συνέντευξη της Μωντ Σιριό στο σάιτ Basta!
Basta!: Οι ψηφοφόροι του Ζαΐρ Μπολσονάρο αμφισβητούν την ετικέτα του ακροδεξιού που βάζουμε εδώ στην Ευρώπη. Τι νομίζετε γι’ αυτό;
Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία: ο Μπολσονάρο είναι σαφέστατα ακροδεξιός, και μάλιστα με κάποια φασίζουσα τονικότητα. Η δυσκολία να το αναγνωρίσουν οι οπαδοί του εξηγείται από το γεγονός ότι οι όροι «δεξιά» και «ακροδεξιά» δεν έχουν σχεδόν ποτέ διεκδικηθεί από κανέναν στην πολιτική σκηνή της Βραζιλίας. Οι χαρακτηρισμοί αυτοί είχαν απαξιωθεί από την εποχή της μεταπολίτευσης και της αποκατάστασης της μη στρατιωτικής διακυβέρνησης, πριν τριάντα χρόνια. Ακόμα και το στρατιωτικό καθεστώς έτεινε να μην πολυχρησιμοποιεί τον προσδιορισμό «δεξιά», διότι η χούντα παρουσιαζόταν ως μη πολιτική. Μόνο εδώ και κάποια χρόνια οι πολίτες επανοικειοποιήθηκαν αυτή τη λέξη. Πριν, προτιμούσαν τους όρους «πατριώτης», «εθνικιστής» ή «χριστιανός», σε αναφορά με την προάσπιση κάποιων ηθικών αξιών.
– Κατά ποίον τρόπο επηρέασαν την προεκλογική εκστρατεία οι φήμες, τα ψέματα, η παραπληροφόρηση και λοιπές διαδόσεις αναληθών ειδήσεων;
Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο λειτουργούν οι νέες δεξιές. Η δράση μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα έγινε καθοριστικό στοιχείο των πολιτικών εκστρατειών στη Βραζιλία από το 2014 και μετά. Το αφήγημα που διαδίδουν αυτές οι ψευδείς ειδήσεις στρέφεται ενάντια στην αριστερά: ότι είναι «κομμουνιστική» και «επαναστατική»· ότι οδηγεί την κοινωνία προς την ηθική έκπτωση και την άρνηση του χριστιανισμού· και το αφήγημα αυτό χρησιμοποιεί ως πρόσχημα τα πολιτικο-οικονομικά σκάνδαλα που πλήττουν το σύνολο της πολιτικής τάξης, για να εμφανίσει την αριστερά ως ολοκληρωτικά διεφθαρμένη. Η χρήση τέτοιων ψευδών ειδήσεων υπήρξε αύξουσα, η διάδοσή τους πολλαπλασιάστηκε επί 100 κατά τους τέσσερις τελευταίους μήνες της εκστρατείας. Την τελευταία εβδομάδα, μετρήσαμε ανάμεσα σε 4000 και 10000 ψευδείς δημοσιεύσεις. Την παραμονή της ψηφοφορίας, κυκλοφόρησαν δηλώσεις στήριξης παστόρων προς τον Μπολσονάρο οι οποίες ποτέ δεν έγιναν. Την επομένη των μαζικών διαδηλώσεων γυναικών κατά του Μπολσονάρο, στις 29 Σεπτεμβρίου, κυκλοφόρησε η διάδοση ότι οι συγκεντρώσεις αυτές κατέληξαν σε … σεξουαλικά όργια. Φτιάχτηκαν φωτομοντάζ που έδειχναν τον Φερνάντο Αντάντ, υποψήφιο τού ΡΤ και πρώην υπουργό παιδείας, να διανέμει βιβλία ερωτικού περιεχομένου σε μαθητές σχολείων. Άλλα μοντάζ έδειχναν την συνυποψήφιά του, την Μανουέλα ντ’ Άβιλα, να έχει σε τατουάζ τον Μαρξ, τον Λένιν και τον Τσε Γκεβάρα, ή τον δράστη της επίθεσης κατά του Μπολσονάρο στο πλευρό του Λούλα και των ηγετών τού ΡΤ.
Είναι γνωστό ότι ο πρώην διευθυντής της καμπάνιας του Τραμπ, Στηβ Μπάννον, προσέφερε λογιστική και τεχνική στήριξη στον Μπολσονάρο. Θα πρέπει να μελετήσουμε ακριβέστερα την επίδραση της «εναλλακτικής δεξιάς» των ΗΠΑ στις βραζιλιανικές εκλογές. Για τα παραδοσιακά μέσα, είναι πολύ δύσκολο να αντιμετωπίσουν πολλές χιλιάδες ψεύτικες ειδήσεις την εβδομάδα. Τόσο μάλλον που πολλά μεγάλα ΜΜΕ, όπως η Globo, διαπερνιούνται τα ίδια από πολύ ορατές εντάσεις, με αντικρουόμενα ρεπορτάζ. Τα μεγάλα ΜΜΕ δεν υιοθέτησαν μια ενιαία στάση απόρριψης της ακροδεξιάς. Μάλιστα, ο ισχυρός ευαγγελικός όμιλος TV Record της προσέφερε στήριξη.
– Στην Ευρώπη, όσο πιο μορφωμένος είσαι, τόσο λιγότερο τείνεις να ψηφίζεις τις ακροδεξιές –τουλάχιστο μέχρι στιγμής. Στη Βραζιλία, το αντίθετο. Πώς εξηγείτε αυτό το παράδοξο;
Υπάρχουν πολλές ψήφοι υπέρ του Μπολσονάρο. Δεν είναι μόνο μια ψήφος που οφείλεται σε παραπληροφόρηση, ούτε μια ψήφος οργής και απόρριψης, συνδεδεμένη με την κρίση και την κοινωνική απόγνωση όπως αυτή που βλέπουμε με την υπερψήφιση των λαϊκιστών στην Ευρώπη. Είναι και μια ψήφος προσχώρησης σε έναν υπερσυντηρητικό λόγο που αποβλέπει να αποκαταστήσει τις κοινωνικές ιεραρχίες μεταξύ πλουσίων και φτωχών, μεταξύ ανδρών και γυναικών, μεταξύ χριστιανών και μη. Είναι μια ψήφος που θέλει να θέσει τέρμα στις δυναμικές πολιτικές κατά του κοινωνικού αποκλεισμού που είχαν θεσπιστεί επί Λούλα.
Για τις εύπορες κοινωνικές κατηγορίες που ψήφισαν Μπολσονάρο, είναι πλέον αδύνατο να βλέπουν όλους αυτούς τους ανθρώπους από «κατώτερες» τάξεις να έχουν πρόσβαση στο πανεπιστήμιο. Γι’ αυτές, οι μόνο που μπορούν να ακολουθήσουν ανώτατες σπουδές στη Βραζιλία, (πράγμα που κοστίζει πολύ), είναι οι πλούσιοι. Άλλο παράδειγμα: η ένταξη των οικιακών βοηθών –που είναι 8 εκατομμύρια σε όλη τη χώρα- στον εργατικό κώδικα, προκάλεσε τρομερή μνησικακία μεταξύ αυτών των εύπορων στρωμάτων. Όσο για τη φτωχή ψήφο υπέρ του Μπολσονάρο, αυτή συχνά οφείλεται στην επίδραση των ευαγγελικών που κηρύσσουν μια συγκεκριμένη ηθική τάξη. Είναι λοιπόν μια ψήφος σημαδεμένη από βαθιά έχθρα απέναντι σε κάθε κοινωνικό μετασχηματισμό που θα έθετε υπό αμφισβήτηση τις παραδοσιακές ιεραρχίες.
– Τι θα συμβεί εάν ο Μπολσονάρο εκλεγεί το βράδυ τής 28ης Οκτωβρίου;
Αν ο Μπολσονάρο εκλεγεί, πράγμα πολύ πιθανό, αυτό πρώτα απ’ όλα θα έχει ως συνέπεια να εκλύσει την κοινωνική και πολιτική βία όσων του έδωσαν τη στήριξή τους. Υπάρχει κίνδυνος να δούμε λυντσαρίσματα ομοφυλοφίλων, πολιτικές δολοφονίες … Έχουμε λόγους να φοβόμαστε ότι η βία αυτή δεν θα περισταλεί από το κράτος, εφόσον θα διαπράττεται από τους οπαδούς του νέου προέδρου. Είναι η πρώτη φορά που υπάρχει, στη Βραζιλία, μία μάζα στρατευμένη, ευνοϊκή και πεπεισμένη υπέρ του Μπολσονάρο.
Έπειτα, κατά τον πρώτο χρόνο της θητείας του, μετά την τελετή ανάληψης που θα γίνει στην Μπραζίλια τον Ιανουάριο του 2019, μπορούμε να αναμένουμε έναν αυταρχικό εκτροχιασμό της εξουσίας, με μέτρα που θα περιορίζουν το κράτος δικαίου και θα επιτρέπουν την καταστολή του συνδικαλισμού και του αριστερού ακτιβισμού. Άλλωστε ο συνυποψήφιος του Μπολσονάρο, ο στρατηγός εν αποστρατεία Άμιλτον Μουράο, που σε περίπτωση νίκης θα γίνει αντιπρόεδρος, προτείνει αλλαγή του συντάγματος, χωρίς να μεσολαβήσει αναθεωρητική βουλή. Αυτό το τέλος του κράτους δικαίου θα είναι δύσκολο να το εμποδίσει η διεθνής κοινότητα, διότι ο Μπολσονάρο επιθυμεί αποχώρηση της Βραζιλίας από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, που τον θεωρεί προπύργιο του «ανθρωποδικαιωματισμού», αν όχι του «κομμουνισμού», επειδή προασπίζεται τις μειονοτικές κοινότητες.
Τέλος, μια ισχυρή κρατική καταστολή θα στοχεύσει την αριστερά, ιδίως το ΡΤ, το οποίο θεωρείται ως εσωτερικός εχθρός. Οι αστυνομικές βιαιότητες στις φτωχογειτονιές πιθανότατα θα αυξηθούν, δεδομένου ότι ο Μπολσονάρο δήλωσε ότι θα απαιτήσει να παραδοθούν οι «ληστές» που δρουν εκεί και, σε αντίθετη περίπτωση, δεν θα διστάσει να πολυβολήσει από αέρος τις γειτονιές αυτές [όπως έχει ήδη συμβεί τον Ιούνιο του 2018 –βλ. σχετικό άρθρο μας, Σ.Σ.]. Πέρα από τις νεοφιλελεύθερες οικονομικές πολιτικές που θα είναι σκληρές, θα πρόκειται για ένα καθεστώς χωρίς κανένα ενδοιασμό όσον αφορά την προσφυγή στη βία και την καταστολή, την οποία θα διεκδικήσει με υπερηφάνεια. Παρακολουθούμε λάιβ τον εκφασισμό της Βραζιλίας.
Η Maud Chirio είναι ιστορικός, ειδικευμένη στη σύγχρονη Βραζιλία, λέκτορας (maître de conférences) στο Πανεπιστήμιο Paris–Est Marne–la–Vallée. Τη συνέντευξη πήρε ο Ιβάν Λερουά. Πρώτη δημοσίευση στις 10 Οκτωβρίου 2018.