Πολιτική,Φιλοσοφία

Ποιοι φοβούνται την αξιολόγηση;

του Άκη Γαβριηλίδη

Πρέπει να παραδεχτούμε ότι το ελληνικό κράτος μαστίζεται παλαιόθεν από διάφορες παθογένειες.

Για παράδειγμα: μια μειοψηφία βολεμένων στη μονιμότητά τους δημοσίων υπαλλήλων θεωρούν ότι έχουν μόνο δικαιώματα και ποτέ υποχρεώσεις απέναντι το κοινωνικό σύνολο, αρχίζουν δε να φωνασκούν και να διαμαρτύρονται μόλις φανταστούν ότι τα προνόμιά τους απειλούνται.

Έτσι, η Βάνα Νικολαΐδου-Κυριανίδου, πρόεδρος του τμήματος φιλοσοφίας του ΕΚΠΑ, σήκωσε τον κόσμο και άρχισε να μιλά για … τάγματα εφόδου, μόλις βρέθηκε αντιμέτωπη με την πιο εύλογη και επιβεβλημένη, από πολιτική και ακαδημαϊκή άποψη, διαδικασία αξιολόγησής της εκ μέρους των φοιτητ(ρι)ών. Οι οποίοι/-ες, ας μην ξεχνάμε, με νεοφιλελεύθερους-μπακαλίστικους όρους, τους όρους που προτιμά η ίδια και οι όμοιοί της, είναι οι πελάτες της, άρα οι κατεξοχήν αρμόδιοι και ικανοί να βαθμολογήσουν τις υπηρεσίες της.

Πράγματι λοιπόν, και κατά τη δική μου γνώμη, οι φιλοσοφικές επιδόσεις της εν λόγω κυρίας αποδεικνύονται κάτω του μετρίου. Ως διδάκτορας φιλοσοφίας του δικαίου, θεωρώ δείγμα απαιδευσίας και νοητικής ακηδίας την προσυπογραφή και αναπαραγωγή Συνέχεια

Κλασσικό
Μετακίνηση,Πολιτική,καπιταλισμός,κομμουνισμός

Ο κτητικός ατομικισμός μισεί το τρένο

του Άκη Γαβριηλίδη

Το ιδιόμορφο και αξιοπερίεργο μόρφωμα που συνήθως αποκαλούμε «ελληνική δεξιά» –ένας περιγραφικός όρος τον οποίο χρησιμοποιώ εδώ για πρακτικούς λόγους συνεννόησης, ελλείψει καλύτερου-, υπό τη σύγχρονη μορφή του που διαμορφώθηκε από τη δεκαετία του 50 και εντεύθεν, διακατέχεται ιδρυτικά από ένα βαθύ μίσος και ξενότητα ενάντια σε όλα τα μέσα σταθερής τροχιάς, και ειδικά απέναντι στο τρένο.

Είναι γνωστό ότι ο γενάρχης αυτού του μορφώματος άρχισε την καριέρα του ως υπουργός δημοσίων έργων ξηλώνοντας το τραμ της Θεσσαλονίκης και βάζοντας στη θέση του –και στο κεφάλι μας- τη σφηκοφωλιά που λέγεται ΟΑΣΘ, ένα πυκνό πελατειακό δίκτυο από μικροκεφαλαιούχους/ οδηγούς/ μετόχους, δηλαδή επιχειρηματίες του εαυτού τους, νεοφιλελεύθερα υποκείμενα πριν υπάρξει ακόμα νεοφιλελευθερισμός, και ταυτόχρονα επιτηρητές του ίδιου του εαυτού τους –και όποιου άλλου μπορούσαν ή τους ζητιόταν κατά καιρούς, του κοινωνικού πεδίου γενικώς. Ένα δίκτυο που υπάρχει ακόμη σήμερα και είναι αμφίβολο αν εξυπηρετεί οποιονδήποτε άλλον από τους οδηγούς του, οι οποίοι εκτός των άλλων συχνά γίνονται πρωταγωνιστές ρατσιστικών επεισοδίων.

Επίσης, στο προκείμενο, το τρένο η ελληνική δεξιά συστηματικά το υπονόμευσε, προς όφελος επίσης ενός αρχιπελάγους Συνέχεια

Κλασσικό
Ανάλυση λόγου,Πολιτική

Ο Λιγνάδης, ο Χωμενίδης και οι «σκατοπουτάνες»

του Άκη Γαβριηλίδη

Στην πρόσφατη δίκη που κατέληξε στην καταδίκη του Δημήτρη Λιγνάδη για δύο βιασμούς, οι μάρτυρες υπεράσπισης διατύπωσαν διάφορους αξιοπερίεργους ισχυρισμούς. Μεταξύ άλλων, ένας μάρτυρας κατέθεσε ότι ο κατηγορούμενος ήταν γοητευτική προσωπικότητα και γι’ αυτό δεν χρειαζόταν να μετέλθει βίας προκειμένου να επιτύχει σεξουαλική συνεύρεση με κανέναν, αφού «μπορούσε να έχει δικό του όποιον ήθελε»[1]. Άλλη μάρτυρας δε άφησε να νοηθεί ότι οι καταγγέλλοντες ήταν (ήταν, όχι απλώς έκαναν) «βίζιτες», άρα αναξιόπιστοι όπως όλοι οι σεξουαλικά εργαζόμενοι, και δεν πρέπει να θεωρούμε σοβαρά τα λόγια τους και την ίδια την ύπαρξή τους.

Κανείς από τις δύο ισχυρισμούς φυσικά δεν καταρρίπτει την κατηγορία, γι’ αυτό και, ορθώς, δεν ελήφθησαν υπόψη από το δικαστήριο. Ειδικότερα, με τον πρώτο ο μάρτυρας δεν καταθέτει κάποια άμεση προσωπική του αντίληψη για τις αποδιδόμενες πράξεις, αλλά απλώς διατυπώνει έναν υποθετικό συλλογισμό. Και μάλιστα, σε αυτόν εκκινεί από την αυθαίρετη παραδοχή ότι ο κατηγορούμενος ενεργεί ορθολογικά, ως homo oeconomicus, και έτσι διαχειρίζεται τη σεξουαλικότητά του επιλέγοντας κάθε φορά τα πιο πρόσφορα για τον σκοπό του μέσα –ή μάλλον, ακόμα χειρότερα, θεωρεί ως σύμφωνη με τον ορθό λόγο εκείνη τη συμπεριφορά που απλώς συνάδει με τη φαντασία του ίδιου του ομιλούντος. Αγνοεί, έτσι, γνησίως ή υποκριτικώς, ότι κανείς ποτέ δεν «έχει ό,τι θέλει» –και πάντως όχι όταν (φανταζόμαστε ότι) έχει αυτό που θα θέλαμε εμείς να έχουμε.

Πράγμα που δείχνει ότι ακριβώς η οικονομική λογική, η λογική του κτητικού ατομικισμού, είναι ο μεγαλύτερος ανορθολογισμός και η πιο σίγουρη μέθοδος για να γίνει κανείς έρμαιο των φαντασιώσεών του. Στο βαθμό που μιλάμε με όρους κτήσης, όσα κι αν «έχει» κανείς, πάντα θέλει και άλλα, και ιδίως εκείνα που εκείνος (φαντάζεται ότι) δεν μπορεί να «έχει». Ο βιασμός δεν είναι τόσο ζήτημα σεξουαλικότητας, όσο ζήτημα εξουσίας· η σεξουαλικότητα είναι το πεδίο στο οποίο εκδηλώνεται η πράξη, όχι όμως η ρίζα της. Και όπως έλεγε και ο Χομπς, προκειμένου για την εξουσία, (ή για την ιδιοκτησία, που εν προκειμένω είναι το ίδιο), κανείς δεν μπορεί να «έχει» κάτι παρά μόνο αποκτώντας ακόμα περισσότερα. Οι βιαστές δεν βιάζουν επειδή δεν έχουν άλλο τρόπο να καλύψουν τις σεξουαλικές τους ανάγκες/ επιθυμίες· βιάζουν επειδή αισθάνονται (ή/ και για να αισθανθούν) ανώτεροι από τους άλλους/ τις άλλες τις οποίες καθυποτάσσουν. Άριστοι, σα να λέμε.

Τις ίδιες δύο απολογητικές τακτικές υιοθετεί ο πεζογράφος Χρήστος Χωμενίδης σε άρθρο που δημοσίευσε στο capital.gr (ομολογουμένως πολύ εύστοχη επιλογή ιστότοπου), με το οποίο προσέρχεται αυθορμήτως ως μάρτυρας υπεράσπισης του Κυριάκου Μητσοτάκη που συνελήφθη επ’ αυτοφώρω να παραβιάζει το απόρρητο των επικοινωνιών –και αρκετές άλλες νομικές διατάξεις και πολιτικές αρχές. Το άρθρο έχει τον σκοπίμως ακατανόητο εξυπναδίστικο τίτλο «Εκ τριών λαϊκαστριών». Φυσικά κανείς ομιλητής της νέας ελληνικής δεν γνωρίζει τη λέξη του τίτλου. Όπως εξηγεί ο Χωμενίδης στο κείμενο, «λαϊκάστρια» είναι –έτσι πιστεύει ο ίδιος τουλάχιστον- ένας όρος που απαντά στον Αριστοφάνη, και ειδικότερα στους Αχαρνής, όπου ο Δικαιόπολις, προκειμένου να καταδείξει πόσο μάταιος και επιβλαβής ήταν ο πελοποννησιακός πόλεμος, ισχυρίζεται ότι αυτός έγινε «για τρεις πουτάνες». Έτσι αποδίδει τον όρο ο Διονύσης Σαββόπουλος στον «Αριστοφάνη που γύρισε από τα θυμαράκια». Ο Χωμενίδης, πάλι, δεν αρκέστηκε σε αυτό και σκέφτηκε να πλειοδοτήσει, υιοθετώντας την απόδοση «Για τρεις σκατοπουτάνες!» η οποία απαντά στη μετάφραση των «Αχαρνών» από τον Στέφανο Κουμανούδη[2]. Ίσως φοβήθηκε μήπως ο αναγνώστης θεωρήσει μία «απλή» πουτάνα ως ακόμα αποδεκτό και σοβαρό λόγο για έναν πόλεμο, οπότε έκρινε σκόπιμο να προσθέσει και ένα πρώτο συνθετικό το οποίο δεν φαίνεται να δικαιολογείται από το πρωτότυπο.

Όπως παρατήρησε ο Νίκος Σαραντάκος, στον Αριστοφάνη η λέξη δεν έχει διαλυτικά· αυτά τα προσθέτει ο συντάκτης στο άρθρο του, είτε εκ παραδρομής, είτε σκοπίμως για να κάνει υπαινιγμό στον τρισκατάρατο λαϊκισμό (αν ήταν έτσι, όμως, θα έπρεπε να το διευκρινίσει και όχι να δηλώνει ότι παραθέτει αυτολεξεί το χωρίο τη στιγμή που το αλλοιώνει).

Η αλλοίωση αυτή, βέβαια, αφορά τη γραφή, αλλά όσον αφορά την ομιλία, μάλλον παρά την θέληση του συντάκτη/ λογοπαίκτη, φέρνει τη λέξη πιο κοντά στον τρόπο με τον οποίο την πρόφεραν οι αρχαίοι Αθηναίοι. Από την άποψη που μας ενδιαφέρει εδώ, πάντως, σημασία έχει ότι, με διαλυτικά ή χωρίς, η λέξη δηλώνει τις εργάτριες του σεξ, τις βίζιτες σα να λέμε, οι οποίες ακόμα μια φορά ενοχοποιούνται για την «άδικη» κατηγορία. Και μάλιστα χωρίς καθόλου να εξειδικεύεται ποιες ακριβώς «σκατοπουτάνες» φταίνε, τι ακριβώς έκαναν και γιατί είναι τρεις και όχι π.χ. δύο ή τέσσερις.

Ακόμη μεγαλύτερη σημασία έχει ότι ο Χωμενίδης ακολουθεί το ίδιο σόφισμα και την ίδια αυθαίρετη υπόθεση ότι οι εξουσιομανείς και πεπεισμένοι για την αριστεία και την ανωτερότητά τους (παρα)βιαστές σκέπτονται ορθολογικά. Την οποία διατυπώνει με έναν καταιγισμό «ρητορικών» ερωτήσεων:

Τι χρειαζόταν η διάρρηξη στα γραφεία του Δημοκρατικού Κόμματος, στο κτήριο γραφείων Γουότεργκεϊτ, πέντε μήνες πριν, στις 17 Ιουνίου 1972; Ποιον λόγο είχε ο Νίξον να τη διατάξει ή να τη χρηματοδοτήσει από μυστικά κονδύλια ή έστω να την ανεχθεί;

(…)

Να παρακολουθείς τον Νίκο Ανδρουλάκη ή οποιονδήποτε άλλον; Δεν το θέλει κι ο Θεός [sic]. Να ζαλίζεις τα αυτιά σου υποκλέπτοντας τις εκατοντάδες καθημερινά συνδιαλέξεις του με παράγοντες του Πασόκ στην τοπική αυτοδιοίκηση και στον συνδικαλισμό;

Φοβερή λογική: παρακολουθήσεις δεν μπορεί να γίνονται, αφού … είναι θέλημα Θεού. Όχι μόνο η ανθρώπινη, αλλά και η θεία οικονομία, το αόρατο χέρι της πολιτικής αγοράς, τις αποκλείει· είναι όχι μόνο άσκοπες, αλλά και βαρετές!

Τι κρίμα που ο Ιωάννης Μεταξάς, ο στρατάρχης Παπάγος, ο εθνάρχης Καραμανλής, οι δικτάτορες του 67-74, δεν είχαν έναν σύμβουλο όπως ο Χωμενίδης για να τους εξηγήσει ότι «δεν ήθελε ο θεός» να οικοδομήσουν έναν Λεβιάθαν, να προσλάβουν και να εκπαιδεύσουν δεκάδες χιλιάδες υπαλλήλους και να σχηματίσουν ολόκληρα τριχοειδή δίκτυα άμισθων ή ημι-αμειβόμενων χαφιέδων που λειτουργούσαν επί δεκαετίες και κατέγραφαν με κάθε λεπτομέρεια κάθε κουβέντα και κάθε σκέψη άλλων δεκάδων, εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων, συντάσσοντας λεπτομερείς φακέλους στους οποίους κατέγραφαν τι

στάσεις και προτιμήσεις έχουν οι άνθρωποι αυτοί στο πολιτικό, ιδεολογικό, αναγνωστικό, μουσικό, ερωτικό και όποιο άλλο πεδίο τους περνούσε απ’ το μυαλό, πότε πήγαν στο εξωτερικό και σε ποια χώρα, ποιον συνάντησαν, με ποιον μίλησαν και τι του είπαν; Πω πω! Δεν βαριόντουσαν όλοι αυτοί οι άνθρωποι να υποκλέπτουν συνδιαλέξεις για τον συνδικαλισμό και άλλα πληκτικά θέματα;

Σίγουρα θα βαριόντουσαν. Οπότε λοιπόν γιατί το έκαναν;

Διότι δεν αμφισβητείται ότι το έκαναν, όσο κι αν ο Χωμενίδης το βρίσκει παράλογο και αντιοικονομικό. Εκτός κι αν αμφιβάλλει και γι’ αυτό.

Αφού λοιπόν το έκαναν, κάποιο λόγο σοβαρό θα είχαν.

Εφόσον ο Χωμενίδης δεν μπορεί να τον φανταστεί, θα τολμούσα να του υποβάλω δοκιμαστικά την εξής εξήγηση: μάλλον είχαν την εξουσία και φοβόντουσαν μην την χάσουν.

Για να μην μπορεί ο Χωμενίδης να προσθέσει δύο και δύο και να βγάλει τέσσερα, και από πάνω να βγαίνει δημόσια και να επιτελεί αυτή του την αδυναμία παριστάνοντας τον ανήξερο, ελπίζω να εισέπραξε κάποιο εύλογο αντάλλαγμα· να μην την έπαθε σαν την Πόντια λαι(ϊ)κάστρια του ανεκδότου.

220px-7th_Earl_of_Elgin_by_Anton_Graff_around_1788

[1] Παραθέτω από μνήμης με βάση τα δημοσιεύματα εκείνων των ημερών. Το σάιτ Lignadis Trial Watch έχει αναγγείλει ότι πρόκειται να δημοσιεύσει τα πλήρη πρακτικά της δίκης. Όταν συμβεί αυτό επιφυλάσσομαι να παραθέσω το ακριβές κείμενο.

[2] Ευχαριστώ τον φιλόλογο και κριτικό Αριστοτέλη Σαΐνη για αυτή την επισήμανση.

Κλασσικό
Φύλο,καπιταλισμός

Μπορεί να έχουμε πληθωρισμό, αλλά έχουμε και γυναίκες

του Άκη Γαβριηλίδη

Τα όσα είπε προ ημερών ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης σε ομάδα φοιτητών και νέων εργαζόμενων, κατά τα οποία «η Ελλάδα μπορεί να τους προσφέρει οικογένεια» και έτσι να αντισταθμίσει την ύπαρξη πληθωρισμού, είναι γεγονός ότι σχολιάστηκαν ευρύτατα, και ως επί το πλείστον ειρωνικά. Αλλά ο σχολιασμός αυτός αφορούσε κυρίως την οικογενειοκρατία βάσει της οποίας αναδείχθηκε ο ίδιος και μέλη του στενού και του ευρύτερου οικογενειακού του περιβάλλοντος σε προβεβλημένες δημόσιες και ιδιωτικές θέσεις.

Δικαίως, βέβαια. Ωστόσο, κάτι που εξ όσων έχω υπόψη μου κανείς –και καμία- δεν σχολίασε είναι η άρρητη, αλλά σαφής έμφυλη διάσταση αυτής της διαπίστωσης/ υπόσχεσης, ιδίως εάν λάβουμε υπόψη Συνέχεια

Κλασσικό
Εθνικισμός,Πολιτική

Μητσοτάκης, ο έλληνας Λεπέν

του Άκη Γαβριηλίδη

Ο Κούλης Μητσοτάκης αυτοδιαφημίζεται, και διαφημίζεται από όλους τους εθελοντές ή/ και επί χρήμασι υμνητές του, ως άριστος και φιλελεύθερος. Το τιτίβισμα όμως που έστειλε χθες, χρησιμοποιώντας τον θεσμικό λογαριασμό τού έλληνα πρωθυπουργού, κατά το οποίο «ακόμα και το ‘παρών’ σημαίνει απών από το εθνικό μέτωπο», είναι η πλέον παταγώδης διάψευση που μπορεί να υπάρξει τόσο για τη μία, όσο και για την άλλη ιδιότητα. Το σύνθημα αυτό μαρτυρεί αβυσσαλέα άγνοια Συνέχεια

Κλασσικό
Ανάλυση λόγου,Βία,Πολιτική

Ο Κούλης (αμπελο)φιλόσοφος της βίας

του Άκη Γαβριηλίδη 

Η σημερινή αγόρευση του Κυριάκου Μητσοτάκη στο πλαίσιο της «Ώρας του Πρωθυπουργού», εκτός από διάφορα άλλα σημεία που δεν έβγαζαν νόημα ή έβγαζαν το αντίθετο από εκείνο που (μάλλον) εννοούσε, περιλάμβανε και την εξής αξιοπερίεργη αποστροφή:

 

Τέτοια περιστατικά [όπως αυτά της Νέας Σμύρνης] δεν μπορούν, δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται ως άλλοθι για ευρύτερα επεισόδια. Ούτε βέβαια να εξισώνονται με το ανιστόρητο επιχείρημα «Η βία γεννά βία». Όχι, κ. Τσίπρα, η βία δεν γεννά βία. Μόνο ο βίαιος λόγος γεννά τελικά τη βίαιη πράξη. Η βία από μόνη της δεν γεννά τίποτα, γεννά μόνο χάος.

 

Το κείμενο αυτό είναι πραγματικά ασυνάρτητο, και αποφάσισα να ελέγξω στην επίσημη ιστοστελίδα της προεδρίας Συνέχεια

Κλασσικό
Δίκαιο,Πολιτική

Η δημοκρατία ασφαλώς εκβιάζεται (από τον εαυτό της)

του Άκη Γαβριηλίδη

 

Στο ηλεκτρονικό Κολοσσαίο στο οποίο έχει μετατραπεί ο ελληνόφωνος δημόσιος (κυβερνο)χώρος τις τελευταίες μέρες, έχει στρογγυλοκαθήσει στις κερκίδες ένας εσμός χουλιγκάνων που διψάνε για αίμα και δείχνουν με τον αντίχειρα προς το έδαφος, κοιτώντας ανυπόμονα τον Καίσαρα. O oποίος άλλωστε ανταποκρίνεται προθύμως, αν δεν πρωταγωνιστεί. Άλλο που δεν θέλει κι αυτός.

Ένα από τα βασικά σλόγκαν αυτού του όχλου –στο βαθμό που μπαίνει καν στον κόπο να ψάξει κάποιο επιχείρημα για να δικαιολογήσει την δολοφονική του παράκρουση- είναι το «η δημοκρατία δεν εκβιάζεται».

Επειδή το απόφθεγμα αυτό μου κίνησε την περιέργεια, έψαξα λίγο να δω από πού προέρχεται, αν το είπε κάποτε κάποιος διάσημος ανήρ, πότε, με ποια αφορμή κ.ο.κ. Γρήγορα όμως εγκατέλειψα την έρευνα· δεν έχει καμία χρησιμότητα. Ούτως ή άλλως, η σημασία του έγκειται στη χρήση που του γίνεται τώρα, όχι στην προέλευσή του.

Η φράση λοιπόν αυτή είναι λάθος. Άκυρη.

Η δημοκρατία ασφαλώς και εκβιάζεται. Συνέχεια

Κλασσικό
υγεία,Οικονομία,Πολιτική

Oι κλινικάρχες παίζουν με τις ζωές μας –και ο Μητσοτάκης τούς αποθρασύνει

του Άκη Γαβριηλίδη

Πριν από λίγες μέρες, από τον επίσημο λογαριασμό του Έλληνα πρωθυπουργού στο twitter είχε σταλεί το παρακάτω μήνυμα:

khdeialagada

Επίταξη, φυσικά, δεν σημαίνει «πληρώνω». Επίταξη σημαίνει «εντέλλομαι [όπου «εγώ» = το κράτος] έναν ή περισσότερους πολίτες να παράσχουν τις Συνέχεια

Κλασσικό
ΜΜΕ,Πολιτική,εκπαίδευση

Τι μας δείχνει το voucher-gate

του Αποστόλη Φωτιάδη

Ένα ενδιαφέρον συμπέρασμα που προκύπτει από την ιστορία voucher-τηλεκατάρτιση είναι ότι η δεξιά παράταξη δεν έχει ακόμα αντιληφθεί τι συνέβη στο επίπεδο κοινωνίας-επικοινωνίας τα χρόνια των μνημονίων. Το ότι δηλαδή από το 2009 έως και το 2015 ένα συμπαγές μιντιακο-πολιτικό καθεστώς προσπάθησε να επιβάλει εξαιρετικά βίαια έναν μονόλογο γύρω από την λογική και την πρακτική όσων εφαρμόστηκαν στην οικονομία και την κοινωνία, για να συντριβεί από την εναλλακτική κινητοποίηση ομάδων και μονάδων στα κοινωνικά δίκτυα, πάνω στην οποία σκαρφάλωσε στην πορεία η αντιπολιτευτική επικοινωνιακή δυναμική τού ΣΥΡΙΖΑ.

Συνέχεια

Κλασσικό