σεξουαλικότητα,Ανάλυση λόγου,Εθνικισμός,Μουσική

«Τα Λαδάδικα» είναι το χειρότερο τραγούδι του Μητροπάνου [1]

του Άκη Γαβριηλίδη

Πρόσφατα, έτυχε να βρεθώ σε έναν χώρο όπου έπαιζε μια τηλεόραση συντονισμένη σε ένα ελληνικό κανάλι –δεν θυμάμαι ποιο- και μετέδιδε μια εκπομπή που ήταν νιοστό αντίγραφο/ υλοποίηση της ιδέας «καλούμε διάφορους γνωστούς ή μετρίως γνωστούς και μερικούς τραγουδιστές, τους βάζουμε να πούνε τραγούδια και μιλάμε γι’ αυτά». Για μένα βέβαια ήταν όλοι άγνωστοι, εκτός από τον συνήθη μαϊντανό Γιάννη Μπέζο ο οποίος, στο λίγο διάστημα που παρακολούθησα, πρόλαβε να πετάξει όλα τα επιβεβλημένα κλισέ, τύπου «η κυπριακή διάλεκτος είναι πιο κοντά στα αρχαία ελληνικά» και «οι Κύπριοι είναι Έλληνες, το ‘Κύπριος’ είναι μία απλώς νομικού τύπου ταυτότητα». Το ενδιαφέρον περί Κύπρου συνδεόταν με το ότι θέμα της εκπομπής ήταν ο Μάριος Τόκας. Μετά από αυτή την εθνική διαπαιδαγώγηση, ένας νεαρός τραγουδιστής ανέβηκε και τραγούδησε το τραγούδι «Τα Λαδάδικα».

Προσωπικά μου φάνηκε αρκετά αξιοπερίεργο γιατί ένας άνθρωπος που θα μπορούσε να είναι γιος, αν όχι και εγγονός, του Συνέχεια

Κλασσικό
σεξουαλικότητα,Ανάλυση λόγου,Βία

Η τέχνη (της αυτομαστίγωσης) δεν εξημερώνει τα ήθη (των βιαστών)

του Άκη Γαβριηλίδη

Μετά από κάθε νέο επεισόδιο έμφυλης βίας από τα πολλά που αποκαλύπτονται τον τελευταίο καιρό, ακολουθεί τουλάχιστον ένα σημείωμα/ τοποθέτηση στα ΜΚΔ από κάποιον άντρα που κάνει την αυτοκριτική του και ελεεινολογεί το γένος των ανδρών συνολικά, ενοχοποιώντας το για αυτά τα φαινόμενα, και που κερδίζει τα χειροκροτήματα και την επιδοκιμασία του κοινού.

Θεωρώ ότι παρόμοιες πρακτικές δημόσιας εξομολόγησης, πέρα από το να καταγράφουν στον δημόσιο χώρο μία παραδοχή της ύπαρξης του προβλήματος, δεν προσφέρουν κάτι ιδιαίτερο σε κανέναν, ενώ αντιθέτως με το περιεχόμενό τους συχνά δημιουργούν περισσότερα προβλήματα απ’ όσα λύνουν.

Θα προσπαθήσω παρακάτω να εξηγήσω τι είδους προβλήματα παίρνοντας ως παράδειγμα μια ανάρτηση που δημοσίευσε πρόσφατα ο (άγνωστός μου) Μανόλης Μαυραντωνάκης με αφορμή την υπόθεση πολλαπλών βιασμών και μαστροπείας εις βάρος μιας 12χρονης (πιθανότατα και όταν ήταν ακόμα νεότερη) από εκατοντάδες δράστες. Η ανάρτηση, που αρέστηκε και κοινοποιήθηκε από Συνέχεια

Κλασσικό
σεξουαλικότητα,Ανάλυση λόγου,Πολιτική

Κωλόγεροι της Θεσσαλονίκης, 1964-1970

του Άκη Γαβριηλίδη

Η κυριαρχία της κουλτούρας των ΜΚΔ επέφερε μεταξύ άλλων, ως ένα μάλλον απρόβλεπτο αποτέλεσμα, τη διάχυση και την αναβάθμιση της σημασίας των επετείων. Κάθε μέρα, ο αλγόριθμος επαναφέρει στη μνήμη των χρηστών ότι η μέρα αυτή συνιστά την 117η επέτειο από τη γέννηση του τάδε μουσικού, την 28η από τον θάνατο του δείνα συγγραφέα, την 50ή από την ίδρυση του Χ θεσμού, την παγκόσμια μέρα του Ψ κ.ο.κ. Πράγμα που δίνει την ευκαιρία στους χρήστες να αναφερθούν στους αντίστοιχους τιμώμενους και να αποτιμήσουν –συνήθως επαινετικά- τη συμβολή τους, παραθέτοντας και στίχους ή φράσεις που αποδίδονται σε αυτούς ή συνδέονται με αυτούς μέσα σε πλαισιάκια με λουλούδια και ηλιοβασιλέματα.

Τις τελευταίες μέρες, ήταν η σειρά του ποιητή και δοκιμιογράφου Ντίνου  Χριστιανόπουλου. Μεταξύ Συνέχεια

Κλασσικό
σεξουαλικότητα,Εθνικισμός,Ψυχανάλυση

Μπαρρές: ο εθνικισμός ως ένα ομοκοινωνικό σαδομαζοχιστικό όργιο

του Άκη Γαβριηλίδη

Τον Μωρίς Μπαρρές ομολογώ ότι μέχρι τώρα τον ήξερα ουσιαστικά μόνο ως όνομα· ως το όνομα ενός λίγο περίεργου συγγραφέα που αποτέλεσε έναν από τους προπάτορες του εθνικισμού.

Διαβάζοντας το εξαιρετικό, και πλούσια τεκμηριωμένο, πρόσφατο βιβλίο που αφιέρωσε σε αυτόν –και, ιδίως, στην επίδρασή του- ο Παρασκευάς Ματάλας, έχει κανείς την ευκαιρία να μάθει ή/ και να συνειδητοποιήσει αρκετά αξιοπρόσεκτα πράγματα γι’ αυτόν. Τα οποία είναι δυνατό να αξιοποιηθούν περαιτέρω προς αρκετές κατευθύνσεις.

Τις κατευθύνσεις αυτές δεν σκοπεύω βέβαια, και ούτε είναι δυνατό, να εξαντλήσω σε αυτό το σημείωμα. Εδώ θα ακολουθήσω μόνο μία.

Πρώτα απ’ όλα, αυτό που συνειδητοποιεί κανείς από το βιβλίο είναι ότι ο Μπαρρές στην εποχή του υπήρξε κάτι σαν προφήτης, ή, καλύτερα, σαν αρχηγός σέκτας, σαν ιδρυτής και αρχιερέας μιας λατρείας.

Το βιβλίο, μέσα από μία ανάλυση της πλούσιας αλληλογραφίας του, ανιχνεύει την παγκόσμια απήχηση που είχε στην εποχή του ο γάλλος εθνικιστής συγγραφέας σε ανθρώπους από πολλές άλλες χώρες οι οποίες δεν είχαν εκ πρώτης όψεως καμία ιδιαίτερη σχέση με τη Γαλλία, ενώ κάποιες κατά καιρούς είχαν και αντιπαλότητα μαζί της. Εξ ου και το παράδοξο που επιλέγει ως τίτλο.

Οι ανταλλαγές αυτές, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, ξεκινούσαν με πρωτοβουλία των αλληλογράφων του. Άνθρωποι οι οποίοι μέχρι τότε του ήταν άγνωστοι, και μιλάμε πολλοί άνθρωποι, Συνέχεια

Κλασσικό
σεξουαλικότητα,Βία,Γλώσσα

Γιατί είναι καλύτερο να είσαι «επιζώσα» παρά «θύμα» βιασμού;

της Κέιτ Χάρντινγκ

 

Δεν θυμάμαι ποιος μου είπε πρώτος ότι δεν ήμουν θύμα· πάντως, συνέβη λίγο μετά απ’ τη στιγμή που κάποιος μου είπε ότι με βίασαν.

Ήμουν 17 χρονών και χαμένη. Ήμουν ένα σπασικλάκι που είχε μεθύσει ίσως τρεις φορές στη ζωή του, περιτριγυρισμένη από την ασφάλεια φιλενάδων που γελούσαν και ενός σπιτιού χωρίς γονείς που είχαν φύγει για διακοπές. Δεν είχα πάει ποτέ σε ένα πραγματικό πάρτι όπου όλοι πίνουν, ένα αγόρι φαινόταν να με συμπαθεί, και δεν είχα καμία απαγόρευση κυκλοφορίας ή υπεύθυνους ενήλικες στους οποίους να λογοδοτήσω. Ήμουν μια παρθένα που δεν ήθελε να παραμείνει για πολύ ακόμη.

Πολλά νήματα του αδύνατου έγιναν δυνατά μεμιάς. Δεν υπήρχε τίποτα άλλο παρά η παρούσα στιγμή, καθώς απομακρυνόμουν από ένα πάρτι που άρχιζε να έχει πολλή φασαρία και πολύ κόσμο, κρατώντας το χέρι ενός άντρα.

Ήξερα σίγουρα το εξής: ένας άντρας για τον οποίο είχα ένα φλου σεξουαλικό ενδιαφέρον, κυρίως Συνέχεια

Κλασσικό
σεξουαλικότητα,Δίκαιο,Διαδίκτυο,Εικόνα,Στρατηγική

«Καμία ενοχή» για το revenge porn; Χμμ … Ας το ξανασκεφτούμε λίγο

του Άκη Γαβριηλίδη

Από μέσο κοινωνικής δικτύωσης δημοσιοποιήθηκε χθες το παρακάτω περιστατικό: (αντί να περιγράφω, αντιγράφω αυτούσια την σχετική εικόνα, αφού σε αυτήν περιέχονται ουσιαστικά όλες οι πληροφορίες που διαθέτουμε).

1428_1

Πρόκειται για μια εξέλιξη πολύ ενδιαφέρουσα, αλλά, γι’ αυτό ακριβώς, συζητήσιμη. Και κατά τη συζήτηση αυτή επιβάλλεται πολλή προσοχή, διότι όποιος (-α) την κάνει βαδίζει σε αμφιμερώς ναρκοθετημένο έδαφος και, αν δεν προσέξει, μπορεί να πέσει σε μία από τις δύο (ή περισσότερες) παγίδες.

Καταρχάς, πολιτικά βρίσκω πολύ ενδιαφέροντα αυτόν τον τρόπο αντίδρασης, και σκέφτομαι ότι, αν ήταν πιο διαδεδομένος, ίσως ο άνθρωπος που αυτοκτόνησε στην Κάρπαθο λόγω κάποιου βίντεο που κυκλοφόρησε με τον γιο του να ήταν ακόμα ζωντανός. Η αποφόρτιση του εκβιασμού από το «κεντρί» του είναι μια αντίδραση ανάλογη με την τακτική ορισμένων ασιατικών πολεμικών τεχνών, που υπαγορεύει να μην προσπαθήσεις να ασκήσεις στον αντίπαλο μία βία ίση ή και μεγαλύτερη με τη δική του, αλλά να τον αφήνεις να πέσει από τη δική του φόρα, να αχρηστεύεις το όπλο που (νομίζει ότι) έχει. Εάν κανείς θέλει να ψάξει θεωρητικές αναφορές, η τακτική αυτή μπορεί να θεωρηθεί ότι παρουσιάζει αναλογίες με τον «μη δικαιοκεντρικό» τρόπο αντίδρασης που εισηγείται η Τζούντιθ Μπάτλερ απέναντι στον τραυματιστικό λόγο στο 2ο μισό τού Excitable Speech, ή/ και με την «απενεργοποίηση» (désoeuvrement) του Αγκάμπεν[1]. Επίσης, είναι μια κίνηση απόλυτα σύμφωνη με την τάση διαφοροποίησης από τον «τιμωρητικό φεμινισμό». Και πάντως, ασχέτως αναφορών, είναι αξιοθαύμαστη η κοπέλα για το θάρρος και την ευρηματικότητα με την οποία αντέδρασε, και κατ’ αυτή την έννοια καλώς έπραξε η «Ρόζα» –ή/ και όποιος άλλος- που ανέδειξε το συμβάν.

 

Πλην όμως:

Πρόκειται, ακριβώς, για μια τακτική επιλογή, πρωτότυπη μεν, αλλά –γι’ αυτό- μη άμεσα γενικεύσιμη. Η σπουδή να αναγορεύσουμε αυτή την αντίδραση σε κανόνα στρατηγικής, άξιο να ακολουθηθεί σε κάθε ανάλογη περίπτωση ως μέθοδος για να εξαλειφθεί το φαινόμενο της παρενόχλησης, ή και της «πατριαρχίας», πιθανόν να προσκρούσει σε αδιέξοδα. Μια τέτοια τάση συνολικοποίησης, αναγωγής σε μια μεγάλη πολωτική αφήγηση «δύο στρατοπέδων» και εσχατολογικής προσδοκίας για λύτρωση έχει μεγαλύτερη σχέση με την λενινιστική παράδοση, όχι με την παράδοση των νέων κοινωνικών κινημάτων να αποδίδουμε σημασία στο ιδιαίτερο και στο πολλαπλό.

Αναφέρομαι σε σχολιασμούς όπως ο εξής, που συνόδευε την δημοσίευση αυτού του διαλόγου στο σημείο όπου προσωπικά τον είδα:

Κάποιος επέλεξε να εκβιάσει μία γυναίκα με γυμνές φωτογραφίες της, ποντάροντας στον φόβο της.

Έλα όμως που οι καιροί έχουν αλλάξει και είμαστε πολλές. Πολλές που έχουμε η μία την άλλη. Πολλές που δεν φοβόμαστε. Πολλές που γινόμαστε γροθιά για τις αδερφές μας.

Η σεξουαλική κακοποίηση μέσω διαδικτύου είναι η ψηφιακή εκδοχή της έμφυλης βίας.

Η Φεμινιστική Ομάδα Κιλοτίνα αναδεικνύοντας το περιστατικό, ανέλαβε δράση ώστε η ντροπή να αλλάξει μεριά και να επιστρέψει στον θύτη.

Σε μια συγκεκριμένη περίπτωση, η τακτική αυτή μπόρεσε να εφαρμοστεί. Και καλώς. Ωστόσο, πολλές γυναίκες, αλλά και άντρες, για κατανοητούς λόγους, ή και για ακατανόητους, ή πάντως για λόγους τους οποίους δεν μπορούν ή δεν θέλουν –και δεν οφείλουν- να εξηγήσουν, δεν θα είναι έτοιμες/-οι να αντιμετωπίσουν με αδιαφορία το ενδεχόμενο να δημοσιοποιηθεί η απεικόνιση της ερωτικής τους ζωής. Σε αυτούς, η απάντηση «στείλτις όπου θες, χαρά μου» ίσως ηχεί ως μια μέθοδος να απαλλαγείς από τον εκβιασμό απλώς υποκύπτοντας σε αυτόν.

Η δήλωση αυτή δηλαδή μπορεί να υπονομεύει τον εκβιασμό, αλλά στον αντίστοιχο βαθμό υπονομεύει και τη δυνατότητα όποιου την κάνει να τον καταγγείλει ως εκβιασμό. Ακόμα περισσότερο, η ανεπιφύλακτα θετική και εξυμνητική παρουσίαση της δήλωσης αυτής δύσκολα εναρμονίζεται με τη διακήρυξη ότι «Η σεξουαλική κακοποίηση μέσω διαδικτύου είναι η ψηφιακή εκδοχή της έμφυλης βίας». Μια τέτοια διαβεβαίωση αρχίζει να φαίνεται ξεκάρφωτη, αντλημένη από τις «γενικές μας γνώσεις», από «το βιβλίο», και να μη συνδέεται με τη συγκεκριμένη κατάσταση. Ποια είναι εν προκειμένω η κακοποίηση; Εάν η ενδιαφερόμενη έχει ρητά και υπερήφανα δηλώσει τη συγκατάθεσή της, και μάλιστα τη «χαρά» της, για μία πράξη, πόσο πειστική μπορεί να είναι αν μετά ζητήσει να θεωρηθεί «βία» η ίδια αυτή πράξη; Ή το ένα θα συμβαίνει, ή το άλλο.

Ομοίως, στο σλόγκαν «καμία ανοχή – καμία ενοχή», υπάρχει μία ένταση ανάμεσα στο πρώτο μέρος και το δεύτερο. Διότι αν δεν υπάρχει «καμία ενοχή» που μία κοπέλα εμφανίστηκε γυμνή ή/ και να συμμετέχει σε ερωτικές περιπτύξεις και αφέθηκε να φωτογραφηθεί έτσι, τότε, για την ταυτότητα του λόγου, δεν θα πρέπει να υπάρχει και καμία ενοχή –αλλά, ακριβώς, ανοχή- για όποιον δημοσιοποιεί αυτές τις φωτογραφίες. Αν δεν θέτει πρόβλημα το ένα, γιατί να θέτει το άλλο;

Στην ανάδειξη του ζητήματος από την ομάδα «κιλοτίνα», προτάσσεται σύντομο κείμενο όπου μεταξύ άλλων υπάρχει η φράση «Δεν ντρεπόμαστε για το γυμνό μας σώμα, για την απόλαυσή μας και τους οργασμούς μας». Σύμφωνοι. Όμως, αν κάποιος είναι περήφανος για κάτι, λογικά θα πρέπει να χαίρεται με τη γνωστοποίησή του, όχι να αντιδρά σε αυτήν.

H αλληλεγγύη είναι όντως κομβικής σημασίας λειτουργία και όρος επιβίωσης για ένα κίνημα. Η επιταγή της αλληλεγγύης επιβάλλει, όταν εμπλεκόμαστε σε έναν αγώνα, σε μία προσπάθεια, να μην λέμε ή να μην κάνουμε ποτέ κάτι που θα καταστήσει δυσχερέστερη τη θέση άλλων που βρίσκονται ή ενδέχεται να βρεθούν αντιμέτωποι με ανάλογο πρόβλημα –αλλά και την ίδια τη δική μας θέση. Σε ένα κίνημα, μπορεί να είμαστε πολλές, αλλά η πολλαπλότητα αυτή να μην είναι δυνατό, και ίσως ούτε επιθυμητό, να συναιρεθεί σε «μια γροθιά».

Για να φέρω ένα συγκεκριμένο παράδειγμα: πριν λίγο καιρό, μια άλλη κοπέλα είχε βρεθεί αντιμέτωπη όχι με την απειλή, με την συντελεσμένη πραγματικότητα της διάδοσης εικόνων από την ερωτική της ζωή εκ μέρους του Στάθη Παναγιωτόπουλου. Δεν εξέφρασε τη χαρά της, ούτε τον προέτρεψε να τις στείλει όπου θέλει· αντιθέτως, άρχισε τις «μαλακίες» με την αστυνομία, με αποτέλεσμα να προσαγάγει σε δίκη τον υπαίτιο και να επιτύχει την καταδίκη του σε πενταετή φυλάκιση. Οι φεμινιστικές συλλογικότητες, στην πράξη, φυσικά στήριξαν και αυτή την διαφορετική αντίδραση και συμπαραστάθηκαν στην ενδιαφερόμενη. Η ορθή αυτή πρακτική στάση καλό είναι να βρίσκει αντιστοιχία και στο λόγο, ή πάντως να βρίσκει χώρο μέσα σε αυτόν, να μην εξοβελίζεται.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η προσφυγή στην αστυνομία ίσως ήταν μια καλή ιδέα η οποία, ως χειρονομία, θα είχε ισοδύναμο αποτέλεσμα με την έκφραση «χαράς», χωρίς να έχει τα μειονεκτήματά της. Διότι μία από τις τρεις διαζευκτικές προϋποθέσεις του απειλητικού μηνύματος ήταν να «μην αρχίσει μαλακίες περί αστυνομίας». Με τον τρόπο αυτόν λοιπόν θα του έλεγε: «ορίστε, άρχισα, οπότε αψήφησα τις υποδείξεις σου».

Αυτό όμως είναι απλώς ένα πιθανό σενάριο. Σίγουρα θα υπάρχουν και άλλοι πρακτικοί τρόποι ώστε να αξιοποιηθεί το δίδαγμα από την επινόηση αυτής της κοπέλας και, ταυτόχρονα, να αποφευχθούν, στο μέτρο του δυνατού, οι τυχόν κίνδυνοι. Για να συνεχίσω την αναλογία με τις ασιατικές πολεμικές τέχνες, είναι άλλο να αφήνεις τον αντίπαλο να εκδηλώσει την επίθεσή του και να φροντίζεις να στραφεί εις βάρος του η δύναμή της, και άλλο απλώς να τον αφήνεις να σε χτυπήσει και μετά να δηλώνεις ότι δεν πόνεσες.

[1] Και στα δύο αυτά θεωρητικά πλαίσια έχω αναφερθεί παλαιότερα στο σημείωμα Εκείνα που δεν ακούγονται: βλασφημία, λογοκρισία, βία.

Κλασσικό
σεξουαλικότητα,Φιλοσοφία

Αρχαιολογία της άγνοιας: πώς o Φουκώ έγινε ένα είδος Γκουσγκούνη με γυαλιά  

του Άκη Γαβριηλίδη

Αφού είχα γράψει το προηγούμενο σημείωμα, εξακολουθούσε να μου φαίνεται πολύ περίεργο πώς είναι δυνατό να βρίσκουμε σε κείμενα με αναλυτικές αξιώσεις να παρατίθεται ο Φουκώ και να του αποδίδεται ως δική του άποψη η ακριβώς αντίθετη προς τη δική του –δηλαδή το ότι η εξουσία λέει πάντα όχι και μόνο όχι στο σεξ.

Δεν χρειάστηκε να ψάξω πολύ, για να διαπιστώσω ότι οι τρεις αυτές προτάσεις τις οποίες υποτίθεται ότι «μας θύμισε» ο Φουκώ, μαζί με μερικές ακόμα πριν και μετά, βρίσκονται αναρτημένες σε πολλά σημεία στην ελληνόφωνη μπλογκόσφαιρα. Η πρώτη χρονικά ανάρτηση φαίνεται να έγινε το 2008 με τον τίτλο «Iστορία της σεξουαλικότητας»- Μισέλ Φουκώ, σε ένα ιστολόγιο ονόματι Madame De La Συνέχεια

Κλασσικό
σεξουαλικότητα,Πολιτική,Φιλοσοφία

Καύλα αντεπαναστατική δεν υπάρχει;  

του Άκη Γαβριηλίδη

Α. Φουκώ, Φουκώ … τι μου θυμίζει;

Στο φύλλο της Lifo που κυκλοφορεί (ημ. 18/1/22), δημοσιεύεται συζήτηση με την Δήμητρα Τζανάκη, μεταδιδακτορική ερευνήτρια, για τον συλλογικό τόμο επιμελήθηκε με τίτλο Υγεία, καύλα και επανάσταση (Ασίνη 2021). Στη συζήτηση αυτή περιέχεται μεταξύ άλλων η κάτωθι παράγραφος:

Η ίδια η λέξη καύλα, εξάλλου, συνοδεύεται, λέει, με απόρριψη, αποκλεισμό και άρνηση ακόμη και στον επίσημο ακαδημαϊκό λόγο, «κάτι που συνάγεται άμεσα από αυτό που μας θυμίζει ο Μισέλ Φουκό»: «Η εξουσία δεν έχει τη “δύναμη” να κάνει τίποτε στο σεξ και τις ηδονές, εκτός από το να τους λέει “όχι”. Αν φτιάχνει κάτι, είναι απουσίες και κενά. Εξαφανίζει στοιχεία, εισάγει ασυνέχειες, χωρίζει ό,τι είναι ενωμένο, χαράζει σύνορα».

Η επίκληση του Μισέλ Φουκώ σε αυτό το χωρίο είναι τυπική περίπτωση κακής παράθεσης [misquotation]. Δηλαδή ενός σφάλματος που, αν το έκανε προπτυχιακός φοιτητής σε εργασία του, η Συνέχεια

Κλασσικό
σεξουαλικότητα,Μουσική,Ψυχανάλυση

Τελικά ο Θεοδωράκης ήταν όντως νεκρόφιλος

του Άκη Γαβριηλίδη

Πριν από καμιά δεκαπενταριά χρόνια, στον τίτλο (και στο περιεχόμενο) ενός βιβλίου μου το οποίο μιλούσε μεταξύ άλλων –ή κυρίως- για τον Θεοδωράκη, είχα χρησιμοποιήσει τον χαρακτηρισμό «νεκροφιλία». Στο μυαλό μου τότε η χρήση αυτή ήταν φυσικά μεταφορική.

Διαβάζοντας κάποια πράγματα που (ανα)δημοσιεύθηκαν με αφορμή το θάνατό του, αρχίζω να σκέφτομαι ότι τελικά ίσως είχα πέσει μέσα και με την κυριολεκτική έννοια του όρου. Αναφέρομαι ειδικότερα στο κάτωθι Συνέχεια

Κλασσικό
σεξουαλικότητα,Δίκαιο,Εικόνα

Κανένα αδίκημα δεν στοιχειοθετείται από το βίντεο της Νέας Σμύρνης

του Άκη Γαβριηλίδη

Μια γυναίκα μπαίνει από μία εξώθυρα πολυκατοικίας. Βαδίζει με κανονικό, χαλαρό βήμα, κάνει μία κίνηση που δείχνει ότι εφαρμόζει κάποια μαγνητική κάρτα σε μια υποδοχή· η είσοδος της πολυκατοικίας ανοίγει, η κοπέλα μπαίνει μέσα, την κλείνει και βγαίνει από το πλάνο, χωρίς κάτι στις κινήσεις της να δείχνει κάποια ταραχή ή βιασύνη.

Μετά από επτά-οκτώ δευτερόλεπτα, μπαίνει στο πλάνο ένας νεαρός άνδρας, επίσης με κανονικό, σχεδόν νωχελικό βήμα. Διασχίζει τα λίγα μέτρα μέχρι την είσοδο της πολυκατοικίας. Πλησιάζει την πόρτα, την ακουμπά στιγμιαία με το ένα του χέρι, και αμέσως μετά κάνει μεταβολή και φεύγει.

Τέλος.

Εάν ένας καθηγητής ποινικού δικαίου έθετε τα πραγματικά αυτά περιστατικά υπόψη των φοιτητών του ως άσκηση και τους ρωτούσε να βρουν πόσα και ποια αδικήματα τελέστηκαν, το πιθανότερο είναι ότι αυτοί οι φοιτητές –και οι φοιτήτριες- θα θεωρούσαν ότι τους κάνει πλάκα. Η ορθή απάντηση είναι: προφανώς κανένα.

Φυσικά, στην υπόθεση της Νέας Σμύρνης όπου ένας 22χρονος άνδρας κατηγορείται για προσβολή της γενετήσιας Συνέχεια

Κλασσικό