του Άκη Γαβριηλίδη
«Αθέατο Μουσείο» αποκαλείται μια δράση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, στο πλαίσιο της οποίας εκτίθενται αρχαιότητες που τον υπόλοιπο χρόνο βρίσκονται στις αποθήκες του.
Σύμφωνα με δελτίο τύπου/ ανάρτηση στον ιστότοπο του Μουσείου, φέτος η δράση συνίσταται στην έκθεση «σπάνιων και άγνωστων αρχαιοτήτων από την Μικρά Ασία», μεταξύ των οποίων μια μαρμάρινη κεφαλή παιδιού, «με αφορμή την συμπλήρωση ενός αιώνα από την κατάρρευση του μετώπου».
Πώς βρέθηκαν οι αρχαιότητες αυτές στην κατοχή του;
Η ανακοίνωση δεν είναι ιδιαιτέρως αναλυτική ως προς το σημείο αυτό. Για τη συγκεκριμένη μαρμάρινη κεφαλή μαθαίνουμε ότι «ανασύρθηκε από τις στάχτες του Μουσείου» της Ευαγγελικής Σχολής Σμύρνης, «εστάλη στη Βρετανική πρεσβεία στην Αθήνα και δωρήθηκε στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο τον Αύγουστο του 1926» (oι υπογραμμίσεις δικές μου). Καθώς όλα τα ρήματα είναι στην μέση φωνή, δεν μαθαίνουμε με ακρίβεια ποιος ή ποιοι ήταν εκείνοι που ανέσυραν, έστειλαν και δώρισαν αντιστοίχως την κεφαλή.
Πάντως, με σαφήνεια προκύπτει ότι το έκθεμα, πριν περιέλθει στο Μουσείο, ανήκε στο βρετανικό κράτος, το οποίο προφανώς το απέκτησε από κάποιον ιδιώτη.
Με άλλα λόγια: το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, με την πράξη της έκθεσης και τον περί αυτής λόγο, ούτε καν: με μόνη την «αθέατη» αλλά απροβλημάτιστη και συνειδήσει κυρίου κατοχή των αρχαιοτήτων αυτών επί ένα σχεδόν αιώνα, παραδέχεται και προσυπογράφει την εξής θέση: ότι αν ένας ιδιώτης αποκτήσει, με τον Α ή τον Β τρόπο, αρχαιολογικά ευρήματα από μια περιοχή η οποία δεν ανήκε ποτέ στην επικράτεια ούτε της Ελλάδας, ούτε της Βρετανίας, και εν συνεχεία τα δωρίσει στο βρετανικό κράτος, τότε το κράτος αυτό είναι ο νόμιμος ιδιοκτήτης των ευρημάτων και μπορεί νομίμως, με τη σειρά του, να τα διαθέτει όπως αυτό κρίνει σκόπιμο.
Είμαι σίγουρος ότι η παραδοχή αυτή θα ενδιέφερε ιδιαιτέρως τους υπευθύνους του Βρετανικού Μουσείου στο Λονδίνο.