της Ιβάνα Μομτσίλοβιτς
0. Μια διακοπή μπορεί να μας προκαλεί αμηχανία, αλλά είναι και πολυμήχανη.
1. Σε αυτούς τους καιρούς εκφυλισμένου καπιταλισμού, κοινωνικών παγετών, πολιτικής απολίθωσης και ατομικών σπασμών, η διακοπή αναδύεται ως επείγουσα διαίσθηση. Η διακοπή κόβει το εύθραυστο νήμα απ’ το οποίο κρατιέται το αφήγημα μιας εποχής.
1α. Η διακοπή, η διάρρηξη, η θετική οπή στη φυσική, μοιάζουν να είναι πραγματικά ο χώρος απ’ όπου το Πραγματικό μιας εποχής εμφανίζεται στη σκηνή του κόσμου, όπου το καινούριο γεννιέται, η πολιτική ξεπηδά, το ανυπολόγιστο αναδύεται.
2.α Η διακοπή ακινητοποιεί το τραίνο τής Ι(ι)στορίας πριν αυτό φτάσει στο σταθμό. Σταματά τα βαγόνια της αφήγησης στο μέσο ενός εδάφους απροσδιόριστου, είναι «εφαρμοσμένη ανυπομονησία να αδράξουμε και να αιφνιδιάσουμε το μη αποφασίσιμο».
2.β Μια διακοπή δεν ενεργοποιεί ποτέ την ξεπερασμένη διαλεκτική της αποτυχίας ή της νίκης μιας στιγμής που υποτίθεται ότι παραμένει αδιάλειπτη. Εκλύει και παράγει κενό, γόνιμο από όλες τις μεταμορφώσεις και όλες τις δυνατότητες.
3. Θα πει κανείς: «Η διακοπή έλαβε χώρα». Αν συνειδητοποιήσουμε ότι τίποτα δεν είναι το ίδιο μετά από μια διακοπή, το σημαντικό είναι να καταλάβουμε τους προσίδϊους τόπους της. Με αυτή την έννοια, τόσο μια εργατική απεργία, μια διαδήλωση, ένα φυλλάδιο, ένα πανώ, ένα γκραφίτι, όσο και ένα ποίημα που αναδύεται σε κάποια από τις σκηνές του Κόσμου μπορούν να γίνουν τα κρίσιμα συμβάντα που διενεργούν μια ξαφνική έκρηξη, μια αντι-οικειοποίηση του χρόνου. Ενός χρόνου που γίνεται αντιληπτός ως κατηγορία αυστηρά υποκειμενική, όχι πλέον αντικειμενικο-κυριαρχική.
4.α Η διακοπή γίνεται έτσι αυτή η ορμή που κλονίζει την ενθυλάκωση του Χρόνου και τον θρυμματίζει, που συντρίβει τη χρονική γραμμικότητα και την διαρρηγνύει.
4.β Ορίζει ένα πριν και ένα μετά διαφορετικό από τον κυρίαρχο κρατικό χρόνο. Μια χρονικότητα σε αναστολή, πολλαπλή, που αντιδιαστέλλεται από τη σταθερή, ντετερμινιστική, ομαλή χρονικότητα του αδιάλειπτου χρόνου.
5. Η διακοπή είναι ο χρόνος τού πριν (των καλλιτεχνικών πρωτοποριών που σπεύδουν προς την πλώρη του πλοίου) και ο χρόνος τού μετά (των οραματιστών και των ουτοπιστών), ποτέ ο χρόνος τού «ενώ».
6. Είναι η στιγμή της ποιητικής απόφασης. Όσο ένα ποίημα ποτέ δεν θα σταματήσει τον Κόσμο, αλλά θα εκτροχιάσει το χρόνο της σκέψης προς μια άλλη κατεύθυνση από το αλλοτριωτικό βέλος της αγίας τριάδας (σχολείο-δουλειά-μισθός), άλλο τόσο η διακοπή προκαλεί μια διάτρηση στην σκηνογραφημένη προοπτική του μεγάλου περιρρέοντος ιδεολογικού θεάτρου. Απλούστατα, το πράγμα δεν «τρέχει» όπως προβλεπόταν, όπως «θα έπρεπε», το βλέμμα παρεκκλίνει και προσκρούει σε ένα απροσδόκητο νόημα. Ένα άλλο νόημα.
7. Ανάμεσα στην αφηγηματική διαδρομή από το σημείο Α στο σημείο Β, και τη σπουδή της χρονικής στιγμής Α προς τη στιγμή Β, εμφανίζονται 3 μικρά κενά, τα αποσιωπητικά …
8. Κι όμως, «Οι τρεις τελείες στο κλείσιμο με κάνουν να σηκώνω τους ώμους από οίκτο. Τις έχουμε άραγε ανάγκη για να αποδείξουμε ότι είμαστε άνθρωποι του πνεύματος, δηλαδή ηλίθιοι; Λες και δεν πρέπει να είμαστε σαφείς όσον αφορά τις τελείες!», θα πει ο Ιζιντόρ Ντυκάς, κόμης του Λωτρεαμόν (Ποιήματα II, Απόφθεγμα 159). Αλλά, ακριβώς, η διακοπή μετατρέπει τα αποσιωπητικά σε θαυμαστικό!
9. Ακόμη και αν οι λέξεις της διακοπής είναι: «ΑΛΛΑ», «ΩΣΤΟΣΟ», «ΚΑΙ ΟΜΩΣ», «ΦΤΑΝΕΙ ΠΙΑ», «ΑΛΛΙΩΣ ΘΑ …», «ΜΟΝΟ ΠΟΥ», «ΠΑΡΟΛΑ ΑΥΤΑ», «ΜΟΛΟΝΟΤΙ» …, το σύνθημά τους και το πεδίο λειτουργίας τους είναι το «NO PASARÁN» ή απλώς το «ΝΟ».
10. Το άνοιγμα της οπής που προκύπτει από μια διακοπή δεν είναι ποτέ προβλέψιμο εκ των προτέρων.
11. Το σημείο που διαπερνάται από την ξαφνική αυτή εμφάνιση, από αυτό το τίποτα που θα γίνει τα πάντα, είναι η συμβολική πράξη της χειραφετητικής της παρουσίασης στις καθημερινές σκηνές της ισότητας, το ίδιο το αξίωμα κάθε πολιτικής έκρηξης, ως παράδειγμα του οποίου θα κρατήσουμε τις εξεγερτικές απεργίες.
12. Τώρα, έστω κι αν ο ορίζοντας που η ρήξη άνοιξε μπροστά μας, μετά από μια διακοπή, δεν είναι εκείνος που είχαμε ελπίσει (όπως συμβαίνει με τις φασιστικές διακοπές, τις δεξιές απεργίες[1] ή την εισβολή καθολικών φονταμενταλιστών στην παράσταση του έργου τού Καστελλούτσι «Εν ονόματι του Ιησού» στο δημοτικό θέατρο του Παρισιού το 2011), η διακοπή ως μέθοδος ψυχρολουσίας μπορεί πάντοτε να θεωρηθεί ως χειραφετητική εξέλιξη: καθιστά ορατές τις υπάρχουσες δυνάμεις μιας εποχής, επιτρέπει να διακρίνουμε την παρούσα στιγμή και τους (ενίοτε κρυμμένους) πραγματικούς ηθοποιούς και ερμηνευτές της, ακόμη και αν είναι ταγμένοι στο πλευρό του αντιπάλου.
13. Η διακοπή αποκαλύπτει έτσι το πρόσωπο του φίλου όσο και το πρόσωπο του εχθρού.
14. Η διακοπή προτείνει την ασυνέχεια ως μορφή συνέχειας. Ομοίως, ο Χέγκελ, στην «Επιστήμη της Λογικής», αναγνωρίζει τη διακοπή της συνέχειας ως ένα νόμο τόσο σημαντικό για τη σκέψη, όσο σημαντικός είναι και ο απλός συλλογισμός για στοιχειώδεις πράξεις.
15. Παρουσιάζεται όπως σε εκείνους τους πίνακες του Γιαν Βερμέερ ή του Καμίγ Κορό[2], ως παρέκβαση η οποία καθιστά δυνατό αυτό το βλέμμα αποσύνδεσης που εκφεύγει από την «διατεταγμένη ανάγνωση», από το «προγραμματισμένο μάθημα».
17. Η διακοπή είναι αυτό το βλέμμα σε απόκλιση, αυτή η αποσύνδεση, αυτή η αποστασιοποίηση, αυτή η αποταύτιση.
18. Τώρα, μια δύναμη αντίστασης που αντιδρά στη διακοπή, αυτό το είδος μόνιμης διαφωνίας, η οποία, παρόλη την αντίθεσή της, πιστεύει στην επιτακτική ανάγκη του διαλόγου, είναι ανίκανη να αναγνωρίσει στην πράξη της διακοπής το ίδιο ρίσκο, την ίδια δυσκολία και την ίδια γονιμότητα όπως και σε μια διαβεβαίωση: παρά τα φαινόμενα, η τυχαιότητα, η αβεβαιότητα και η διαίσθηση παραμένουν οι συχνότεροι προσανατολισμοί τους.
19. Μια διακοπή είναι πάντα σπαρακτική, ανοίγει ή ξανανοίγει μια πληγή.
20. Η πραγματική καινοτομία λοιπόν μήπως δεν προκύπτει ακριβώς από τα ερείπια και τα τραύματα κάθε υπάρχοντος, όπως αφήνει να νοηθεί ο Μπέρτολντ Μπρεχτ στο ποίημά του «Το προλεταριάτο δεν γεννήθηκε με άσπρο γιλέκο»;
21. Ακόμα και με ελάχιστα μέσα, με ένα ποίημα ή με τα χέρια σταυρωμένα σε μια συγκέντρωση οπαδών του Χίτλερ, όπου η υποχρέωση είναι, αντίθετα, να χαιρετήσεις ναζιστικά, η διακοπή ενοχλεί.
22. Η διακοπή είναι το «εφφέ τού λεωφορείου» στο σινεμά, εκείνο που συνίσταται, στη διάρκεια μιας σκηνής, να την κάνεις να καταρρεύσει ξαφνικά από την ανάδυση ενός εξωτερικού στοιχείου, όπως μια γάτα που διασχίζει το δωμάτιο, και που επιτρέπει το άνοιγμα μιας άλλης σκηνής.
23. Η διακοπή είναι αυτή η αιώνια γάτα, δίπλα μας.
24. Μήπως ο Rimbaud ήθελε να διακόψει τη Δύση[3]; Ομοίως και ο Καβάφης, στο ποίημά του «Διακοπή», όπου γράφει: «Το έργον των θεών διακόπτομεν εμείς»;
25. Η διακοπή καθιστά δυνατή την πολυφωνία.
26. Η διακοπή παραπέμπει στο ανολοκλήρωτο[4].
27. Η διακοπή είναι για όλο τον κόσμο· όλος ο κόσμος την έχει μέσα του.
[1] Όπως η περίφημη απεργία των φορτηγατζήδων στη Χιλή πριν τη δολοφονία τού Αγιέντε.
[2] Camille Corot, Η διακοπή της ανάγνωσης, 1870, και Jan Vermeer, Η διακοπή του μαθήματος μουσικής, περί το 1658-1659 (Νέα Υόρκη, Συλλογή Frick). Ο μεγάλος και ποιητικός καλλιτέχνης σταματά τις εικόνες σε μια σιωπή κρεμασμένη από μιαν ακτίνα φωτός που περνάει.
[3] Θέση τού Αλαίν Μπαντιού, Conditions, Seuil 1992, κεφάλαιο «Η μέθοδος του Ρεμπώ: η διακοπή», σελ. 130.
[4] Η αισθητική του ανολοκλήρωτου ή το non- finito, ως καλλιτεχνική τεχνική, εμφανίζεται για πρώτη φορά στον Ντονατέλλο, ο οποίος ήθελε να αναδείξει την πνευματική και δραματική ένταση των σκηνών που ζωγράφιζε, αλλά ο Μιχαήλ Άγγελος είναι αναμφίβολα εκείνος που προήγαγε μια αισθητική τού ημιτελούς επειδή, τον δέκατο πέμπτο αιώνα, μόνο μια τυχαία περίσταση θα μπορούσε να είχε οδηγήσει στη μη ολοκλήρωση ενός έργου τέχνης, ο δε Βαζάρι επικαλείται ο ίδιος το σχέδιο ως κάτι που φανερώνει, με μεγαλύτερη σιγουριά από το ολοκληρωμένο έργο, κάτι από τη δημιουργική «μανία».
Η Ivana Momčilović είναι Γιουγκοσλάβα δραματουργός, που μοιράζει το χρόνο της σε διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις, και τα τελευταία χρόνια κυρίως στις Βρυξέλλες, το Ελσίνκι και το Ζάγκρεμπ. Για το παραπάνω κείμενο: πρώτη δημοσίευση, Thèses sur l’Interruption.
Στο χωρίο του Λωτρεαμόν χρησιμοποιήθηκε η απόδοση του Γιάννη Δ. Ιωαννίδη από την έκδοση: Ιζιντόρ Ντυκάς (κόμης του Λοτρεαμόν), Ποιήματα Ι, ΙΙ, Ύψιλον, Αθήνα 1983, ελαφρά παραλλαγμένη.