του Άκη Γαβριηλίδη
Με πληροφόρησαν ότι το σημείωμά μου σχετικά με την απολογία του ολοκληρωτισμού εκ μέρους της Βάσως Κιντή προκάλεσε κάποιες δυσκολίες στον συνάδελφό της Παντελή Μπασάκο. Ειδικότερα, σε δική του ανάρτηση ο Μπασάκος παραπονείται ότι όσα έγραψα πάσχουν από διάφορες ελλείψεις, και ιδίως τις εξής δύο: δεν περιέχουν α) καμία «διαλογικότητα», β) κανένα επιχείρημα.
Καθώς είναι ακόμα Αύγουστος, σκέφτηκα να αφιερώσω λίγα λεπτά ώστε να βοηθήσω τον Μπασάκο στην αναζήτησή του αυτή.
Καταρχάς: ως προς το πρώτο, έχει απόλυτο δίκιο. Όντως το σημείωμά μου δεν έχει καμία «διαλογικότητα». Ούτε σκόπευε, ούτε ήταν δυνατό να έχει.
Εκτός και αν κανείς πιστεύει ότι μπορεί να «διαλεχθεί» με ένα κείμενο το οποίο, πριν καν αναφέρει ποιο είναι το θέμα του, κατηγορεί εκ προοιμίου όσους έχουν αντίθετη άποψη ότι «έχουν πολύ σοβαρό ζήτημα κατανόησης (…) ή (το πιθανότερο) μάς δουλεύουν χοντρά, δηλαδή κάνουν ωμή προπαγάνδα, πλύση εγκεφάλου», όπως κάνει το σημείωμα της Κιντή.
Όσο «διαλογικό» λοιπόν ήταν το σημείωμά της, άλλο τόσο είναι και το δικό μου.
Δηλαδή καθόλου.
Το σημείωμά μου κάνει πολεμική, όχι διάλογο. Με αυτό ήθελα να εξηγήσω –σε όποιον θέλει να το σκεφτεί- γιατί το σημείωμά της είναι ανόητο, δηλαδή διαπράττει σφάλμα λογικής, ή/ και ηθικά και πολιτικά ανέντιμο και ολοκληρωτικό.
Πάμε λοιπόν στο δεύτερο. Επειδή ο Μπασάκος λέει ότι δεν κατάλαβε το επιχείρημα, θα του το διατυπώσω παρακάτω απλά, σε μορφή συλλογισμών της τυπικής λογικής.
Η Κιντή απορρίπτει και ειρωνεύεται τον ισχυρισμό ότι ζούμε σε καθεστώς ολοκληρωτισμού επικαλούμενη τη διάκριση του δυνάμει από το ενεργεία. Ο Δεμίρης, μας εξηγεί, δεν είπε ότι όλοι οι πολίτες πράγματι παρακολουθούνται αυτή τη στιγμή, όπως κακώς κατάλαβαν όσοι «έχουν πολύ σοβαρό ζήτημα κατανόησης», αλλά ότι όλοι είναι δυνατό να παρακολουθηθούν κάποια στιγμή, χωρίς να εξαιρείται κανείς από τη δυνατότητα αυτή.
Εγώ λοιπόν απαντώ ότι πολύ καλώς καταλάβαμε: πράγματι, αυτό είπε ο Δεμίρης, και αυτό είναι ολοκληρωτισμός.
Κατά την διάκριση που εισηγείται η Κιντή, ολοκληρωτικό δεν είναι το καθεστώς όπου όλοι είναι απλώς δυνατό να παρακολουθηθούν, αλλά εκείνο όπου όλοι ανεξαιρέτως παρακολουθούνται διαρκώς.
Ερώτημα:
υπήρξε ποτέ τέτοιο καθεστώς στην ιστορία;
Προφανώς όχι. Και ούτε είναι δυνατό να υπάρξει στο προβλέψιμο μέλλον.
Στα κράτη του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού προφανώς δεν παρακολουθούνταν ενεργεία όλοι ανεξαιρέτως οι πολίτες ανά πάσα στιγμή. Οι πολίτες αυτοί αριθμούσαν κάποιες εκατοντάδες εκατομμύρια. Για να παρακολουθούνται όλοι αυτοί θα χρειαζόταν ένας ολόκληρος στρατός από παρακολουθητές, περίπου ίσου μεγέθους με τους παρακολουθούμενους. Όπερ άτοπο.
Προκειμένου λοιπόν να απαλλάξει τον Δεμίρη, και τον Μητσοτάκη, από την κατηγορία της ολοκληρωτικής εκτροπής, η Κιντή, και μαζί της ο Μπασάκος, χωρίς να το καταλαβαίνουν απαλλάσσουν την έννοια του ολοκληρωτισμού από κάθε περιεχόμενο· την ορίζουν έτσι ώστε να μην έχει πουθενά καμία εφαρμογή. Ούτε καν στην περίπτωση της Στάζι.
Ίσως πουν ότι δεν είναι το ίδιο επειδή αυτοί λαμβάνουν πρόνοια να υπάρχουν «βάσιμοι λόγοι». Για το αν υπάρχουν όμως αυτοί οι λόγοι, επαφίενται στην κρίση του Δεμίρη και του Μητσοτάκη, οι οποίοι θεωρούν τον εαυτό τους απαλλαγμένο από την υποχρέωση να γνωστοποιήσουν αυτούς τους λόγους στα θύματα των παρακολουθήσεών τους –και νομοθετούν αναλόγως. Άρα λοιπόν, ναι, είναι το ίδιο. Διότι και οι υπάλληλοι της Στάζι, αν τους ρωτούσαμε, με κάθε ειλικρίνεια θα μας διαβεβαίωναν ότι τις παρακολουθήσεις τους δεν τις κάνουν για πλάκα, αλλά για πολύ σοβαρούς λόγους εθνικής ασφάλειας και τήρησης της σοσιαλιστικής νομιμότητας.
Τόσο η Κιντή, όσο και ο Μπασάκος, και πολλοί άλλοι, εδώ και χρόνια επιτελούν το ρόλο του μεταμελημένου αριστερού που είδε με τα μάτια του τον σατανά του ολοκληρωτισμού και τον απετάξατο. Στην πράξη, όμως, προκύπτει ότι η αποκήρυξη αυτή είναι μόνο φραστική και ότι είναι διατεθειμένοι να δικαιολογήσουν οποιαδήποτε παραβίαση των «επιφανειακών» και «αστικών» ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, εάν αυτή εξυπηρετεί μια υπερκείμενη πολιτική σκοπιμότητα.
Θεωρώ σίγουρο ότι κατά βάθος ακόμη και αυτοί το καταλαβαίνουν, και η ακατανοησία που διακηρύσσουν είναι μία θεατρική επιτέλεση. Ωστόσο, όταν κανείς παριστάνει τόσο πειστικά τον βλάκα, δεν πρέπει να εκπλήσσεται αν οι άλλοι τον πιστεύουν.