Ανάλυση λόγου,Πολιτική,Φιλοσοφία,Ψυχανάλυση

Εντάξει, ο Κασσελάκης δεν κατάλαβε. Ο Κοντιάδης τι κατάλαβε;

του Άκη Γαβριηλίδη

Το βιβλίο του Ξενοφώντος Κοντιάδη για το «φαινόμενο Κασσελάκη» δεν το έχω διαβάσει, ούτε προτίθεμαι να το διαβάσω. Διάβασα μόνο ένα απόσπασμά του που προδημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών, και η ανάγνωση αυτή επιβεβαίωσε την αρχική μου κρίση ότι δεν έχει κάτι ιδιαίτερα χρήσιμο ή ενδιαφέρον.

Αντιθέτως, αυτό που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι η δημόσια/ πολιτική διαχείριση της εικόνας του βιβλίου. Με άλλα λόγια, (όχι τα δικά μου λόγια: εκείνα του συγγραφέα και της «επιστήμης» την οποία εκείνος επικαλείται), με ενδιαφέρει η κατασκευή της «περσόνας» του Ξενοφώντος Κοντιάδη. Γι’ αυτό, διάβασα με προσοχή ένα αρκετά εκτενές, αναλογικά, απολογιστικό σημείωμα του συγγραφέα, σε ΜΚΔ, για την παρουσίαση του βιβλίου με τη συμμετοχή του ίδιου του Στέφανου Κασσελάκη.

Στο σημείωμα αυτό μας εξηγείται, μεταξύ άλλων, ότι στην «επιστήμη» (δεν προσδιορίζεται ποια ακριβώς επιστήμη Συνέχεια

Κλασσικό
Πολιτική

Από την Goldman Sachs στον ΣΥΡΙΖΑ: ποιος είναι ο Στέφανος Κασσελάκης;

της σύνταξης του γεωπολιτικού περιοδικού Le Grand Continent

Η ελληνική πολιτική μόλις μας προσέφερε άλλη μία φαντασμαγορική ανατροπή. Μόλις πριν από ένα μήνα, τίποτα δεν προμήνυε την εκλογή ενός 35χρονου πρώην τραπεζίτη που δεν είχε αναλάβει ποτέ πολιτικά αξιώματα, στη θέση του επικεφαλής του αριστερού κόμματος ΣΥΡΙΖΑ. Ένα πορτρέτο του ανθρώπου που στις 24 Σεπτεμβρίου έγινε επίσημα διάδοχος του Τσίπρα.

Από τις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου 2023 εμφανίστηκε το απρόσμενο στοιχείο και έγινε κινητήρια δύναμη της εξέλιξης του κόμματος του ΣΥΡΙΖΑ, με αποκορύφωμα την εκλογή του νέου προέδρου του Στέφανου Κασσελάκη στις 24 Σεπτεμβρίου. Ο Ελληνοαμερικανός είχε προστεθεί την τελευταία στιγμή στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας του Συνέχεια

Κλασσικό
Γλώσσα,Διεθνείς σχέσεις,Πολιτική

Η βόρεια Κύπρος είναι κράτος

του Άκη Γαβριηλίδη

Για το πώς σκέφτεται και τι γνωρίζει ο Στέφανος Κασελάκης γνωρίζω ό,τι και όλοι οι υπόλοιποι, δηλαδή ελάχιστα. Νομίζω όμως ότι μπορώ να κάνω μια υπόθεση για το τι μπορεί να οδηγήσει ένα άτομο που είναι μέχρι ένα βαθμό, αλλά όχι πλήρως εξοικειωμένο με την ελληνική γλώσσα, την ελληνική κοινωνία, τις συμβάσεις τους και τα κολλήματά τους.

Αυτή η πιθανή εξήγηση λοιπόν είναι κατά τη γνώμη μου η εξής. Είναι πιθανό κάποιος να έχει εκτεθεί ως ένα βαθμό στην πληροφορία ότι οι Έλληνες (εθνικιστές) κατά τις τελευταίες δεκαετίες είχαν/έχουν δύο «εθνικές ευαισθησίες», δύο «εθνικά θέματα» τα οποία ως ένα βαθμό επέλυαν –ελλείψει άλλου τρόπου- μέσα στη γλώσσα, ή μάλλον μέσα από τη γλωσσική αστυνόμευση/ λογοκρισία. Το ένα ήταν το «κυπριακό» και το άλλο το «μακεδονικό». Στο πρώτο απαγορευόταν/-εύεται να πούμε «η βόρεια Κύπρος» ή οποιονδήποτε άλλο όρο με ανάλογη σημασία· οι όροι αυτοί υποχρεωτικά αντικαθίστανται από το «το ψευδοκράτος». Στο δεύτερο, απαγορευόταν/-εύεται να πούμε «η Συνέχεια

Κλασσικό