του Άκη Γαβριηλίδη
Τον αθλητικογράφο που υπέβαλε στον κόουτς της μίας από τις δύο All Star team την κουφή ερώτηση για το αν βρίσκει οξύμωρη την ύπαρξη ενός μαύρου Έλληνα, δεν τον γνωρίζω. Άνθρωποι που τον γνωρίζουν με διαβεβαίωσαν ότι δεν είχε εκδηλώσει ποτέ μέχρι τώρα κάποια ρατσιστική τάση, και εξάλλου ο ίδιος ζήτησε ήδη συγνώμη, την οποία μάλιστα αποδέχθηκε ο μάνατζερ του Αντετοκούνμπο, κάνοντας λόγο για «κακιά στιγμή»· δεν προτίθεμαι λοιπόν εγώ να αμφισβητήσω την ειλικρίνειά του.
Παραμένει το γεγονός ότι η ερώτηση αυτή υποβλήθηκε, και προκάλεσε σε όλους –τουλάχιστον όλους όσους δεν είναι ρατσιστές- αμηχανία και δυσφορία. Αναμφίβολα «όλοι μας έχουμε κακές στιγμές»· αλλά αυτό δεν μας εμποδίζει να αναρωτηθούμε, όταν προκύψει μία τέτοια στιγμή, από πού μας ήρθε. Πώς λοιπόν ένας άνθρωπος που δεν είναι ρατσιστής καταλήγει να μιλά κατά τρόπο που γίνεται από όλους αντιληπτός ως ρατσιστικός; Πού οφείλεται η απρόσμενη ανάδυση αυτής της επιτέλεσης, η οποία δεν εναρμονίζεται με την μέχρι τώρα ιστορία του ομιλούντος υποκειμένου;
Η μόνη εξήγηση που βλέπω εγώ είναι ότι οφείλεται στις ανορθολογικές θεωρίες περί της ελληνικής γλώσσας που έχουν διαδοθεί και επικρατήσει εδώ και αρκετά χρόνια στην ελληνική κοινωνία (και Συνέχεια