ρατσισμός,Πολιτική

Κυρία Μουστάκα, έχετε συνειδητοποιήσει πόσο ρατσίστρια είστε;

του Άκη Γαβριηλίδη

 

Στις 15 Αυγούστου, όπως γράφτηκε στον τύπο, ένας νεαρός άντρας έχασε τη ζωή του στου Φιλοπάππου προσπαθώντας να ξεφύγει από επίθεση ληστών.

Μία εβδομάδα αργότερα, η μητέρα του απέστειλε ανοιχτή επιστολή προς τον Αλέξη Τσίπρα και προς άλλους φορείς, επιρρίπτοντάς τους εμμέσως την ευθύνη για το θάνατο του γιου της και για διάφορα άλλα κακώς κείμενα στην Ελλάδα.

Ο πόνος της απώλειας ενός οικείου ανθρώπου είναι ασφαλώς άξιος σεβασμού. Μόνο που από την υποχρέωση αυτή δεν εξαιρούνται ούτε οι ίδιοι οι ενδιαφερόμενοι. Όταν ένας πολίτης παίρνει το λόγο στον δημόσιο χώρο και μιλά, απευθυνόμενος στον πρωθυπουργό, στον δήμαρχο, σε υπουργούς, για θέματα όπως η ενδεδειγμένη κατανομή των δημόσιων επενδύσεων, η αστυνόμευση του χώρου, αλλά και η ταυτότητα και η πορεία της χώρας συνολικά, τότε μιλά πολιτικά, όχι ιδιωτικά. Άρα θα πρέπει ευλόγως να αναμένει ότι ο λόγος του θα κριθεί πολιτικά.

Ο λόγος λοιπόν της κυρίας Λαμπρινής Μουστάκα δεν μπορεί να κριθεί ως οτιδήποτε άλλο Συνέχεια

Κλασσικό
υποκειμενικότητα,Έθνος κράτος,Δίκαιο,Πολιτισμικές σπουδές,Πολιτική

Άλλες «Ελλάδες που αντιστέκονται»: οι αυτόνομοι μικροφασισμοί της νικοτίνης

 του Άκη Γαβριηλίδη

 

Περίπολοι της νικοτίνης.

Οι κάννες τόσων τσιγάρων

στραμμένες επάνω μου

Μιχάλης Γκανάς

 

Πρόσφατα, στην Καθημερινή δημοσιεύτηκε άρθρο σχετικά με την (μη) εφαρμογή του νόμου για τον περιορισμό του καπνίσματος στους κλειστούς χώρους στην Ελλάδα –ένα φαινόμενο αρκετά παράδοξο και ενδιαφέρον καθαυτό. Πριν πάμε εκεί, όμως, νομίζω ότι ακόμη πιο αξιοπρόσεκτος, από πολλές απόψεις, είναι ο τρόπος με τον οποίο αρχίζει το άρθρο:

 

«Υπάρχει και το φιλότιμο. Ή, μάλλον, υπάρχει μόνο το φιλότιμο». Με τον τρόπο αυτόν εξηγούν οι ειδικοί επιστήμονες το γεγονός ότι την τελευταία πενταετία έχει μειωθεί ο αριθμός των καπνιστών στη χώρα μας σε ποσοστό τουλάχιστον 30%, η κατανάλωση τσιγάρων, αλλά και η ρύπανση στους κλειστούς δημόσιους χώρους, χωρίς –ω του θαύματος…– να έχει τεθεί ουσιαστικά σε εφαρμογή ο αντικαπνιστικός νόμος.

 

Στα γνωστά ιογενή δημοσιεύματα που αναπαράγονται ακατασχέτως στο διαδίκτυο, ένα από τα βασικά παραδείγματα που επιστρατεύονται για να τεκμηριώσουν τη «μοναδικότητα της ελληνικής γλώσσας» είναι και η λέξη φιλότιμο, η οποία υποτίθεται ότι «δεν υπάρχει σε καμία άλλη γλώσσα». Το άρθρο, προσπαθώντας να μιλήσει για μία άλλη μοναδικότητα της «χώρας μας», αρχίζει από αυτήν ακριβώς την έννοια, παραθέτοντάς την όμως εντός εισαγωγικών εφόσον την αποδίδει σε μη κατονομαζόμενους «ειδικούς επιστήμονες».

Το μήνυμα αυτής της πρώτης παραγράφου είναι σαφές –όμως, ουσιαστικά, αυτή η σαφήνεια είναι η ίδια η ασάφεια, η εκκρεμότητα του νοήματος, το μυστήριο: σα να λέμε, «η επιστήμη σηκώνει τα χέρια», οι ειδικοί σπάνε το κεφάλι τους διότι η εφαρμογή των επιστημονικών τους τεχνικών δεν τους βοηθάει να λύσουν το σταυρόλεξο. Έτσι, καταφεύγουν στο «θαύμα» ως (ταυτολογικό) μηχανισμό τελευταίας καταφυγής: εξηγούν μία άγνωστη μοναδικότητα με μία άλλη (που φανταζόμαστε) γνωστή.

 

Θεωρώ ότι πράγματι υπάρχει μία εκκρεμότητα του νοήματος σε σχέση με το κάπνισμα στην Ελλάδα, η οποία αποτελεί ένα ζήτημα ενδιαφέρον θεωρητικά και σημαντικό πολιτικά. Υπάρχει ένα χάσμα, την ύπαρξη του οποίου Συνέχεια

Κλασσικό
Ανάλυση λόγου,Ελληνική κρίση,Κινήματα,Φύλο

Όλοι είμαστε καθαρίστριες, αλλά ο Θεοδωρόπουλος ξεπλένει τζάμπα

του Άκη Γαβριηλίδη

 

Η φράση «Είμαστε όλοι καθαρίστριες» αποτελεί τον τίτλο σημειώματος του Τάκη Θεοδωρόπουλου που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Καθημερινή τής 30.07.2014 και ειδικότερα στην κατηγορία «ΠΟΛΙΤΙΚΗ» –προφανώς από παρεξήγηση, διότι δεν έχει ιδιαίτερη σχέση με την πολιτική. Το σημείωμα εξηγεί ότι δανείστηκε τον τίτλο από δήλωση που έκανε η Χάρις Αλεξίου στη συναυλία της υπέρ των καθαριστριών του υπουργείου οικονομικών, οι οποίες διεκδικούν την επαναπρόσληψή τους. Πριν καν τελειώσει η πρόταση, ο Θεοδωρόπουλος σπεύδει να εκφράσει την ετεροκανονιστική δυσφορία του για τη «σφαλιάρα» που, κατ’ αυτόν, συνιστά για τη γλώσσα αυτή η queer ασυμφωνία γένους ανάμεσα στο υποκείμενο και το κατηγορούμενο.

Τόσο πριν, όσο και μετά από το σημείο αυτό, σε όλο το υπόλοιπο σημείωμα, ο λεπταίσθητος χειριστής του λόγου δεν κάνει και τίποτε άλλο: γκρινιάζει –όχι, δεν ειρωνεύεται· ούτε καν σαρκάζει. Απλώς γκρινιάζει- για κάθε λεκτική ή άλλη πρακτική η οποία απειλεί να αναταράξει τις έμφυλες και (δηλαδή) τις κοινωνικές ιεραρχίες. Γκρινιάζει για το δικαίωμα της απεργίας, γκρινιάζει για τις συναυλίες, γκρινιάζει για την αλληλεγγύη στη Γάζα, και για ό,τι άλλο βρει στο δρόμο του. Και γκρινιάζοντας αστυνομεύει.

Δεν ξέρω αν υπερβάλλω, αλλά ώρες ώρες έχω την εντύπωση ότι η ιστορία δεν έχει καταγράψει άλλη συγκυρία στην οποία οι οπαδοί της ανισότητας και της τάξης να έβγαιναν τόσο Συνέχεια

Κλασσικό
ρατσισμός,Βία,Δίκαιο,ΜΜΕ,αντισημιτισμός

Το άδικο του κ. Μανδραβέλη

του Άκη Γαβριηλίδη

Στην Kαθημερινή τής 16 Oκτωβρίου 2013, δημοσιεύεται σύντομο σχόλιο του εν θέματι αναφερόμενου αρθρογράφου με τίτλο «Το δίκιο του κ. Κατρούγκαλου». Σε αυτό, ο αρθρογράφος επιτίθεται κατά του συνταγματολόγου για τις θέσεις που αυτός εξέφρασε στην τηλεοπτική εκπομπή τού κ. Πρετεντέρη. Τις απόψεις αυτές το άρθρο τις ανασυγκροτεί -και ταυτόχρονα ήδη τις υπονομεύει διά του σαρκασμού- στην πρώτη του πρόταση, ως εξής:

Δεν υπήρχαν δημοσκοπήσεις στη Γερμανία του 1938 αλλά, με δεδομένο τον διάχυτο αντισημιτισμό της εποχής, η «Νύχτα των Κρυστάλλων» είναι καθ’ όλα δικαιολογημένη ή έστω δεν χρήζει καταδίκης. Αυτό θα ήταν το επιχείρημα ενός Χρυσαυγίτη ακούγοντας τον κ. Γιώργο Κατρούγκαλο, στην προχθεσινή εκπομπή «Ανατροπή» (Mega 14.10.2013)

Με βάση λοιπόν αυτή την ανασυγκρότηση/ απόρριψη, πρέπει εξ αντιδιαστολής να υποθέσουμε ότι, κατά τον κ. Μανδραβέλη, η Νύχτα των Κρυστάλλων χρήζει καταδίκης.

Ωραία.

Κι εγώ ρωτώ: ποιο είναι το υποκείμενο που καλείται να απαγγείλει αυτή την καταδίκη;

Δεν βλέπω άλλη δυνατότητα απάντησης στο ερώτημα αυτό από την εξής: Συνέχεια

Κλασσικό