Μουσική,Φύλο

Οι Gadjo Dilo πέφτουν σε λάθη (ή είναι οι ίδιοι το λάθος)

του Άκη Γαβριηλίδη

Αν ήμουν κληρονόμος του Βασίλη Τσιτσάνη, θα απαγόρευα την κυκλοφορία της διασκευής του τραγουδιού «Πέφτεις σε λάθη» από τους Gadjo Dilo.

Την βρίσκω εκνευριστική, κακόγουστη και αντίθετη με το ύφος του τραγουδιού. Τα λόγια αναφέρονται σε μία απολύτως δυσάρεστη κατάσταση, (έναν ενδοοικογενειακό καυγά), είναι θεόπικρα και περιέχουν μέχρι και απειλές. Η τραγουδίστρια όμως τα τραγουδά σαν να πρόκειται για κάτι εύθυμο και πρόσχαρο, σαν να μην καταλαβαίνει –ή/ και, ακόμα χειρότερα, σαν να κοροϊδεύει και να ειρωνεύεται- το περιεχόμενο των στίχων. Εκτός πια κι αν, επειδή τα λόγια αναφέρονται σε μία προδοσία, το γκρουπ σκέφτηκε να προδώσει το αρχικό τους πνεύμα.

Σε αυτό συμπράττουν και οι μουσικοί, οι οποίοι παίζουν σε ένα τέμπο που έχει σχεδόν την διπλάσια ταχύτητα από το πρωτότυπο, χωρίς κανέναν εμφανή λόγο. Ή μάλλον, με μόνο το λόγο ότι πρέπει να ταιριάζει με το «κόνσεπτ» του άλμπουμ, το οποίο εξαγγέλλει ο τίτλος του: «Manouche de Grec». Ωστόσο, η ιδέα να πιάσεις ένα ρεμπέτικο και να το παίξεις σαν να είναι Τζάνγκο Ράινχαρντ μπορεί να είναι εύστοχη σε μία, δύο, άντε τρεις περιπτώσεις. Δεν μπορείς να το κάνεις βιομηχανία.

Εάν κανείς δει και το βίντεο, θα αντιληφθεί ακόμα καλύτερα αυτό που λέω: εκεί η τραγουδίστρια εμφανίζεται με πλατύ χαμόγελο από το ένα αυτί στο άλλο, σειέται και λυγιέται (καθιστή βέβαια) γεμάτη τσαχπινιά, και ανταλλάσσει με τους επίσης πασιχαρείς μουσικούς ματιές στο στυλ «σπάμε τρελό κέφι, τι ωραία που περνάμε».

Υπάρχει όμως και ένα στοιχείο που δείχνει ότι οι διασκευαστές αντιλήφθηκαν το νόημα των στίχων. Το αντιλήφθηκαν, αλλά το απέρριψαν και αποφάσισαν να το αλλάξουν.

Πράγματι, η επανεκτέλεση/ αναθεώρηση συμμορφώνεται απολύτως με ένα πνεύμα νεοπουριτανισμού/ ομοφοβίας που φαίνεται να γνωρίζει διάδοση από τα τέλη του του προηγούμενου αιώνα στους ελληνικούς τραγουδιστικούς κύκλους, όπως έχουμε επισημάνει και στο παρελθόν από αυτό το μπλογκ.

Οι στίχοι, λοιπόν, όπως εκφωνούνται στην συγκεκριμένη διασκευή, φέρουν τρεις αλλαγές σε σχέση με το πρωτότυπο. Δύο αλλαγές φύλου, male to female: εκεί που ο στίχος λέει «δεν είσαι εκείνη/ που είχα γνωρίσει», εδώ ακούμε «δεν είσαι εκείνος»· και εκεί που λέει «σαν ξένο με κοιτάς» εδώ ακούμε «σαν ξένη». Και μία διαγραφή φύλου! Διότι, πράγματι, εκτός από αυτά τα δύο σημεία, υπήρχε στο πρωτότυπο και ένα άλλο όπου εμφαίνεται το φύλο του τραγουδιστικού υποκειμένου· είναι ο στίχος που λέει «δεν αντέχω, κυρά μου, δε βαστώ». Επειδή δεν υπήρχε –ή πάντως οι ενδιαφερόμενοι δεν μπόρεσαν να βρουν- κάποια ικανοποιητική λύση για μια δισύλλαβη λέξη αρσενικού γένους που να τονίζεται στη λήγουσα και να μπορεί να αντικαταστήσει την κυρά, απλούστατα κατάργησαν αυτή την αναφορά, κολοβώνοντας το στίχο, και έτσι η τραγουδίστρια αναγκάζεται να σέρνει τα υπόλοιπα φωνήεντα και να στραμπουλάει τη φωνή της για να καλύψει το κενό. Μην τυχόν –προς Θεού- δημιουργηθεί σε κανέναν η υπόνοια ότι εδώ μιλάει μια λεσβία.

Αν είναι έτσι, δηλαδή αφού στο τραγούδι αυτό το ένα δεν τους άρεσε, το άλλο τους βρωμούσε, και οδηγήθηκαν να το αλλοιώσουν και να το λογοκρίνουν, αρχίζει να κανείς αναρωτιέται γιατί τελικά να επιλέξουν να τραγουδήσουν ειδικά αυτό και όχι κάποιο άλλο· επίσης, αυτή η εικόνα τρελού κεφιού και ευθυμίας αρχίζει να μην φαντάζει τόσο γνήσια και πειστική.

Ούτως ή άλλως, η αλλαγή αυτή, όπως συμβαίνει και σε άλλες τέτοιες περιπτώσεις, είναι όχι μόνο γελοία και απαράδεκτη από ηθική άποψη, αλλά και τελικά άνευ νοήματος από πρακτική. Όσο και αν αλλάξουμε τις καταλήξεις και τα γένη των αντωνυμιών, τα λόγια του τραγουδιού, ως προς τη συνολική λογική τους, δεν παύουν να είναι εμφανώς γραμμένα από την οπτική ενός άντρα, και μάλιστα ενός άντρα μάλλον μάτσο. Είτε για τότε, είτε για τώρα, δεν ηχεί καθόλου πειστικό να ακούμε μία γυναίκα να απειλεί τον σύζυγό της ότι θα τον βρει σοβαρή τιμωρία.

Συμπληρωματικά προς τα παραπάνω, καλό είναι να σημειώσουμε ότι στην πρώτη εκτέλεση τραγουδούσε η Σωτηρία Μπέλλου. Κατά σατανική σύμπτωση, η ίδια η Μπέλλου στην προσωπική της ζωή ήταν πράγματι λεσβία! Παρά το γεγονός αυτό, κανείς βεβαίως δεν θεώρησε ότι το τραγούδι αναφέρεται σε μία ομοφυλοφιλική σχέση. Όπως είναι και εύλογο, άλλωστε, απ’ τη στιγμή που η Μπέλλου τραγουδούσε κανονικότατα τα λόγια όπως τα είχε γράψει ο Τσιτσάνης, δηλαδή έλεγε «εκείνη» και «σαν ξένο». Όλοι αντιλήφθηκαν ότι πρόκειται για ένα αντρικό τραγούδι που απλώς συμβαίνει να το τραγουδά μια γυναικεία φωνή, και κανείς δεν σκανδαλίσθηκε απ’ αυτό.

Κάτι λοιπόν που γινόταν δεκτό χωρίς πρόβλημα στα μέσα του 20ού αιώνα, προκαλεί δυσανεξία και λογοκριτικές επεμβάσεις τον 21ο, και μάλιστα από ανθρώπους που κατά τα άλλα υποτίθεται ότι κομίζουν την καινοτομία και την ανοικτότητα.

Κλασσικό

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.