Ελληνική κρίση,Πολιτική,Τέχνη

«Έξω η εβραϊκή Documenta»

του Άκη Γαβριηλίδη

 

Από τη στιγμή που άρχισαν οι εκδηλώσεις τής ανά πενταετία έκθεσης σύγχρονης τέχνης που φέτος γίνεται και στην Αθήνα, οι αντιδράσεις στην ελληνόφωνη έντυπη και ηλεκτρονική δημόσια σφαίρα υπήρξαν στην πλειοψηφία τους δύσπιστες και αρνητικές, έως –το πολύ- αμφίσημες. Προσωπικά δεν έχω υπόψη μου έστω και μία που να μπορεί να θεωρηθεί ανεπιφύλακτα θετική.

Οι αρνήσεις όμως αυτές μπορούν με σχετική ακρίβεια να περιοδολογηθούν σε δύο ευδιάκριτες φάσεις. Στην αρχή του έτους, οι επικρίσεις κατά των εκδηλώσεων ήταν όλες απ’ τα δεξιά: η Ντοκουμέντα κατηγορήθηκε ότι φέρνει στην Αθήνα «Το ζόμπι της Αριστεράς». Με άλλα λόγια, ότι θέλει «να μιλήσει για τα ιδεώδη της συλλογικής δράσης και της αναστολής της κρατικής βίας σε ένα μέρος όπου αναρχοαυτόνομοι καταλαμβάνουν πανεπιστήμια και ιδιωτικά κτίρια ενώ ξυλοκοπούν τον διευθυντή της Τροχαίας σε δημόσιο χώρο». Στο δε άλλο «θωρηκτό» της μέιστρημ ακροκεντρώας σκέψης (εάν μπορούμε να μιλήσουμε για σκέψη), δηλαδή το Βήμα, η διοργάνωση κατηγορήθηκε ότι «ευαγγελίζεται μια μονολιθικότητα στο όνομα της αμφισβήτησης της ιεραρχίας και προτείνει μια καθεστωτικού τύπου ερμηνεία της Ιστορίας, που νομίζαμε ότι είχε τελειώσει, θεσμικά, το 1989» και ότι «παραπέμπει σε έναν βίαιο ακτιβισμό γερμανικού τύπου – που χαρακτηρίζεται από την τρομοκρατία».

Αν όμως στην πρώτη φάση η έκθεση επικρίθηκε για σοσιαλνοσταλγία και τρομοκρατία, στη δεύτερη φάση επικρίθηκε, ούτε λίγο ούτε πολύ, για ναζισμό. Τον παραληρηματικό αυτό χαρακτηρισμό χρησιμοποιεί με κάθε σοβαρότητα, και με μεγάλη επιμονή, η Ζωή Κωνσταντοπούλου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, καταγγέλλοντας την Ντοκουμέντα ότι «χρωματίζει πρόβατα με το γαλάζιο της πατρίδας μας» και «εκθέτει στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών έργα νοσταλγών του Χίτλερ»! (Η καταγγελία συνοδεύεται από φωτογραφία έργου δύο Αμερικανών καλλιτεχνών, των McDermott & McGough, το οποίο όμως τιμούσε τη μνήμη ομοφυλόφιλων που εκτελέστηκαν από τον Χίτλερ).

58e8f9811dc5243f4a8b456a-657x360

Ωστόσο, αν κοιτάξουμε πιο προσεκτικά το περιεχόμενο των αντίστοιχων λόγων και όχι απλώς τις επικεφαλίδες και τις ετικέτες που χρησιμοποιούνται εκάστοτε, θα δούμε ότι υπάρχει ένα κοινό στοιχείο μέσα από το οποίο επικοινωνούν οι δύο τύποι πολεμικής.

Το κοινό αυτό στοιχείο είναι ο αντισημιτισμός.

Ίσως πει κανείς: μα ποιος αντισημιτισμός; Αφού δεν έχουμε Εβραίους εδώ.

Ωστόσο, αντισημίτης δεν είναι όποιος μισεί τους Εβραίους. Αντισημίτης είναι όποιος θέλει να αποκλείσει και να εκδιώξει τους Εβραίους καθόσον αποδίδει φαντασιακά σε αυτούς κάποιες ιδιότητες τις οποίες θεωρεί απεχθείς και απειλητικές. Και οι οποίες φυσικά δεν χαρακτηρίζουν απαραίτητα τους Εβραίους –όχι όλους, όχι πάντα, όχι περισσότερο από άλλους. Σύμφωνα με ένα παράθεμα που έχω αναφέρει αρκετές ήδη φορές στο παρελθόν, «τα κατηγορήματα που αποδίδει ο αντισημίτης στους Εβραίους περιλαμβάνουν την κινητικότητα, τον μη απτό χαρακτήρα [intangibility], την έλλειψη ριζών και τη συνωμοσία εις βάρος των –μυθικών και μυθοποιημένων- αξιών μιας κοινότητας έντιμων και εργατικών ανθρώπων»[1].

Ο βασικός αυτός πυρήνας της εχθρότητας προς μια «παρασιτική κοσμοπολίτικη ελίτ» που περιηγείται εδώ και εκεί χωρίς να δένει πραγματικά με τον «τόπο» και με τους ανθρώπους του που μοχθούν και υποφέρουν, απαντά αυτούσιος ακόμα και στην ακροκεντρώα εκδοχή απόρριψης της έκθεσης. Πράγματι, στα σχετικά άρθρα οι «αριστεριστές» επιμελητές κατηγορούνται όχι μόνο ως υμνητές της βίας και της τεμπελιάς, αλλά και ως αποκομμένες περιθωριακές ομάδες οι οποίες μιλάνε «ξύλινη γλώσσα» και «δεν απευθύνονται σε μια μεγαλύτερη ομάδα Αθηναίων που ζουν στη σκληρή πραγματικότητα της ανεργίας, της ανέχειας, του μετεωρισμού σε ένα αβέβαιο μέλλον» (Αστραπέλλου, Το Βήμα, ό.π.).

Κατά τα λοιπά, η εθνική ουσιοκρατία δίνει και παίρνει και στις δύο προσεγγίσεις· απλώς στη μία χρησιμοποιείται το στερεότυπο του «Ναζί» ενώ στην άλλη το στερεότυπο της RAF –του βίαιου και τρομοκρατικού ακτιβισμού «γερμανικού τύπου». Ό,τι είναι πιο πρόσφορο κάθε φορά να πείσει τους ομιλητές, και το ακροατήριό τους, ότι οι Γερμανοί είναι εκ φύσεως κακοί, ύπουλοι και βίαιοι και πρέπει να τους φοβόμαστε ακόμη και όταν φέρνουν δώρα.

 

Απολύτως ενδεικτική για το πόσο οι αιτιολογήσεις αυτές αποτελούν εκλογίκευση, δηλαδή διαστροφή της λογικής, και δεν αποδίδουν τις πραγματικές αιτίες της δυσφορίας, είναι και η παρακάτω λεπτομέρεια. Στην ανάρτηση της κας Κωνσταντοπούλου όπου καταγγέλλονται οι «χιτλερικοί πίνακες», ένας χρήστης έχει αναρτήσει σχόλιο με το εξής περιεχόμενο: «Ο ΔΟΛΟΦΌΝΟΣ ΧΊΤΛΕΡ.ΛΈΝΕ ΌΤΟ ΉΤΑΝ ΠΙΣΩΓΛΕΝΤΗΣ» [διατηρείται η ορθογραφία και η στίξη του πρωτοτύπου].

Σε ένα άλλο σημείωμα που είχα γράψει εδώ και 5 σχεδόν χρόνια με τίτλο Οι Γερμανοί ως Εβραίοι, και με θέμα την εθνικά ουσιοκρατική καταγγελία των «Γερμανών» ως «σαράφηδων της Ευρώπης», σημείωνα και τα εξής.

 

Τώρα ο παραλληλισμός εγκαθιδρύεται και αντίστροφα: όχι μόνο οι «Εβραίοι» (όλοι ανεξαιρέτως) είναι τόσο κακοί όσο και οι «Γερμανοί» (όλοι ανεξαιρέτως), αλλά και οι Γερμανοί είναι τόσο κακοί όσο και οι «Εβραίοι».

Και φυσικά η βασική τους ομοιότητα, όπως πάντα, είναι ότι στρέφονται εναντίον «όλων ανεξαιρέτως» … ξέρετε ποιων …

 

Η ίδια ακριβώς (διεστραμμένη) λογική βρίσκεται σε λειτουργία στην παραπάνω ανταλλαγή: ένα έργο που καταγγέλλει (εύστοχα ή άστοχα, δεν θέτω εδώ αυτό το ζήτημα διότι ούτε και κανείς άλλος το θέτει) τις διώξεις του Χίτλερ κατά των ομοφυλοφίλων, εμφανίζεται ως ναζιστικό, ενώ ταυτόχρονα ο ίδιος ο Χίτλερ, που έσφαζε τους ομοφυλόφιλους, «αποκαλύπτεται» ότι είχε ένα «ένοχο μυστικό»: κατά βάθος ήταν και αυτός ομοφυλόφιλος. Κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο που στο παρελθόν έχει υποστηριχθεί με κάθε σοβαρότητα ότι ο Χίτλερ ήταν κατά βάθος «σιωνιστής». (Εάν όμως είναι έτσι, τότε διερωτάται κανείς, γιατί ενοχλούνται οι ενδιαφερόμενοι εάν κάποιοι εξυμνούν τον Χίτλερ; Αφού συμφωνούν μαζί τους).

Documentaexotisize_thumb

Δεν είναι βέβαια όλες οι επιφυλάξεις τόσο αντιδραστικές και αφελείς. Ένας άλλος τύπος αντιδράσεων, προερχόμενων κυρίως από εικαστικές και άλλες καλλιτέχνιδες ή θεωρητικούς, αρθρώνεται γύρω από την καταγγελία ότι η έκθεση είναι «αποικιοκρατική».

Η ένσταση αυτή θα είχε ενδιαφέρον να συζητηθεί και να αναπτυχθεί περαιτέρω. Το ζήτημα είναι ότι, όσο έχω εγώ τουλάχιστον δει, οι ίδιες οι σχολιάστριες που την θέτουν δεν την συζητούν ούτε την αναπτύσσουν ιδιαίτερα. Απλώς την «ρίχνουν» στο τραπέζι και μένουν εκεί, πιστεύοντας ίσως ότι με αυτήν η συζήτηση έχει ολοκληρωθεί πριν καν αρχίσει.

Έτσι, όμως, δεν προσέχουν ότι μία τέτοια μονολεκτική καταγγελία μπορεί εξίσου να «αιχμαλωτιστεί» και να εκληφθεί, από ένα κοινό φτιαγμένο με τους λόγους των «αντιναζιστών»/ «αντικομμουνιστών», ως απλή παραλλαγή των ίδιων καταγγελιών κατά της απειλής από τις ξένες αργόσχολες ελίτ που ήρθαν να μας κλέψουν την απόλαυση.

Και πάντως, από πρακτική άποψη, δεν βλέπω οι ενστάσεις αυτές να καταλήγουν σε κάτι περισσότερο από μία υπόδειξη ανορεξίας: μην τρώτε, το δώρο αυτό βλάπτει· είναι δηλητηριασμένο. Δεν μας προσανατολίζουν δηλαδή σε μία πιο πολυσύνθετη και προσεκτική εμπλοκή με τα εκτιθέμενα έργα, δράσεις κ.ο.κ. η οποία ενδεχομένως να ακύρωνε ή να μετασχημάτιζε το αποικιοκρατικό βλέμμα, εάν και όπου αυτό υπάρχει.

Για το ζήτημα αυτό πάντως δεν μπορώ να πω κάτι πιο συγκεκριμένο αυτή τη στιγμή, κατά την οποία δεν έχω καμία προσωπική εικόνα από την έκθεση και γράφω μόνο έχοντας υπόψη όσα γράφουν άλλοι για την έκθεση (οι οποίοι πάντως ούτε αυτοί αναφέρονται σε συγκεκριμένα έργα, πέρα από δυο-τρεις γραμμές για το καθένα). Ίσως λοιπόν επανέλθω.

[1] Werner Bonefeld, «Antisemitism and the (modern) critique of capitalism»

Κλασσικό

3 σκέψεις σχετικά με το “«Έξω η εβραϊκή Documenta»

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.