του Άκη Γαβριηλίδη
Στην ιστορικοπολιτική μας φαντασία, η λέξη «έξοδος» είναι ανεξίτηλα κωδικοποιημένη από τις αφηγήσεις της αθεράπευτης νεκροφιλίας του ριζοσπαστικού πατριωτισμού (πρβλ. «έξοδος του Μεσολογγίου» κ.λπ.) με το νόημα μίας ηρωικής θυσίας, μιας κίνησης απελπισίας που ακολουθεί έναν (αυτο)εγκλεισμό ή μία πολιορκία και που αναπόφευκτα οδηγεί σε μαρτυρικό θάνατο.
Η ίδια αυτή ελληνική λέξη, όμως, στο σύγχρονο διεθνές λεξιλόγιο της πολιτικής σκέψης και πρακτικής, και ειδικά στην ιταλική της εκδοχή[1], δηλώνει κάτι τελείως διαφορετικό, έως αντίθετο: δηλώνει την απενεργοποίηση της λογικής των στρατοπέδων, (δεν γράφω των δύο στρατοπέδων διότι αυτό είναι πλεονασμός: η στρατοπεδική λογική είναι πάντα δυική), την ακολούθηση μιας γραμμής φυγής, την πρακτική εκείνου που αναχωρεί –ή που δεν προσέρχεται.
Αυτή η έξοδος είναι που έριξε τη δικτατορία των συνταγματαρχών στην Ελλάδα το 1974.
Με αυτή την έννοια, τη χούντα, ναι, την έριξε το Πολυτεχνείο. Όπου βέβαια ως Συνέχεια