Γλώσσα,Επιτελεστικότητα,Τέχνη

H εγελιανή παγίδα των κριτικών τής Documenta

 

του Άκη Γαβριηλίδη

Προ ημερών που ήμουν στην Κύπρο, έτυχε να ακούσω έναν φίλο και σύντροφο να αφηγείται ότι μόλις είχε γυρίσει από την Αθήνα όπου μεταξύ άλλων παρακολούθησε «κάποιες εκδηλώσεις της Documenta». Όταν ρωτήθηκε ποιες συγκεκριμένα, απαρίθμησε έξι-εφτά, μεταξύ των οποίων και μία που γινόταν «σε ένα κτίριο κοντά στην Ομόνοια». Μετά από μία-δυο διευκρινιστικές ερωτήσεις, προέκυψε ότι στην πραγματικότητα επρόκειτο για την εκδήλωση «Ανάσταση με τα Δοκούμενα», την οποία ο νεαρός επισκέπτης έκανε το λάθος να θεωρήσει τμήμα της διεθνούς καλλιτεχνικής έκθεσης.

Είναι όμως τόσο σίγουρο ότι έκανε λάθος; Και ποιο ακριβώς ήταν αυτό το λάθος;

Τι είναι αυτό που ξεχωρίζει μία δραστηριότητα που εντάσσεται στο πλαίσιο της Documenta από μία που δεν εντάσσεται;

Η Documenta 14 είναι ένας θεσμός, στο πλαίσιο του οποίου, για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, παρουσιάζονται στο κοινό (και) της Αθήνας μια σειρά από καλλιτεχνικά έργα. Τα καλλιτεχνικά έργα, τόσο γενικότερα όσο και ειδικά αυτού εδώ του θεσμού, είναι γνωστό και αναμενόμενο ότι θα έχουν σε μικρό ή μεγαλύτερο βαθμό μια διάσταση αμφισβήτησης, υπονόμευσης, διερεύνησης των ορίων του αποδεκτού ή του συμβατικού. Εδώ και καιρό έχουμε πλέον συνηθίσει την ιδέα ότι δουλειά του έργου τέχνης δεν είναι μία πρωτοβάθμια έκθεση «του μεγάλου, του ωραίου και του αληθινού», και έτσι η έκπληξη ή ο σκανδαλισμός για έργα που δεν κάνουν ακριβώς αυτό έχει πάψει να λειτουργεί όπως λειτουργούσε πριν έναν αιώνα. Οπότε λοιπόν, όταν μία περφόρμανς προορισμένη να παρωδήσει τα έργα της καθαυτό έκθεσης συμπίπτει ως προς όλες της τις συντεταγμένες (περιεχόμενο/ χρόνος/ τόπος) με τα εν λόγω έργα, δεν πρέπει να μας ξενίζει που κάποιος επισκέπτης την θεωρεί απλώς τμήμα της έκθεσης χωρίς να το πολυψάχνει. Από τη μεριά του, έχει δίκιο. Για να κάνει τη διάκριση, θα έπρεπε είτε να είχε διαβάσει προσεκτικά ολόκληρο τον κατάλογο της έκθεσης, είτε να ανήκει στον στενό κύκλο των φίλων ή γνωστών των περφόρμερς.

Αλλά ακόμη και αν είχε αυτήν την inside knowledge, σε τι θα του χρησίμευε; Τα έργα τέχνης απευθύνονται στο κοινό, στον καθένα, ή μάλλον στον οποιονδήποτε –σε αυτόν που δεν έχει κανέναν τίτλο. Και στα μάτια όποιας δεν έχει κανέναν τίτλο, η περφόρμανς αυτή ήταν στο πλαίσιο της Documenta, ασχέτως εάν διοικητικά/ επιμελητειακά δεν υπαγόταν σε αυτήν.

Image result for documenta 14

Πρόκειται βέβαια εδώ για ένα γενικό, και βασικό, πρόβλημα κάθε παρωδίας: καθώς αποτελεί μία μορφή ταύτισης, κάθε βήμα της προς την επιτυχία είναι την ίδια στιγμή βήμα προς την αποτυχία. Όσο πιο καλά αναπαριστά αυτό που παρωδεί, τόσο πιθανότερο είναι να περάσει απλώς απαρατήρητη.

Αυτό όμως δεν ισχύει μόνο για τις καλλιτεχνικές προσπάθειες κριτικής ή/ και υπονόμευσης της Documenta, αλλά εξίσου –αν όχι περισσότερο- και για τις αναλυτικές/ κειμενικές. Εξάλλου, πολλές επιτελέσεις συχνά συνδυάζουν και τα δύο στοιχεία. Όπως π.χ. συμβαίνει με μια σειρά ομιλιών και συζητήσεων που επέλεξε τον τίτλο «Μαθαίνοντας από την Documenta». Εδώ, όπως και στην προηγούμενη περίπτωση, ο ίδιος ο τίτλος μαρτυρεί εύγλωττα τον (ετερο)καθορισμό της δεύτερης διοργάνωσης και της προσδίδει έναν παρακολουθηματικό χαρακτήρα σε σχέση με την αρχική· διότι παίρνει απλώς το γενικό της σλόγκαν («Μαθαίνοντας από την Αθήνα») και το παραφράζει, η δε παράφραση απλώς προσθέτει και το όνομα της έκθεσης το οποίο υποκαθιστά σαρκαστικά στη θέση της «Αθήνας». Και εδώ, όμως, δεν υπάρχει κάτι που να οδηγεί έναν υποθετικό «χειραφετημένο θεατή» να εκλάβει αυτόν τον τίτλο ως σαρκαστικό και όχι ως δήλωση μίας σοβαρής πρόθεσης να αντληθούν θετικά διδάγματα από την πραγματοποίηση της έκθεσης.

Αντιθέτως, σε έναν τίτλο όπως το Documenta 14 : Όταν το “αντισυστημικό” Σύστημα μεταμοντερνίζει, η σαρκαστική, αν όχι πολεμική πρόθεση είναι αναμφίβολα σαφής. Σαφής, όσο όμως και ατελέσφορη, εξίσου αυτοϋπονομευμένη με τις προηγούμενες περιπτώσεις. Έχουμε εδώ μία φράση η οποία είναι επιλεγμένη με σκοπό να προκαλέσει το σκανδαλισμό της αποδέκτριας· η τελευταία, όμως, εάν τουλάχιστον δεν ανήκει και αυτή στο στενό κύκλο των προσώπων ή των ομάδων που ταξινομούν τα πάντα με βάση το πρωτόγονο και απολίτικο δίπολο «σύστημα/ αντισύστημα»[1], δεν βλέπει για τι ακριβώς θα πρέπει να σκανδαλιστεί και να αγανακτήσει. Η λογική με την οποία κρίνεται απαράδεκτο να μεταμοντερνίζει το αντισυστημικό σύστημα, είναι προφανώς η μεταφυσική της γνησιότητας. Πράγμα που υπογραμμίζει –εξ όνυχος την λέαινα- και η χρήση του κατεξοχήν μεταφυσικού σημείου στίξης: των εισαγωγικών (δηλαδή, για όποιον δεν κατάλαβε, το «σύστημα» δεν είναι πραγματικά αντισυστημικό, είναι ψευδο-αντισύστημα). Και, κατά δεύτερον, η παυλωφική χρήση του όρου «μεταμοντερνισμός», ο οποίος γενικώς στην Ελλάδα θεωρείται από όλους, αριστερούς, κεντρώους, δεξιούς και αναρχικούς, ως συνώνυμο του «δήθεν», του σχετικισμού και της επιφανειακότητας.
«Μην τους πιστεύετε!» κραυγάζει λοιπόν με όλη της τη δύναμη η συντάκτρια. «Είναι κίβδηλοι, μη αυθεντικοί! Απλώς παριστάνουν τους αμφισβητίες, δεν είναι όμως».

Εγώ είμαι γνήσια αμφισβητίας, είναι το άρρητο αλλά αναγκαίο συμπλήρωμα, ή μάλλον η λογική και πραγματολογική βάση από την οποία και μόνο είναι δυνατό να εξαγγελθεί μία τέτοια απόφανση. Όχι απλώς γνήσια· η μόνη γνήσια. Γι’ αυτό και μπορώ να διακρίνω τις απομιμήσεις.

Το πρόβλημα κάθε τέτοιου λόγου βέβαια είναι ότι βασίζεται στην ψευδαίσθηση κάποιου προ-γλωσσικού ή μετα-γλωσσικού επιπέδου, το οποίο μπορεί να του εξασφαλίζει ένα προνόμιο εγκυρότητας. Τέτοιο επίπεδο όμως δεν υπάρχει. Η δεδηλωμένη πρόθεση της Documenta να αμφισβητήσει το υπάρχον –ή και τον εαυτό της- και να διδαχθεί, μπορεί να είναι «απλώς λόγια». Ωστόσο, και οι καταγγελίες, οι κριτικές ή οι παρωδίες δεν συνίστανται ούτε αυτές σε κάτι άλλο από λόγια. Και μάλιστα λόγια που απαντούν και βασίζονται σε άλλα λόγια.

Τα «απλώς λόγια» είθισται να αντιδιαστέλλονται προς τα «έργα». Όμως αυτά τα υποτιθέμενα «έργα», (ιδίως μάλιστα όταν πρόκειται για έργα τέχνης), είναι επίσης γεγονότα του λόγου: μόνο μέσα από το λόγο κοινοποιούνται και μπορούν να γίνουν γνωστά σε μας, να νοηματοδοτηθούν και να μας επηρεάσουν.

Εν απουσία λοιπόν κάποιου εξωγλωσσικού θεμελίου που να παρέχει στα λόγια του Α κάποιο προνόμιο σε σχέση με εκείνα του Β, όταν κάποιος ξεκινά μια καμπάνια με το σύνθημα «Μην τους πιστεύετε, τα πράγματα δεν είναι όπως φαίνονται», το μόνο που κάνει είναι να ρίχνει λάδι στη φωτιά της γενικευμένης καχυποψίας. Η οποία αργά ή γρήγορα θα κάψει και τον ίδιο. Δυνάμει ακριβώς της παραδοσιακής μοντερνιστικής αξίωσης για καθολική και όχι μερική ισχύ των αποφάνσεων, ο αναγνώστης που θα πειστεί ότι τα λόγια δεν λένε την αλήθεια, είναι απλώς θέμα χρόνου να σκεφτεί ότι αυτό ισχύει και για τα λόγια εκείνου που λέει ότι τα λόγια δεν λένε την αλήθεια –και ούτω καθεξής, επ’ άπειρον. Οπότε, η επισήμανση αυτή είναι απλώς μία ταυτολογία, ή μία τρύπα στο νερό. Πάντως δεν παράγει κάποια νέα γνώση που δεν ξέραμε ήδη, ούτε κάποια πρακτική που δεν ακολουθούσαμε ήδη. Εάν βέβαια δεν παράγει απλώς μία γνώση και μία πρακτική αστυνομικού τύπου –με την έννοια του Ρανσιέρ: μια πρακτική σαφούς ταξινόμησης και τακτοποίησης, μια πρακτική που ελαύνεται από την επιθυμία της καθαρότητας και της χάραξης ορίων. Να πάει επιτέλους κάθε κατεργάρης στον πάγκο του, να ξέρουμε ρε παιδί μου ποιος είναι ποιος ώστε να μην μπορούν διάφοροι απατεώνες να εμφανίζονται ως ψευδοριζοσπάστες.

Οι ταυτότητες όμως δεν ξεκαθαρίζουν ποτέ έτσι (εκτός ίσως από τις αστυνομικές, και αυτές όχι πάντα). Διότι, σε αντίθεση με όσα μας διδάσκει η εγελιανή (ή η ψευδο-εγελιανή 🙂 ) διαλεκτική, δυο αρνήσεις δεν κάνουν μια κατάφαση· κάνουν μια διπλή άρνηση. Η αμφισβήτηση της αμφισβήτησης δεν οδηγεί απαραίτητα σε αποσαφήνιση· οδηγεί σε αναπαραγωγή και προέκταση της σύγχυσης.

Από αυτή την οπτική, η κατάσταση μου θυμίζει αρκετά μία άλλη που είχε πάλι προκύψει με μία άλλη διεθνή διοργάνωση που έγινε στην Αθήνα πριν από δέκα και πλέον χρόνια και σήμερα έχει ξεχαστεί από όλους: το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Φόρουμ. Ακριβώς τις ίδιες μέρες με το «κανονικό» Φόρουμ, σε άλλα –ή και σχεδόν στα ίδια, αμέσως παρακείμενα- σημεία της Αθήνας, πραγματοποιήθηκαν άλλες, παράλληλες ή και αντίπαλες προς αυτό εκδηλώσεις. Και τότε, όμως, έγινε φανερό ότι κάθε προσπάθεια να οργανωθεί μία «δεύτερη» διοργάνωση έξω και ενάντια σε σχέση με την «πρώτη», καταλήγει απλώς να παράγει ένα προσάρτημα, μία έκκριση της πρώτης. Οι δύο –ή περισσότερες- διοργανώσεις υπήρξαν στην πράξη συγκοινωνούντα δοχεία, ο κόσμος που τις επισκεπτόταν ήταν περίπου ο ίδιος και αυτά που άκουγε στη μία και στην άλλη ήταν διατυπωμένα στην ίδια γλώσσα, έλεγαν περίπου τα ίδια με επουσιώδεις διαφορές τις οποίες ως επί το πλείστον καταλάβαιναν –ή θεωρούσαν σημαντικές- μόνο οι οργανωτές της αντι-εκδήλωσης και κανείς άλλος.

Ο αναγνώστης βέβαια θα πρόσεξε ότι ο δικός μου τίτλος μιλάει για μια παγίδα «των κριτικών τής Documenta».

Η φράση αυτή είναι αμφίσημη, και η αμφισημία είναι ηθελημένη.

Χρησιμοποιούνται εδώ δύο διαδοχικοί προσδιορισμοί κατά γενική πτώση.

Η γενική, σε τέτοιου είδους προσδιορισμούς, μπορεί να είναι τόσο αντικειμενική όσο και υποκειμενική: η παγίδα ενδέχεται να αφορά τις κριτικές (ή τους κριτικούς) κατά της Documenta, αλλά ενδέχεται να αφορά και τις κριτικές που διατυπώνει –ή που δίνει την ευκαιρία να διατυπωθούν- η ίδια η Documenta.

Προφανώς αφορά και τους δύο (τρεις, τέσσερις …).

Όπως άλλωστε και εμένα που αμφισβητώ την αμφισβήτηση της αμφισβήτησης κ.ο.κ.

Αυτή είναι η συνθήκη στην οποία πάντοτε ήδη εμπλέκεται καταστατικά κάθε λόγος και κάθε έργο. Δεν υπάρχει κάποια άλλη δυνατότητα, κάποιος άλλος χώρος απαλλαγμένος από παγίδες.

Οι υπερμοντερνιστές μπορεί να πανικοβάλλονται και να νιώθουν ίλιγγο μπροστά σε αυτή την αβυσσαλέα και παραλυτική –όπως φαντάζονται- συνθήκη. Εμείς οι άλλοι όμως ξέρουμε ότι αυτές οι παγίδες όχι μόνο δεν ακυρώνουν το λόγο και την πράξη, αλλά είναι και προϋποθέσεις της δυνατότητάς τους. Δεν καθιστούν τα λόγια άνευ νοήματος, αλλά είναι ακριβώς αυτό που τους δίνει νόημα. Ή μάλλον, νοήματα.

[1] Τη στιγμή που έγραφα αυτές τις γραμμές, υπέπεσε στην αντίληψή μου αφίσα του «Ποταμιού» η οποία καλούσε σε υπερψήφιση του Εμμανυέλ Μακρόν στο 2ο γύρο των γαλλικών εκλογών. Ένα από τα συνθήματα της αφίσας αυτής ήταν: «Ρήξη μέχρι τέλους με το σύστημα».

Κλασσικό

4 σκέψεις σχετικά με το “H εγελιανή παγίδα των κριτικών τής Documenta

  1. Παράθεμα: H εγελιανή παγίδα των κριτικών τής Documenta… « απέραντο γαλάζιο

  2. Παράθεμα: H εγελιανή παγίδα των κριτικών τής Documenta… « απέραντο γαλάζιο

  3. Παράθεμα: …patronising @ Documenta14 in Athens | Architecture As...

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.