ρατσισμός,Μετακίνηση

Η Καμπούλ μάνα καίγεται

του Άκη Γαβριηλίδη

Η Σμύρνη, μάνα, χάνεται,

τα όνειρά μας πάνε.

Στα πλοία όποιος πιάνεται,

κι οι φίλοι τον χτυπάνε,

λέει ένα πολύ γνωστό τετράστιχο του Πυθαγόρα [Παπασταματίου] από τη Μικρά Ασία που είχανε βγάλει μαζί με τον Απόστολο Καλδάρα πριν από μισό αιώνα, και άλλον μισό αιώνα μετά τα γνωστά σε όλους γεγονότα στα οποία αναφερόταν ο δίσκος εκείνος. Το τετράστιχο αυτό απηχούσε πολλές προφορικές και γραπτές μαρτυρίες, κατά τις οποίες πολλοί ρωμιοί πρόσφυγες από τη Ασία, στην απελπισία τους, έπεφταν στη θάλασσα από την προκυμαία της Σμύρνης και δοκίμαζαν να πιαστούν από ξένα σκάφη για να γλιτώσουν, αλλά τα σκάφη αυτά αρνούνταν να τους παραλάβουν και πολλοί έβρισκαν το θάνατο. Η αφήγηση αυτή, στην οποία η βίαιη και πρόωρη απώλεια της ζωής συνοδευόταν και από μία αίσθηση προδοσίας και απανθρωπιάς, απέκτησε μια ιδιαίτερα τραυματική διάσταση και εντυπώθηκε έντονα και με ιδιαίτερη απαξία στη συλλογική μνήμη.

Τουλάχιστον έτσι νομίζαμε μέχρι τώρα.

Ξέραμε βέβαια ότι ο ρατσισμός έχει ριζώσει βαθιά σε τμήματα της ελληνικής κοινωνίας, και είναι σε θέση να ανεβοκατεβάζει κυβερνήσεις. Ακόμα κι έτσι, ήταν εντυπωσιακή η ταχύτητα και η ετοιμότητα με την οποία κινήθηκαν οι Έλληνες Όρμπαν, που κατά τα άλλα κόπτονται για τις «ευρωπαϊκές αξίες» και καταδικάζουν τον «ισλαμικό φονταμενταλισμό», προκειμένου να ρίξουν τα θύματα, ή υποψήφια θύματα, αυτού ακριβώς του φονταμενταλισμού, στη θάλασσα των στρατοπέδων, που τελευταία πολλαπλασιάζονται διαρκώς στη δυτική Ασία και στη νότια και την ανατολική Μεσόγειο, και στο πηγάδι της αδιαφορίας και του αργού –ή ενίοτε και γρήγορου- θανάτου από κακουχίες, πείνα και αρρώστιες. Ανθρώπους που η πόλη τους, και ο κόσμος τους, καίγεται, μεταφορικά και ενίοτε κυριολεκτικά, και τα όνειρά τους πάνε.

Ακόμα πιο εντυπωσιακή ήταν η ετοιμότητα με την οποία τα ναζιστικά τρολλ εξόρμησαν στο διαδίκτυο και στα ΜΚΔ για να μπλοκάρουν και να απαγορεύσουν οποιονδήποτε συνειρμό όπως ο παραπάνω, να καταπολεμήσουν κάθε αίσθημα συμπόνιας και ταύτισης με ανθρώπους με τους οποίους είμαστε τόσο εμφανώς όμοιοι, με το γνωστό mantra που προφανώς τους έχει αρέσει τόσο πολύ και το χρησιμοποιούν με κάθε ευκαιρία, και με υποκριτική «ιερή αγανάκτηση»: μα δεν είναι το ίδιο. Τι συγκρίνετε; Ακόμα και η ιδέα του παραλληλισμού είναι ιεροσυλία. Τι κι αν προσπαθούν κι αυτοί να πιαστούν από συμμαχικά σκάφη και βρίσκουν το θάνατο; Άλλο αυτοί, άλλο οι πρόγονοί μας. Αυτοί μπορούν να συνωστίζονται, δεν μας ενδιαφέρει. Μόνο όταν ο συνωστισμός αφορά τους προγόνους μας ενοχλούμαστε.

Η αντίληψη αυτή, δηλαδή η ανερυθρίαστη διακήρυξη ότι οι άνθρωποι, και οι πληθυσμιακές ομάδες, δεν είναι ίσες, δεν αξίζουν όλες τα ίδια δικαιώματα, αλλά πρέπει να διαφοροποιούνται και να ιεραρχούνται, έχει στην ιστορία της πολιτικής και κοινωνικής σκέψης ένα πολύ ταιριαστό όνομα: είναι φυσικά ο ρατσισμός. Δυστυχώς όμως για τους έλληνες ρατσιστές, η σύγκριση ανάμεσα στους ασιάτες ρωμιούς πρόσφυγες του 1922 και τους Αφγανούς δεν είναι κάτι που κάνουμε εμείς, ούτε πρωτογίνεται τώρα. Την έκαναν οι ίδιοι οι έλληνες ρατσιστές, ήδη τότε.

Εδώ και αρκετά χρόνια, έχει ανασυρθεί από το χρονοντούλαπο της ιστορίας –αν δεν κάνω λάθος, ο πρώτος που το επανέφερε στη δημοσιότητα ήταν ο Νίκος Σαραντάκος– ένα άρθρο της Βραδυνής με τον τίτλο «Αφγανιστανούπολις», δημοσιευμένο στις 3 Δεκεμβρίου 1923. Μεταξύ διαφόρων άλλων ανατριχιαστικά όμοιων με όσα γράφουν έναν αιώνα μετά οι απόγονοί τους, οι έλληνες ρατσιστές παραπονιόντουσαν τότε ότι:

όπως οι επερχόμενοι σωρηδόν εις τας Αθήνας και τον Πειραιά εννοούν καλά και σώνει να εγκατασταθούν εις τας δύο ταύτας πόλεις, αν και η μέχρι τούδε μόνιμος κατοικία των ήτο κάποιον άγνωστον χωρίον, παρομοίως όλοι ζητούν να καταλάβουν την κεντρικοτέραν θέσιν μαζί με τον ταβλάν των, με την παράγκαν των, τα συκωτάκια των, τα μπακαλιαράκια των, τα χαλβαδάκια των, τα γαλακτομπουρεκάκια των, τας τσουράπας των και τα ζωνάρια των.

Εφθάσαμεν ούτω να γίνομεν πόλις του Αφγανιστάν [υπογραμμίζω εγώ – Α.Γ.], ενώ δεν υπήρχε κανείς λόγος και ενώ μια τοιαύτη κατάστασις δεν είναι αρεστή. Εις όλας τας πόλεις του κόσμου υπάρχει τάξις, ρυθμός, καλαισθησία διά το καθετί, όπως αποτελείται αρμονικόν σύνολον προς το καλόν όλων. Δι’ αυτήν την τάξιν και τον ρυθμόν ευθύνονται οι αρμόδιοι, επιβάλλοντες την θέλησίν των εις τους πολίτας. Εδώ αντιθέτως αφέθησαν αυτοί ελεύθεροι να δώσουν εις ολόκληρον πόλιν τον άρρυθμον χαρακτήρα των, ο οποίος παρουσιάζεται με δικαιώματα απαραβιάστου ιερότητος.

Μπροστά σε μία άλλη φωτιά, εκείνη που κατακαίει αυτές τις μέρες δάση και οικισμούς στην Πάρνηθα, και αλλού, η αντίδραση της ελληνικής κυβέρνησης υπαγορεύθηκε από το αξίωμα ότι η ανθρώπινη ζωή είναι ιερή και ότι προτεραιότητα έχει η προστασία αυτής, ενώ η διάσωση ζώων, φυτών και υλικών αντικειμένων έρχεται σε δεύτερη μοίρα.

Υπό το φως της διακήρυξης της ίδιας κυβέρνησης ότι «η επιδεινούμενη κατάσταση στο Αφγανιστάν και η απειλή ενός νέου μεταναστευτικού ρεύματος προς την Ευρώπη δεν αφήνουν περιθώρια εφησυχασμού», και της επιστολής που απέστειλαν πρόσφατη εννέα κράτη μέλη, με πρωτοβουλία της Ελλάδας και της Ολλανδίας, ζητώντας αναθεώρηση της ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής, γίνεται φανερό ότι αυτός ο καθορισμός προτεραιοτήτων είναι υποκριτικός, ή τουλάχιστον ημιτελής. Αυτό που εννοούσε η ελληνική κυβέρνηση είναι ότι, γι’ αυτήν, οι ελληνικές ζωές είναι ιερές. Οι άλλες είναι αδιάφορες: Afghan lives don’t matter, μπορούν να θυσιαστούν χωρίς συνέπειες. Η ιερότης των δεν είναι απαραβίαστος, όπως θα έλεγε η Βραδυνή, αλλά παραβιάσιμος: είναι η ιερότητα του homo sacer.

11

Κλασσικό

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.