Ανάλυση λόγου,Φύλο,εκπαίδευση

Υποδειγματικά τα θέματα στις πανελλαδικές ελληνικής γλώσσας και λογοτεχνίας

του Άκη Γαβριηλίδη

Για τα φετινά θέματα στις πανελλαδικές ελληνικής γλώσσας και λογοτεχνίας υπήρξαν αντιδράσεις, κυρίως από φεμινιστική/ αριστερή σκοπιά, και δευτερευόντως από τα δεξιά.

Τόσο οι μεν, όσο και οι δε, (τουλάχιστον όσες έχω εγώ υπόψη μου), βασίζονται στον ηθικό πανικό και σε μία κρατικιστική/ φρονηματιστική αντίληψη για τη δημόσια εκπαίδευση. Ειδικότερα, λαμβάνουν ως δεδομένα τα εξής: ότι, όταν ένα κείμενο δίνεται προς εξέταση, το κείμενο αυτό «εκφράζει» (ή έστω «καθρεφτίζει αντικειμενικά» –θεωρία της αντανάκλασης) την κυρίαρχη ιδεολογία, το «κράτος», την «εξουσία», την «πατριαρχία», η δε επιλογή του έχει ως στόχο –ή έστω ως αντικειμενικό αποτέλεσμα- την προβολή των θέσεων αυτού του κειμένου και την ενστάλαξή τους στα μυαλά των νεαρών μαθητών. Ως εκ τούτου, καθήκον μας είναι η αποτροπή της κακόβουλης αυτής επίδρασης και η προστασία των αθώων ψυχών ώστε να μην παρασυρθούν στον κακό δρόμο.

Όλα αυτά όμως είναι προβολές, δίκη προθέσεων, από δε λογική άποψη λήψη του ζητουμένου. Εάν κανείς διαβάσει τα ίδια τα θέματα που δόθηκαν, (διαθέσιμα μέσω συνδέσμου εδώ), θα διαπιστώσει, πρώτον, ότι δίνονται τρία διαφορετικά κείμενα, τα οποία είναι ασύμβατα μεταξύ τους και δεν ομοφωνούν σε μία ενιαία μονολιθική άποψη. Δεν ανήκουν καν στο ίδιο είδος λόγου, αλλά σε τρία διαφορετικά (άρθρο επικαιρότητας, δοκίμιο, μυθοπλασία). Και, κυρίως, στο –πεντασέλιδο- κείμενο των θεμάτων δεν υπάρχει ούτε μία λέξη που να δείχνει ότι οι μαθητές και οι μαθήτριες καλούνται να εκλάβουν τα κείμενα αυτά ως ορθά, επιδοκιμαστέα, ως κανόνα για την καθοδήγηση του βίου τους. Ακριβώς αντίθετα: υπάρχουν πολλές λέξεις –ουσιαστικά το σύνολο των ερωτήσεων- που προϋποθέτουν, και απαιτούν, μια αποστασιοποίηση. Τα κείμενα αυτά παρουσιάζονται μέσα σε εισαγωγικά· το νόημά τους είναι σε αναστολή. Παρουσιάζονται, ακριβώς, ως κείμενα που παρήχθησαν από κάποιους σε κάποιες συγκεκριμένες συνθήκες, και όχι ως αιώνιες αλήθειες. Αυτό που ζητείται από τους μαθητές δεν είναι να «αναπτύξουν» τις ιδέες αυτές σε κάποια έκθεση, προσυπογράφοντας και λαμβάνοντας ως δεδομένη την αλήθεια τους, αλλά να απαντήσουν σε ερωτήματα που να δείχνουν αν κατανόησαν το νόημα των κειμένων, ασχέτως εάν συμφωνούν με αυτό. Όπως έλεγε και ο Σπινόζα, είναι άλλο το νόημα και άλλο η αλήθεια ενός κειμένου.

Ήδη λοιπόν λόγω αυτής της ετερογένειας, και επίσης λόγω του τύπου των ερωτήσεων, οι μαθητές ωθούνται να αντιμετωπίσουν τα κείμενα αυτά ως προϊόντα μιας μηχανής γραφής, όχι ως θείες εντολές σκαλισμένες στην πέτρα.

Θεωρώ ότι τα τρία αυτά κείμενα στο συνδυασμό τους, και ιδίως τα ερωτήματα που τίθενται επ’ αυτών, είναι η καλύτερη δυνατή εξοικείωση των παιδιών με την ιδέα ότι στην κοινωνία υπάρχει mésentente, που λέει και ο Ρανσιέρ. Ότι στο πολιτικό πεδίο αναπτύσσονται λόγοι οι οποίοι δεν δένουν μεταξύ τους, δεν «κλείνουν», δεν εντάσσονται σε μία βολική και ομογενοποιημένη αλήθεια, αλλά εκφράζουν έναν ανταγωνισμό. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ο καθένας λέει ό,τι του καπνίσει, ή ότι οι μεν λένε απαραίτητα (την) «αλήθεια» ενώ οι άλλοι εξαπατούν. Οι ερωτήσεις καλούν τις μαθήτριες να συνειδητοποιήσουν τη μηχανή που παράγει αυτούς τους λόγους, τα μέσα με τα οποία η γραφή πετυχαίνει –ή όχι- αυτό ή εκείνο το αποτέλεσμα, και να επιχειρήσουν να επιδοθούν οι ίδιες σε αυτή την άσκηση παραγωγής νοήματος.

Όσοι φέρουν αντιρρήσεις για την ουσία των κειμένων (π.χ. γιατί ο Τσακυράκης λέει αυτό; Τι εννοεί; Πώς η Καννόν εννοιολογεί τον νεοφεμινισμό; κ.ο.κ.), βρίσκονται ήδη πριν, τα θέματα τους έχουν ξεπεράσει: οι ερωτήσεις αυτές βρίσκονται μέσα στη λογική των θεμάτων, συνάδουν με αυτήν και δεν την αμφισβητούν. Εκείνοι/-ες που έβαλαν τα θέματα γνωρίζουν ήδη ότι τα κείμενα αυτά εγείρουν αντιρρήσεις και σηκώνουν συζήτηση. Αυτή τη συζήτηση –ή έστω μέρος της- καλούν τους μαθητές να κάνουν.

Φυσικά και υπάρχουν κάποιοι/-ες που θα διαφωνήσουν με τα κείμενα αυτά, ή μέρος τους. Αυτό το ξέραμε ήδη. Αλλά και κάτι με το οποίο διαφωνούμε μπορούμε –για να μην πω οφείλουμε- να το κατανοήσουμε, να σκεφτούμε πώς είναι χτισμένο.

Στο βαθμό που συνεχίζουν να υπάρχουν εξετάσεις, δεν μπορώ να σκεφτώ τι καλύτερο θα μπορούσε να είχε πέσει ως θέμα σε αυτές. Εκτός αν προτιμάμε κάτι σε Παπανούτσο.

Νομίζω ότι όσες διαμαρτύρονται για το κακό, εσφαλμένο, παραπλανητικό, άστοχο περιεχόμενο των θεμάτων, ή μάλλον των κειμένων, ή μάλλον ενός μόνο εκ των τριών κειμένων, παραβλέπουν τα εισαγωγικά και παίρνουν το νόημα ως κυριολεκτικό και τελειωτικό, όχι ως νόημα σε αναστολή και υπό διερώτηση. Έτσι, υποτιμούν και νηπιοποιούν πατερναλιστικά τις μαθήτριες, θεωρώντας ότι είναι ανόητες και θα αποδεχθούν άκριτα ό,τι διαβάζουν (αλλά ακόμη και έτσι να είναι, εν προκειμένω διαβάζουν τρία διαφορετικά πράματα! Τι απ’ όλα θα υιοθετήσουν;). Οι διαμαρτυρόμενοι λοιπόν δείχνουν ότι αποδέχονται ασμένως την μονολιθικότητα, τον διδακτισμό και την ιδεολογική ενστάλαξη, απλώς τις ενοχλεί ότι αυτό που (φαντάζονται ότι) ενσταλάσσεται μονολιθικά είναι μία άλλη άποψη και όχι η δική τους.

343553131_293484143007273_4527125898782545289_n

Κλασσικό

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.