Βία,μετανάστευση

«Γιατί τους παίρνετε σπίτια σας;» (ρωτά η βελγική αστυνομία)

συνέντευξη της Ντουνιά Ντεπορτέρ

 

Σε κάθε συζήτηση περί προσφύγων, ένα από τα «επιχειρήματα»-κλισέ των ρατσιστών και ξενόφοβων είναι: «αφού τους αγαπάτε τόσο, γιατί δεν τους παίρνετε σπίτια σας;».

Μία σύντομη απάντηση είναι: τους παίρνουμε, αλλά οι φίλοι σας οι μπάτσοι μάς συλλαμβάνουν και μας τρομοκρατούν.

Προς απόδειξη, η παρακάτω συνέντευξη της Βελγίδας τραγουδίστριας Dounia Depoorter στο περιοδικό Moustique [Το κουνούπι], η οποία, μια Κυριακή του Οκτωβρίου, στις 5.30 το πρωί, δέχθηκε την φιλική επίσκεψη κλιμακίου της τοπικής αστυνομίας επειδή φιλοξενούσε δύο Σουδανούς 18 και 25 χρονών στο πλαίσιο της εκ περιτροπής στέγασης προσφύγων από τους αλληλέγγυους της Plateforme citoyenne d’aide aux réfugiés [Πλατφόρμα πολιτών για βοήθεια προς τους πρόσφυγες], ενός χαλαρού δικτύου εθελοντών που αναλαμβάνουν να φιλοξενήσουν άστεγους μετανάστες για δύο ή τρεις βραδιές κάθε φορά. Οι δύο νεαροί κοιμόντουσαν σε ένα ανοίκιαστο διαμέρισμα της τραγουδίστριας ακριβώς δίπλα στο δικό της, όταν μπούκαραν οι Βέλγοι Ράμπο για να καταπολεμήσουν τους «διακινητές ανθρώπων».

Ποια ήταν η αντίδρασή σας όταν είδατε την αστυνομία να καταφθάνει σπίτι σας;

 

Άνοιξα την πόρτα και τους είπα: «Μα τι είναι αυτά που κάνετε;!». Και τότε, 15 αστυνομικοί με αλεξίσφαιρα γιλέκα ορμάνε μέσα. Δύο ή τρεις πέσανε πάνω μου, με γρονθοκοπούν, με σπρώχνουν πάνω στο πιάνο, και μου στρέφουν το χέρι πίσω απ’ την πλάτη. Πόνεσα, οπότε έβγαλα μια κραυγή. Αμέσως, αυτοί αρχίζουν να ουρλιάζουν: «Αντιστέκεται, αντιστέκεται! Γράψτο, σημείωσέ το στην έκθεση: Αντιστέκεται!». Η πίεση στο μπράτσο μου αυξάνει, οπότε φωνάζω και πάλι. Μου λένε: «Σιωπή, τελείτε υπό στέρηση της ελευθερίας, έχετε χάσει τα δικαιώματά σας!».

 

Σας φόρεσαν πλαστικές χειροπέδες;

 

Όχι πλαστικές, μεταλλικές. Και πονάει. Αλλά είχα καταλάβει ότι δεν πρέπει να φωνάζεις.

 

Και οι φιλοξενούμενοί σας;

 

Και σ’ αυτούς βάλανε χειροπέδες, πιο γρήγορα απ’ ό,τι σε μένα. Μισή ντουζίνα αστυνομικοί. Τους είδα· τους είχαν λυθεί τα γόνατα. Είδα πραγματικά τη Λιβύη στα μάτια τους. Εγώ τους είχα πει ότι εδώ είναι ασφαλείς. Γιατί ποτέ δεν είχα φανταστεί ότι μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο στο σπίτι μου. Τους πήραν αμέσως, με το φανελάκι και το σλιπ. Εγώ, είχα λίγο περισσότερο χρόνο. Μία αστυνομικός στάθηκε εκεί και περίμενε να ντυθώ.

 

Μα δεν σας παρουσίασαν κάποιο ένταλμα, κάποια δικαστική απόφαση;

 

Μέχρι εκείνη τη στιγμή, όχι. Καθώς ουρλιάζανε πάνω απ’ το κεφάλι μου ότι δεν είχα πλέον κανένα δικαίωμα, δεν τόλμησα να τους κάνω σχετική παρατήρηση. Μόνο όταν ετοιμάζονταν να με βγάλουν απ’ το σπίτι μου κατάφερα να τους πω ότι δεν μου είχαν επιδώσει κάποια επίσημη ειδοποίηση.

 

Και πώς αντέδρασαν;

 

Άρχισαν να γελάνε. «Χα χα χα! Θέλει ένταλμα! Η κυρία έχει και απαιτήσεις! Καλά, θα σας το δείξουμε!». Και τότε, μου δείχνουν ένα ένταλμα στα ολλανδικά. Πρόλαβα να πιάσω τα mensen stroper, «διακινητής ανθρώπων», criminele organisatie, «εγκληματική οργάνωση». Ήταν αδιανόητο. Δεν ήξερα πλέον πού βρισκόμουνα …

 

Είχατε πάθει σοκ;

 

Ναι. Μου ζητούσαν τα κλειδιά του διαμερίσματος για να μπορέσουν να ξανακλειδώσουν. Δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι καμιά δεκαριά αστυνομικοί είχαν μείνει μέσα για να ψάξουν. Άδειασαν τους φακέλους, τα ντουλάπια, τα συρτάρια στο πάτωμα. Εκ των υστέρων βρήκα λάμπες σπασμένες: έψαξαν παντού. Με πήραν λοιπόν, με χειροπέδες, σε ένα μαύρο αυτοκίνητο με συμβατικές πινακίδες. Αισθανόμουν ότι οι γείτονές μου άκουγαν τα πάντα. Με ρώτησαν αν έχω δικηγόρο. Απάντησα, ναι. Και για ποινικό; Απαντώ, όχι. Φτάνουμε σε μια μεγάλη οικοδομή στην rue Royale… Βαδίζουμε σε μεγάλους διαδρόμους, κατεβαίνουμε από όροφο σε όροφο για να φτάσουμε σε ένα δωμάτιο στο υπόγειο όπου βλέπω τους δύο φιλοξενούμενούς μου με τα εσώρουχα, τα χέρια τους δεμένα σε έναν κρίκο στον τοίχο. Τα μάτια τους ήταν κατακόκκινα. Εννοώ: μες στο αίμα ήταν τα μάτια τους! Ο φόβος, ο φόβος στο βλέμμα τους! Με βάζουν να καθήσω δίπλα τους, έχω πάντα τα χέρια δεμένα στην πλάτη. Είχα μια ιδιαίτερη συμπάθεια για τον νεότερο απ’ τους δύο. Τις προάλλες έκλεισε τα 18, γνωρίζω ότι δεν έχει καμία επαφή με την οικογένειά του που είναι στο Νταφούρ, ότι έχασε τη μητέρα του. Αποφεύγει να μιλήσει για το τι πραγματικά πέρασε στη Λιβύη. Λίγο-πολύ καταλαβαίναμε. «Big problems in Libya…». Μια φορά, είδα ότι στην κοιλιά του είχε σημάδια από καψίματα με τσιγάρο. Αισθανόμουν τόσο άσχημα γι’ αυτόν που, έστω και αν μας είχαν απαγορεύσει την επικοινωνία, του είπα: «I am sorry». Και τότε άρχισε να μου φωνάζει και να με βρίζει η αστυνομικός.

 

Τι τους κάνανε τους φιλοξενούμενούς σας;

 

Τους πήγαν σε ένα διπλανό δωμάτιο όπου τους έγδυσαν, τους φωτογράφησαν, τους πήραν αποτυπώματα κοροϊδεύοντάς τους με κακία, με χυδαιότητα. Μετά ήρθε η σειρά μου. Δεν με γδύσανε. Μπροστά στη φωτογραφική μηχανή, αναλύθηκα σε δάκρυα. Δεν έβλεπα πλέον τίποτα. Μετά, με φέρνουν στα γραφεία στους ορόφους. Περνάμε σε διαδρόμους στρωμένους με κελιά. Αισθάνομαι τη μυρωδιά.

 

Πώς μυρίζει;

 

Μυρίζει φόβο –έχει οσμή ο φόβος: ούρα, περιττώματα, εμετός. Μυρίζει έντονα. Και στο εσωτερικό των κελιών, είναι ακόμα χειρότερα. Σίγουρα το κάνουν επίτηδες: δεν καθαρίζουν. Αλλά για μένα δεν έχει φτάσει ακόμα η στιγμή. Πρώτα, ανεβαίνω σε ένα γραφείο όπου αρχίζουν να με βάζουν να υπογράψω έγγραφα στα ολλανδικά. Εγώ αρνούμαι. Δέχομαι να υπογράψω, αλλά έγγραφα στα γαλλικά. «Μας βάζεις δύσκολα!» μου λένε. Οι περισσότεροι αστυνομικοί είναι ολλανδόφωνοι και άντρες. Αυτό το τελευταίο δεν με πειράζει: εδώ οι γυναίκες είναι πιο ανυπόφορες. Κουβέντες πολύ σκληρές, απότομες χειρονομίες, μια θέληση να σε συντρίψουν, να σε σβήσουν. Ούτε μια λέξη που να είναι ήρεμη, επεξηγηματική. Τελικά, μου φέρνουν να υπογράψω έγγραφα στα γαλλικά, αλλά το ένταλμα εξακολουθεί να είναι στα ολλανδικά και αρνούμαι να το υπογράψω.

 

Και; Σας απείλησαν;

 

Όχι, με ειρωνεύτηκαν. «Μα πώς, δεν καταλαβαίνετε ολλανδικά; πώς είναι δυνατόν, στο Βέλγιο βρισκόμαστε», σε έναν τόνο ταυτόχρονα επιθετικό και σαρκαστικό. Κράτησα, δεν υπέγραψα. Τότε κατάφερα να πάρω ένα τηλέφωνο στο γαμπρό μου που ειδοποίησε μία φίλη δικηγόρο. Αλλά στο μεταξύ, μου φέρνουνε έναν δικηγόρο υπηρεσίας, διορισμένο αυτεπάγγελτα, ολλανδόφωνο, που δείχνει δεκαεφτάμισι χρονών και που, πάνω-κάτω, μου εξηγεί ότι για να βρίσκομαι εκεί «σίγουρα κάτι σοβαρό θα έκανα». Του είπα αμέσως ότι δεν θα τα πάμε καλά οι δυο μας … Θα πρέπει να είχε πάει δέκα η ώρα το πρωί. Δεν είχα φάει τίποτε. Μου έφεραν πάντως έναν καφέ σκέτο. Μετά με πάνε σε ένα κελί. Εκεί ξαναβρίσκουμε τις μυρωδιές που λέγαμε … Πάντα με τις χειροπέδες, με φέρνουν σε αυτούς τους διαδρόμους. Με πιάνει ένας ακατανίκητος φόβος. Μπροστά σε ένα κελί, με βάζουν να βγάλω τα παπούτσια και τα γυαλιά μου. Μπαίνω μέσα με τις κάλτσες. Το έδαφος κολλάει απ’ τη βρωμιά. Η πόρτα ξανακλείνει. Τρία επί τρία, στον τοίχο κάτι σαν πόντιουμ από μπετόν με ένα λεπτό πλαστικό στρώμα. Από πάνω μια κουβέρτα. Ένα μεταλλικό WC που το καζανάκι το πατάς απ’ έξω. Χωρίς χαρτί τουαλέτας. Μια στρογγυλή κάμερα στο ταβάνι. Χωρίς παράθυρο, μια χοντρή λάμπα από νέον διαρκώς αναμμένη. Τα πάντα μυρίζουν άσχημα. Μετά από κάποια στιγμή κρυώνω τόσο, που, λίγο λίγο, αρχίζω να χρησιμοποιώ την κουβέρτα η οποία είναι δύσοσμη και σχεδόν άκαμπτη από τη βρωμιά. Σιγά σιγά πέφτω σε λήθαργο. Έμεινα σχεδόν 30 ώρες, με ένα μπουκάλι νερό και ένα σάντουιτς. Μέχρι την επομένη το απόγευμα που με οδήγησαν σε έναν ανακριτή.

 

Και τι έγινε εκεί;

 

Είχα μαζί μου μια φίλη δικηγόρο. Ο ανακριτής μού διάβασε τις τηλεφωνικές συνδιαλέξεις που έκανα. Συνειδητοποιώ ότι με παρακολουθούν επί βδομάδες. Τελικά, μου λένε ότι είμαι ελεύθερη αλλά «πρέπει να προσέχω». Αυτό όμως δεν έχει κανένα νόημα … Γιατί να με συλλάβουν, αν είναι μόνο για να μου πουν ότι «πρέπει να προσέχω»;

 

Μετάφραση – επιμέλεια: Α.Γ.

Image result for police belge

Προσθήκη: η Ντουνιά αφέθηκε ελεύθερη αλλά δεν έχει μέχρι στιγμής αποφασιστεί αν θα της απαγγελθούν κατηγορίες, και ποιες. Στο μεταξύ αυτές τις μέρες διεξάγεται στο δικαστικό μέγαρο των Βρυξελλών μία δίκη εις βάρος 12 ατόμων για άλλα «αδικήματα αλληλεγγύης» που φέρεται ότι τελέστηκαν πέρυσι. Ο εισαγγελέας έχει προτείνει την αθώωση των δύο και κάποιες σχετικά ήπιες ποινές για τους υπολοίπους. Η απόφαση θα βγει τις επόμενες μέρες. Ο εκφοβισμός, οι παρακολουθήσεις και η επιλεκτική τρομοκράτηση όμως τίποτα δεν δείχνει ότι θα σταματήσουν …

Κλασσικό

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.