Λογοτεχνία,Μετάφραση,Μετακίνηση

Γ.Σ. Σεφέρης, Ναζίμ Χικμέτ· παράλληλοι

του Άκη Γαβριηλίδη

Σαν σήμερα, πέθανε ο μεγαλύτερος Θεσσαλονικιός ποιητής, και ταυτόχρονα ο διασημότερος ποιητής της τουρκικής γλώσσας στον 20ό αιώνα, ο Ναζίμ Χικμέτ.

Ο Χικμέτ είναι αρκετά γνωστός στην Ελλάδα και αρκετά ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά –κάποια απ’ αυτά μάλιστα έχουν μελοποιηθεί.

Υπάρχει ένα ποίημά του, το Mavi liman (Γαλάζιο λιμάνι), το οποίο εξ όσων γνωρίζω δεν έχει μεταφραστεί στα ελληνικά (έχει όμως μελοποιηθεί στο πρωτότυπο από τον μεγάλο Τούρκο τραγουδοποιό Τζεμ Καρατζά). Τουρκικά δεν μπορώ να πω ότι γνωρίζω με την αυστηρή έννοια του όρου, ούτε έχω καμία πρόθεση ή αρμοδιότητα να μεταφράσω ποίηση. Για τις ανάγκες μιας πρώτης πρακτικής προσέγγισης, όμως, με τη βοήθεια του Google translate και κάποιων φίλων, συνήγαγα ότι το νόημα των στίχων είναι περίπου το εξής:

 

Είμαι πολύ κουρασμένος, μην με περιμένεις καπετάνιε.

Ας γράψει κάποιος άλλος το ημερολόγιο καταστρώματος.

Ένα γαλάζιο λιμάνι, με πλατάνια και με θόλους,

δεν μπορείς να με βγάλεις σε κείνο το λιμάνι …

(Στο πρωτότυπο:

Çok yorgunum, beni bekleme kaptan.

Seyir defterini başkası yazsın.

Çınarlı, kubbeli, mavi bir liman.

Beni o limana çıkaramazsın…).

Διαβάζοντας τους στίχους έτσι μεταφερμένους, ο Έλληνας αναγνώστης μένει κατάπληκτος με το πόσο «σεφερικά» είναι τα θέματα και οι εικόνες τους. Το λιμάνι, ένα πλοίο που φεύγει και κάποιος που μένει πίσω, τα πλατάνια, οι θόλοι, η λαχτάρα για ένα άλλο λιμάνι το οποίο παραμένει απρόσιτο … Ένα προς ένα, τα στοιχεία αυτά αποτελούν έμμονες ιδέες της εικονογραφίας του Σεφέρη. Όσο για το ημερολόγιο καταστρώματος, αυτό έχει δώσει τον τίτλο όχι σε μία, όχι σε δύο, αλλά σε τρεις ποιητικές συλλογές τού πλέον διάσημου ποιητή της ελληνικής γλώσσας τον 20ό αιώνα. Αν διαβάζαμε τους στίχους στα ελληνικά χωρίς να ξέρουμε τι είναι, εύκολα θα μπορούσαμε να πιστέψουμε ότι το ποίημα αυτό το έχει γράψει όχι ο Χικμέτ, αλλά ο ελληνόφωνος συνάδελφός του που γεννήθηκε δύο χρόνια νωρίτερα απ’ αυτόν. Ο τόπος αυτής της γέννησης ήταν, ως γνωστόν, η Σμύρνη, μία άλλη κοσμοπολίτικη μητρόπολη με λιμάνι στο Αιγαίο, την οποία και αυτός αναγκάστηκε να αφήσει οριστικά όπως και ο Χικμέτ τη Θεσσαλονίκη.

Δηλαδή, τελικά μήπως το έχει όντως γράψει;

Είναι παλιό το λιμάνι, δεν μπορώ πια να περιμένω

ούτε το φίλο που έφυγε στο νησί με τα πεύκα,

ούτε το φίλο που έφυγε στο νησί με τα πλατάνια,

ούτε το φίλο που έφυγε για τ’ ανοιχτά,

λέει ένα άλλο ποίημα που, αυτό, είναι του Σεφέρη (και που επίσης μελοποιήθηκε από τον Δήμο Μούτση, δίνοντας βέβαια ένα τραγούδι το οποίο θα ήταν καλύτερα όλοι να ξεχάσουμε, εάν δεν το έχουμε ήδη κάνει –αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία).

Μολονότι σε αυτή τη φάση δεν έχω ελέγξει στο σύνολό τους τις ιστορικές-φιλολογικές λεπτομέρειες, φαίνεται απίθανο κάποιος εκ των δύο να είχε υπόψη του το αντίστοιχο ποίημα του άλλου. Για τον Σεφέρη ξέρουμε ότι δεν γνώριζε τουρκικά, και αρνήθηκε να μάθει ακόμη και τα στοιχειώδη όταν διορίστηκε πρέσβης στην Άγκυρα τη δεκαετία του 50· το συγκεκριμένο ποίημα του Χικμέτ δεν έχει μεταφραστεί ποτέ στα ελληνικά. Στα δε τουρκικά, οι πρώτες μεταφράσεις του Σεφέρη έγιναν από τον τουρκοκρητικής καταγωγής Τζεβάτ Τσαπάν και δημοσιεύτηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 80. Λογικά δεν μπορούμε να αποκλείσουμε τελείως το ενδεχόμενο να είχε υπόψη του ο Χικμέτ κάποια αγγλική μετάφραση.

Ακόμη όμως και αν συμβαίνει αυτό, δεν αναιρεί την υπόθεση που θέλω να διατυπώσω για πρώτη φορά γραπτά εδώ, και που επιφυλάσσομαι να αναπτύξω περισσότερο στο μέλλον:

ότι ο Σεφέρης, μολονότι έκανε τα πάντα στη ζωή του για να αποκοπεί και να εθνοκαθάρει την ποίηση και την όλη του ύπαρξη από κάθε ανατολίτικο στοιχείο, και μολονότι αναφέρει ως πηγές έμπνευσής του και διαρκώς διαλέγεται αυστηρά με ποιητές και καλλιτέχνες της ελληνικής αρχαιότητας, της Αναγέννησης και της νεωτερικής Δύσης, ίσως είναι περισσότερο Ασιάτης απ’ όσο φανταζόταν ο ίδιος, και όλοι ανεξαιρέτως οι μέχρι τώρα μελετητές του.

yorgo

Ευχαριστώ την Άνθη Καρρά, την Μαρία Σαρρή και τον Mustafa Çolak για τη βοήθειά τους

Κλασσικό
Έθνος κράτος,Αρχαιογνωσία,Λογοτεχνία,Ψυχανάλυση,αποικιοκρατία,νεωτερικότητα

Στοιχειωμένες κοινότητες: το ελληνικό βαμπίρ ή το ανοίκειο στον πυρήνα της κατασκευής του έθνους

του Álvaro García Marín*

Αν δεχθούμε τον ισχυρισμό του Ντερριντά ότι «όλες οι εθνικές ρίζες […] είναι ριζωμένες πρώτα απ’ όλα στη μνήμη ή την αγωνία ενός εκτοπισμένου –ή εκτοπίσιμου- πληθυσμού»[1], η έννοια των «φαντασιακών κοινοτήτων» του Μπένεντικτ Άντερσον[2] θα μπορούσε εύκολα να εκλεπτυνθεί με τις «στοιχειωμένες κοινότητες» της Ρενέ Μπέργκλαντ[3]. (…) Σε αντίθεση με μια κοινότητα της οποίας απλώς τα μέλη προϋποθέτουν και προωθούν την αφηρημένη ιδέα του αμοιβαίου ανήκειν, η στοιχειωμένη κοινότητα συνοδεύεται από την ενεργή, μολονότι φασματική, επίδραση κάποιας ανεπιθύμητης κληρονομιάς από το παρελθόν –διαγραμμένης ή ξεπερασμένης, υποτίθεται, από την ίδια τη δράση της φαντασίας- η οποία υπονομεύει τη σταθερότητα της κρατούσας, μονολογικής ταυτότητας. Έτσι, η μετάθεση και ο διπλασιασμός που είναι εγγενής στο ανοίκειο, όπως το θεωρητικοποίησε ο Φρόιντ, θα ήταν αδιάσπαστα συνδεδεμένος με την ίδια τη διαδικασία της κατασκευής του έθνους. Κατά τον Φρόιντ, το ανοίκειο Συνέχεια

Κλασσικό
Λογοτεχνία,Τραύμα,Φιλοσοφία,Χρέος

Χρέος, χρόνος, κληρονομία: το δώρο στον Τεντέν και στον Ντερριντά

 του Tom McCarthy[i]

Αντιγραφή, απομίμηση, «μετάδοση»: τα θέματα αυτά, που αφορούν τον Ερζέ εξίσου όσο και τον Μπαλζάκ, έρχονται στο επίκεντρο μόλις τεθεί το ερώτημα της προέλευσης του χρήματος. Και η προέλευση αυτή, και για τους δύο, συνδέεται με διακεκομμένες ή συσκοτισμένες οικογενειακές δομές. Για τον Ερζέ αυτό αναπτύσσεται αργά, μέσα από αρκετούς τόμους. Στη Ρωσία έχουμε ψεύτικα εργοστάσια και κρατική ιδιοποίηση του πλούτου (αυτό που φυλάνε τα «φαντάσματα» του γραμμοφώνου είναι ένα μυστικό καταφύγιο γεμάτο με τους θησαυρούς που ο Λένιν, ο Τρότσκι και ο Στάλιν έχουν κλέψει από το λαό), στην Αμερική ψεύτικους αστυνομικούς, απομιμήσεις κάστρων και τράπεζες που ξεπηδάνε σε μια νύχτα καθώς ο πλούτος αναβλύζει από το έδαφος για να τον ιδιοποιηθούν οι μεγάλες επιχειρήσεις (οι εταιρίες πετρελαίου που πετάνε τους Ινδιάνους έξω από τα εδάφη τους για να τα εκμεταλλευτούν). Αν στο Σπασμένο Αυτί η πράξη της πλαστογράφησης φέρνει χρήμα φαινομενικά στον κλέφτη –και σε αυτούς που λήστεψαν τον κλέφτη- και στην πραγματικότητα στον αδελφό του, στο επόμενο άλμπουμ, την Μαύρη Νήσο (το οποίο ο Ερζέ αρχικά σκόπευε να τιτλοφορήσει Les Faux-Monnayeurs, «Οι παραχαράκτες»], το ίδιο το χρήμα είναι πλαστό, τυπωμένο παράνομα με μια μυστική πρέσα στη Σκοτία. Στο επόμενο, το Σκήπτρο του Οττοκάρ, είναι ψεύτικος ο αδελφός, ο οποίος κλέβει την ταυτότητα του δίδυμου αδελφού του, του Εκτόρ Αλαμπίκ, στο πλαίσιο μιας συνωμοσίας που αποσκοπεί να διακόψει τη γραμμή της διαδοχής στο θρόνο της Συλδαβίας, η οποία, όπως μας Συνέχεια

Κλασσικό
σεξουαλικότητα,Λογοτεχνία,Φύλο

Ο Ευριπίδης Γαραντούδης είναι ομοφοβικός (ή: ο φιλόλογος ως μπάτσος της σκέψης των άλλων, και της δικής του)

του Άκη Γαβριηλίδη

 

Χθες, παρακολούθησα στον «Ιανό» της Θεσσαλονίκης την παρουσίαση του βιβλίου τού Δημήτρη Παπανικολάου για τον Καβάφη. Το βιβλίο το ξέρω βέβαια, το έχω διαβάσει, έχω γράψει γι’ αυτό και επίσης είχα ο ίδιος μιλήσει λίγες μέρες πριν σε αντίστοιχη εκδήλωση στην Αθήνα. Επειδή όμως μερικές αντιδράσεις του αθηναϊκού κοινού μού είχαν φανεί αρκετά περίεργες, και επειδή ούτως ή άλλως τύχαινε να βρίσκομαι στην πόλη για άλλο λόγο, όταν είδα ότι υπάρχει άλλη μια παρουσίαση αποφάσισα να πάω και εκεί από περιέργεια για να δω τι θα συνέβαινε.

Αποδείχθηκε ότι είχα δίκιο. Από τη συνδυασμένη παρακολούθηση των δύο εκδηλώσεων μπορώ να πω με ακόμη μεγαλύτερη βεβαιότητα δύο πράγματα: α) ευτυχώς που βγήκε αυτό το βιβλίο, και που βγήκε στα ελληνικά και όχι στα αγγλικά, και β) ευτυχώς που μερικοί άνθρωποι, όπως ο Δημήτρης, ή όπως ο Γιάννης ο Χαμηλάκης, έφυγαν από την Ελλάδα και πήγαν σε αγγλικά πανεπιστήμια, όπου κατάφεραν να παραγάγουν ένα έργο το οποίο, αν είχαν Συνέχεια

Κλασσικό