάσεις ήταν άστοχες, αν όχι επικίνδυνες. Η πιο επίμαχη ήταν η ιδέα της δημιουργίας μιας επιτροπής που θα «επιβλέπει την διερεύνηση και την τιμωρία ρατσιστικών συμπεριφορών, περιστατικών, έρευνας και δημοσίευσης» – μια επιτροπή που πολλοί θεώρησαν απειλή για ελεύθερη ακαδημαϊκή συζήτηση. «Ανησυχώ για το πώς ορίζεις τι αποτελεί ρατσιστική έρευνα», μου λέει ένας καθηγητής. «Αυτή είναι μια γραμμή που κινείται συνεχώς. Το να τιμωρηθούν άνθρωποι για έρευνα που άλλοι ανθρωποι πιστεύουν ότι είναι ρατσιστική δεν μου φαίνεται να είναι η σωστή απάντηση». Αλλά ο Παδίγια πιστεύει ότι ο σάλος για την ελευθερία του λόγου είναι άστοχος. «Δεν βλέπω πράγματα όπως η ελεύθερη ομιλία ή η ανταλλαγή ιδεών ως αυτοσκοπούς», μου λέει. «Πρέπει να είμαι ειλικρινής ως προς αυτό. Τους βλέπω ως μέσο για τον σκοπό της άνθισης των ανθρώπων».

Στις 6 Ιανουαρίου, ο Παδίγια άνοιξε την τηλεόραση λίγα λεπτά αφότου είχαν σπάσει τα παράθυρα του Καπιτωλίου. Στο πλήθος, είδε έναν άνδρα με ελληνική περικεφαλαία που έγραφε TRUMP 2020 με λευκά γράμματα. Είδε έναν άνδρα με ένα τίσερτ πάνω στο οποίο ήταν τυπωμένος ένας χρυσός αετός πάνω σε πελέκεις -fasces, σύμβολα ρωμαϊκού νόμου και διακυβέρνησης- κάτω από το ακρωνύμιο 6MWE, που σημαίνει «Έξι εκατομμύρια δεν ήταν αρκετά», μια αναφορά στον αριθμό των Εβραίων που δολοφονήθηκαν στο Ολοκαύτωμα. Είδε σημαίες κεντημένες με τη φράση που λέγεται ότι είπε ο Λεωνίδας όταν ο Πέρσης βασιλιάς τον διέταξε να παραδώσει τα όπλα του: Μολών λαβέ, που σημαίνει «ελάτε να τα πάρετε» στα αρχαιοελληνικά και που έχει γίνει σύνθημα των Αμερικανών ακτιβιστών υπέρ του δικαιώματος οπλοφορίας. Μία εβδομάδα μετά τις ταραχές, η εκπρόσωπος Marjorie Taylor Greene, μία νεοεκλεγμένη Ρεπουμπλικανή από την Τζώρτζια, η οποία έκανε λάικ σε ποστς στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που καλούσαν σε δολοφονία των Δημοκρατών, φορούσε μάσκα κεντημένη με το «μολών λαβέ» όταν ψήφισε κατά της δίωξης του Τραμπ.

«Υπάρχει ένας τύπος κλασικού φιλολόγου που θα εξετάσει τι συνέβη και θα πει, «Ω, εμείς δεν έχουμε σχέση με αυτό», μου είπε ο Παδίγια όταν μιλήσαμε πρόσφατα. «Αυτό που με ενδιαφέρει είναι γιατί είναι τόσο επιτακτικό για τους κλασικούς φιλόλογους αυτού του συγκεκριμένου τύπου να προβούν σε αυτή την φραστική κίνηση: «Εμείς δεν έχουμε σχέση με αυτό». Ο συστημικός ρατσισμός είναι θεμελιακός σε εκείνους τους θεσμούς που εκκολάπτουν τους κλασικούς φιλολόγους και τις κλασικές σπουδές ως κλάδο. Μπορούν να αξιολογήσουν την κατάσταση, μπορούν να αναγνωρίσουν τους πολλαπλούς τρόπους με τους οποίους ο ρατσισμός είναι μέρος αυτού που κάνουν; Τι σημαίνουν τα αιτήματα της τρέχουσας πολιτικής στιγμής;»

Ο Παδίγια υποψιάζεται ότι μια μέρα θα πρέπει να αφήσει τις κλασικές σπουδές και την ακαδημία ώστε να πιέσει σκληρότερα για τις αλλαγές που θέλει να δει στον κόσμο. Σκέφτηκε ακόμη και να μπει στην πολιτική. «Δεν θα πίστευα ποτέ ως παιδί ότι θα μπορούσα να φτάσω στη θέση που κατέχω τώρα», λέει. «Αλλά το ότι αυτό είναι ένα μικρό θαύμα δεν ξεριζώνει τη βαθιά μου αίσθηση ότι κι αυτό είναι επίσης προσωρινό». Η επιρροή του στον κλάδο ίσως να είναι πιο μόνιμη από την παρουσία του σε αυτόν. «Ο Νταν-ελ έχει κινητοποιήσει πολλούς ανθρώπους», μου είπε η Ρεμπέκα Φούτο Κένεντι, καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο Ντένιζον. Ο Τζόελ Κρίστενσεν, καθηγητής στο Brandeis, αισθάνεται τώρα ότι είναι «ηθική και πνευματική του ευθύνη» να διδάσκει στις κλασικές σπουδές με τρόπο που να εκθετει τη ρατσιστική τους ιστορία. «Διαφορετικά, απλά συμμετέχουμε σε προπαγάνδα», λέει. Ο Κρίστενσεν, ο οποίος είναι 42 ετών, ήταν στο μεταπτυχιακό του μόλις πριν την «κρίση της πίστης» του, και καταλαβαίνει τον φόβο που μπορεί να αισθάνονται πολλοί κλασικοί φιλόλογοι όταν καλούνται να ξαναγράψουν το αφήγημα του έργου της ζωής τους. Αλλά, -προειδοποιεί-, «το μέλλον έρχεται, με η χωρίς τον Νταν-Ελ».

[i]Η φράση επιτίθεται στον θεσμό του Black History Month: ο θεσμός ξεκίνησε το 1926 στις ΗΠΑ ως «Negro History Week» για να εξελιχθεί το 1970 σε «Black History Month». Τις επομένες δεκαετίες υιοθετήθηκε και από άλλες χώρες.

[ii]Parsley massacre: ονομάστηκε έτσι από τα αγγλόφωνα μήντια της εποχής διότι, λέγεται, ότι οι στρατιώτες του Τρουχίγιο, κρατώντας ένα κομμάτι μαϊντανού- σύμφωνα με οδηγία του- ρωτούσαν τον πληθυσμό «τι είναι αυτό;» και ανάλογα με την προφορά της απάντησης (perejil για τους ντόπιους, pèsil για τους αϊτινούς) έλεγχαν ποιός είναι ντόπιος και άρα γλυτώνει, και ποιος αϊτινός/κρεολός και άρα δολοφονείται. Ωστόσο η ιστορία αυτή, δεν επιβεβαιώνεται από καμμία μαρτυρία όσων επέζησαν της σφαγής την οποία οι δομηνικανοί ονομάζουν el corto, και οι αϊτινοί αντίστοιχα kout kouto-a.

[iii] Μαύρος Ατλαντικός: Η ιστορία των μετακινήσεων των ανθρώπων αφρικανικής καταγωγής από την Αφρική στην Ευρώπη, στην Καραϊβική, και στην Αμερική.

[iv]Αναφορά στο The Price of the Ticket, μια συλλογή δοκιμίων του Μπόλντουιν, αφροαμερικανού συγγραφέα και ακτιβιστή.

[v] Δηλαδή των οκτώ πανεπιστημίων της Β. Α. Ακτής που ταυτίζονται με την ιδέα της ακαδημαϊκής αριστείας.

Padilla teaching Roman history at Princeton in 2016.

Πρώτη δημοσίευση: Rachel Poser, He Wants to Save Classics From Whiteness. Can the Field Survive?. Μετάφραση: Σοφία Λαλοπούλου

Κλασσικό

2 σκέψεις σχετικά με το “Ο άνθρωπος που θέλει να σώσει τις κλασικές σπουδές από την λευκότητα

  1. Ο/Η Αγγελος λέει:

    Πολύ ενδιαφέρον το άρθρο, αλλά κάποιος να πει στην κα Σοφία Λαλοπούλου ότι οι «γερουσιαστές» της αρχαίας΄Ρώμης λέγονται «συγκλητικοί» στα ελληνικά και τα «σεστέρσια» σηστέρτιοι…

    Μου αρέσει!

  2. Παράθεμα: Απόβλητα, του Dan-el Padilla Peralta - Skra punk

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.