πόλεμος,Ιστορία

Το πραγματικό έπος της Αλβανίας

του Ζάχου Ε. Παπαζαχαρίου

Από την αρχή της ιταλικής εισβολής στην Αλβανία το 1939 εκδηλώθηκαν αυθόρμητες αντιδράσεις ενάντια στους κατακτητές. Ο αλβανικός στρατός, που ενσωματώθηκε στον ιταλικό, άρχισε να λιγοστεύει αισθητά. Οι Αλβανοί στρατιώτες άρχισαν να αυτομολούν και να κρύβονται στα βουνά. Στις αρχές του 1940 ένας ηγούμενος μπεκτασήδικου μοναστηριού, ο Μουσλίμ Πέζα, τέθηκε επικεφαλής μιας ένοπλης ομάδας από την κωμόπολη Πέζα της κεντρικής Αλβανίας και κατάφερε απανωτά χτυπήματα στους Ιταλούς. Το πρώτο αυτό αντάρτικο της Ευρώπης ενάντια στις δυνάμεις του Άξονα είχε σοβαρό αντίκτυπο σ’ όλη την Αλβανία. Γενίκευσε την τάση λιποταξίας των Αλβανών από τον ιταλικό στρατό, με αποτέλεσμα να μην εμπλακούν Αλβανοί στρατιώτες στην επίθεση της 28ης Οκτωβρίου 1940 και στην εισβολή στην Ελλάδα. Σήμανε την αρχή του κομμουνιστικού κινήματος στην Αλβανία και την έναρξη του ένοπλου απελευθερωτικού αγώνα στα Βαλκάνια και στην Ευρώπη.

Ένας νέος, καθηγητής του γαλλικού Λυκείου της Κορυτσάς, ο Εμβέρ Χότζα, από οικογένεια μπεκτασήδων, Συνέχεια

Κλασσικό
Ανάλυση λόγου,Ιστορία,αντισημιτισμός,επιστημολογία

Ο αντι-αντισημιτισμός ως επιστήμη

του Άκη Γαβριηλίδη

Τις τελευταίες μέρες, μέινστρημ μέσα όπως η Athens Voice και το (ψευδώνυμα αυτοαποκαλούμενο) Liberal αποφάσισαν να ασχοληθούν με τα κακώς κείμενα στην ανώτατη παιδεία.

Επί της αρχής, καλή ιδέα. Γιατί όχι. Καλοδεχούμενο το ενδιαφέρον.

Ποια ήταν αυτά τα κακώς κείμενα; Δεν ήταν ούτε η υποχρηματοδότηση, ούτε τα μαγειρέματα του ΣτΕ ώστε να παρακαμφθεί το άρθρο 16 του συντάγματος. Ήταν ότι «Ιστορικός που ερευνά τον αντισημιτισμό στην Ελλάδα καταγγέλλει τη διακοπή συνεργασίας της με πανεπιστήμιο». Τα αντίστοιχα άρθρα στην ουσία ήταν αυτούσια αναπαραγωγή της καταγγελίας (για την ακρίβεια, της «Δημόσιας επιστολής για την ακαδημαϊκή ελευθερία και την έρευνα για τον αντισημιτισμό» που δημοσίευσε στα ΜΚΔ η Άννα-Μαρία Δρουμπούκη), με λίγες σάλτσες για εισαγωγή.

Πώς λοιπόν εθίγη η ακαδημαϊκή ελευθερία; Όχι από τις απειλές που, ως άλλος Παπαδόπουλος, εξαπέλυσε τις προάλλες ο Μητσοτάκης προς τους πρυτάνεις· αυτές δεν φαίνεται να συγκίνησαν τους/τις ενδιαφερόμενους/-ες. Το Συνέχεια

Κλασσικό
Δίκαιο,Ιστορία,Κινηματογράφος

«Το Ισραήλ ποτέ δεν ήταν δημοκρατία, κάνει γενοκτονία επί 77 χρόνια»

συνέντευξη του Άβι Μογκράμπι

Ο Ισραηλινός σκηνοθέτης Avi Mograbi γεννήθηκε στο Τελ Αβίβ το 1956. Από νωρίς πολέμιος της κατοχικής πολιτικής της χώρας του, αρνήθηκε να ενταχθεί στις μάχιμες μονάδες του στρατού όταν το Ισραήλ εισέβαλε στον Λίβανο το 1982. Οι ταινίες του –Πώς έμαθα να ξεπερνώ το φόβο μου και να αγαπώ τον Αριέλ Σαρόν (1997), Για ένα μόνο από τα δυο μου μάτια (2005) και Μέσα σε κήπο βάδισα (2012), για να αναφέρουμε μόνο μερικές- καταγράφουν την πραγματικότητα της κατοχής των παλαιστινιακών εδαφών.

Οι πολυβραβευμένες ταινίες του έχουν επιλεγεί σε όλα τα μεγάλα κινηματογραφικά φεστιβάλ. Πριν από λίγες εβδομάδες βρέθηκε στο Παρίσι για να παρουσιάσει το Τα πρώτα 54 χρόνια, μια ταινία στην οποία, κοιτώντας κατά πρόσωπο την κάμερα, μπαίνει στο πετσί ενός ειδικού στη στρατιωτική στρατηγική, και στην οποία συνδυάζει τα λεγόμενα στρατιωτών για τις τραυματικές εμπειρίες τους με αρχειακό υλικό.
Στη συνέχεια ο Mograbi ταξίδεψε αεροπορικώς στη Λισαβόνα, όπου ζει πλέον. Αυτή η συνέντευξη δόθηκε από εκεί, με ηχητικές ανταλλαγές. Οι ταινίες του, μεγάλου και μικρού μήκους, είναι πλέον όλες διαθέσιμες δωρεάν στην ιστοσελίδα του www.avimograbi.org. Συνέχεια

Κλασσικό
Αυτονομία,Ιστορία,επιστημολογία

Αυτονομία και αυτοματοποίηση: μια κοινωνική ιστορία της τεχνητής νοημοσύνης

του Ματτέο Πασκουινέλλι

Υπάρχει μια σημαντική παρανόηση σχετικά με τις επιστημονικές φιλοδοξίες της κυβερνητικής. Στην πραγματικότητα, η κυβερνητική δεν ήταν μια επιστήμη αλλά μια σχολή μηχανικής μεταμφιεσμένη –μια σχολή με αρκετή αυτοπεποίθηση ώστε να επεκτείνει τις πληροφοριακές και υπολογιστικές αναλογίες της σε διάφορες πτυχές της φύσης και της κοινωνίας. Το βιβλίο αυτό προσπαθεί να ξεκαθαρίσει ότι, αντί να σχεδιάζουν μηχανές που να μοιάζουν με οργανισμοί (βιομορφισμός), όπως διακήρυτταν, τελικά οι κυβερνητιστές οραματίστηκαν οργανισμούς να μοιάζουν με μηχανές (τεχνομορφισμός), οι οποίες αντανακλούσαν τη δική τους περιρρέουσα κοινωνική τάξη πραγμάτων (κοινωνιομορφισμός). Όπως και οι φιλοσοφίες της φύσης των προηγούμενων αιώνων (τυπικό Συνέχεια

Κλασσικό
Εθνικισμός,Ιστορία,Πολιτική

Vardarska είναι η νότια Μακεδονία

του Άκη Γαβριηλίδη

Χάρη στις αμπώτιδες και τις πλημμυρίδες του αλγορίθμου των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, σχετικά πρόσφατα διαπίστωσα ότι ο (αντι)μακεδονικός αγώνας των Ελλήνων εθνικιστών εξακολουθεί να μαίνεται, αλλά τώρα πλέον έχει αγκιστρωθεί, ακριβώς, στα ΜΚΔ ως τελευταίο καταφύγιο. Σε αυτά, κάποιες δεκάδες ίσως ελληνοτρόλλ παίρνουν σβάρνα ό,τι ανάρτηση βρουν που να συνδέεται με την Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας, ακόμη και αν την έχει κάνει π.χ. η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Χάντμπολ (το παράδειγμα είναι πραγματικό, όχι επινοημένο), και αρχίζουν την ηρωική –όσο και μάταιη- αντίσταση, «διδάσκοντας» με ύφος χιλίων καρδιναλίων τους «αμαθείς» ότι «η χώρα αυτή δεν πρέπει να λέγεται Μακεδονία».

Και πώς πρέπει να λέγεται; Επ’ αυτού, διαπίστωσα μία εξέλιξη που νομίζω ότι είναι σχετικά πρόσφατη: στις Συνέχεια

Κλασσικό
Ανάλυση λόγου,Ελληνικός εμφύλιος πόλεμος,Ιστορία

Η βλακεία της Μαρίας Ευθυμίου δεν είναι πανίσχυρη

του Άκη Γαβριηλίδη

Την τερατολογία ότι «η Ελλάδα τελείωσε» την είχε καπαρώσει ο πρωταθλητής των ελλήνων προφητών Χρήστος Γιανναράς εδώ και δεκαετίες. (Πράγμα που φυσικά συνιστά αντίφαση όρων, διότι κάτι δεν είναι δυνατό να «τελειώνει» επί δεκαετίες. Αλλά η λογική συνοχή ως γνωστόν δεν είναι το ισχυρό σημείο των προφητών). Εν πάση περιπτώσει, όσοι/-ες εποφθαλμιούσαν την επίζηλη θέση του νάμπερ ουάν προφήτη θα έπρεπε να επινοήσουν κάποια ακόμα πιο εντυπωσιακή καταστροφολογία.

Πάνω εκεί, λοιπόν, εμφανίστηκε η Μαρία Εθυμίου:

  • Hold my beer, έγνεψε στους/τις παρατρεχάμενους/-ες. Και το ξεφούρνισε:

έχουμε έναν εμφύλιο που διαρκεί από το 1915 μέχρι σήμερα.

Το αποτέλεσμα δεν δικαιολογεί τις προσδοκίες. Το βρίσκω αδικαιολόγητα φειδωλό. Μπήκες που μπήκες στον κόπο Συνέχεια

Κλασσικό
Ανάλυση λόγου,Ιστορία,Φύλο

Το «πλαίσιο της εποχής» ως άσυλο της άγνοιας –και του σεξισμού

του Άκη Γαβριηλίδη

«Δεν μπορούμε, λοιπόν, να ερμηνεύουμε ούτε πρακτικές, ούτε πρόσωπα που έδρασαν [xxx] χρόνια πριν, με τα δικά μας μέτρα, τις δικές μας νόρμες, τις δικές μας προσλαμβάνουσες».

Τη φράση αυτή, ή παραλλαγές της, ακούμε όλο και συχνότερα εδώ και κάποιο καιρό. Ίσως λοιπόν είναι καιρός να εφαρμόσουμε πάνω σε αυτήν ό,τι μας υποδεικνύει να πράξουμε για άλλες αποφάνσεις: να εξετάσουμε την ίδια την επιταγή περί «συνυπολογισμού των συμφραζομένων» μέσα στα συμφραζόμενά της.

Εν προκειμένω, η συγκεκριμένη διατύπωση της επιταγής ανήκει στην υπουργό πολιτισμού της Ελλάδας Λίνα Μενδώνη (στο πρωτότυπο, πριν από τα «χρόνια», αναφερόταν ο αριθμός «2000» τον οποίο απλώς αντικατέστησα Συνέχεια

Κλασσικό
Αθλητισμός,Ιστορία,ναζισμός

Γιατί δεν ανάβουν τη φλόγα κατευθείαν στο Παρίσι;

του Νικόλα Παφίτη

ΑΡΧΑΙΑ ΟΛΥΜΠΙΑ, Ελλάδα (AP) – Μια ιέρεια προσεύχεται σε έναν νεκρό θεό του ήλιου μπροστά από έναν πεσμένο ελληνικό ναό. Αν ο ουρανός είναι καθαρός [σ.τ.μ.: τελικά δεν ήταν], ξεπηδά μια φλόγα που θα καίει στο Παρίσι καθ’ όλη τη διάρκεια του κορυφαίου αθλητικού γεγονότος στον κόσμο. Μετά, διάφοροι βγάζουν λόγους.

Την Τρίτη, η φλόγα για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του φετινού καλοκαιριού στο Παρίσι θα ανάψει στη γενέτειρα των αρχαίων Ολυμπιακών Αγώνων στη νότια Ελλάδα σε μια σχολαστικά χορογραφημένη τελετή.

Στη συνέχεια θα μεταφερθεί μέσα απ’ την Ελλάδα για πάνω από 5.000 χιλιόμετρα (3.100 μίλια) πριν παραδοθεί στους Γάλλους διοργανωτές στο χώρο της Αθήνας που χρησιμοποιήθηκε για τους πρώτους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες το 1896.

Ας ρίξουμε μια μια ματιά στις λειτουργίες και το νόημα της καθιερωμένης περίτεχνης τελετής.

Δεν θα μπορούσαν οι Γάλλοι να την ανάψουν στο Παρίσι;

Θα μπορούσαν τα βραβεία Όσκαρ να ανακοινωθούν σε τηλεδιάσκεψη;

Το λαμπρό θέαμα στην Ολυμπία αποτελεί ουσιαστικό μέρος κάθε Ολυμπιάδας εδώ και σχεδόν 90 χρόνια από τους Αγώνες του Βερολίνου. Υποτίθεται ότι εγκαθιδρύει έναν άρρηκτο δεσμό ανάμεσα στη σύγχρονη διοργάνωση και Συνέχεια

Κλασσικό
Αθλητισμός,Επιτελεστικότητα,Ιστορία

«Ολυμπιακή Φλόγα»: κιτς το αντίγραφο, ναζιστικό το πρωτότυπο

γράφει ο Roby Rovinsonas

Δεν συμμερίζομαι την πάνδημη καταδίκη των νέων φορεσιών αφής ολυμπιακής φλόγας.

Η ομόθυμη εθνική ενόχληση οφείλεται στο ότι χαλάει μια θεμελιακή εθνική ναρκισσιστική αυτοκεικόνα: «εμείς» είμαστε που «δίνουμε» στην υπόλοιπη ανθρωπότητα την «ιερή φλόγα» των αρχαίων αγώνων «μας». Τη φλόγα που ταξιδεύει στον κόσμο και φωτίζει τη μεγάλη γιορτή της οικουμένης. Και οφείλει να είναι σύμφωνη με τις «σωστές» αναπαραστάσεις και ρούχα, όπως στις δελφικές γιορτές του Σικελιανού, στις φωτογραφίες της Nelly’s, στις Συνέχεια

Κλασσικό
Ανάλυση λόγου,Ιστορία,Μνήμη

Καποδίστριας, o Τσακ Νόρρις του εκσυγχρονισμού;

του Άκη Γαβριηλίδη

Εδώ και κάποια χρόνια, στον ελληνόφωνο κυβερνοχώρο έχει τεθεί σε κυκλοφορία –άγνωστο από ποιον ακριβώς, όπως πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις- ένα κείμενο το οποίο, υπό τη μορφή ενός καταιγισμού ρητορικών ερωτήσεων προς τον αναγνώστη («θα το πίστευες αν σου έλεγε κάποιος ότι τον 19ο αιώνα υπήρξε κάποιος που …»), απαριθμεί μία σειρά απολύτως τερατολογικών κατορθωμάτων και ιδιοτήτων που αποδίδει στον Βενετό, αδριατικής καταγωγής, ρώσο κόμη Giovanni Capo d’Istria. Για τις τερατολογίες αυτές, η λογική συνέχεια θα ήταν: όχι, δεν θα το πίστευες, και πολύ καλά θα έκανες.

Όπως επίσης συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις, το κείμενο γνωρίζει διάφορες παραλλαγές και προσθαφαιρέσεις κάθε φορά –από τις πολλές- που αναπαράγεται. Μία σχετικά πρόσφατη αρχίζει ως εξής:

Πολλοί λένε ότι μετά από τον Ιωάννη Καποδίστρια τελείωσε και η ζώσα δημοκρατία! Αλλά ας ελπίζουμε στον θεό και ας είμαστε αισιόδοξοι…[1]

Πόσο θα πίστευες αν σου έλεγε κάποιος ότι τον 19ο αιώνα υπήρξε κάποιος που γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ελλάδα (Έλληνας) που:

Είναι πραγματικά αξιοθαύμαστο επίτευγμα να γράψεις τρεις προτάσεις και να μην πεις ούτε μία αλήθεια.

Η δημοκρατία, ζώσα ή ημιθανής, δεν τελείωσε μετά τον Καποδίστρια. Τελείωσε με τον Καποδίστρια. Ο Καποδίστριας, αριστοκρατικών πεποιθήσεων και άλλωστε αριστοκράτης ο ίδιος, είναι εκείνος που έθεσε τέρμα στην όποια δημοκρατική προοπτική των συνταγμάτων της επανάστασης του 21. Ποια ήταν άραγε αυτή η «ζώσα δημοκρατία» που υπήρχε επί των ημερών του και «τελείωσε μετά»;

Ο Καποδίστριας είναι αλήθεια ότι γεννήθηκε και μεγάλωσε σε ένα μέρος που σήμερα ανήκει στο ελληνικό κράτος. Oι εμμονικές διαβεβαιώσεις όμως ότι «γεννήθηκε στην Ελλάδα» και «ήταν Έλληνας» άνευ άλλου προσδιορισμού, είναι στην καλύτερη περίπτωση ένα μέρος της αλήθειας. Ανήκε σε μία γενιά που «τραύλιζε το έθνος», για να δανειστούμε την έκφραση από το πρόσφατο βιβλίο της Κωνσταντίνας Ζάνου. Ήταν υπήκοος της Βενετίας, γραμμένος στο Libro d’Oro, και το όνομα του πατέρα του –το ένα από τα δύο ονόματα- ήταν … Μαρία. Σπούδασε στην Ιταλία και υπηρέτησε το ρωσικό κράτος. Όλα αυτά είναι πολύ μακριά από την ελλληνικότητα και την εμπειρία της όπως την νοούμε σήμερα.

Αλλά και όσα ακολουθούν μετά το «που» δεν πάνε πίσω. Αυτά τα οποία ερωτάται ο αναγνώστης «πόσο θα τα πίστευε» είναι μεταξύ άλλων τα εξής:

Πήρε τρία διδακτορικά διπλώματα στην Ιταλία!

Έφτιαξε το Σύνταγμα της τότε Επτανησιακής Πολιτείας (και έγινε κυβερνήτης της σε ηλικία 26 χρονών!)

Έφτιαξε το επιτυχημένο Ελβετικό Σύνταγμα (που ισχύει μέχρι σήμερα)

Έσωσε από διαμελισμό και από πτώχευση την ηττημένη το 1815 Γαλλία.

Έγινε Υπουργός Εξωτερικών (1816) της μεγαλύτερης (τότε) Ευρωπαϊκής δύναμης (της Ρωσίας)

Έσωσε την Ελληνική επανάσταση.

Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός στην ιστορία του 19ου αιώνα για να αντιληφθεί ότι αυτός ο τύπος λόγου προσιδιάζει περισσότερο σε διαφήμιση παρά σε ιστορική αφήγηση. Μονολεκτικές διαβεβαιώσεις χωρίς καμία περαιτέρω ανάπτυξη ή τεκμηρίωση, (αλλά με άφθονα θαυμαστικά και λέξεις με κεφαλαίο πρώτο γράμμα), που προορίζονται να εμπνεύσουν όχι την επιθυμία για γνώση αλλά την αποχαύνωση και το θαυμασμό.

Εάν κανείς «ξύσει» στοιχειωδώς αυτές τις κατηγορηματικές διαβεβαιώσεις, έστω π.χ. αυτή περί του «ελβετικού συντάγματος», θα δει ότι είναι παραμύθια. Σύμφωνα με ανάρτηση στο επίσημο σάιτ του Παγκόσμιου Οργανισμού Διανοητικής Ιδιοκτησίας, το ελβετικό σύνταγμα που ισχύει σήμερα ψηφίστηκε το 2000, ενώ και το πρώτο στην ιστορία θεσπίστηκε το 1848, δηλαδή αρκετά χρόνια μετά το θάνατο του Καποδίστρια. Άρα μάλλον αδύνατο να συνέταξε εκείνος είτε το ένα, είτε το άλλο.

Το ίδιο δημοσίευμα αναφέρει ότι «Το 1821 παραιτήθηκε από την Ρωσική κυβέρνηση και πήγε στην Ελβετία (1821- 1827)». Πώς «έσωσε την ελληνική επανάσταση» λοιπόν; Εξ αποστάσεως;

Επίσης, αναφέρεται ότι «Οργάνωσε το Πολεμικό ναυτικό και γενικά την ναυτιλία». Δεν διευκρινίζεται ποίας χώρας· φαντάζομαι της Ελλάδας. Πότε πρόλαβε όμως να οργανώσει κοτζάμ πολεμικό ναυτικό;

Παραλείπω εδώ τα κάκιστα ελληνικά στα οποία, επίσης όπως πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις, είναι συνταγμένο το κείμενο. Σε αυτό παρατηρούνται πλείστοι όσοι σολοικισμοί και ανορθογραφίες: «φιλικά προσκείμενους με [sic] την Οθωμανική Αυτοκρατορία», «τα χτήματα του», «συνεδρίαση της Τριζίνας».

Επίσης, ακυρολεξίες:

Ο Κολοκοτρώνης τον ονόμασε «Πατέρα του Έθνους». (Από τότε δεν έχουμε καθορίσει στον Κυβερνήτη Καποδίστρια αυτήν την τιμή).

«Καθορίζω την τιμή» στα ελληνικά σημαίνει αποφασίζω ποιο θα είναι το αντίτιμο σε μια πώληση. «Καθορίζω μία τιμή σε έναν άνθρωπο» δεν σημαίνει τίποτε.

Η μη απόδοση τιμής στον Καποδίστρια είναι μάλλον το «διά ταύτα», η ultima ratio (αν θεωρήσουμε ότι υπάρχει κάποια ratio) του κειμένου:

Ο Καποδίστριας ήταν μια οικουμενική προσωπικότητα. Ακόμη τον τιμούν στην Ρωσία, στην Γαλλία, στην Ελβετία, στην Σλοβενία. Στην Ελλάδα μάλλον τον αγνοούμε.

Φυσικά, ο ισχυρισμός αυτός είναι απολύτως ανακριβής. Στην Ελλάδα δεν αγνοούμε καθόλου τον Καποδίστρια. Υπάρχουν τουλάχιστον τρία αγάλματά του (Αθήνα/ Ναύπλιο/ Κέρκυρα), δύο προτομές (μία στον Εθνικό Κήπο και μία στην Πάτρα) και δυο αναμνηστικές πλάκες (Ναύπλιο), ένα Μουσείο Καποδίστρια στην Κέρκυρα, όπου και το αεροδρόμιο του νησιού φέρει το όνομά του, αποκαθίσταται το Κυβερνείο στην Αίγινα … Το όνομά του έφερε και το σχέδιο ενοποίησης των δήμων του 1997 (από το οποίο έχει μείνει έκτοτε η έκφραση «καποδιστριακός δήμος»), ενώ στις τελευταίες εκλογές κατέβηκε συνδυασμός με την επωνυμία «Κοινωνία-Πολιτική Παράταξη συνεχιστών της πολιτικής του Καποδίστρια». Όσο για οδούς, λεωφόρους ή πλατείες με το όνομά του, υπάρχουν σε όλους τους δήμους της Ελλάδας! Μόνο στην Αττική υπάρχει διψήφιος αριθμός. Το μεγαλύτερο πανεπιστήμιο, αυτό που βρίσκεται στην πρωτεύουσα της χώρας, λέγεται Καποδιστριακό. Χωρίς υπερβολή, δεν πρέπει να υπάρχει πολιτικός άνδρας τον οποίο να έχει τιμήσει περισσότερο το ελληνικό κράτος, με την εξαίρεση του Ελευθέριου Βενιζέλου –του οποίου όμως η δράση υπήρξε πολύ πιο μακροχρόνια, πιο πρόσφατη, και συνδέθηκε με πιο θεμελιώδη γεγονότα της ελληνικής ιστορίας. Τι άλλο να κάναμε δηλαδή; Να ονομάζαμε Καποδιστρία την χώρα;

Φυσικά, το γεγονός ότι ένα κείμενο είναι γραμμένο στο πόδι ή λέει ανακρίβειες δεν εμποδίζει από μόνο του τη διάδοσή του. Υπό ορισμένες προϋποθέσεις, ίσως και να την ευνοεί. Και ειδικότερα, υπό την προϋπόθεση το κείμενο να ανταποκρίνεται σε κάποιες προσδοκίες, να ακολουθεί κάποιες οικείες και αναγνωρίσιμες αφηγηματικές δομές που καλύπτουν κάποιες συναισθηματικές ανάγκες. Εν προκειμένω, αυτό περί του Καποδίστρια – Τσακ Νόρρις καταφέρνει να ενεργοποιήσει κάποια πολύ δημοφιλή κλισέ, με βασικότερο το «κάτι μας κρύβουν», «κάποιοι δεν θέλουν να μάθουμε την αλήθεια». (Είναι χαρακτηριστικό ότι σε κάποιες αναδημοσιεύσεις φέρει τον τίτλο «Ο άγνωστος Καποδίστριας»). Κατά δεύτερον, αυτή η υποτιθέμενη απόκρυψη έχει να κάνει με ένα άλλο πολυχρησιμοποιημένο κλισέ, το «η Ελλάδα τρώει τα παιδιά της», «Έλληνας υπερήρωας που διέπρεψε στο εξωτερικό και εμείς τον αγνοούμε». (Ανάλογο ρόλο καλείται να παίξει σε άλλα δημοσιεύματα ο Καραθεοδωρή, ο οποίος εμφανίζεται ως «ο δάσκαλος του Αϊνστάιν»).

Πρόκειται δηλαδή για το γνωστό επιφώνημα «ce n’est pas ça» που ακολουθεί την έλευση της απόλαυσης για να καταγράψει το χάσμα ανάμεσα στην προσδοκώμενη και στην επελθούσα. Ο εθνικιστής επιθυμεί ακαταμάχητα το έθνος του να είναι υπερδύναμη, να κινεί τα νήματα των παγκόσμιων εξελίξεων· αυτό ή έστω κάποιοι εκπρόσωποί του. Όταν δεν βρίσκει τέτοιους, οδηγείται να επινοήσει, και να αυτο-ετερομαστιγωθεί που δεν τους έχει αποδώσει τη σημασία που τους πρέπει.

Δείγμα αυτής της προσπάθειας είναι και το ότι, το διάστημα αυτό, ετοιμάζει κινηματογραφική βιογραφία του Καποδίστρια –φυσικά με διεθνή συμπαραγωγή- ο Γιάννης Σμαραγδής. Ένας κινηματογραφιστής που υπηρετεί με συνέπεια όλα αυτά τα χρόνια την εμπέδωση ενός αφηγήματος για «εξαιρετικές προσωπικότητες», όλες φυσικά ενήλικες άνδρες, ελληνικής καταγωγής αλλά και με «οικουμενική» (κυρίως βέβαια ευρωπαϊκή) δράση, χάρη στην οποία διέπρεψαν στις τέχνες και το εμπόριο.

Τέλος, αυτή η θεοποίηση του Καποδίστρια αρδεύεται επίσης από ένα άλλο λογοθετικό ρεύμα στο χώρο της δημόσιας ιστορίας και επικοινωνεί με αυτό. Πρόκειται για την προσπάθεια να συγκροτηθεί μία γενεαλογία «χαρισματικών και εκσυγχρονιστών ηγετών» που «αντιστάθηκαν στο λαϊκισμό και στα οθωμανικά κατάλοιπα» –χωρίς όμως να τύχουν της αναγνώρισης που τους άξιζε από τον αχάριστο και αδαή λαό τους, που είναι μαθημένος στην κουλτούρα τού underdog. Πριν από τον Σημίτη και τον ήδη αναφερθέντα Βενιζέλο, η ανάγκη επινόησης προγόνων φέρνει καμιά φορά στην επιφάνεια και τον κόμη-υπουργό του Τσάρου.

Φυσικά αυτή η συνάντηση δεν είναι απαλλαγμένη από ανακολουθίες. Διότι έχουμε ένα πρόταγμα που επαγγέλλεται τον εξορθολογισμό των κοινωνικών σχέσεων, στην υπηρεσία του οποίου τίθεται μια αφήγηση με θρησκευτικές-μυστικιστικές συνηχήσεις[2]. Βέβαια ο μύθος δεν είναι το αντίθετο του Λόγου, όπως ξέρουμε από τους γάλλους (μετα)δομιστές. Δεν είμαι όμως σίγουρος αν αυτό το ξέρουν και οι Διαμαντούρος-Βερέμης-Μαυρογορδάτος και συντροφία.

Όλα αυτά απολήγουν και μπερδεύονται γλυκά στη νέα μεγάλη (μεσαία) ιδέα της Ελλάδας του τουρισμού, των αρχαιοτήτων, της αυτοπεποίθησης και της επιχειρηματικότητας. Ένα αυτοείδωλο, και ένα καθεστώς (κλοπής της) απόλαυσης, πάνω στα οποία «χτίζει» η τριάδα Καλύβας-Μενδώνη-Μητσοτάκης, επιχειρώντας να αιχμαλωτίσει και να αποκρυσταλλώσει όλες αυτές τις συναισθηματικές ανάγκες και όλη αυτή την επιθυμία για αυτοδικαιωτικούς εθνικούς μύθους.

[1] Στο σημείο αυτό παρεμβάλλεται η φράση «Η Ελβετία κόσμησε την Λωζανη με άγαλμα του Καποδίστρια!». Η φράση αυτή είναι λογικά ασύνδετη με όσα προηγούνται ή έπονται, και πιθανολογώ ότι, σε κάποια προηγούμενη εκδοχή η οποία μεταφέρθηκε εδώ με κόπυ-πέιστ, αποτελούσε τη λεζάντα για κάποια φωτογραφία η οποία χάθηκε κατά τη μεταφορά.

[2] Αντιγράφω ξανά από την ίδια κλάψα-αγιογραφία:
«Ομολογώ ότι κατά καιρούς άκουγα για κάποιον Καποδίστρια με τόσα απίθανα κατορθώματα που μου φαινόντουσαν το λιγότερο, υπερβολές!

Τέτοια κατορθώματα είμαστε συνηθισμένοι μόνο στα μυθικά χρόνια. Ποιος να ήταν αυτός ο Έλληνας του 19ου αιώνα που, τουλάχιστον σε πολιτικούς άθλους, φάνηκε αντάξιος του Ηρακλή; Είναι όλα αυτά αλήθεια; Το όνομα του: Ιωάννης Καποδίστριας». Οι υπογραμμίσεις δικές μου· διατηρείται η στίξη και η ορθογραφία του πρωτοτύπου.

Κλασσικό