του Άκη Γαβριηλίδη
Τις τελευταίες μέρες, με αφορμή την πολλοστή αναζωπύρωση της σύγκρουσης στην Παλαιστίνη, επίσης για πολλοστή φορά έρχεται στην επιφάνεια, στο εσωτερικό της ελληνικής κοινωνίας, το τρομερά λεπτό και πολύπλοκο ερώτημα πώς μιλάμε γι’ αυτή τη σύγκρουση, πώς οργανώνουμε την πολεμική και τη διαμαρτυρία μας κατά τρόπο ώστε να αποφύγει τις διπλές και τριπλές παγίδες που παραμονεύουν πριν καν αρχίσουμε να μιλάμε. Στο δημόσιο διάλογο, ή στον ημι-δημόσιο που συνιστά ενίοτε το διαδίκτυο, φαίνεται να έχουν ειπωθεί τα πάντα και τα αντίθετά τους, κατά τρόπο που ο λόγος να παραλύει, να μη βρίσκει κάτι να πει που το νόημά του να μην ακούγεται εκ των προτέρων ακυρωμένο και κορεσμένο. Μάλιστα, έχουν ειπωθεί, και λέγονται, όλα τα σωστά και όλα τα λάθος σε όλους τους δυνατούς συνδυασμούς, τόσο που να φαίνεται ματαιοπονία ακόμα και το να προσπαθήσεις να ξεχωρίσεις πού αρχίζει το ένα και πού το άλλο.
Κι ωστόσο, κάτι που θα είχε νόημα να δοκιμάσει να διατυπώσει κανείς, είναι μια κουβέντα «δεύτερου βαθμού»: ότι ίσως το Ισραήλ κινητοποιεί τόσο τους λόγους μας, μας προκαλεί τόσο έντονη –και συνήθως αρνητική- φόρτιση, επειδή μας μοιάζει. Με άλλα λόγια, ότι ο αντι-ισραηλισμός (δηλαδή ο αντι-σιωνισμός, που οι υποστηρικτές του μας διαβεβαιώνουν με κάθε Συνέχεια