σεξουαλικότητα,Δίκαιο,Διαδίκτυο,Εικόνα,Στρατηγική

«Καμία ενοχή» για το revenge porn; Χμμ … Ας το ξανασκεφτούμε λίγο

του Άκη Γαβριηλίδη

Από μέσο κοινωνικής δικτύωσης δημοσιοποιήθηκε χθες το παρακάτω περιστατικό: (αντί να περιγράφω, αντιγράφω αυτούσια την σχετική εικόνα, αφού σε αυτήν περιέχονται ουσιαστικά όλες οι πληροφορίες που διαθέτουμε).

1428_1

Πρόκειται για μια εξέλιξη πολύ ενδιαφέρουσα, αλλά, γι’ αυτό ακριβώς, συζητήσιμη. Και κατά τη συζήτηση αυτή επιβάλλεται πολλή προσοχή, διότι όποιος (-α) την κάνει βαδίζει σε αμφιμερώς ναρκοθετημένο έδαφος και, αν δεν προσέξει, μπορεί να πέσει σε μία από τις δύο (ή περισσότερες) παγίδες.

Καταρχάς, πολιτικά βρίσκω πολύ ενδιαφέροντα αυτόν τον τρόπο αντίδρασης, και σκέφτομαι ότι, αν ήταν πιο διαδεδομένος, ίσως ο άνθρωπος που αυτοκτόνησε στην Κάρπαθο λόγω κάποιου βίντεο που κυκλοφόρησε με τον γιο του να ήταν ακόμα ζωντανός. Η αποφόρτιση του εκβιασμού από το «κεντρί» του είναι μια αντίδραση ανάλογη με την τακτική ορισμένων ασιατικών πολεμικών τεχνών, που υπαγορεύει να μην προσπαθήσεις να ασκήσεις στον αντίπαλο μία βία ίση ή και μεγαλύτερη με τη δική του, αλλά να τον αφήνεις να πέσει από τη δική του φόρα, να αχρηστεύεις το όπλο που (νομίζει ότι) έχει. Εάν κανείς θέλει να ψάξει θεωρητικές αναφορές, η τακτική αυτή μπορεί να θεωρηθεί ότι παρουσιάζει αναλογίες με τον «μη δικαιοκεντρικό» τρόπο αντίδρασης που εισηγείται η Τζούντιθ Μπάτλερ απέναντι στον τραυματιστικό λόγο στο 2ο μισό τού Excitable Speech, ή/ και με την «απενεργοποίηση» (désoeuvrement) του Αγκάμπεν[1]. Επίσης, είναι μια κίνηση απόλυτα σύμφωνη με την τάση διαφοροποίησης από τον «τιμωρητικό φεμινισμό». Και πάντως, ασχέτως αναφορών, είναι αξιοθαύμαστη η κοπέλα για το θάρρος και την ευρηματικότητα με την οποία αντέδρασε, και κατ’ αυτή την έννοια καλώς έπραξε η «Ρόζα» –ή/ και όποιος άλλος- που ανέδειξε το συμβάν.

 

Πλην όμως:

Πρόκειται, ακριβώς, για μια τακτική επιλογή, πρωτότυπη μεν, αλλά –γι’ αυτό- μη άμεσα γενικεύσιμη. Η σπουδή να αναγορεύσουμε αυτή την αντίδραση σε κανόνα στρατηγικής, άξιο να ακολουθηθεί σε κάθε ανάλογη περίπτωση ως μέθοδος για να εξαλειφθεί το φαινόμενο της παρενόχλησης, ή και της «πατριαρχίας», πιθανόν να προσκρούσει σε αδιέξοδα. Μια τέτοια τάση συνολικοποίησης, αναγωγής σε μια μεγάλη πολωτική αφήγηση «δύο στρατοπέδων» και εσχατολογικής προσδοκίας για λύτρωση έχει μεγαλύτερη σχέση με την λενινιστική παράδοση, όχι με την παράδοση των νέων κοινωνικών κινημάτων να αποδίδουμε σημασία στο ιδιαίτερο και στο πολλαπλό.

Αναφέρομαι σε σχολιασμούς όπως ο εξής, που συνόδευε την δημοσίευση αυτού του διαλόγου στο σημείο όπου προσωπικά τον είδα:

Κάποιος επέλεξε να εκβιάσει μία γυναίκα με γυμνές φωτογραφίες της, ποντάροντας στον φόβο της.

Έλα όμως που οι καιροί έχουν αλλάξει και είμαστε πολλές. Πολλές που έχουμε η μία την άλλη. Πολλές που δεν φοβόμαστε. Πολλές που γινόμαστε γροθιά για τις αδερφές μας.

Η σεξουαλική κακοποίηση μέσω διαδικτύου είναι η ψηφιακή εκδοχή της έμφυλης βίας.

Η Φεμινιστική Ομάδα Κιλοτίνα αναδεικνύοντας το περιστατικό, ανέλαβε δράση ώστε η ντροπή να αλλάξει μεριά και να επιστρέψει στον θύτη.

Σε μια συγκεκριμένη περίπτωση, η τακτική αυτή μπόρεσε να εφαρμοστεί. Και καλώς. Ωστόσο, πολλές γυναίκες, αλλά και άντρες, για κατανοητούς λόγους, ή και για ακατανόητους, ή πάντως για λόγους τους οποίους δεν μπορούν ή δεν θέλουν –και δεν οφείλουν- να εξηγήσουν, δεν θα είναι έτοιμες/-οι να αντιμετωπίσουν με αδιαφορία το ενδεχόμενο να δημοσιοποιηθεί η απεικόνιση της ερωτικής τους ζωής. Σε αυτούς, η απάντηση «στείλτις όπου θες, χαρά μου» ίσως ηχεί ως μια μέθοδος να απαλλαγείς από τον εκβιασμό απλώς υποκύπτοντας σε αυτόν.

Η δήλωση αυτή δηλαδή μπορεί να υπονομεύει τον εκβιασμό, αλλά στον αντίστοιχο βαθμό υπονομεύει και τη δυνατότητα όποιου την κάνει να τον καταγγείλει ως εκβιασμό. Ακόμα περισσότερο, η ανεπιφύλακτα θετική και εξυμνητική παρουσίαση της δήλωσης αυτής δύσκολα εναρμονίζεται με τη διακήρυξη ότι «Η σεξουαλική κακοποίηση μέσω διαδικτύου είναι η ψηφιακή εκδοχή της έμφυλης βίας». Μια τέτοια διαβεβαίωση αρχίζει να φαίνεται ξεκάρφωτη, αντλημένη από τις «γενικές μας γνώσεις», από «το βιβλίο», και να μη συνδέεται με τη συγκεκριμένη κατάσταση. Ποια είναι εν προκειμένω η κακοποίηση; Εάν η ενδιαφερόμενη έχει ρητά και υπερήφανα δηλώσει τη συγκατάθεσή της, και μάλιστα τη «χαρά» της, για μία πράξη, πόσο πειστική μπορεί να είναι αν μετά ζητήσει να θεωρηθεί «βία» η ίδια αυτή πράξη; Ή το ένα θα συμβαίνει, ή το άλλο.

Ομοίως, στο σλόγκαν «καμία ανοχή – καμία ενοχή», υπάρχει μία ένταση ανάμεσα στο πρώτο μέρος και το δεύτερο. Διότι αν δεν υπάρχει «καμία ενοχή» που μία κοπέλα εμφανίστηκε γυμνή ή/ και να συμμετέχει σε ερωτικές περιπτύξεις και αφέθηκε να φωτογραφηθεί έτσι, τότε, για την ταυτότητα του λόγου, δεν θα πρέπει να υπάρχει και καμία ενοχή –αλλά, ακριβώς, ανοχή- για όποιον δημοσιοποιεί αυτές τις φωτογραφίες. Αν δεν θέτει πρόβλημα το ένα, γιατί να θέτει το άλλο;

Στην ανάδειξη του ζητήματος από την ομάδα «κιλοτίνα», προτάσσεται σύντομο κείμενο όπου μεταξύ άλλων υπάρχει η φράση «Δεν ντρεπόμαστε για το γυμνό μας σώμα, για την απόλαυσή μας και τους οργασμούς μας». Σύμφωνοι. Όμως, αν κάποιος είναι περήφανος για κάτι, λογικά θα πρέπει να χαίρεται με τη γνωστοποίησή του, όχι να αντιδρά σε αυτήν.

H αλληλεγγύη είναι όντως κομβικής σημασίας λειτουργία και όρος επιβίωσης για ένα κίνημα. Η επιταγή της αλληλεγγύης επιβάλλει, όταν εμπλεκόμαστε σε έναν αγώνα, σε μία προσπάθεια, να μην λέμε ή να μην κάνουμε ποτέ κάτι που θα καταστήσει δυσχερέστερη τη θέση άλλων που βρίσκονται ή ενδέχεται να βρεθούν αντιμέτωποι με ανάλογο πρόβλημα –αλλά και την ίδια τη δική μας θέση. Σε ένα κίνημα, μπορεί να είμαστε πολλές, αλλά η πολλαπλότητα αυτή να μην είναι δυνατό, και ίσως ούτε επιθυμητό, να συναιρεθεί σε «μια γροθιά».

Για να φέρω ένα συγκεκριμένο παράδειγμα: πριν λίγο καιρό, μια άλλη κοπέλα είχε βρεθεί αντιμέτωπη όχι με την απειλή, με την συντελεσμένη πραγματικότητα της διάδοσης εικόνων από την ερωτική της ζωή εκ μέρους του Στάθη Παναγιωτόπουλου. Δεν εξέφρασε τη χαρά της, ούτε τον προέτρεψε να τις στείλει όπου θέλει· αντιθέτως, άρχισε τις «μαλακίες» με την αστυνομία, με αποτέλεσμα να προσαγάγει σε δίκη τον υπαίτιο και να επιτύχει την καταδίκη του σε πενταετή φυλάκιση. Οι φεμινιστικές συλλογικότητες, στην πράξη, φυσικά στήριξαν και αυτή την διαφορετική αντίδραση και συμπαραστάθηκαν στην ενδιαφερόμενη. Η ορθή αυτή πρακτική στάση καλό είναι να βρίσκει αντιστοιχία και στο λόγο, ή πάντως να βρίσκει χώρο μέσα σε αυτόν, να μην εξοβελίζεται.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η προσφυγή στην αστυνομία ίσως ήταν μια καλή ιδέα η οποία, ως χειρονομία, θα είχε ισοδύναμο αποτέλεσμα με την έκφραση «χαράς», χωρίς να έχει τα μειονεκτήματά της. Διότι μία από τις τρεις διαζευκτικές προϋποθέσεις του απειλητικού μηνύματος ήταν να «μην αρχίσει μαλακίες περί αστυνομίας». Με τον τρόπο αυτόν λοιπόν θα του έλεγε: «ορίστε, άρχισα, οπότε αψήφησα τις υποδείξεις σου».

Αυτό όμως είναι απλώς ένα πιθανό σενάριο. Σίγουρα θα υπάρχουν και άλλοι πρακτικοί τρόποι ώστε να αξιοποιηθεί το δίδαγμα από την επινόηση αυτής της κοπέλας και, ταυτόχρονα, να αποφευχθούν, στο μέτρο του δυνατού, οι τυχόν κίνδυνοι. Για να συνεχίσω την αναλογία με τις ασιατικές πολεμικές τέχνες, είναι άλλο να αφήνεις τον αντίπαλο να εκδηλώσει την επίθεσή του και να φροντίζεις να στραφεί εις βάρος του η δύναμή της, και άλλο απλώς να τον αφήνεις να σε χτυπήσει και μετά να δηλώνεις ότι δεν πόνεσες.

[1] Και στα δύο αυτά θεωρητικά πλαίσια έχω αναφερθεί παλαιότερα στο σημείωμα Εκείνα που δεν ακούγονται: βλασφημία, λογοκρισία, βία.

Κλασσικό
Διαδίκτυο,Ιστορία,αναρχισμός

Παλιές σκοτογραφίες της Θεσσαλονίκης

του Άκη Γαβριηλίδη

Σύμφωνα με την ορολογία που τείνει να καθιερωθεί τελευταία στην αργκό του διαδικτύου, η έκφραση «νόμος του Μέφρυ» δηλώνει το φαινόμενο κατά το οποίο, όποιος ψέγει κάποιον άλλο για κάποιο σφάλμα, σύντομα υποπίπτει και ο ίδιος στο ίδιο σφάλμα.

Θύμα μιας από τις πιο διασκεδαστικές περιπτώσεις εφαρμογής αυτού του νόμου έπεσε πρόσφατα μια ομάδα που υπάρχει στο facebook με την επωνυμία «Παλιές φωτογραφίες της Θεσσαλονίκης», και ειδικότερα ένα εκ των μελών της διαχειριστικής της ομάδας ονόματι Demi Tzivopoulou.

Στις 26/3/18, η κα Tzivopoulou, ομιλώντας εκ μέρους όλης της διαχειριστικής ομάδας, ανακοίνωσε τη διαγραφή μου από την εν λόγω ομάδα, λόγω μιας ανταλλαγής σχετικά με τους Βαρκάρηδες της Θεσσαλονίκης. Η ανακοίνωση έκλεινε με τα εξής λόγια: «λόγω της Συνέχεια

Κλασσικό
Διαδίκτυο,Πολιτική

Όταν η αγραμματοσύνη (του Καλύβα) γίνεται καριέρα

του Άκη Γαβριηλίδη

Με τον Στάθη Καλύβα έχουμε ασχοληθεί –και εγώ και άλλοι- αρκετές φορές στο παρελθόν. Φαίνεται όμως ότι ο φωστήρας μας του Γέιλ, όση προσοχή και να τραβά, δεν χορταίνει· έχει μάλλον εθιστεί και θέλει διαρκώς νέα. Επειδή λοιπόν έχουν περάσει κάποια χρόνια από την τελευταία φορά, και επειδή σήμερα μου περισσεύει λίγος χρόνος, θα του κάνω τη χάρη να ασχοληθώ ξανά μαζί του, αυτή τη φορά για να του παραδώσω μερικά μαθήματα ψηφιακού αλφαβητισμού.

Θα αρχίσουμε από την έννοια του τρολ.

Πράγματι, ο καθηγητής τού τίποτα έχει φανερές ελλείψεις σε αυτόν τον τομέα. Όπως γίνεται φανερό από τα γραπτά του, ο φέρελπις νέος μας πιστεύει ότι ο όρος αυτός δηλώνει το μέλος μίας ομάδας Συνέχεια

Κλασσικό
Ανάλυση λόγου,Διαδίκτυο,Λογοτεχνία,εκπαίδευση

Πόσο αγαπάνε τον Ρίτσο οι αυτόκλητοι υπερασπιστές του;

του Άκη Γαβριηλίδη

Απάντηση: καθόλου.

Πεντάρα δεν δίνουν γι’ αυτόν και για την ποίησή του, όπως άλλωστε και για την ποίηση γενικά. Λατρεύουν τον Ρίτσο ως τοτέμ, ως ιερό τέρας, αλλά δεν έχουν ποτέ χαλαλίσει και το χρόνο τους για να τον διαβάσουν. Ούτε καν τώρα, τη στιγμή που δίνουν τον μέχρις εσχάτων αγώνα για να τον προφυλάξουν από τις «εσφαλμένες αναγνώσεις», είναι διατεθειμένοι να μπουν στον κόπο να το κάνουν.

Αυτό το συμπέρασμα μπορούμε να βγάλουμε άφοβα από το όλο νταβαντούρι με αφορμή το πρόσφατο σημείωμά μου για το ποιηματάκι που χρησιμοποιήθηκε στη σχολική γιορτή.

Από την πρώτη στιγμή που δημοσιεύτηκε, το σημείωμα πυροδότησε σε πολλούς και πολλές μία λυσσαλέα αντίσταση, έως άρνηση, με έντονα στοιχεία σκανδαλισμού. (Την αντίδραση αυτή ομολογώ Συνέχεια

Κλασσικό
Διαδίκτυο,Εργατισμός,Κριτική της πολιτικής οικονομίας,ΜΜΕ,Μηχανές,Οικονομία,Τέχνη,Χρέος,μαρξισμός

Η ουσία της αξίας στην εποχή της κρίσης χρέους

«Τα συστήματα του ranking και του rating είναι μηχανισμοί που χρησιμοποιούνται σήμερα εμπειρικά για τη μέτρηση του πεδίου της αξίας, αλλά φυσικά και για τον έλεγχο και την αιχμαλώτιση του πεδίου των κοινωνικών σχέσεων που παράγουν την ίδια την αξία. Θα αναφερθούμε εδώ σε τέσσερα παραδείγματα: την οικονομία των παραπομπών στο πανεπιστήμιο, την οικονομία της προσοχής στο δίκτυο, την οικονομία του γοήτρου στον κόσμο της τέχνης και την οικονομία της εμπιστοσύνης των οίκων αξιολόγησης»

του Ματτέο Πασκουινέλλι

  Συνέχεια

Κλασσικό