του Άκη Γαβριηλίδη
ο Φουκώ τονίζει ότι ούτε η δομή ούτε ο σκοπός ενός λόγου αρκούν για να εντοπίσουμε αν είναι παρρησιαστικός, ότι η παρρησία είναι «ένας τρόπος να λέγεται η αλήθεια». Η ιδιαιτερότητα αυτού του τρόπου μπορεί να έρθει στο φως μόνο με την εστίαση στο υποκείμενο του λόγου, κάτι που σημαίνει επίσης στη σχέση του με αυτόν στον οποίο απευθύνεται, στις επιπτώσεις που μπορεί να έχει η αληθολογία στον ακροατή και, κατ’ επέκταση, στις συνέπειές της για τον ίδιο τον ομιλητή. Η αλήθεια που λέγεται είναι μια αλήθεια που μπορεί να πληγώσει ή να εξεγείρει τον ακροατή, να προκαλέσει το θυμό ή ακόμη και την έχθρα του. Η παρρησία συνίσταται επομένως στην ανάληψη μιας διακινδύνευσης που κυμαίνεται από την καταστροφή της σχέσης με αυτόν στον οποίο απευθύνεται ο λόγος μέχρι τον θάνατο του ίδιου του ομιλητή. (…) Η παρρησία συνεπώς είναι μια πράξη θάρρους. Ωστόσο υπάρχει ή, μάλλον θα πρέπει να υπάρχει θάρρος και από την πλευρά του ακροατή: το θάρρος να ακούσει την αλήθεια και να είναι έτοιμος «να τη δεχτεί».
Ιακώβου (2019), σ. 176
Λίγους μήνες πριν τη δολοφονία του Ζακ, στις 19 Μαΐου 2018, είχε σημειωθεί στη Θεσσαλονίκη ακόμη ένα περιστατικό σωματικής βίας με ρατσιστικά/ ανδροκρατικά χαρακτηριστικά: τη μέρα εκείνη, («επέτειο της ποντιακής γενοκτονίας»), οργανωμένη ομάδα παρακρατικών, υπό την ανοχή –ή την εκ των υστέρων λεκτική απλώς διαφοροποίηση- του μεγαλύτερου μέρους του λεγόμενου «οργανωμένου ποντιακού χώρου», επιτέθηκε εναντίον του τότε δημάρχου Θεσσαλονίκης Γιάννη Μπουτάρη και τον ξυλοκόπησε (Γαβριηλίδης 2018β).
Συνέχεια