του Άκη Γαβριηλίδη
Το ιδιόμορφο και αξιοπερίεργο μόρφωμα που συνήθως αποκαλούμε «ελληνική δεξιά» –ένας περιγραφικός όρος τον οποίο χρησιμοποιώ εδώ για πρακτικούς λόγους συνεννόησης, ελλείψει καλύτερου-, υπό τη σύγχρονη μορφή του που διαμορφώθηκε από τη δεκαετία του 50 και εντεύθεν, διακατέχεται ιδρυτικά από ένα βαθύ μίσος και ξενότητα ενάντια σε όλα τα μέσα σταθερής τροχιάς, και ειδικά απέναντι στο τρένο.
Είναι γνωστό ότι ο γενάρχης αυτού του μορφώματος άρχισε την καριέρα του ως υπουργός δημοσίων έργων ξηλώνοντας το τραμ της Θεσσαλονίκης και βάζοντας στη θέση του –και στο κεφάλι μας- τη σφηκοφωλιά που λέγεται ΟΑΣΘ, ένα πυκνό πελατειακό δίκτυο από μικροκεφαλαιούχους/ οδηγούς/ μετόχους, δηλαδή επιχειρηματίες του εαυτού τους, νεοφιλελεύθερα υποκείμενα πριν υπάρξει ακόμα νεοφιλελευθερισμός, και ταυτόχρονα επιτηρητές του ίδιου του εαυτού τους –και όποιου άλλου μπορούσαν ή τους ζητιόταν κατά καιρούς, του κοινωνικού πεδίου γενικώς. Ένα δίκτυο που υπάρχει ακόμη σήμερα και είναι αμφίβολο αν εξυπηρετεί οποιονδήποτε άλλον από τους οδηγούς του, οι οποίοι εκτός των άλλων συχνά γίνονται πρωταγωνιστές ρατσιστικών επεισοδίων.
Επίσης, στο προκείμενο, το τρένο η ελληνική δεξιά συστηματικά το υπονόμευσε, προς όφελος επίσης ενός αρχιπελάγους λεωφορειούχων και λοιπών μικρο- ή μεγαλο-εργολάβων, κατασκευαστών δρόμων (συχνά ακατάλληλων, που επίσης προκαλούσαν και προκαλούν εκατοντάδες νεκρούς, ακρωτηριασμένους και τραυματίες κάθε χρόνο), κερδοσκόπων, εισπρακτών διοδίων και άλλων παρασίτων –με την κακή έννοια του όρου, διότι υπάρχει και καλή.
Γιατί αυτό το μίσος; Το φαινόμενο χρήζει εξήγησης, δεν είναι αυτονόητο. Συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις υπάρχουν και σε άλλες χώρες, και κυβέρνησαν ή κυβερνούν και σήμερα. Και στις χώρες αυτές κυριαρχούσε/-εί ο καπιταλισμός και ο νεοφιλελευθερισμός. Τουλάχιστον όμως τρένα έχουν, και σε αυτά δεν σκοτώνονται οι άνθρωποι σαν τις μύγες χωρίς κανείς να δίνει λογαριασμό. Φυσικά με διακυμάνσεις ανά χώρα και ανά εποχή. Ας πούμε, στην Αγγλία, την πατρίδα του κτητικού ατομικισμού, η κατάσταση επίσης επιδεινώθηκε θεαματικά με τις ιδιωτικοποιήσεις. Πάντως –απ’ όσο ξέρω- δεν έφτασε στην οικτρή κατάσταση που βιώνουμε σήμερα στην Ελλάδα, όπου κανείς δεν ξέρει αν, πότε και πώς θα φτάσει στον προορισμό του σε περίπτωση που πάρει το τρένο (εάν το βρει).
Νομίζω ότι μία εξήγηση γι’ αυτό είναι ότι το τρένο είναι ένα μέσο με κάποια χαρακτηριστικά ξένα προς τη λογική της ατομικής ευθύνης/ ατομικού κέρδους, του υπολογιστικά οικονομούντος υποκειμένου. Τα στοιχεία αυτά του προσδίδουν έναν χαρακτήρα κομμουνιστικό. Το τρένο είναι ένα μέσο το οποίο, για να λειτουργήσει, έχει ανάγκη την κοινωνική συνεργασία· βασίζεται στο General Intellect, στη λογική της διασύνδεσης σωμάτων, διαθέσεων και διανοιών. Για να μην αναφέρουμε βεβαίως και ότι η συνθήκη αυτή της κοινωνικότητας διέπει τις σχέσεις όχι μόνο των άμεσων παραγωγών της υπηρεσίας, αλλά και των χρηστ(ρι)ών της. Φυσικά, οι συρμοί συχνά αναπαράγουν τις ταξικές διακρίσεις: έχουν πρώτη θέση, δεύτερη, διακεκριμένη κ.λπ. Πλην όμως, σε αντίθεση με το ΚΤΕΛ, το ΙΧ και το αεροπλάνο, το τρένο είναι το μόνο μεταφορικό μέσο όπου, έστω εντός ορίων, είναι δυνατή τεχνικά και επιτρεπτή νομικά η (δευτέρου βαθμού) μετακίνηση των επιβατ(ρι)ών στο εσωτερικό κάθε συρμού.
Η τάση αυτή απεδαφικοποίησης ίσως δεν είναι άσχετη με το γεγονός ότι το τρένο έκανε πάντα πολύ καλή παρέα με μία άλλη σημαντική ανακάλυψη των τελών του 19ου αιώνα που σημάδεψε τον 20ό: τον κινηματογράφο, ο οποίος το αξιοποίησε ποικιλοτρόπως.
Βεβαίως, το σινεμά ενδιαφέρθηκε και για τα άλλα μέσα μεταφοράς. Αλλά οι σιδηροδρομικές αφηγήσεις είναι οι πιο γοητευτικές. Τα ΙΧ είναι ίσως ένα πολύ ταιριαστό όχημα για road movies, ενίοτε και οι μοτοσικλέτες. Αλλά μόνο σε τρένο θα μπορούσε να διαδραματιστεί μια ιστορία όπως η εκείνη ανάμεσα στον Κάρυ Γκραντ και την Έβα Μαρί Σαιντ στο North by Northwest του Χίτσκοκ· μια ιστορία που εξελίσσεται ως ερωτική συνάντηση και, στη συνέχεια, ή ταυτόχρονα, σε αλληλεγγύη και διαφυγή από τον έλεγχο των μπάτσων και των εισπρακτόρων. Για να μην αναφέρουμε τη διακοπή και το τρολλάρισμα του πλειστηριασμού έργων τέχνης, όπου ο προβοκάτορας πρωταγωνιστής προκαλεί τον εκνευρισμό των ευκατάστατων Αμερικανών «φιλότεχνων» και τελικά αξιοποιεί την ίδια τη δράση της αστυνομίας προς όφελός του.
Όλα αυτά είναι ξένη γλώσσα για όλο αυτό το σκυλολόι των Μητσοτάκηδων, Χατζηδάκηδων, Καραμανλήδων, Μαρινάκηδων και λοιπών εγκληματιών που μας έχουν κάτσει στο σβέρκο εδώ και χρόνια και θεωρούν ότι έχουν εκ γενετής και μέχρι θανάτου –ακόμη και μετά απ’ αυτόν- κληρονομικό δικαίωμα να μας κυβερνούν και να μας εκμεταλλεύονται. Αμφιβάλλω αν έστω και ένας απ’ όλους αυτούς τους χαραμοφάηδες έχει έστω και μία φορά στη ζωή του μπει σε αμαξοστοιχία. Η κοινωνικότητα και επικοινωνία που χαρακτηρίζει αυτό το μέσο τούς είναι εχθρική και ακατανόητη. Η συμπεριφορά τους δείχνει ότι θα το είχαν ξεφορτωθεί τελείως αν δεν μπορούσαν να φάνε απ’ αυτό, να απομυζήσουν κέρδος είτε άμεσα χρηματικό, είτε/ και πολιτικό. Το οποίο νομίζουν ότι αποκομίζουν αν βολεύουν έναν αχθοφόρο εδώ, έναν παρακοιμώμενο εκεί. Αλλά ένας που ασκούσε μέχρι τα εξήντα του ένα συγκεκριμένο επάγγελμα –χωρίς καμία υποτίμηση προς το εν λόγω επάγγελμα- δεν αρκεί να τον βάλουμε κάπου. Αυτό αρκεί μόνο για να μας (ξανα)ψηφίσει. Προκειμένου να κάνει τη δουλειά που πρέπει να κάνει εκεί που τον βάλαμε και να μην σκοτώσει κόσμο από «ανθρώπινο λάθος», εκτός από τις πιστοποιήσεις και τα σεμινάρια, πρέπει επίσης να μάθει να λειτουργεί κομμουνιστικά. Δηλαδή να αναπτύσσει την κοινωνική συνεργασία, να συντονίζεται και να εναρμονίζεται με τη δραστηριότητα άλλων. Αυτό δεν το ήξεραν οι μάνατζερ και λοιπά ξεφτέρια στην (ψευδο)επιστήμη με το χυδαίο όνομα «διαχείριση ανθρώπινων πόρων». Το μαθαίνουν τώρα, στο δικό μας το κεφάλι. Που πολύ αμφιβάλλω αν το μαθαίνουν έστω και τώρα.
Πού κρύβονται τώρα διάφοροι κομπογιαννίτες να βγουν να μας πουν για τις «μυστικές σάλτσες» τους και να μας συμβουλέψουν να «μην εστιάζουμε στις αποτυχίες μας»; Χίλιες φορές καλύτερα βέβαια που κρύβονται, γιατί όταν βγαίνουν και μιλούν λένε απερίγραπτα και αδιανόητα πράγματα για «θυσίες» που τώρα θα «αξιοποιηθούν» για να «φτιάξουμε καλύτερο σιδηρόδρομο». Δηλαδή ακόμα μια φορά το θρασύτατο νεοφιλελεύθερο παραμύθι περί της «κρίσης ως ευκαιρίας» κ.λπ. κ.λπ. Τις «σάλτσες» τους όμως, τώρα που απέτυχαν, τις πληρώνουμε κατά τραγικό τρόπο εμείς. Άνθρωποι που δεν έφταιξαν σε τίποτα.
Είναι καιρός να τις πληρώσουν επιτέλους και εκείνοι.
Ωραίο
Το άλλο κομμουνιστικό χαρακτηριστικό του τρένου είναι ότι όλοι, ανεξάρτητα πρώτης, δεύτερης θέσης κλπ. φτάνουν μαζί στον προορισμό τους (όταν φτάνουν).
Και τα πλοία έχουν κομμουνιστικά χαρακτηριστικά, δεν γνωρίζω όμως να υπάρχουν στην Ελλάδα δημόσιες επιχειρήσεις ναυσιπλοΐας.
Oύτε εγώ γνωρίζω.
Λοιπόν; Τι σχέση έχει αυτό με το παραπάνω σημείωμα;
Αποδίδετε στο τρένο χαρακτήρα κομμουνιστικό και ισχυρίζεστε πως μισείται από τους δεξιούς ως τέτοιο.
Πράγματι, αυτό ακριβώς κάνω.
Λοιπόν; Το αν γνωρίζετε να υπάρχουν δημόσιες επιχειρήσεις ναυσιπλοΐας, πώς διασταυρώνεται με αυτό που κάνω εγώ;
Προσπαθείτε να μας πείσετε για κάτι που δεν ισχύει.
Και ποιο είναι αυτό;
«Μισούν οι δεξιοί το τρένο επειδή έχει χαρακτήρα κομμουνιστικό». Αυτό είναι που, κατά τη γνώμη μου, δεν ισχύει.