Περί το 2009, μία φίλη μάς μετέφερε ότι είχε βρεθεί στο Λονδίνο για κάποια συνάντηση. Με δεδομένη την τεράστια δημοσιότητα που είχαν πάρει παγκόσμια οι διαμαρτυρίες για τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, κατέληξε, παρά την θέλησή της και σε πείσμα του κυρίως θέματος της συνάντησης, να βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος των συνέδρων οι οποίοι της ζητούσαν να τους πει λεπτομέρειες και να τους εξηγήσει τι ακριβώς συμβαίνει στην Ελλάδα. Μολονότι οι Άγγλοι συνομιλητές διατύπωναν τις ερωτήσεις και άκουγαν τις απαντήσεις με τακτ και ευγένεια, από την όλη ατμόσφαιρα η ενδιαφερόμενη εισέπραξε μία άρρητη, πλην σαφή παγωμάρα, που θα μπορούσε να μεταφραστεί ως «αυτά τα πράγματα μας είναι ξένα, εδώ είναι Βρετανία και εκφράζουμε και επιλύουμε τις όποιες διαφορές μας πολιτισμένα και ορθολογικά, όχι βίαια».
Μετά το κωμικό, αξιοπερίεργο και, εν τέλει, θλιβερό θέαμα που παρουσίασε η αγγλική κοινωνία επί πολλές μέρες με αφορμή την κηδεία μιας 96χρονης ανεύθυνης αρχηγού κράτους, το αυτοείδωλό της αυτό τίθεται υπό σοβαρή δοκιμασία.
Οι Άγγλοι υποτίθεται ότι αποφεύγουν παρόμοιες εκρήξεις διότι «ενεργούν με βάση την κοινή λογική» Συνέχεια →
Στην πρόσφατη ανάρτησησχετικά με την αφήγηση της ζωής και του θανάτου τού Ευαγόρα Παλληκαρίδη, ανέφερα εν συντομία ένα σημείωμα που άφησε στους «παλιούς συμμαθητάς» του μία μέρα πριν από την πρώτη του δίκη. Η επιγραμματικότητα της αναφοράς οφειλόταν στο ότι το σημείωμα αυτό αξίζει ιδιαίτερη εξέταση, διότι είναι εξαιρετικά αξιοπερίεργο και αταίριαστο με την όλη αφήγηση. (Όχι τόσο αταίριαστο βέβαια αν το δούμε από την οπτική της δικής μου ερμηνείας). Δεν ξέρω αν κανείς από όσους το μνημονεύουν ευλαβικά επί τόσες δεκαετίες κάθισε ποτέ να αναρωτηθεί για τη σημασία του ή/ και να γνωστοποιήσει δημόσια τι συμπέρασμα έβγαλε. Υποθέτω πως όχι, διότι ακριβώς η ευλάβεια αποκλείει μια τέτοια διερώτηση: οι βίοι αγίων δεν επιδέχονται κριτική, μόνο θαυμασμό και βουβή αναπαραγωγή. Ωστόσο, τα λόγια είναι εκεί, αρκετά σαφή μέσα στην αμφισημία τους, και απευθύνονται σε μας. Δεν έχουμε παρά να ανοίξουμε τα μάτια μας και να τα διαβάσουμε.
Καταρχάς, αυτό που κάνει εντύπωση στο σημείωμα είναι ότι, σε αυτό, με σπινοζικούς όρους, δεν Συνέχεια →
Τα ελληνικά ΜΜΕ δεν παύουν να μας εκπλήσσουν –ή τουλάχιστο να εκπλήσσουν εμένα- με τις μετά θάνατον βαθμολογήσεις τους.
Αυτή τη φορά, σε αντίθεση με την Μαλβίνα Κάραλη, δεν χρειάστηκε να περιμένουν 20 χρόνια: την ίδια μέρα του θανάτου του (δεν ξέρω μήπως το είχα κάνει και από πιο πριν) έσπευσαν να ανακηρύξουν τον Ματθαίο Γιωσαφάτ «κορυφαίο Έλληνα ψυχαναλυτή».
Η απόφανση αυτή φυσικά είναι εσφαλμένη. Από τους τρεις χαρακτηρισμούς, μόνο ο δεύτερος ευσταθεί. Ο Ματθαίος Γιωσαφάτ ήταν πράγματι Έλληνας. Δεν ήταν όμως ο κορυφαίος ψυχαναλυτής. Πρώτον διότι κανείς ψυχαναλυτής δεν είναι «κορυφαίος», ο ίδιος ο χαρακτηρισμός δεν έχει νόημα –δεν υπάρχει κάποια βαθμολογία ψυχαναλυτών κατά την οποία κάποιοι να βρίσκονται στη κορυφή και κάποιοι στην ουρά.
Δεύτερον, διότι δεν ήταν ψυχαναλυτής.
Δεν παραγνωρίζω ότι το να διεκδικείς τη γνησιότητα και την πιστότητα σε μια πρακτική είναι Συνέχεια →
Τον Μωρίς Μπαρρές ομολογώ ότι μέχρι τώρα τον ήξερα ουσιαστικά μόνο ως όνομα· ως το όνομα ενός λίγο περίεργου συγγραφέα που αποτέλεσε έναν από τους προπάτορες του εθνικισμού.
Διαβάζοντας το εξαιρετικό, και πλούσια τεκμηριωμένο, πρόσφατο βιβλίο που αφιέρωσε σε αυτόν –και, ιδίως, στην επίδρασή του- ο Παρασκευάς Ματάλας, έχει κανείς την ευκαιρία να μάθει ή/ και να συνειδητοποιήσει αρκετά αξιοπρόσεκτα πράγματα γι’ αυτόν. Τα οποία είναι δυνατό να αξιοποιηθούν περαιτέρω προς αρκετές κατευθύνσεις.
Τις κατευθύνσεις αυτές δεν σκοπεύω βέβαια, και ούτε είναι δυνατό, να εξαντλήσω σε αυτό το σημείωμα. Εδώ θα ακολουθήσω μόνο μία.
Πρώτα απ’ όλα, αυτό που συνειδητοποιεί κανείς από το βιβλίο είναι ότι ο Μπαρρές στην εποχή του υπήρξε κάτι σαν προφήτης, ή, καλύτερα, σαν αρχηγός σέκτας, σαν ιδρυτής και αρχιερέας μιας λατρείας.
Το βιβλίο, μέσα από μία ανάλυση της πλούσιας αλληλογραφίας του, ανιχνεύει την παγκόσμια απήχηση που είχε στην εποχή του ο γάλλος εθνικιστής συγγραφέας σε ανθρώπους από πολλές άλλες χώρες οι οποίες δεν είχαν εκ πρώτης όψεως καμία ιδιαίτερη σχέση με τη Γαλλία, ενώ κάποιες κατά καιρούς είχαν και αντιπαλότητα μαζί της. Εξ ου και το παράδοξο που επιλέγει ως τίτλο.
Οι ανταλλαγές αυτές, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, ξεκινούσαν με πρωτοβουλία των αλληλογράφων του. Άνθρωποι οι οποίοι μέχρι τότε του ήταν άγνωστοι, και μιλάμε πολλοί άνθρωποι, Συνέχεια →
Το ποίημα «Θα ’ρθεί καιρός» της Κατερίνας Γώγου είναι ένα από εκείνα στα οποία βασίζεται η αμείωτη υστεροφημία της, αν κρίνουμε από το γεγονός ότι δημοσιεύεται και διακινείται ευρέως στα ΜΚΔ, συχνά διανθισμένο με καρδούλες και λουλουδάκια, κάθε φορά που είναι η επέτειος της γέννησης ή του θανάτου της, ή και χωρίς κάποια αφορμή.
Το ποίημα αυτό είναι διατυπωμένο ως μια απεύθυνση της ποιήτριας στην κόρη της. Φυσικά πρόκειται για επιτελεστική χειρονομία: η απεύθυνση αυτή είναι δημόσια –περιλαμβάνεται σε μια συλλογή που τυπώνεται σε βιβλίο και κυκλοφορεί. Άρα, αποδέκτης των λεγομένων είναι το κοινό, όχι στενά η κόρη.
Από αυτή την άποψη, η χειρονομία αυτή είναι συγκρίσιμη με την αντίστοιχη του Γιάννη Ρίτσου στο «Πρωινό άστρο», για την οποία είχα γράψει παλιότερα –ένα ποίημα επίσης με μεγάλη διασημότητα και Συνέχεια →
Θα ήθελα να αρχίσω αυτό το κείμενο με ένα ανέκδοτο: είναι η ιστορία ενός ραββίνου και ενός ψυχαναλυτή που συναντιούνται στην Αγία Άννα. Τι λένε; Φυσικά, οι κακές γλώσσες λένε ότι είναι υποχρεωμένοι να μιλήσουν για τη μητέρα τους. Και δεν έχουν άδικο. Απόδειξη, ότι συνέρχονται σε ένα μέρος που λέγεται «Αγία Άννα»[1], έναν τόπο που φέρει το όνομα μίας αγίας του χριστιανισμού, της Άννας, η οποία ήταν η μητέρα της Μαρίας, δηλαδή η μητέρα της μητέρας, η μητέρα «στο τετράγωνο».
Στην εβραϊκή παράδοση, επίσης, στην Τορά, η Άννα παίζει αξιοσημείωτο ρόλο και ενσαρκώνει την μητρική ισχύ. Στα εβραϊκά ονομάζεται Χάννα και, για να λέμε την αλήθεια, είναι μια γυναίκα που θα ήταν η τέλεια υποψήφια για να περάσει ένα χεράκι ψυχανάλυση. Στη Βίβλο, είναι μια γυναίκα που για πολύ καιρό μένει στείρα. Μια μέρα, πηγαίνει στο Ναό στην Ιερουσαλήμ για να πραγματοποιήσει μια θυσία. Μουρμουρίζει κάτι λόγια στον Αιώνιο, και λέει στο Θεό: «Θεέ μου, εάν μου δώσεις έναν γιο, σου υπόσχομαι ότι θα αφιερωθεί στην υπηρεσία σου». Και, να φανταστείτε, πετυχαίνει. Μένει ως εκ Συνέχεια →
Στις 17 Νοεμβρίου 2019, προσκλήθηκα στο Συνεδριακό Κέντρο [Palais des congrès] του Παρισιού να πάρω το λόγο ενώπιον 3.500 ψυχαναλυτών οι οποίοι συνέρχονταν κατά τη διεθνείς ημέρες της Σχολής του Φροϋδικού Αιτίου γύρω από το θέμα «Γυναίκες στην ψυχανάλυση». Η ομιλία προκάλεσε σεισμό. Όταν ρώτησα αν υπήρχε μέσα στην αίθουσα ένας, μία ή ένα ομοφυλόφιλος/-η, τρανς ή μη δυικού φύλου ψυχαναλύτρια, ακολούθησε σιωπή, την οποία διέρρηξαν κάποια τρελά γέλια. Όταν ζήτησα από τους ψυχαναλυτικούς θεσμούς να αναλάβουν την ευθύνη τους απέναντι στον τρέχοντα μετασχηματισμό της σεξουαλικής και έμφυλης επιστημολογίας, η μισή περίπου αίθουσα κάγχασε, ενώ άλλοι ούρλιαξαν, ή μου ζήτησαν να απομακρυνθώ από το χώρο. Μία γυναίκα δήλωσε, αρκετά δυνατά ώστε να το ακούσω από το βήμα μου: «Δεν πρέπει να τον αφήνουμε να μιλά, είναι ο Χίτλερ». Η άλλη μισή αίθουσα χειροκρότησε. Οι οργανωτές μού υπενθύμισαν ότι είχα ξεπεράσει το χρόνο ομιλίας μου, προσπάθησα να συντομεύω, πήδηξα μερικές παραγράφους, τελικά κατάφερα να διαβάσω το ένα τέταρτο της ομιλίας που είχα ετοιμάσει.
Τις μέρες που ακολούθησαν, οι ψυχαναλυτικές ενώσεις διχάζονται. Η Σχολή του Φροϋδικού Αιτίου είναι διαιρεμένη, οι τοποθετήσεις υπέρ ή κατά οξύνονται. Η ομιλία, κινηματογραφημένη πρόχειρα από δεκάδες κινητά τηλέφωνα, αναρτάται στο Διαδίκτυο, αποσπάσματα του κειμένου μεταγράφονται χωρίς να ζητηθεί το δικό μου πρωτότυπο, στη συνέχεια μεταφράζονται στα ισπανικά, στα ιταλικά, στα αγγλικά και δημοσιεύονται στο Διαδίκτυο χωρίς καμία φροντίδα για την ακρίβεια των λεγομένων, ούτε για την ποιότητα των μεταφράσεων. Έτσι, διάφορες κατά προσέγγιση εκδοχές της ομιλίας κυκλοφορούν στην Αργεντινή, την Κολομβία, τη Γερμανία, την Ισπανία ή τη Γαλλία. Προκειμένου να διευρύνω το διάλογο, θέλω σήμερα να δημοσιεύσω το κείμενο στην ολότητά του, όπως είχα θελήσει να το μοιραστώ με τη συνέλευση των ψυχαναλυτών.
Αγαπητές κυρίες και αγαπητοί κύριοι της Σχολής των ψυχαναλυτών της Γαλλίας, κυρίες και αγαπητοί κύριοι της Σχολής του Φροϋδικού Αιτίου, και δεν ξέρω αν αξίζει τον κόπο να χαιρετήσω επίσης όλους όσους δεν είναι ούτε κυρίες ούτε κύριοι, διότι αμφιβάλλω αν υπάρχει μεταξύ σας κάποιος που να έχει απαρνηθεί νομικώς και δημοσίως τη διαφορά των φύλων και να έχει γίνει πλήρως αποδεκτός ως ψυχαναλυτής, έχοντας ολοκληρώσει με επιτυχία τη διαδικασία που αποκαλείτε «το πέρασμα», η οποία σας επιτρέπει να γίνετε ψυχαναλυτές. Μιλάω εδώ για το αν υπάρχει κάποιος ψυχαναλυτής τρανς, ή μη δυικός, που να έχει γίνει δεκτός μεταξύ σας ως εμπειρογνώμων. Αν υπάρχει, επιτρέψτε μου να απευθύνω από τώρα σε αυτόν τον αγαπητό μεταλλαγμένο τους πιο ένθερμους χαιρετισμούς μου.
Έχω την τιμή να εμφανίζομαι ενώπιον της Ακαδημίας για να σας υποβάλω αναφορά σχετικά με τη ζωή μου ως τρανς άντρα.
(…) Θα με συγχωρέσετε εάν, στην ιστορία που θα σας διηγηθώ, δεν λαμβάνω ως δεδομένη την φυσική ύπαρξη της αρρενωπότητας και της θηλυκότητας. Μείνετε ήσυχοι, δεν χρειάζεται να εγκαταλείψετε τις πεποιθήσεις σας –διότι περί πεποιθήσεων πρόκειται- για να με ακούσετε. Ακούστε τα λόγια μου, και μετά επιστρέψτε στην «φυσικοποιημένη» ζωή σας, αν το μπορείτε.
Για να συστηθώ, επιτρέψτε μου, εφόσον είστε 3500 ψυχαναλυτές και αισθάνομαι κάπως μόνος από αυτή την πλευρά της σκηνής, να τρέξω και να σκαρφαλώσω στους ώμους του δασκάλου όλων των μεταμορφώσεων, του καλύτερου αναλυτή των υπερβολών που κρύβονται πίσω από την πρόσοψη του επιστημονικού λόγου και της τρέλας που παίρνει το κοινό όνομα της ψυχικής υγείας: του Φραντς Κάφκα.
Το 1917, ο Φραντς Κάφκα γράφει Ein Bericht für eine Akademie, μια Αναφορά σε μία ακαδημία. Ο αφηγητής του κειμένου είναι ένας πίθηκος ο οποίος, αφού έμαθε τη γλώσσα των ανθρώπων, εμφανίζεται ενώπιον μίας ακαδημίας με τις πλέον καταξιωμένες επιστημονικές αυθεντίες για να τους εξηγήσει τι σήμαινε γι’ αυτόν η ανθρώπινη εξέλιξη. Ο πίθηκος, που λέει ότι ονομάζεται Κόκκινος Πέτρος, διηγείται πώς αιχμαλωτίστηκε κατά τη διάρκεια μιας κυνηγετικής αποστολής που είχε οργανώσει το τσίρκο του Χάγκενμπεκ, μετά μεταφέρθηκε στην Ευρώπη μέσα σε ένα πλοίο, εντάχθηκε σε ένα τσίρκο, και πώς στη συνέχεια κατάφερε να γίνει άνθρωπος. Ο Κόκκινος Πέτρος εξηγεί ότι, για να κατακτήσει τη γλώσσα των ανθρώπων και να εισέλθει στην κοινωνία της Ευρώπης του καιρού του, χρειάστηκε να ξεχάσει τη ζωή του ως πίθηκος. Και πώς, για να ανθέξει αυτή τη λήθη και τη βία της κοινωνίας των ανθρώπων, έγινε αλκοολικός. Αλλά το πιο ενδιαφέρον στο μονόλογο του Κόκκινου Πέτρου είναι ότι ο Κάφκα δεν παρουσιάζει τη διαδικασία εξανθρωπισμού του ως μια ιστορία χειραφέτησης ή απελευθέρωσης σε σχέση με την ζωικότητα, αλλά μάλλον ως μια κριτική του ευρωπαϊκού αποικιακού ανθρωπισμού και των ανθρωπολογικών ταξινομιών του. Απ’ τη στιγμή που αιχμαλωτίστηκε, ο πίθηκος λέει ότι δεν είχε επιλογή: αν δεν ήθελε να πεθάνει κλεισμένος σε ένα κλουβί, έπρεπε να περάσει στο «κλουβί» της ανθρώπινης υποκειμενικότητας.
Όπως ο πίθηκος Πέτρος εκφράστηκε ενώπιον των επιστημόνων, απευθύνομαι εγώ σήμερα σ’ εσάς, θεωρητικούς της ψυχανάλυσης, από το «κλουβί» του τρανς άντρα. Εγώ, σώμα σημαδεμένο από τον ιατρικό και νομικό λόγο ως «διαφυλικός», χαρακτηρισμένος στις περισσότερες ψυχαναλυτικές σας διαγνώσεις ως υποκείμενο μιας «αδύνατης μεταμόρφωσης», τοποθετημένος, σύμφωνα με τις περισσότερες από τις θεωρίες σας, πέραν της νεύρωσης, στα όρια ή και εντός της ψύχωσης, ανίκανος κατ’ εσάς να επιλύσω ορθώς ένα οιδιπόδειο σύμπλεγμα ή υποταγμένος στο φθόνο του πέους. Ε, λοιπόν, από αυτή τη θέση του ψυχικά ασθενούς όπου με παραπέμπετε σας απευθύνομαι ως ο πίθηκος-άνθρωπος μιας νέας εποχής. Είμαι το τέρας που σας μιλάει. Το τέρας που κατασκευάσατε με τους λόγους και με τις πρακτικές της κλινικής σας. Είμαι το τέρας που σηκώνεται από το ντιβάνι και παίρνει το λόγο, όχι ως ασθενής, αλλά ως πολίτης, ως τερατώδης ίσος προς εσάς.
Εγώ, που ούτε η ιατρική, ούτε το δίκαιο, ούτε η ψυχανάλυση, ούτε η ψυχιατρική μου αναγνωρίζουν το δικαίωμα να μιλώ ως ειδικός για την κατάστασή μου, έμαθα, όπως ο Κόκκινος Πέτρος, τη γλώσσα του Φρόιντ και του Λακάν, τη γλώσσα της αποικιακής πατριαρχίας, τη γλώσσα σας, και είμαι εδώ για να σας μιλήσω.
Ίσως σας φανεί παράξενο που καταφεύγω σε ένα καφκικό παραμύθι για να το κάνω αυτό, αλλά το συνέδριο αυτό μου φαίνεται πιο κοντινό στην εποχή του συγγραφέα της Μεταμόρφωσης παρά στη δική μας. Οργανώνετε μια συνάντηση για να μιλήσετε για τις «γυναίκες στην ψυχανάλυση» το 2019, λες και βρισκόμαστε ακόμα στο 1917, λες και αυτό το ιδιαίτερο είδος ζώου που εσείς αποκαλείτε συγκαταβατικά «γυναίκες» δεν είχε ακόμα κατακτήσει πλήρη αναγνώριση ως πολιτικά υποκείμενα, λες και ήταν ένα παράρτημα ή μια υποσημείωση, ένα πλάσμα περίεργο και εξωτικό, για το οποίο θα πρέπει να σκεπτόμαστε από καιρού εις καιρόν, σε κάποιο συνέδριο ή επ’ ευκαιρία μιας στρογγυλής τράπεζας. Θα έπρεπε μάλλον να οργανώναμε μια συνάντηση για τους «λευκούς ετεροφυλόφιλους αστούς άνδρες στην ψυχανάλυση», διότι το μεγαλύτερο μέρος των ψυχαναλυτικών κειμένων και πρακτικών περιστρέφεται γύρω από τη λεκτική και πολιτική εξουσία αυτού του είδους ζώου. Ενός ζώου νεκροπολιτικού που εσείς έχετε την τάση να συγχέετε με την «οικουμενική ανθρωπινότητα» και που παραμένει, τουλάχιστον μέχρι στιγμής, το υποκείμενο της κεντρικής απόφανσης στους ψυχαναλυτικούς λόγους και θεσμούς της αποικιακής νεωτερικότητας.
(…)
Δεν μπορείτε πλέον να καταφεύγετε στα κείμενα του Φρόιντ και του Λακάν σαν να είχαν μία οικουμενική αξία μη τοποθετημένη ιστορικά, σαν τα κείμενα αυτά να μην γράφτηκαν στο εσωτερικό αυτής της πατριαρχικής επιστημολογίας της σεξουαλικής διαφοράς.
Σήμερα, τα άλλοτε τερατώδη σώματα που παρήγαγε το πατριαρχικο-αποικιακό καθεστώς της σεξουαλικής διαφοράς μιλούν και παράγουν μία γνώση για τους εαυτούς τους. Τα queer τρανς-φεμινιστικά και ιθαγενικά κινήματα, το #MeToo, το Ni una menos, το Handi, το Black Lives Matter … διενεργούν αποφασιστικές μετατοπίσεις. Δεν μπορείτε πλέον να συνεχίζετε να μιλάτε για το οιδιπόδειο σύμπλεγμα ή για το όνομα του πατέρα μέσα σε μια κοινωνία η οποία αναγνωρίζει για πρώτη φορά στην ιστορία τις γυναικοκτονικές της λειτουργίες, όπου τα θύματα της πατριαρχικής βίας εκφράζονται για να καταγγείλουν τους πατέρες τους, τους συζύγους τους, τους προϊσταμένους τους, τους συντρόφους τους· όπου οι γυναίκες καταγγέλλουν τη θεσμοποιημένη πολιτική του βιασμού, όπου χιλιάδες σώματα κατεβαίνουν στους δρόμους για να καταγγείλουν τις ομοφοβικές επιθέσεις και τους σχεδόν καθημερινούς φόνους τρανς γυναικών, καθώς και τις θεσμοποιημένες μορφές ρατσισμού. Δεν μπορείτε πλέον να συνεχίζετε να διακηρύσσετε την οικουμενικότητα της σεξουαλικής διαφοράς και τη σταθερότητα των ετεροφυλοφιλικών και ομοφυλοφιλικών ταυτίσεων σε μια κοινωνία όπου είναι νόμιμο να αλλάξεις κοινωνικό φύλο ή να αυτοπροσδιορίζεσαι ως άτομο μη δυικού φύλου, σε μια κοινωνία όπου υπάρχουν ήδη χιλιάδες παιδιά γεννημένα σε μη ετεροφυλόφιλες και μη δυικές οικογένειες. Το να συνεχίζεις να ασκείς την ψυχανάλυση χρησιμοποιώντας την έννοια της σεξουαλικής διαφοράς και με κλινικά εργαλεία όπως το οιδιπόδειο σύμπλεγμα αποτελεί σήμερα παρέκκλιση ισάξια με το να επιμένεις να κινείσαι στο σύμπαν χρησιμοποιώντας γεωκεντρικό πτολεμαϊκό χάρτη, να αρνείσαι την κλιματική αλλαγή ή να θεωρείς ότι η γη είναι επίπεδη.
Δεν απορρίπτουμε μόνο τις ετερο-κεντρικές και δυικές σεξουαλικές και πατριαρχικές πρακτικές συγγένειας και κοινωνικοποίησης. Αρνούμαστε την επιστημολογία σας και πρέπει να το κάνουμε κατά τρόπο βίαιο. Η θέση μας είναι θέση επιστημολογικής ανυπακοής.
Σήμερα, για εσάς τους ψυχαναλυτές, είναι πιο σημαντικό να ακούσετε τις φωνές των αποκλεισμένων από το πατριαρχικο-αποικιακό καθεστώς σωμάτων απ’ ό,τι να ξαναδιαβάσετε τον Φρόιντ και τον Λακάν. Μην αναζητάτε πλέον καταφύγιο στους πατέρες της ψυχανάλυσης. Η πολιτική σας υποχρέωση είναι να φροντίσετε τα παιδιά, όχι να νομιμοποιείτε τη βία του πατριαρχικο-αποικιακού καθεστώτος. Ήρθε ο καιρός να βγείτε από τα ντιβάνια στις πλατείες και να συλλογικοποιήσετε την ομιλία, να πολιτικοποιήσετε τα σώματα, να απο-δυικοποιήσετε τη σεξουαλικότητα και να αποαποικίσετε το ασυνείδητο.
Απελευθερώστε τον Οιδίποδα, σμίξτε με τα τέρατα, μην κρύβετε την πατριαρχική βία πίσω από τις υποτιθέμενες αιμομικτικές επιθυμίες των παιδιών και θέστε στο κέντρο της κλινικής σας πρακτικής τα σώματα και τους λόγους που ανήκουν σε όσους, όσες και όσα επέζησαν από τον βιασμό και τη βία της πατριαρχίας, σε όσους, όσες και όσα ζουν ήδη πέραν της πυρηνικής πατριαρχικής οικογένειας, πέραν της ετεροφυλοφιλίας και της σεξουαλικής διαφοράς, σε όσους, όσες και όσα αναζητούν και οικοδομούν μια διέξοδο.
Σύντομα, θα βρεθούμε ίσως αντιμέτωποι με μια νέα νεκροπολιτική συμμαχία της αποικιακής πατριαρχίας και των νέων φαρμακοπορνογραφικών τεχνολογιών. Ήδη σήμερα βρισκόμαστε χωρίς καμιά αμφιβολία αντιμέτωποι με μια αύξουσα φαρμακολογικοποίηση των υποτιθέμενων «ψυχιατρικών παθολογιών», με μια εμπορευματοποίηση των βιομηχανιών περίθαλψης, μια ηλεκτρονική πληροφοριοποίηση του εγκεφάλου, καθώς και με μία σημειωτικο-πληροφορική ρομποτοποίηση των τεχνικών παραγωγής της υποκειμενικότητας μέσα από το Facebook, το Instagram, το Tinder κ.λπ. Αλλά οι κίνδυνοι και οι υπερβολές του πολλαπλασιασμού των νέων τεχνικών ελέγχου και πολυδιάσπασης του ανθρώπινου στοιχείου δεν μπορούν να αποτελούν δικαιολογία για να εμποδίσουμε την ψυχανάλυση να θέσει υπό διερώτηση τις δικές της κατηγορίες.
Ο στόχος μου δεν είναι η ήττα της ψυχανάλυσης και η νίκη της νευροεπιστήμης ή, ακόμα λιγότερο, της φαρμακολογίας. Αποστολή μου είναι η εκδίκηση του ψυχαναλυτικού και (εξίσου) του ψυχιατρικού «αντικειμένου» επί των θεσμικών, κλινικών και μικροπολιτικών μηχανισμών [dispositifs] που συντηρούν τη βία των έμφυλων, σεξουαλικών και φυλετικών κανόνων. Χρειαζόμαστε μία μετάβαση της κλινικής πρακτικής. Αυτό δεν μπορεί να γίνει παρά με μια επαναστατική μεταβολή της ψυχανάλυσης και ένα κριτικό ξεπέρασμα των πατριαρχικο-αποικιακών προκειμένων της. Μια μετάβαση στο χώρο της κλινικής προϋποθέτει μια αλλαγή θέσης: το αντικείμενο μελέτης γίνεται υποκείμενο και ό,τι ήταν μέχρι τώρα το υποκείμενο δέχεται να υποβληθεί σε μια διαδικασία μελέτης, διερώτησης και πειραματισμού. Ο δυισμός υποκείμενο/ αντικείμενο (τόσο σε κλινικό όσο και σε επιστημολογικό επίπεδο) εξαφανίζεται και στη θέση του εμφανίζεται μία νέα σχέση που οδηγεί από κοινού στο να μεταλλάσσεσαι, να γίνεσαι άλλος. Το ζητούμενο σε αυτήν θα είναι η δύναμη [puissance] και η μεταλλαγή, όχι η εξουσία και η γνώση. Το ζητούμενο θα είναι να μάθουμε μαζί να περιποιούμαστε τα τραύματά μας, να εγκαταλείψουμε τις τεχνικές της βίας και να επινοήσουμε μία νέα πολιτική αναπαραγωγής της ζωής σε πλανητική κλίμακα.
(…)
Δεν εμφανίζομαι ενώπιόν σας σήμερα ως κατήγορος, αλλά μάλλον για να χτυπήσω το κουδούνι του κινδύνου που συνιστά η επιστημολογική βία της σεξουαλικής διαφοράς και για να αναζητήσω ένα νέο παράδειγμα.
Ψυχαναλυτές υπέρ της επιστημικής μετάβασης, ελάτε μαζί μας! Ας οικοδομήσουμε μαζί μία διέξοδο!
Σε αντίθεση με όσα ίσως φαντάζονται οι πιο συντηρητικοί μεταξύ σας, όσοι φοβούνται ότι μια ψυχανάλυση στερημένη την επιστημολογία της σεξουαλικής διαφοράς θα ήταν παραμορφωμένη, σας λέω ότι μόνο με αυτή τη βαθιά μεταμόρφωση μπορεί η ψυχανάλυση να επιβιώσει.
Και σας το λέω από τη δική μου θέση του τρανς άντρα, του μη δυικού σώματος που χρειάστηκε να μεταμορφωθεί για να μπορέσει να βγει από το παλιό «κλουβί» και να επιβιώσει εφευρίσκοντας, μέρα με τη μέρα και κατά τρόπο επισφαλή, άλλες πρακτικές ελευθερίας. Αν εξετάσω την εξέλιξή μου και την τωρινή απόληξή της, δεν έχω λόγο ούτε να παραπονιέμαι ούτε να ικανοποιούμαι. Υπάρχουν ακόμη πάρα πολλά να γίνουν.
Απευθύνω με όλη μου τη δύναμη έκκληση για μία μετάλλαξη της ψυχανάλυσης, για την ανάδυση μιας μεταλλαγμένης ψυχανάλυσης, στο ύψος της μετάλλαξης παραδείγματος που βιώνουμε.
Ίσως μόνο αυτή η διαδικασία μεταμόρφωσης, όσο τρομερή και αποδιοργανωτική κι αν σας φαίνεται, αξίζει σήμερα να αποκληθεί και πάλι ψυχανάλυση.
Το παραπάνω κείμενο αποτελεί συρραφή αποσπασμάτων (από την αρχή και το τέλος) του βιβλίου Je suis un monstre qui vous parle: Rapport pour une académie de psychanalystes, Grasset, Παρίσι 2020. Μετάφραση: Α.Γ. Με τις περικοπές βέβαια δεν τηρείται η απαίτηση της πληρότητας, την οποία δηλώνει ο συγγραφέας ότι θα προσδοκούσε από τις διαδικτυακές αναδημοσιεύσεις της ομιλίας του (το βιβλίο πιάνει 127 σελίδες και δεν θα ήταν δυνατό φυσικά να το δημοσιεύσουμε όλο), τηρείται όμως η απαίτηση της ακρίβειας και –θέλω να ελπίζω- της ικανοποιητικής μετάφρασης.
Πριν από καμιά δεκαπενταριά χρόνια, στον τίτλο (και στο περιεχόμενο) ενός βιβλίου μου το οποίο μιλούσε μεταξύ άλλων –ή κυρίως- για τον Θεοδωράκη, είχα χρησιμοποιήσει τον χαρακτηρισμό «νεκροφιλία». Στο μυαλό μου τότε η χρήση αυτή ήταν φυσικά μεταφορική.
Διαβάζοντας κάποια πράγματα που (ανα)δημοσιεύθηκαν με αφορμή το θάνατό του, αρχίζω να σκέφτομαι ότι τελικά ίσως είχα πέσει μέσα και με την κυριολεκτική έννοια του όρου. Αναφέρομαι ειδικότερα στο κάτωθι Συνέχεια →
Όπως ίσως δεν γνωρίζετε, (ούτε εγώ το γνώριζα μέχρι πρόσφατα, το πληροφορήθηκα τελείως συμπτωματικά), στην ΕΤ2 υπάρχει μία εκπομπή με τον τίτλο «Μαμά-δες», στην οποία καλούνται διάφορες γυναίκες να μιλήσουν για το πώς βιώνουν τη μητρότητά τους. Στο πρώτο επεισόδιο που έτυχε να παρακολουθήσω, (και που φυσικά θα είναι και το τελευταίο), καλεσμένη ήταν κάποια κυρία Ματίνα Νικολάου, ηθοποιός. Αυτή ανέφερε ότι τον τελευταίο χρόνο είχε τη δυνατότητα να επικοινωνεί πολύ συχνότερα με τον 13 ετών γιο της και να συζητά μαζί του επειδή και οι δύο βρίσκονταν τον περισσότερο καιρό στο σπίτι λόγω πανδημίας. Η παρουσιάστρια τότε την ρώτησε «ποια ήταν η πιο ουσιαστική κουβέντα που κάνανε τελευταία». Εκείνη απάντησε: «Για τα συναισθηματικά του». Συγκεκριμένα, συζήτησαν για τα συναισθηματικά του όταν εκείνος άνοιξε την κουβέντα στη μητέρα του και της Συνέχεια →
Όσοι θέτουν ερωτήματα για το θηλυκό φύλο δεν μπορούν να αποφύγουν τη διδασκαλία της ιστορίας του φεμινισμού, διδασκαλία συγχρόνως κλινική και πολιτική. Δημοσιεύοντας στο διαδίκτυο το κείμενο της αξιομνημόνευτης παρέμβασης της Αννί Λε Μπρεν [Annie Le Brun] στο τηλεοπτικό πρόγραμμα “Apostrophes”, το Lacan Quotidien (1) μας θύμισε κατά ευτυχή σύμπτωση ότι το δοκίμιό της Lâcheztout είναι αδιαμφισβήτητα καμπή στην ιστορία του φεμινισμού. Επείγει να διαβάσουμε ή να ξαναδιαβάσουμε το δοκίμιο αυτό που είναι τώρα διαθέσιμο, όπως και το Vagit–prop και δώδεκα ακόμη κείμενα συγκεντρωμένα σε μια συλλογή (2).
Στο όνομα «όλων των γυναικών»
Τα κείμενα της Annie Le Brun, δηκτικά και δριμέα, ρίχνουν φως, τόσο ανηλεές όσο και χρήσιμο, στον νεο-φεμινισμό του καιρού της, ώστε αντηχούν για τις γυναίκες της γενιάς μου μια ολόκληρη εποχή, αυτήν της Υπόθεσης των γυναικών. Επίσης, όμως, φωτίζουν ό,τι ακολούθησε και έτσι μας επιτρέπουν να στοχασθούμε το σημερινό νεο-φεμινισμό, δίνοντάς μας κλειδιά για να κατανοήσουμε τα ουσιώδη αδιέξοδά του. Συνέχεια →