Βιοπολιτική,Δίκαιο,Ηθική

Γιατί δεν λυπάμαι τους καπνιστές

του Άκη Γαβριηλίδη

 

Δεν πιστεύω, ούτε λυπάμαι όσους θρασύτατους επιμένουν ότι πρέπει να «συζητήσουμε πολιτισμένα» για να «βρούμε μία κοινά αποδεκτή λύση» στο πρόβλημα του καπνίσματος σε δημόσιους κλειστούς χώρους και καταστήματα. Είναι πολύ αργά πλέον. Δεν δικαιούται να κλαψουρίζει ότι «είναι θέμα παιδείας και όχι επιβολής» όποιος δεν έδειξε όλα αυτά τα χρόνια καμία παιδεία και καμία διάθεση συνεννόησης. Οι όρκοι τους και οι διαβεβαιώσεις τους για την υπεροχή της «συναίνεσης» έναντι του «χαφιεδισμού» είναι υποκριτικοί. Το μόνο που τους κάνει να επικαλούνται αυτές τις αξίες είναι ότι βρέθηκαν τώρα στο ζόρι να χάσουν την (εις βάρος των άλλων) απόλαυσή τους.

Το κάπνισμα με ενοχλεί υποκειμενικά, και με βλάπτει αντικειμενικά. Μη μου λέτε ότι και άλλα πράγματα βλάπτουν, ότι όλοι θα πεθάνουμε ή ότι στην Αμερική καταπιέζουν τους Συνέχεια

Κλασσικό
υποκειμενικότητα,Έθνος κράτος,Δίκαιο,Πολιτισμικές σπουδές,Πολιτική

Άλλες «Ελλάδες που αντιστέκονται»: οι αυτόνομοι μικροφασισμοί της νικοτίνης

 του Άκη Γαβριηλίδη

 

Περίπολοι της νικοτίνης.

Οι κάννες τόσων τσιγάρων

στραμμένες επάνω μου

Μιχάλης Γκανάς

 

Πρόσφατα, στην Καθημερινή δημοσιεύτηκε άρθρο σχετικά με την (μη) εφαρμογή του νόμου για τον περιορισμό του καπνίσματος στους κλειστούς χώρους στην Ελλάδα –ένα φαινόμενο αρκετά παράδοξο και ενδιαφέρον καθαυτό. Πριν πάμε εκεί, όμως, νομίζω ότι ακόμη πιο αξιοπρόσεκτος, από πολλές απόψεις, είναι ο τρόπος με τον οποίο αρχίζει το άρθρο:

 

«Υπάρχει και το φιλότιμο. Ή, μάλλον, υπάρχει μόνο το φιλότιμο». Με τον τρόπο αυτόν εξηγούν οι ειδικοί επιστήμονες το γεγονός ότι την τελευταία πενταετία έχει μειωθεί ο αριθμός των καπνιστών στη χώρα μας σε ποσοστό τουλάχιστον 30%, η κατανάλωση τσιγάρων, αλλά και η ρύπανση στους κλειστούς δημόσιους χώρους, χωρίς –ω του θαύματος…– να έχει τεθεί ουσιαστικά σε εφαρμογή ο αντικαπνιστικός νόμος.

 

Στα γνωστά ιογενή δημοσιεύματα που αναπαράγονται ακατασχέτως στο διαδίκτυο, ένα από τα βασικά παραδείγματα που επιστρατεύονται για να τεκμηριώσουν τη «μοναδικότητα της ελληνικής γλώσσας» είναι και η λέξη φιλότιμο, η οποία υποτίθεται ότι «δεν υπάρχει σε καμία άλλη γλώσσα». Το άρθρο, προσπαθώντας να μιλήσει για μία άλλη μοναδικότητα της «χώρας μας», αρχίζει από αυτήν ακριβώς την έννοια, παραθέτοντάς την όμως εντός εισαγωγικών εφόσον την αποδίδει σε μη κατονομαζόμενους «ειδικούς επιστήμονες».

Το μήνυμα αυτής της πρώτης παραγράφου είναι σαφές –όμως, ουσιαστικά, αυτή η σαφήνεια είναι η ίδια η ασάφεια, η εκκρεμότητα του νοήματος, το μυστήριο: σα να λέμε, «η επιστήμη σηκώνει τα χέρια», οι ειδικοί σπάνε το κεφάλι τους διότι η εφαρμογή των επιστημονικών τους τεχνικών δεν τους βοηθάει να λύσουν το σταυρόλεξο. Έτσι, καταφεύγουν στο «θαύμα» ως (ταυτολογικό) μηχανισμό τελευταίας καταφυγής: εξηγούν μία άγνωστη μοναδικότητα με μία άλλη (που φανταζόμαστε) γνωστή.

 

Θεωρώ ότι πράγματι υπάρχει μία εκκρεμότητα του νοήματος σε σχέση με το κάπνισμα στην Ελλάδα, η οποία αποτελεί ένα ζήτημα ενδιαφέρον θεωρητικά και σημαντικό πολιτικά. Υπάρχει ένα χάσμα, την ύπαρξη του οποίου Συνέχεια

Κλασσικό