του Tζέιμς Κ. Ουίτμαν
Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί σταχυολόγηση από διάφορα σημεία του βιβλίου James Q. Whitman, Hitler’s American Model: The United States and the Making of Nazi Race Law, Princeton University Press 2017, σ. 93-110, 140-1, 146-9 και 159-61.
Νομοθετικές εμπνεύσεις
Όπως είδαμε ότι συνέβη με το δίκαιο περί μετανάστευσης και ιθαγένειας, οι Γερμανοί νομικοί και διαμορφωτές πολιτικής είχαν ήδη ενδιαφερθεί θερμά για το αμερικανικό δίκαιο κατά των επιμιξιών πολύ νωρίτερα από την περίοδο του ναζισμού, από την εποχή του γερμανικού ιμπεριαλισμού πριν τον 1ο παγκόσμιο πόλεμο. Από το 1905 και μετά, οι Γερμανοί αποικιακοί διοικητές στη νοτιοδυτική Αφρική και αλλού θέσπισαν μέτρα κατά των επιμιξιών, προορισμένα να διαφυλάξουν την «καθαρότητα» του πληθυσμού των Γερμανών εποίκων από την ανάμιξη με τους ιθαγενείς. Τα ρατσιστικά αυτά μέτρα δεν είχαν προηγούμενο μεταξύ των άλλων ευρωπαϊκών αποικιακών δυνάμεων, είχαν όμως ένα πρότυπο στην Αμερική· και οι Γερμανοί μελέτησαν προσεκτικά αυτό το πρότυπο. Με πολλούς τρόπους: διοργάνωσαν επισκέψεις στις νότιες πολιτείες, παρήγγειλαν εκθέσεις από διπλωμάτες, συμβουλεύθηκαν τον ιστορικό Άρτσιμπαλντ Κούλιτζ … Τα αποικιακά αρχεία περιλαμβάνουν εκτενείς εκθέσεις για το δίκαιο των ΗΠΑ. Ακόμα μια φορά, εδώ η Αμερική εντυπωσίασε τους Γερμανούς ως μια χώρα στην πρώτη γραμμή για τη δημιουργία μίας «συνειδητής ενότητας της λευκής φυλής»[1].
Το ενδιαφέρον αυτό δεν εξασθένησε κατά τη δεκαετία του 1930. Οι συντάκτες των Νόμων της Νυρεμβέργης μελέτησαν το αμερικανικό δίκαιο εξίσου πρόθυμα με τους αποικιοκράτες προκατόχους τους.
Μια συζήτηση το 34
Στις 5 Ιουνίου του 1934, στο γερμανικό υπουργείο δικαιοσύνης έλαβε χώρα σύσκεψη της Επιτροπής για τη Μεταρρύθμιση του Ποινικού Δικαίου. Τα στενογραφημένα πρακτικά της συνεδρίασης αυτής δημοσιεύτηκαν για πρώτη φορά το 1989. Σε αυτήν έλαβαν μέρος δεκαεπτά νομικοί και αξιωματούχοι. Τα κύρια θέματα της σύσκεψης ήταν εάν θα πρέπει να ποινικοποιηθούν οι μικτοί γάμοι, εάν ναι με ποια μορφή, και πώς θα οριστούν οι «Εβραίοι» και άλλες κατώτερες φυλές. Στη συζήτηση αυτή υπήρξε από την πρώτη στιγμή μακρά και λεπτομερής συζήτηση για το αμερικανικό παράδειγμα, και αυτοί που το επικαλέστηκαν ήταν κυρίως οι πιο φανατικοί ναζιστές. Άλλοι πρότειναν μια εκστρατεία «εκπαίδευσης και διαφώτισης» του κοινού η οποία ίσως θα επιτύγχανε βαθμιαία να θέσει τέρμα στο κακό της σεξουαλικής ανάμιξης, χωρίς επίσημη ποινικοποίηση.
Ο Φριτς Γκράου, μετέπειτα υψηλόβαθμος Ες Ες, τοποθετήθηκε ως εξής:
Άλλοι Völker [λαοί] έχουν πετύχει αυτό το στόχο μέσα από διαφώτιση και κοινωνικό διαχωρισμό. Για τους λαούς αυτούς, όμως –και εδώ σκέφτομαι κυρίως τη βόρεια Αμερική- το πρόβλημα είναι διαφορετικό, και συγκεκριμένα να κρατήσουν τις έγχρωμες φυλές υπό περιορισμό –πράγμα που δεν παίζει κανένα ρόλο για μας στη Γερμανία. Για μας, το φλέγον πρόβλημα αφορά τους Εβραίους, οι οποίοι πρέπει να παραμείνουν παγίως διαχωρισμένοι, εφόσον αναμφίβολα εκπροσωπούν ξένο σώμα μέσα στο Volk. Πιστεύω ότι αν ακολουθήσουμε μόνο την οδό του κοινωνικού χωρισμού και αποκλεισμού δεν θα επιτύχουμε ποτέ το στόχο, όσο οι Εβραίοι στη Γερμανία συνιστούν μία τελείως ασυνήθιστη οικονομική δύναμη. Όσο έχουν τα πιο όμορφα αυτοκίνητα, τα πιο όμορφα κότερα, όσο παίζουν προεξάρχοντα ρόλο σε όλα τα σημεία διασκέδασης και παραθερισμού και σε όλα τα ακριβά μέρη, δεν πιστεύω ότι θα είναι δυνατό να διαχωριστούν από το σώμα του γερμανικού Volk χωρίς νομοθετικά μέτρα.
Ο απλός διαχωρισμός λοιπόν δεν θα δουλέψει, διότι οι Γερμανοί Εβραίοι, σε αντίθεση με τους Αμερικανούς μαύρους, ήταν υπερβολικά εύποροι και αλαζόνες· μόνη ελπίδα ήταν ο «αυστηρός ποινικός κολασμός». Η τακτική του αμερικανικού νότου, έκριναν οι Ναζί, μπορεί να λειτουργήσει μόνο σε βάρος μιας μειονότητας ήδη καταπιεσμένης και άπορης.
Αξίζει να υπογραμμίσουμε ότι ο Γκράου έκανε ειδική παρέκβαση για να απορρίψει τη λύση μιας νομοθεσίας τύπου αμερικανικού νότου. Το γεγονός ότι αισθάνθηκε υποχρεωμένος να κάνει κάτι τέτοιο δείχνει ότι είχαν γίνει παρασκηνιακές συζητήσεις για το αμερικανικό δίκαιο πριν από αυτή τη σύσκεψη.
Μια θεμελιώδης ιδέα
Ο υπουργός δικαιοσύνης Γκύρτνερ πήρε τότε το λόγο. Πριν ανοίξει τη συζήτηση, αποκάλυψε ότι το υπουργείο είχε εργασθεί επί μακρόν για να συλλέξει πληροφορίες σχετικά με το αμερικανικό παράδειγμα. Το έργο ήταν «αρκετά δύσκολο». Παρόλα αυτά το υπουργείο κατάφερε να συναγάγει αυτό που οι Γερμανοί νομικοί πάντοτε αναζητούν: μία Grundgedanke, δηλ. «θεμελιώδη ιδέα».
Γκύρτνερ: Η εικόνα είναι τόσο ποικίλη όσο και ο χάρτης της Αμερικής. Σχεδόν όλες οι πολιτείες έχουν φυλετική νομοθεσία. Οι φυλές από τις οποίες απαιτείται προστασία χαρακτηρίζονται κατά διαφορετικούς τρόπους. Οι νόμοι κατά περίπτωση μιλούν για Νέγρους, μιγάδες, Κινέζους ή Μογγόλους. Συχνά μιλούν για άτομα αφρικανικής καταγωγής, εννοώντας τους Νέγρους, και υπάρχουν μερικές αναφορές στην Καυκάσια φυλή. Αυτό δεν στερείται ενδιαφέροντος για μας, διότι υπάρχει νομολογία για το ζήτημα εάν οι Εβραίοι ανήκουν στην Καυκάσια φυλή.
Φον Ντονχάνυι (υφυπουργός): Η νομολογία μιλά για Καυκάσια φυλή απλώς σε αντιδιαστολή προς όλες τις έγχρωμες φυλές, δηλαδή μιλά για τη λευκή φυλή, και εφόσον οι Εβραίοι ανήκουν στη λευκή φυλή συγκαταλέγονται στους Καυκάσιους.
Γκύρτνερ: Αυτό δεν μας βοηθά. Ο σκοπός της αμερικανικής προσέγγισης είναι αντίθετος από τον δικό μας.
Αλλά ο Γκύρτνερ δεν σταμάτησε με αυτή την παρατήρηση. Συνέχισε την παρουσίαση του υπομνήματος του υπουργείου του, και στράφηκε σε εκείνα τα στοιχεία του αμερικανικού δικαίου που ήταν «ενδιαφέροντα». Στην πορεία της συζήτησης, το αμερικανικό παράδειγμα προέβαλαν δύο από τους πιο φανατικούς Ναζί που μετείχαν στη σύσκεψη, ο Φράισλερ και ο Κλέε. Ο Φράισλερ, ειδικότερα, δείχνοντας την τυπική περιφρόνηση των ναζιστών για νομοτεχνικές λεπτομέρειες, υποστήριξε ότι το πρόβλημα δεν ήταν «επιστημονικό» ή «θεωρητικό», αλλά επέβαλλε μία, όπως τη χαρακτήρισε, «πρωτόγονη» και «πολιτική» απάντηση. Το αμερικανικό δίκαιο, είπε, δείχνει ότι είναι κάλλιστα δυνατό να έχει κανείς ρατσιστική νομοθεσία έστω και αν δεν ήταν τεχνικώς δυνατό να δώσει έναν επιστημονικά ικανοποιητικό ορισμό της φυλής. Η αμερικανική νομοθεσία, υποστήριξε ο Φράισλερ, κατάφερε στην εντέλεια αυτό που θα λέγαμε σήμερα «πολιτική κατασκευή της φυλής»: επιδεικνύει ιδεολογική αποφασιστικότητα να οικοδομήσει μια ρατσιστική έννομη τάξη ακόμη και χωρίς κάποιον σαφή ορισμό της φυλής. Και όχι μόνο η νομοθεσία, αλλά και η νομολογία: οι Αμερικανοί δικαστές «πιάνουν το νόημα» και δεν δυσκολεύονται να εφαρμόσουν τους ρατσιστικούς νόμους, παρά τις νοηματικές ασάφειες.
Άρα, η απουσία αντι-εβραϊκής νομολογίας δεν σήμαινε ότι οι ΗΠΑ δεν είχαν τίποτε να διδάξουν τους Γερμανούς:
Δεν υπάρχει ανάγκη να αναφέρονται οι Εβραίοι μεταξύ των εγχρώμων. Κάθε δικαστής θα θεωρήσει τους Εβραίους ως έγχρωμους όσο και αν εξωτερικά δείχνουν λευκοί, όπως κάνουν και με τους Τατάρους, οι οποίοι δεν είναι κίτρινοι.
Τα αμερικανικά δικαστήρια λοιπόν δεν έχαναν το χρόνο τους σε εννοιολογικούς σχολαστικισμούς: απλώς στρώνονταν στη δουλειά. Αυτό το στυλ του common law «ταίριαζε γάντι στους Ναζί δικαστές», έκρινε αυτή η απεχθής φυσιογνωμία στην οποία αποδόθηκε «μια διαστροφή των νομικών τύπων που ήταν ακραία ακόμη και για τις προδιαγραφές του Τρίτου Ράιχ».
Στη συνάντηση υπήρξαν και άλλες παραπομπές στο αμερικανικό δίκαιο. τις οποίες δεν θα αναφέρω εδώ. Μεταξύ αυτών, όμως, ξεχωρίζει μία. Ο Έριχ Μαίμπιους, ένας γιατρός αποσπασμένος στο υπουργείο εσωτερικών, ανέφερε μία συζήτηση που είχε με κάποιον Αμερικανό γνωστό του. Ο γνωστός παρατήρησε ότι τα διπλωματικά προβλήματα και οι διεθνείς κριτικές κατά των Ναζιστών οφείλονταν στον διακηρυγμένο ρατσισμό του προγράμματός τους, και τον ρώτησε μήπως δεν ήταν ανάγκη να είναι τόσο ανοιχτοί.
Μαίμπιους: Με ρώτησε, «Κι εμείς κάνουμε το ίδιο πράγμα με σας. Γιατί είναι ανάγκη να το δηλώνετε τόσο ανοιχτά στους νόμους σας;».
Φράισλερ: Μα οι Αμερικανοί το δηλώνουν ακόμα πιο ανοιχτά!
Πράγματι.
* * *
Ρατσισμός και εξισωτισμός
Όλα αυτά μπορεί να ηχούν πολύ παράξενα. Εμείς σήμερα σκεφτόμαστε την Αμερική ως την πατρίδα της ελευθερίας και της ισότητας, και ως προπύργιο των αντι-ναζιστικών αγώνων του 2ου παγκόσμιου πολέμου. Ευρύτερα, σκεφτόμαστε τις βρετανικές παραδόσεις του common law ως βασική ιστορική πηγή –αν όχι την βασική πηγή- της νεωτερικής κουλτούρας των δικαιωμάτων. Αλλά η παραξενιά αυτή εκλείπει εν μέρει εφόσον κατανοήσουμε τις αξιώσεις του ναζισμού. Ο ναζισμός επίσης ήταν ένα κίνημα υπέρ της ισότητας, αν όχι υπέρ της ελευθερίας: η υπόσχεση της «Εθνικής Επαναστάσεως» του ναζισμού προς τον γενικό γερμανικό πληθυσμό ήταν μια υπόσχεση εξομοίωσης –μία υπόσχεση ότι όλοι οι φυλετικά Γερμανοί (όπως τους όριζαν οι Ναζί) θα μετρούσαν ως πρώτης κατηγορίας μέλη της γερμανικής κοινωνίας. Η κοινωνία δεν θα χωριζόταν πλέον σε ευγενείς Γερμανούς και κοινούς Γερμανούς, σε Γερμανούς αφέντες και Γερμανούς δούλους. Τώρα κάθε Γερμανός θα μετρούσε ως ίσο από κοινού μέλος της άρχουσας τάξης καθόσον ήταν μέλος της Ανώτερης Φυλής. Κατ’ αυτή την έννοια, η «Εθνική Επανάσταση» του Ναζισμού ήταν μία απολύτως εξισωτική κοινωνική επανάσταση.
Η απόστασή της από τον αγγλόφωνο κόσμο, και ιδίως τον αμερικανικό, ήταν πολύ μικρότερη απ’ όσο υποθέτουμε σήμερα. Η λευκή υπεροχή στην Αμερική θεμελιωνόταν επίσης σε έναν «εδραιωμένο εξισωτισμό μεταξύ λευκών ανδρών»· ήταν ένα κίνημα που διακήρυσσε την ισότητα όλων των μελών της ευνοημένης φυλής μεταξύ τους, ενώ απέρριπτε μετά βδελυγμίας τις καταστατικές ανισότητες του αριστοκρατικού παρελθόντος. Kατ’ αυτή την έννοια, η σύνδεση μεταξύ αμερικανικού εξισωτισμού και αμερικανικού ρατσισμού πήγαινε βαθιά. Όταν ο Χίτλερ στο Mein Kampf εξυμνούσε την Αμερική, το έκανε εν μέρει επειδή πίστευε ότι η Αμερική επέτρεπε ακριβώς το είδος εξομοίωσης που πίστευε ότι χρειαζόταν η Γερμανία: η Αμερική, σε αντίθεση με την Ευρώπη, παρήγαγε έναν «πλούτο επινοήσεων» διότι έδινε σε «ταλαντούχους ανθρώπους από τις κατώτερες κοινωνικές τάξεις» την ευκαιρία να γίνουν κάποιοι. Ο Χίτλερ επίσης υποσχόταν να μετασχηματίσει τη γερμανική κοινωνία ανεβάζοντας τους «ανθρώπους από τις κατώτερες κοινωνικές τάξεις» στον πάνω κόσμο. Φυσικά αυτή η εξισωτική υπόσχεση μπορούσε να πραγματοποιηθεί μόνο εις βάρος των «μη Αρίων», αλλά και πάλι αυτό δεν ήταν τίποτε διαφορετικό από αυτό που επικρατούσε σε μεγάλο μέρος του αγγλόφωνου κόσμου.
* * *
Ο ναζισμός και η αμερικανική νομική κουλτούρα
Τα ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε δεν αφορούν μόνο την υπεροχή των λευκών στον αγγλόφωνο κόσμο. Υπάρχουν επίσης ζητήματα σχετικά με το πραγματιστικό αμερικανικό στυλ νομολογίας τού common law που ο Φράισλερ διαβεβαίωσε τους Ναζί ομοϊδεάτες του ότι «τους ταίριαζε μια χαρά». Η ελκτική δύναμη του αμερικανικού φυλετικού δικαίου δεν βασιζόταν μόνο στην απήχηση μιας «βορειοευρωπαϊκής» ηπειρωτικής αυτοκρατορίας αφοσιωμένης στη λευκή υπεροχή. Βασιζόταν επίσης στην απήχηση μιας ανοιχτής, εύκαμπτης προσέγγισης του δικαίου. Στην απήχηση του αμερικανικού «ρεαλισμού», μια προσέγγιση που ήταν η επικρατούσα μεταξύ των κορυφαίων Ναζιστών νομικών εξίσου όπως και μεταξύ των κορυφαίων νομικών του «Νιου Ντηλ». Η αμερικανική κλίση προς την καινοτομία συνεχίζει σήμερα να μας δίνει ηγετική θέση παγκοσμίως σε πολλούς τομείς δικαίου, αλλά με τον ίδιο ακριβώς τρόπο πριν από έναν αιώνα μας έδινε ηγετική θέση στη νομοθεσία περί ευγονικής και φυλών. Αυτό που προσέλκυσε τους Ναζιστές νομικούς δεν ήταν μόνο ο ρατσισμός, αλλά και η νομική κουλτούρα της Αμερικής, και αυτό σημαίνει ότι πρέπει να αντικρίσουμε κατάματα κάποια αμήχανα ερωτήματα.
Αυτό που θαύμασε ο Φράισλερ στο αμερικανικό δίκαιο είναι, εμφανώς, το ίδιο πράγμα που συχνά θαυμάζουμε και εμείς στην παράδοση του common law: την ικανότητά της να προσαρμόζεται στις «μεταβαλλόμενες κοινωνιακές ανάγκες» επειδή βασίζεται στο δικαστή και στα νομολογιακά προηγούμενα. Αλλά και οι Ναζί είχαν καλά λόγια να πουν για το common law το οποίο διευκόλυνε, όπως έλεγαν, τη δημιουργία υγιούς δικαίου το οποίο «ξεπηδούσε μέσα από το Volk και δεν ήταν προϊόν ξερής νομικής τυπολατρίας».
Στις μέρες μας, έχει γίνει κοινός τόπος να δοξολογούμε το common law ως ανώτερο ακριβώς επειδή ενσαρκώνει ό,τι ο Φρίντριχ Χάγεκ, ο μεγάλος Αυστριακός υπερασπιστής των ελεύθερων αγορών τον οποίο είχε εκδιώξει από την πατρίδα του ο ναζισμός, αποκαλούσε «το σύνταγμα της ελευθερίας». Αμερικανοί συγγραφείς σήμερα συχνά αντιπαραθέτουν τις ελευθεροκεντρικές αξίες τού common law προς τα ελαττώματα της κωδικοκεντρικής παράδοσης του αστικού δικαίου της ηπειρωτικής Ευρώπης, την οποία θεωρούν δυσκίνητη –ένα σύστημα στο οποίο το δίκαιο περιορίζεται στις άκαμπτες επιταγές ενός ισχυρού κράτους. Ένας διαπρεπής Αμερικανός καθηγητής συνόψισε αυτή την αντίληψη ως εξής:
Ο Χάγεκ μάς παρέχει την πιο διαυγή πραγμάτευση … των διαφορών μεταξύ νομικών οικογενειών, υποστηρίζοντας ενθέρμως ότι η αγγλική νομική παράδοση (το κοινό δίκαιο) είναι ανώτερη της γαλλικής (του αστικού δικαίου), όχι λόγω ουσιαστικών διαφορών στους νομικούς κανόνες, αλλά λόγω διαφορετικών παραδοχών για τους ρόλους του ατόμου και του κράτους. Γενικώς, ο Χάγεκ πίστευε ότι το κοινό δίκαιο συνδέεται με λιγότερους κυβερνητικούς περιορισμούς στις οικονομικές και λοιπές ελευθερίες … Οι θεωρήσεις αυτές είναι ορθές από άποψη ιστορίας δικαίου[2].
Οι νομικοί και οι πολίτες της ηπειρωτικής Ευρώπης υποτίθεται λοιπόν ότι δεσμεύονται να ακολουθούν τις θετικές επιταγές του κράτους που ενσαρκώνει ο κώδικας, ενώ η νομική αρχή του κοινού δικαίου είναι το προπύργιο κατά της κρατικής αυθαιρεσίας. Είναι διαδεδομένη η πεποίθηση ότι ο Ναζισμός ευνοήθηκε από αυτόν ακριβώς τον κρατικό θετικισμό που φοβόταν και κατήγγελλε ο Χάγεκ. Το να είσαι Ναζί, θεωρείται γενικώς, σημαίνει να υποτάσσεσαι στη θέληση του Φύρερ· η φιλοσοφία δικαίου του ναζισμού, κατ’ αυτή τη θεώρηση, ήταν μία χονδροειδής περίπτωση «νομικού θετικισμού», όπως λένε οι φιλόσοφοι· μια φιλοσοφία που συρρικνώνει το δίκαιο στη γυμνή εντολή του κυριάρχου/ δικτάτορα.
Ωστόσο, όσα ανέπτυξα σε αυτό εδώ το βιβλίο δείχνουν ότι κάτι πιο πολύπλοκο συμβαίνει. Οι προσεκτικοί μελετητές του ναζισμού έδειξαν ότι η νομική φιλοσοφία που επικρατούσε επί Χίτλερ δεν ήταν καθόλου ο θετικισμός, αλλά αντιθέτως ήταν κάτι αρκετά κοντά στον πραγματισμό τού common law.
Είναι αλήθεια ότι ο Ναζισμός εμφανίστηκε στην ηπειρωτική Ευρώπη. Αλλά θα ήταν τελείως λάθος να θεωρήσουμε ότι οι Ναζί ασπάζονταν την παράδοση του αστικού δικαίου. Κάθε άλλο: επιδίωξαν να την συντρίψουν. Οι Ναζί ανήκαν σε μία κουλτούρα περιφρόνησης για τις μεθόδους εργασίας των ηπειρωτικών νομικών, οι οποίες κατ’ αυτούς ήταν «παρωχημένες» και «έτειναν πάντοτε να αγνοούν τις πραγματικότητες της ζωής».
* * *
Ασφαλώς η αμερικανική δημοκρατική πολιτική διαδικασία παράγει ενίοτε αξιοθαύμαστα αποτελέσματα. Αλλά στο σύστημα του common law, οι νομικές παραδόσεις έχουν μικρή ισχύ απέναντι στις αξιώσεις των πολιτικών. Και όταν οι πολιτικές επιλογές είναι κακές, το δίκαιο μπορεί και αυτό να γίνει πραγματικά πολύ κακό.
Οι κίνδυνοι εξ αυτού δεν έχουν εξαλειφθεί, και πριν κλείσουμε αυτό το βιβλίο καλό θα ήταν να επισημάνουμε τουλάχιστον ένα πεδίο όπου γίνονται ακόμα σήμερα αισθητοί. Το πεδίο αυτό είναι η αμερικανική ποινική δικαιοσύνη, η οποία είναι θεαματικά, και τρομακτικά, αυστηρή με βάση τα διεθνή κριτήρια. Περιλαμβάνει πρακτικές οι οποίες ενίοτε θυμίζουν ανησυχητικά εκείνες που καθιέρωσαν οι Ναζί –για παράδειγμα οι νόμοι «three-strikes-and-you’re-out» [αυτόματη επιβολή ισοβίων για υπότροπους εγκληματίες την τρίτη φορά, ασχέτως της βαρύτητας των εγκλημάτων]. Και οι Ναζί προωθούσαν επίσης τον αυστηρό κολασμό των κατά συνήθεια εγκληματούντων. Τι είναι αυτό που κάνει τόσο σκληρή τη σύγχρονη Αμερική; Η απάντηση, εν μέρει, είναι ότι το σημερινό αμερικανικό ποινικό δίκαιο είναι μοναδική περίπτωση, στον ανεπτυγμένο οικονομικά κόσμο, ως προς την έκταση κατά την οποία διαμορφώνεται από την πολιτική διαδικασία, είτε μέσω της αντεγκληματικής νομοθεσίας, είτε μέσω της εκλογής δικαστών και εισαγγελέων –μιας πρακτικής ανήκουστης για τον υπόλοιπο κόσμο. Η αμερικανική «νομική επιστήμη» αποδείχθηκε χαρακτηριστικά ανίκανη να αναχαιτίσει τους κινδύνους αυτούς, διότι οι νομικοί δεν έχουν την επιρροή για να βάλουν φρένο στα σχέδια των πολιτικών που βασίζουν την καριέρα τους στην «πάταξη της εγκληματικότητας», πράγμα που ως ένα βαθμό συμβαίνει στην ηπειρωτική Ευρώπη.
«Υπάρχει σήμερα ένα κράτος», έγραψε ο Άντολφ Χίτλερ, «που έχει κάνει τουλάχιστον τα αδύναμα πρώτα βήματα προς μία καλύτερη τάξη πραγμάτων». Όταν σκεφτόμαστε το φυλετικό δίκαιο, είπε ο ναζιστής νομικός και μετέπειτα διοικητής των Ες Ες Φριτς Γκράου, σκεφτόμαστε τη «Βόρεια Αμερική».
Ναι, ασφαλώς είναι επίσης αλήθεια ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες υπήρξαν, και παραμένουν, πρωτοπόρες σε πολλούς εξαιρετικούς νομικούς θεσμούς. Ασφαλώς υπήρξαν επίσης πολλές πτυχές της φιλελεύθερης δημοκρατικής παράδοσης στην Αμερική που οι Ναζί βρήκαν άξιες περιφρόνησης. Ασφαλώς η Αμερική προσέφερε γενναιόδωρα καταφύγιο σε ορισμένα τουλάχιστον από τα θύματα του ναζισμού. Ωστόσο, όταν το θέμα ήταν το φυλετικό δίκαιο, πολυάριθμοι ναζιστές νομικοί έβλεπαν την Αμερική ως υπόδειγμα· και, όσο κι αν θα θέλαμε να το αρνηθούμε, στις αρχές της δεκαετίας του 1930 δεν έβρισκαν παράλογο να θεωρούν το πρόγραμμά τους ως μια πληρέστερη και αυστηρότερη υλοποίηση της αμερικανικής αντιμετώπισης απέναντι στους μαύρους, τους Ασιάτες, τους ιθαγενείς Αμερικανούς, τους Φιλιππινέζους, τους Πορτορικανούς και άλλους –όσο και αν το καθεστώς είχε στρέψει την προσοχή του σε έναν νέο στόχο στη μορφή των Εβραίων, όσο και αν αργότερα επρόκειτο να στρέψει τη ρατσιστική άσκηση της εξουσίας του νεωτερικού κράτους σε μία αδιανόητα τρομακτική νέα κατεύθυνση.
Το στοιχείο αυτό πρέπει επίσης να αποτελέσει τμήμα του εθνικού μας αφηγήματος.
[1] Wahrhold Drascher, Die Vorherrschaft der Weissen Rasse [Η υπεροχή της λευκής φυλής], Stuttgart: Deutsche Verlags-Anstalt, 1936, 217.
[2] Paul Mahoney, «The Common Law and Economic Growth: Hayek Might Be Right», Journal of Legal Studies, 30 (2001): 504-5.
Παράθεμα: Το αμερικανικό πρότυπο του Χίτλερ… « απέραντο γαλάζιο
Παράθεμα: Το αμερικανικό πρότυπο του Χίτλερ… « απέραντο γαλάζιο
Παράθεμα: Το αμερικανικό πρότυπο του Χίτλερ… « απέραντο γαλάζιο
Παράθεμα: Το αμερικανικό πρότυπο του Χίτλερ… « απέραντο γαλάζιο
Παράθεμα: Το αμερικανικό πρότυπο του Χίτλερ… « απέραντο γαλάζιο
Παράθεμα: Tζέιμς Κ. Ουίτμαν: Το αμερικανικό πρότυπο του Χίτλερ | de te fabula narratur