Βία,Γνώση,Φύλο,ανθρωπολογία

«Γυναικεία διαίσθηση», βία και ηλιθιότητα

του Ντέιβιντ Γκρέιμπερ*

 

Το γεγονός ότι η βία επιτρέπει να παίρνουμε αυθαίρετες αποφάσεις, και έτσι να αποφεύγουμε τις συζητήσεις, αποσαφηνίσεις και αναδιαπραγματεύσεις που χαρακτηρίζουν πιο εξισωτικές κοινωνικές σχέσεις, είναι προφανώς αυτό που κάνει τα θύματά της να βλέπουν όσες διαδικασίες δημιουργήθηκαν στη βάση της βίας ως ανόητες ή άλογες. Οι περισσότεροι είμαστε ικανοί να σχηματίσουμε μια έστω επιφανειακή ιδέα για το τι σκέφτονται ή αισθάνονται άλλοι, παρατηρώντας απλώς τον τόνο της φωνής ή τη γλώσσα του σώματός τους –συνήθως δεν είναι δύσκολο να μαντέψουμε τις άμεσες προθέσεις και τα κίνητρα των ανθρώπων, αλλά για να πάμε πέρα από αυτό το επιφανειακό επίπεδο συχνά θέλει πολλή δουλειά. Πολλές από τις καθημερινές δραστηριότητες της κοινωνικής ζωής, μάλιστα, συνίστανται στο να αποκρυπτογραφούμε τα κίνητρα και τις αντιλήψεις των άλλων. Αυτό ας το αποκαλέσουμε «ερμηνευτική εργασία». Θα μπορούσε να πει κανείς ότι όσοι βασίζονται στο φόβο της ισχύος δεν χρειάζεται να μπουν και πολύ στον κόπο να εργασθούν ερμηνευτικά, οπότε γενικώς δεν μπαίνουν.

Ως ανθρωπολόγος, ξέρω ότι τώρα μπαίνω σε επικίνδυνο έδαφος. Όταν –σπανίως- στρέφουν το ενδιαφέρον τους στη βία, οι ανθρωπολόγοι τείνουν να υπογραμμίζουν ακριβώς την αντίθετη πτυχή: το πώς οι πράξεις βίας περιέχουν νόημα και επικοινωνία –ακόμα και το πώς μπορεί να μοιάζουν με την ποίηση[1]. Όποιος υπονοήσει το αντίθετο, θα κατηγορηθεί αμέσως για στρουθοκαμηλισμό: «δηλαδή πραγματικά εννοείς ότι η βία δεν έχει συμβολική ισχύ, ότι οι σφαίρες και οι βόμβες δεν προορίζονται να επικοινωνήσουν κάτι;». Λοιπόν, για να μην αφήνω παρανοήσεις: όχι, δεν εννοώ αυτό. Αλλά υπονοώ ότι ίσως να μην είναι αυτό το πιο σημαντικό ερώτημα. Πρώτα απ’ όλα, επειδή παίρνει ως δεδομένο ότι η «βία» αναφέρεται πρωτίστως σε πράξεις βίας –σε πραγματικά σκουντήματα, μπουνιές, μαχαιρώματα ή εκρήξεις- και όχι στην απειλή βίας, και στα είδη κοινωνικών σχέσεων που η διάχυτη απειλή βίας καθιστά δυνατά. Κατά δεύτερον, επειδή σε αυτήν την περιοχή φαίνεται ότι οι ανθρωπολόγοι, και γενικότερα οι ακαδημαϊκοί, είναι ευεπίφοροι στο να πέσουν θύμα της σύγχυσης μεταξύ ερμηνευτικού βάθους και κοινωνικής σημαντικότητας. Με άλλα λόγια, αυτομάτως υποθέτουν ότι το πιο ενδιαφέρον σχετικά με τη βία είναι και το πιο σημαντικό.

Θα πάρω αυτά τα δύο σημεία ένα-ένα. Είναι άραγε ακριβές ότι οι πράξεις βίας είναι επίσης, από γενική άποψη, πράξεις επικοινωνίας; Ασφαλώς είναι. Αλλά αυτό αληθεύει λίγο πολύ για κάθε μορφή ανθρώπινης δράσης. Μου κάνει εντύπωση που το πραγματικά σημαντικό με τη βία είναι ότι αποτελεί ίσως τη μόνη μορφή ανθρώπινης δράσης η οποία εμπεριέχει έστω τη δυνατότητα να έχει κοινωνικά αποτελέσματα χωρίς να είναι επικοινωνιακή. Για να είμαι ακριβέστερος: η βία πιθανότατα είναι ο μόνος τρόπος κατά τον οποίο ένα ανθρώπινο ον μπορεί να κάνει κάτι που θα έχει σχετικώς προβλέψιμα αποτελέσματα πάνω στις πράξεις ενός προσώπου, σχετικά με το οποίο δεν κατανοεί τίποτε. Με οποιονδήποτε άλλο τρόπο και να προσπαθήσετε να επηρεάσετε τις πράξεις ενός άλλου, πρέπει να έχετε τουλάχιστον κάποια ιδέα για το ποιος νομίζει ότι είναι, τι μπορεί να θέλει από την κατάσταση, τι αρέσκεται και τι απεχθάνεται να κάνει κ.ο.κ. Αν τους κοπανήσετε με αρκετή δύναμη στο κεφάλι, όλα αυτά καθίστανται άνευ νοήματος.

Είναι αλήθεια ότι τα αποτελέσματα που μπορεί να πετύχει κανείς εξουδετερώνοντας ή θανατώνοντας κάποιον είναι πολύ περιορισμένα. Είναι όμως πραγματικά –και το κρίσιμο είναι ότι μπορούμε να ξέρουμε εκ των προτέρων ποια ακριβώς θα είναι. Κάθε εναλλακτική μορφή δράσης δεν μπορεί, χωρίς κάποια προσφυγή σε κοινά νοήματα και αντιλήψεις, να έχει κανένα προβλέψιμο αποτέλεσμα. Επιπλέον, οι απόπειρες να επηρεάσουμε άλλους με την απειλή βίας, αν και προϋποθέτουν κάποιο επίπεδο κοινών αντιλήψεων, αυτό δεν χρειάζεται να είναι ιδιαίτερα υψηλό. Οι περισσότερες ανθρώπινες σχέσεις –ιδίως αυτές που διαρκούν, είτε αφορούν παλαιούς φίλους είτε παλαιούς εχθρούς- είναι εξαιρετικά πολύπλοκες, πυκνές σε ιστορία και σημασία. Για να διατηρηθούν, απαιτείται μια διαρκής και συχνά λεπτή εργασία φαντασίας, μια διαρκής προσπάθεια να δούμε τον κόσμο από την οπτική γωνία άλλων. Αυτό αποκάλεσα προηγουμένως «ερμηνευτική εργασία». Το να απειλήσουμε άλλους με σωματικές βλάβες μάς επιτρέπει να απαλλαγούμε απ’ όλα αυτά. Καθιστά δυνατές σχέσεις ενός πολύ πιο απλού και σχηματικού τύπου («πέρνα αυτή τη γραμμή και σε πυροβολώ», «μια λέξη ακόμα να πείτε και σας έκλεισα στη φυλακή»). Γι’ αυτό φυσικά και η βία είναι τόσο συχνά το όπλο που προτιμά ο ηλίθιος. Θα μπορούσαμε μάλιστα να το πούμε «το ατού τού ηλίθιου», αφού (και αυτό είναι σίγουρα μια από τις τραγωδίες της ανθρώπινης ύπαρξης) είναι η μόνη μορφή ηλιθιότητας στην οποία είναι τόσο δύσκολο να βρει κανείς μια ευφυή απάντηση.

Εδώ βέβαια είναι ανάγκη να εισάγω μία κρίσιμη διαφοροποίηση. Τα πάντα, εδώ, εξαρτώνται από την ισορροπία δυνάμεων. Εάν δύο μέρη εμπλέκονται σε έναν σχετικά ισότιμο διαγωνισμό βίας –ας πούμε, είναι στρατηγοί αντίπαλων στρατών- έχουν σοβαρό λόγο να προσπαθήσουν να μπουν ο ένας στο κεφάλι του άλλου. Μόνο όταν μία πλευρά υπερτερεί συντριπτικά ως προς την ικανότητα να πλήξει σωματικά την άλλη, παύει να υπάρχει αυτή η ανάγκη. Αυτό όμως έχει πολύ βαθιά επίδραση, διότι σημαίνει ότι το πιο χαρακτηριστικό αποτέλεσμα της βίας, η ικανότητά της να αναδεικνύει την ανάγκη «ερμηνευτικής εργασίας», βγαίνει στην επιφάνεια όταν η ίδια η βία είναι λιγότερο από κάθε άλλη φορά ορατή –και μάλιστα όταν είναι απίθανο να τελεστούν θεαματικές πράξεις σωματικής βίας. Πρόκειται φυσικά για τις καταστάσεις που μόλις όρισα ως δομικά βίαιες: συστηματικές ανισότητες που σε τελευταία ανάλυση υποστηρίζονται από απειλή βίας. Για το λόγο αυτό, καταστάσεις δομικής βίας απαράλλακτα παράγουν ακραία μονόπλευρες δομές ταύτισης μέσω της φαντασίας*.

Τα αποτελέσματα αυτά είναι συχνά πιο ορατά όταν οι δομές ανισότητας παίρνουν τις πιο βαθιά εσωτερικευμένες μορφές. Οι έμφυλες σχέσεις είναι και πάλι ένα κλασικό παράδειγμα. Ας πούμε, στις αμερικανικές κωμωδίες καταστάσεων της δεκαετίας του 50, υπάρχει μία ανεξάντλητη δεξαμενή αστείων: το πόσο αδύνατο είναι να καταλάβεις τις γυναίκες. Τα αστεία αυτά (που φυσικά τα λένε άντρες) πάντοτε εμφάνιζαν τη γυναικεία λογική ως θεμελιωδώς ξένη και ακατανόητη. «Πρέπει να τις αγαπάμε», ήταν πάντα το μήνυμα, «αλλά ποιος μπορεί πραγματικά να καταλάβει πώς σκέπτονται αυτά τα πλάσματα;». Κανείς ποτέ δεν είχε την εντύπωση ότι οι εν λόγω γυναίκες είχαν κάποιο πρόβλημα να κατανοήσουν τους άντρες. Ο λόγος είναι φανερός: οι γυναίκες δεν είχαν άλλη επιλογή παρά να κατανοούν τους άντρες. Στην Αμερική, η δεκαετία του 50 ήταν το απόγειο ενός ιδανικού περί της πατριαρχικής οικογένειας με μία μόνο πηγή εισοδήματος, και μεταξύ των πιο ευκατάστατων το ιδανικό αυτό συχνά επιτυγχανόταν. Οι γυναίκες που δεν είχαν πρόσβαση σε δικό τους εισόδημα ή πόρους, προφανώς δεν είχαν άλλη λύση παρά να δαπανούν πολύ χρόνο και ενέργεια για να καταλαβαίνουν πώς σκέφτονταν οι άντρες οικείοι τους.

Η ρητορική αυτού του τύπου περί των μυστηρίων της θηλυκότητας φαίνεται να είναι αιώνιο διακριτικό τέτοιων πατριαρχικών διευθετήσεων. Συνήθως συνοδεύεται από μια αίσθηση ότι οι γυναίκες, μολονότι άλογες και ανεξήγητες, παρόλα αυτά έχουν πρόσβαση σε μία μυστηριώδη, σχεδόν μυστικιστική σοφία (τη «γυναικεία διαίσθηση») που στερούνται οι άνδρες. Και βεβαίως κάτι ανάλογο συμβαίνει σε κάθε σχέση ακραίας ανισότητας: οι αγρότες, για παράδειγμα, πάντοτε αναπαρίστανται ως βλακωδώς απλοί, αλλά ταυτόχρονα κατά κάποιο μυστικό τρόπο σοφοί. Γενιές ολόκληρες γυναικών μυθιστοριογράφων –η πρώτη που μας έρχεται στο μυαλό είναι η Βιρτζίνια Γουλφ (Μέχρι το Φάρο)- τεκμηρίωσαν την άλλη πλευρά αυτών των διευθετήσεων: τους διαρκείς κόπους τους οποίους πρέπει τελικά να καταβάλλουν οι γυναίκες προκειμένου να διαχειρίζονται, να διατηρούν και να προσαρμόζουν τα Εγώ διαφόρων ξεχασιάρηδων και επηρμένων ανδρών, και οι οποίοι προϋποθέτουν μια ασταμάτητη εργασία ταύτισης μέσω της φαντασίας.

Η εργασία αυτή συνεχίζεται σε όλα τα επίπεδα. Οι γυναίκες παντού καλούνται ασταμάτητα να φαντάζονται πώς φαίνεται η μία ή η άλλη κατάσταση από ανδρική οπτική γωνία. Οι άνδρες δεν καλούνται σχεδόν ποτέ να κάνουν το ίδιο για τις γυναίκες. Τόσο βαθιά εσωτερικευμένο είναι αυτό το σχήμα συμπεριφοράς, που πολλοί άνδρες αντιδρούν έστω και στην ιδέα ότι θα μπορούσαν να κάνουν διαφορετικά, σαν η ιδέα αυτή να ήταν από μόνη της μια πράξη βίας. Μια άσκηση που κάνουν συχνά οι καθηγητές δημιουργικής γραφής στα γυμνάσια στην Αμερική, για παράδειγμα, είναι να ζητάνε από τους μαθητές να φανταστούν ότι, για μια μέρα, μεταμορφώθηκαν σε ένα πρόσωπο του αντίθετου φύλου, και να περιγράψουν πώς θα ήταν. Όπως προκύπτει, το αποτέλεσμα είναι ανησυχητικά ομοιόμορφο. Τα κορίτσια γράφουν όλα εκτενείς και λεπτομερείς εκθέσεις που δείχνουν σαφώς ότι έχουν αφιερώσει πολύ χρόνο για να σκεφτούν το θέμα αυτό. Στα αγόρια, συνήθως ένα υπολογίσιμο μέρος αρνούνται να γράψουν καν την έκθεση. Και όσα την γράφουν, καθιστούν σαφές ότι δεν έχουν την παραμικρή ιδέα πώς μοιάζει να είσαι ένα κορίτσι στην εφηβεία, και αγανακτούν όταν τους λένε ότι θα πρέπει να αναρωτηθούν γι’ αυτό[2].

* Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί απόσπασμα από το βιβλίο David Graeber, The Utopia of Rules. On Technology, Stupidity and the Secret Joys of Bureaucracy [Η ουτοπία των κανόνων. Περί τεχνολογίας, ανοησίας και των κρυφών χαρών της γραφειοκρατίας],  Melville House, Brooklyn-London 2015, και ειδικότερα από το πρώτο κεφάλαιο που επιγράφεται Dead zones of the imagination. An essay on structural stupidity [Νεκρές ζώνες της φαντασίας. Δοκίμιο περί δομικής ανοησίας], σ. 66-70. Ο τίτλος της ανάρτησης και οι σημειώσεις με αστερίσκο είναι του μεταφραστή.

images

[1] Βλ. Neil Whitehead, «On the Poetics of Violence», in Violence, James Currey ed., Santa Fe, NM: SAR Press 2004, σ. 9-10.

* Στο πρωτότυπο: imaginative identification. Όπως εξηγεί σε άλλο σημείο ο συγγραφέας, στον όρο imaginative αποδίδει ανεπιφύλακτα θετικό περιεχόμενο, εννοώντας με αυτόν μία ικανότητα αντίληψης, όχι μία ονειροπόληση ή κάτι που συμβαίνει «κατά φαντασίαν» άρα «όχι πραγματικά».

[2] Συχνά, όταν αφηγούμαι αυτή την ιστορία, μου λένε ότι ο πραγματικός λόγος για τον οποίο οι έφηβοι είναι απρόθυμοι να φανταστούν τον εαυτό τους κορίτσι είναι απλώς η ομοφοβία. Αυτό σίγουρα αληθεύει. Αλλά τότε πρέπει να ρωτήσουμε, γιατί η ομοφοβία είναι πρώτα απ’ όλα τόσο ισχυρή, και γιατί η ομοφοβία παίρνει αυτήν ειδικά τη μορφή. Στο κάτω κάτω, πολλές έφηβες είναι εξίσου ομοφοβικές, αλλά παρόλα αυτά αρέσκονται να φαντάζονται τον εαυτό τους αγόρι.

Κλασσικό

20 σκέψεις σχετικά με το “«Γυναικεία διαίσθηση», βία και ηλιθιότητα

  1. Παράθεμα: «Γυναικεία διαίσθηση», βία και ηλιθιότητα | Ώρα Κοινής Ανησυχίας

  2. Παράθεμα: «Γυναικεία διαίσθηση», βία και ηλιθιότητα | Ώρα Κοινής Ανησυχίας

  3. Παράθεμα: «Γυναικεία διαίσθηση», βία και ηλιθιότητα | Ώρα Κοινής Ανησυχίας

  4. Παράθεμα: «Γυναικεία διαίσθηση», βία και ηλιθιότητα | Ώρα Κοινής Ανησυχίας

  5. Παράθεμα: «Γυναικεία διαίσθηση», βία και ηλιθιότητα | Ώρα Κοινής Ανησυχίας

  6. Παράθεμα: «Γυναικεία διαίσθηση», βία και ηλιθιότητα | Ώρα Κοινής Ανησυχίας

  7. Παράθεμα: «Γυναικεία διαίσθηση», βία και ηλιθιότητα | Ώρα Κοινής Ανησυχίας

  8. Παράθεμα: «Γυναικεία διαίσθηση», βία και ηλιθιότητα | Ώρα Κοινής Ανησυχίας

  9. Παράθεμα: «Γυναικεία διαίσθηση», βία και ηλιθιότητα | Ώρα Κοινής Ανησυχίας

  10. Ο/Η Σωκράτης λέει:

    με αφορμή την αναγνωρισμένη, από τον άνδρα, γυναικεία διαίσθηση, ήθελα να πω πως, κάποτε σχολίαζα στο ίδιο πνεύμα και το μητρικό ένστικτο. Επειδή δεν είμαι κοινωνιολόγος-ψυχολόγος-ανθρωπολόγος ή κάτι άλλο συναφές, επιχειρηματολογούσα λίγο -πολύ εμπειρικά, όχι απαραίτητα εργαλειακά (τον όρο εργαλειακός τον συναντώ συνήθως με αρνητική έννοια, για αυτό και η επισύμανση. Δεν ξέρω όμως αν είναι μόνο τέτοια). Προσδιόριζα την απόδοση του ενστίκτου της μητρότητας καθαρά στην πατριαρχική διευθέτηση των κοινωνικών ρόλων του κάθε φύλου. Η υποδεέστερη, λογικά και βιολογικά, γυναίκα που την κρατούμε αποκλεισμένη από τον δημόσιο λόγο, την αναγορεύουμε ως «κυρά» του ιδιωτικού μας κόσμου «επιχρυσώνοντάς»(sic) της το χάπι, ικανή μόνο αυτή να μεγαλώσει τους διαδόχους (και κληρονόμους) μας αφού ο άντρας είναι διαρκώς απασχολημένος με το να βρίσκεται-εργάζεται-αναμιγνείεται-επιδρά στον δημόσιο χώρο (δηλ. να κάνει μπίζνες και πόλεμο). Ως εκ τούτου, η ανεξάρτητη γυναίκα αποτελεί απειλή για το πατριαρχικό κοινωνικό οικοδόμημα και πρέπει να συνετιστεί. Και δεν υπάρχει χειρότερη άσκηση βίας ή απειλή βίας σε μια ελεύθερη γυναίκα από το να αποκαλέσεις, αποκλείοντάς την, «ελευθεριακή», πουτάνα δηλαδή.
    Και χαίρομαι, κάθε φορά, όταν μου πέφτουν στην αντίληψη κείμενα που μου ενισχύουν και πλουτίζουν, έστω και εκ των υστέρων, το λογικό και λεκτικό οπλοστάσιο των αναλυτικών αναζητήσεών μου.

  11. Παράθεμα: «Γυναικεία διαίσθηση», βία και ηλιθιότητα … « απέραντο γαλάζιο

  12. Παράθεμα: «Γυναικεία διαίσθηση», βία και ηλιθιότητα … « απέραντο γαλάζιο

  13. Παράθεμα: «Γυναικεία διαίσθηση», βία και ηλιθιότητα … « απέραντο γαλάζιο

  14. Παράθεμα: «Γυναικεία διαίσθηση», βία και ηλιθιότητα … « απέραντο γαλάζιο

  15. Παράθεμα: «Γυναικεία διαίσθηση», βία και ηλιθιότητα … « απέραντο γαλάζιο

  16. Παράθεμα: «Γυναικεία διαίσθηση», βία και ηλιθιότητα … « απέραντο γαλάζιο

  17. Παράθεμα: «Γυναικεία διαίσθηση», βία και ηλιθιότητα … « απέραντο γαλάζιο

  18. Παράθεμα: «Γυναικεία διαίσθηση», βία και ηλιθιότητα … « απέραντο γαλάζιο

  19. Παράθεμα: «Γυναικεία διαίσθηση», βία και ηλιθιότητα … « απέραντο γαλάζιο

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.