της Μαρία Γαλίνδο
Το να καις τις whiphala –σημαία που υπήρξε το σύμβολο των αυτοχθόνων λαών σε ολόκληρη την ήπειρο- από όλα τα δημόσια κτίρια είναι μια πράξη φασιστική, αλλά εξίσου φασιστικός είναι κάθε περιορισμός των ιδεών, των σωμάτων και των χώρων.
Το να μπαίνεις στο κυβερνητικό μέγαρο με μια Βίβλο στο χέρι και να γονατίζεις μπροστά στις κάμερες χωρίς καμία νομιμοποιητική λαϊκή εντολή είναι πράξη φασιστική και πραξικοπηματική.
Το να καις τα σπίτια μελών της κυβέρνησης του Έβο Μοράλες είναι φασισμός.
Το να καις το σπίτι του πρύτανη του δημόσιου πανεπιστημίου, Waldo Albarracín, ο οποίος ήταν πάντα υπερασπιστής των ανθρώπινων δικαιωμάτων, είναι μια φασιστική πράξη κοινωνικού εκφοβισμού εναντίον όσων τολμούν να πάρουν τον λόγο, να πάρουν μια θέση διαφωνίας απέναντι στον Έβο Μοράλες ή να αμφισβητήσουν την εκλογική νοθεία.
Αυτά είναι μερικά από τα παραδείγματα που πλημμυρίζουν τις οθόνες των τηλεοράσεων και των κινητών τηλεφώνων σε όλο τον κόσμο.
Γράφω κάτω από καταρρακτώδη βροχή σε μια νύχτα που τη βάφτισα «Νύχτα των κρυστάλλων», επειδή είναι μοιραίο να σπείρει το φόβο, να ανοίξει όλες τις πληγές μιας κοινωνίας αποικιακής και ρατσιστικής, μισογυνικής και ομοφοβικής. Ο ρεβανσισμός έχει πάρει τους δρόμους διψώντας για αίμα, αναζητώντας εχθρούς.
Σήμερα στη Βολιβία το πιο ανατρεπτικό είναι να έχεις ελπίδα, είναι το χιούμορ και η ανυπακοή, το πιο ανατρεπτικό είναι να μην επιλέγεις πλευρά, και αυτό προσπαθούμε να κάνουμε για άλλη μια φορά.
Τι συμβαίνει;
Δεν είναι εύκολο να το εξηγήσω γιατί αυτή η σύγκρουση δεν έχει ακόμη τελειώσει. Εντείνεται και μεταμορφώνεται από ώρα σε ώρα. Η σύγκρουση έβγαλε μάτια, έκανε τρεις καρδιές να παραλύσουν και έσπασε αμέτρητα πόδια και κεφάλια για να μετατρέψει τους δρόμους της πόλης της Λα Παζ σε πολεμικό σκηνικό, το οποίο γαλήνεψε για λίγες ώρες χάρη σε μια γενικευμένη ανυπακοή της αστυνομίας.
Ο Έβο κατήγγειλε στη διεθνή κοινότητα ότι πρόκειται για πραξικόπημα που υποκίνησε η CIA και η τοπική φασιστική γαιοκτητική ολιγαρχία της Σάντα Κρουζ, και αυτό είναι εν μέρει αληθές, αλλά είναι μόνο το ήμισυ της σύγκρουσης.
Στις 20 Οκτωβρίου πήγαμε σε γενικές εκλογές για να ψηφίσουμε με τη γλυκιά νηφαλιότητα που επικρατεί σε αυτά τα μέρη, αλλά τόσο οι κάλπες όσο και τα ψηφοδέλτια ήταν κηλιδωμένα και κενά. Κενά από πραγματικές εναλλακτικές λύσεις και κηλιδωμένα από μια απάτη της οποίας το μέγεθος έχει ήδη καταγγελθεί από την επιτροπή εκλογικών παρατηρητών του Οργανισμού Αμερικανικών Κρατών και από την αντίστοιχη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Γι’ αυτόν τον λόγο η διενέργεια των εκλογών δεν υπήρξε παρά η αφορμή για το ξέσπασμα μιας λανθάνουσας σύγκρουσης στη βολιβιανή κοινωνία και στην περιοχή: της βαθιάς κρίσης της αντιπροσωπευτικής φιλελεύθερης δημοκρατίας και της μορφής «κόμμα» ως αποκλειστικής και επίσημης μορφής για να κάνεις πολιτική.
Ψευδής αντιπαράθεση αριστεράς – δεξιάς
Έχω κουραστεί να επαναλαμβάνω ότι το Κίνημα προς το Σοσιαλισμό (MAS) εξάγει στον κόσμο την ιδέα ότι αυτό που έχουμε στη Βολιβία είναι ένα προοδευτικό λαϊκό μπλοκ ενάντια σε μια ακραία και φονταμενταλιστική δεξιά. Η κυβέρνηση του Έβο Μοράλες εδώ και πολλά χρόνια είναι το εργαλείο για τη διάλυση των λαϊκών οργανώσεων, διαιρώντας τες, μετατρέποντάς τες σε διεφθαρμένες και πελατειακές ηγεσίες, φτιάχνοντας επιμέρους εξουσιαστικές συμμαχίες με τους πιο συντηρητικούς τομείς της κοινωνίας, μεταξύ των οποίων οι φονταμενταλιστικές χριστιανικές σέκτες στις οποίες έκανε δώρο την παράνομη υποψηφιότητα ενός φασίστα Κορεάτη ευαγγελικού ιερέα, που εγκρίθηκε με τις ευλογίες τού MAS.
Το ίδιο διάστημα, ο Έβο Μοράλες οικοδομούσε γύρω από τη φυσιογνωμία του μία δικτατορική τάση (στο πρωτότυπο: caudillismo) που οδήγησε ολόκληρη τη χώρα και το ίδιο το πρόταγμα του MAS σε αδιέξοδο.
Είναι η μοναδική φυσιογνωμία που μετασχηματίστηκε από μια παραληρηματική μορφή στο σύμβολο και τη συγκέντρωση αναντικατάστατης εξουσίας, στη φυσιογνωμία που κουβαλά τον μύθο του «αυτόχθονα προέδρου» του οποίου η μόνη συμβολική δύναμη είναι το χρώμα του δέρματος, διότι φέρνει στο προσκήνιο μια κυβέρνηση που αποτελείται από έναν διεφθαρμένο κύκλο διανοουμένων και ηγετών που τον λατρεύουν επειδή τον χρειάζονται ως μάσκα. Ακριβώς όπως τιτλοφορούσε ο Φραντς Φανόν το βιβλίο του: Μαύρο δέρμα, λευκές μάσκες. Ο Έβο είναι ο καουδίγιο και η μάσκα, τίποτα περισσότερο. Όλο το λαϊκό του περιεχόμενο είναι απλώς ρητορικό και αυτό οδήγησε στο γεγονός ότι σήμερα βρίσκεται επικεφαλής ενός πολιτικού σχεδίου εξαντλημένου, κενού, το οποίο δεν μπορούσε να συνεχίσει αλλιώς παρά καταστρέφοντας κάθε μορφή διαφωνίας, κριτικής, συζήτησης, πολιτιστικής ή οικονομικής παραγωγής. Το μοντέλο του είναι νεοφιλελεύθερο, καταναλωτικό, εξορυκτικό, οικοκτόνο και πελατειακό.
Για το λόγο αυτό, μπροστά στη εκλογική νοθεία, αναδύθηκε γρήγορα η απόρριψη από μια γενιά κάτω των 25, πολύ νεαρή και αστεακή, η οποία ήταν η πρωταγωνίστρια αυτής της αντίστασης που κράτησε σχεδόν 20 μέρες.
Ο εκφασισμός της διαδικασίας: ανάμεσα σε δύο παραληρηματικούς στρατοκράτες
Αυτές τις μέρες η λέξη δημοκρατία άδειασε, αργά αλλά σταθερά, από κάθε περιεχόμενο και μετατράπηκε σε σύνθημα φασιστικών και φονταμενταλιστικών ομάδων.
Ο Έβο Μοράλες αποφάσισε να προβάλει τις ρατσιστικές εκδηλώσεις για να εμφανιστεί ως θύμα και να τις χρησιμοποιήσει κατά τρόπο διεστραμμένο, μέχρι του σημείου όσες πράξεις ρατσισμού διαπράττονταν, μετατρέπονταν σε τμήμα της κυβερνητικής προπαγάνδας που έτσι διεύρυνε την απήχησή τους και μετασχημάτιζε τον ρατσισμό σε χρήσιμο εργαλείο για την ίδια την κυβέρνηση. Δεδομένου ότι το κρίσιμο κίνημα ήταν και είναι αποκλειστικά αστεακό φαινόμενο, η κυβέρνηση όξυνε επίσης τις αντιθέσεις υπαίθρου-πόλεων, λες και η σύγκρουση ήταν ανάμεσα στους μεν και στους δε. Η πρόθεση ήταν να χρησιμοποιηθούν και οι δύο αντιφάσεις για να απαξιώσουν τις κριτικές και να κερδίσουν χρόνο. Το κοινωνικό κόστος δεν είχε σημασία γι’ αυτούς.
Μπροστά στην δικτατορική τάση του Έβο, το σχέδιο του Σάντα Κρους αντέταξε ένα άλλο καουδίγιο εκ πρώτης όψεως ανταγωνιστικό, αλλά την ίδια στιγμή συμπληρωματικό. Ένας λευκός άνδρας, επιχειρηματίας, πρόεδρος μίας «μη κυβερνητικής» οργάνωσης, που χρησιμοποίησε τον θρησκευτικό φανατισμό και έναν ανοιχτά μισογυνιστικό λόγο και που, μεταξύ των γραμμών, υπόσχεται στους άνδρες ότι θα ανακτήσουν το έλεγχο των γυναικών στην κοινωνία. Σε σημείο που το δεξί του χέρι, δικηγόρος και σύμβουλό του, είναι ο συνήγορος ενός κακοποιού ο οποίος βίασε την ίδια τη φίλη του μια νύχτα στη ντισκοτέκ. Ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός του κοσμικού σταυροφόρου που ονομάζεται Καμάτσο πούλησε την ιδέα να «πάρουμε πίσω τη οικογένεια, το έθνος και την αστυνομία από το «κακό»· μετονόμασε το ρατσισμό του σε εθνικό συμφέρον και το μισογυνισμό του σε ενδιαφέρον για την οικογένεια. Ο φαινομενικός ανταγωνισμός όξυνε τα πνεύματα, πόλωσε τη σύγκρουση και υποκατέστησε τη δημοκρατία με καυγάδες, μετατρέποντάς την σε σκηνές ανδροκρατικής σκλήρυνσης. Οι νέοι και οι νέες άρχισαν να παρελαύνουν με ασπίδες, και, όταν η αστυνομία στασίασε, μετατράπηκε αμέσως από κατασταλτική δύναμη σε ένοπλους ήρωες και προστάτες της σύγκρουσης.
Σήμερα, με μέσο πολλά εκατομμύρια δολάρια, εξασφαλίζεται η αφοσίωση του στρατού σε ένα από τα δύο συγκρουόμενα μέτωπα. Έβο Μοράλες ή Καμάτσο.
Και στις δύο περιπτώσεις η κατάληξη είναι συντηρητική. Ο εκφασισμός της διαδικασίας έχει φιμώσει την κοινωνία των πολιτών και πλέον η κατάσταση θα κριθεί στον στενό κύκλο των πιο αιμοσταγών πρωτοπαλίκαρων του Μοράλες ή του Καμάτσο.
Κοινοβούλιο των γυναικών
Αυτά που σας διηγούμαι συνέβησαν μέσα σε λίγες ώρες σε μια συγκεχυμένη διαδικασία έντονου πολέμου από fake news, πράγμα που επιδείνωσε όλους τους φόβους: φοβάσαι να μιλήσεις, φοβάσαι να τοποθετηθείς, φοβάσαι να μην πας με κάποιον.
Η ικανότητα του πληθυσμού να επεξεργάζεται αυτό που συμβαίνει έχει ακρωτηριαστεί. Δεν υπάρχει χώρος για ανάλυση ή συζήτηση. Η συζήτηση για το αποτέλεσμα είναι και πάλι μακριά από τον λαό και είναι πολύ συγκεχυμένη. Κανείς δεν φαίνεται να έχει το δικαίωμα να μιλήσει αν δεν κρατά όπλο.
Γι’ αυτό και εμείς, στο πλαίσιο μιας ατελείωτης σειράς ενεργειών που αναλάβαμε ως Mujeres Creando [Γυναίκες που δημιουργούν] αυτές τις μέρες, αποφασίσαμε να ανοίξουμε έναν γυναικείο χώρο διαβούλευσης, που τον ονομάσαμε «Κοινοβούλιο των γυναικών», όπου μπορούμε να δώσουμε φωνή στις ελπίδες μας, όπου να επικρατεί κλίμα διαλόγου και συζήτησης –δηλαδή αυτό ακριβώς που μας στερεί ο εκφασισμός.
Το να κάνεις κάτι τέτοιο σε ένα κλίμα που μετατρέπεται σε γρονθοκόπημα ανάμεσα σε δύο πραξικοπήματα, σε δύο φασισμούς, συνιστά μια προσπάθεια να επιστρέψουμε στην αρχική συζήτηση γύρω από τη δημοκρατία. Είναι ανάγκη να σκεφτούμε, να συζητήσουμε και να επιφέρουμε συγκεκριμένες λύσεις: αυτό είναι το καθήκον του Κοινοβουλίου των Γυναικών, το οποίο ξαναδοκιμάζει, μέσα όμως σε μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης, την πρόταση που γεννήθηκε στην Ελλάδα του Τσίπρα και παρουσίασε ο Πωλ Πρεσιάδο.
Ενάντια στην ιδιωτικοποίηση της πολιτικής: η περιφερειακή κρίση
Είμαι πεπεισμένος ότι οι συγκρούσεις στη Βολιβία, το Περού, τον Εκουαδόρ και τη Χιλή δείχνουν, με διαφορετικές πτυχές και σε διαφορετικά πλαίσια, την κρίση της αντιπροσωπευτικής φιλελεύθερης δημοκρατίας και την ιδιωτικοποίηση της πολιτικής.
Η όλη νεοφιλελεύθερη διαδικασία συρρίκνωσε το περιεχόμενο της δημοκρατίας σε ένα είδος γραφειοκρατικής διαδικασίας και εκλογικού μηχανισμού, τίποτα περισσότερο. Η διαδικασία αυτή είχε ως αποτέλεσμα ότι οι εκλογές μετατράπηκαν σε νομιμοποιητικές πράξεις για τον μαζικό αποκλεισμό των συμφερόντων της κοινωνίας, των συμφερόντων συγκεκριμένων τομέων, και οι πολύπλοκες φωνές που συνθέτουν μια κοινωνία σε θεατές που έχουν νομικά στερηθεί το δικαίωμα να μιλούν, να σκέφτονται και να αποφασίζουν.
Αυτό εγώ το λέω ιδιωτικοποίηση της πολιτικής. Ο Έβο Μοράλες, με την παραίτησή του, ισχυρίστηκε ότι εθνικοποίησε τους φυσικούς πόρους στη Βολιβία, εννοώντας την εκμετάλλευση του φυσικού αερίου. Έστω και αν αυτή η εθνικοποίηση είναι μερική, ένα πράγμα που σίγουρα έκανε είναι να ιδιωτικοποιήσει την πολιτική στο σημείο που, αν δεν είσαι του κόμματος, δεν έχεις δικαίωμα να πεις τίποτα· αλλά ακόμα κι αν ανήκεις στο κόμμα, ούτε τότε! Διότι οι αποφάσεις λαμβάνονταν και λαμβάνονται από έναν κλειστό ηγετικό κύκλο. Αυτό δημιούργησε γύρω του ένα γιγάντιο δημοκρατικό κενό, και τον χώρο αυτόν χρησιμοποίησε ο φασισμός για να εγκαταστήσει ένα αντίπαλο στρατοκρατικό μοντέλο. Αυτό παροξύνει τις ματαιώσεις στο επίπεδο μιας ανυπέρβλητης πόλωσης που μπορεί να επιλυθεί μόνο με τη χρήση του τρόμου, του ψευδών και της λογικής του ισχυροτέρου.
Αυτή η ίδια κρίση στη Χιλή, το Περού ή τον Ισημερινό έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά, αλλά ουσιαστικά αποβάλλει την κοινωνία και τους κοινωνικούς αγώνες εκτός της «πολιτικής» και μας απομακρύνει από την ιδέα ότι οι λύσεις είναι «πολιτικές», βασισμένες σε διαβούλευση ή σε συμφωνίες. Εγκαθίσταται ο γενικευμένος εκφασισμός, ο τρόμος, για να μετατραπούν θεμιτές λύσεις και κοινωνικοί προβληματισμοί σε σενάρια βίαιης αντιπαράθεσης δυνάμεων. Αυτό εγώ το αποκαλώ φασιστική φάση του νεοφιλελευθερισμού.
Η θρησκεία, στο μεταξύ, σε όλες τις περιπτώσεις, αποκτά μία πρωτοκαθεδρία, διότι, καθώς αρνείται στην πολιτική το χώρο του λόγου, ανοίγονται οι φανατισμοί που τροφοδοτούνται από «θρησκευτικές» οπτικές: η αναίρεση των σεξουαλικών ελευθεριών και των ελευθεριών των γυναικών είναι η ανταμοιβή που υπόσχονται αυτές οι διαδικασίες.
Το αόρατο
Το σενάριο κινείται επίσης με αόρατες και άρρητες δυνάμεις που βάζουν το χρήμα, τα όπλα, και σχεδιάζουν με στρατηγικό τρόπο σενάρια και αφηγήματα πόνου. Πίσω τους βρίσκονται τα συμφέροντα των κινεζικών, ρωσικών και αμερικανικών σχεδίων όχι πάνω στη Βολιβία, παρά σε ολόκληρη την περιοχή, αλλά και η σύγκρουση για το μεγαλύτερο κοίτασμα λιθίου στον κόσμο, που μένει αχρησιμοποίητο και ανεκμετάλλευτο στις αλυκές του Uyuni, στο Potosí.
Στη Βολιβία διακυβεύεται ο έλεγχος πάνω στη Βολιβία, τη Βενεζουέλα, την Κούβα και τη Νικαράγουα, το λιγότερο. Έτσι οι διαμαρτυρίες μετατράπηκαν στο χειραγωγημένο σενάριο των δυνάμεων που μας χρησιμοποιούν.
Διεξόδους αντί για λύσεις
Στην περίπτωση της Βολιβίας φαίνεται να μην υπάρχει λύση: οι άνθρωποι εξαναγκάζονται να διαλέξουν πλευρά σύμφωνα με τις φανατισμένες ταυτοτικές διαδικασίες, σύμφωνα με αφηγήματα που δεν έχουν καμία σχέση με τα γεγονότα, με αφηγήματα μεσσιανικά και στρατοκρατικά.
Γι’ αυτό εμείς συγκεντρώνουμε τις προσπάθειές μας στην πιο βασική συζήτηση, χωρίς να ξοδεύουμε την ενέργειά μας για να πείσουμε κάποιον από τους φασιστικούς κύκλους που οικοδομούν τα αντίστοιχα αφηγήματά τους, αλλά διαφυλάσσοντας τους κοινωνικούς χώρους που έχουμε ανοίξει εδώ και δεκαετίες.
Να ανακτήσουμε το χώρο του ίδιου του σώματός μας. Γι’ αυτό και η λέξη δημοκρατία, που γεννά ψευδαισθήσεις, μπορεί να αποδειχθεί πειστική για να διατηρήσουμε αυτό που έχουμε, το χώρο που καταλαμβάνουμε, τις ελευθερίες που διαθέτουμε και ασκούμε χωρίς να χρειαζόμαστε άδεια από κανέναν.
Όχι μόνο με βάση την ενεργοποίηση των ιδεών, αλλά και από την ενεργοποίηση των παθών, των συναισθημάτων. Γι’ αυτό και το χιούμορ, όσο ειρωνικό κι αν φαίνεται αυτό, το κοινωνικό χιούμορ, η ικανότητα να γελοιοποιούμε τα φασιστικά αφηγήματα, εμφανίστηκε αυθόρμητα και με μεγάλη δύναμη από παντού.
Αν έχουν μετατρέψει τα αιτήματά μας στο ερώτημα «ποιος είναι ο πιο μάτσο, ποιος είναι ο ισχυρότερος;», τότε ας μας δώσουν ένα ρινγκ στο οποίο όλοι οι παράγοντες της σύγκρουσης να επιδοθούν σε μια μονομαχία μέχρι θανάτου μεταξύ τους και εμάς ας μας αφήσουν μόνους/-ες.
Δεν είμαστε κρέας για τα κανόνια.
Πρώτη δημοσίευση: lavaca, 11 Νοεμβρίου 2019. Μετάφραση (με τη βοήθεια και των ιταλικών) Α.Γ.
Η María Galindo είναι Βολιβιανή ψυχολόγος, ραδιοτηλεοπτική παραγωγός, καλλιτέχνιδα και αναρχοφεμινίστρια.
Εξαιρετικό.
Παράθεμα: Γιορτάσιμες γκαζές ~ 2019 – ΓΚΑΖΕΣ – τα γυαλένια μας